Σε ένα έθνος 1,2 δισεκατομμυρίου, οι 100 πλουσιότεροι άνθρωποι της Ινδίας κατέχουν περιουσία ισοδύναμη με το 1/4 του ΑΕΠ. Στην Ινδία τα 300 εκατομμύρια από μας που ανήκουμε στη νέα, μετά τις μεταρρυθμίσεις του ΔΝΤ, μεσαία τάξη ζούμε δίπλα στον κάτω κόσμο, στα φαντάσματα των νεκρών ποταμών, των ξερών πηγαδιών, των φαλακρών βουνών, των γυμνών δασών. Δίπλα στα φαντάσματα των 250.000 υπερχρεωμένων αγροτών που αυτοκτόνησαν και των 800 εκατομμυρίων που εξαθλιώθηκαν και στερήθηκαν ώστε να ανοίξει ο δρόμος για εμάς. Και που ζουν με λιγότερες από 20 ρουπίες την ημέρα.
Ο Μουκές Αμπάνι έχει προσωπική περιουσία 20 δισ. δολαρίων. Κατέχει ένα πλειοψηφικό πακέτο στην Reliance Industries Limited (RIL), μια εταιρία με κεφαλαιοποίηση 47 δισ. δολαρίων και παγκόσμια μερίδια στα πετροχημικά, στο πετρέλαιο, φυσικό αέριο, πολυεστέρες, Ειδικές Οικονομικές Ζώνες, λιανικό εμπόριο τροφίμων, πανεπιστήμια, έρευνα βιοτεχνολογίας και διατήρηση βλαστοκυττάρων. Η RIL πρόσφατα αγόρασε το 95% της Infotel, ένα τηλεοπτικό κονσόρτσιουμ που ελέγχει 27 κανάλια, ειδησεογραφικά και ψυχαγωγικά, ανάμεσα τους το CNN-IBN, IBN Live, CNBC, IBN Lokmat, και ETV, σχεδόν σε κάθε τοπική γλώσσα. Η Infotel κατέχει τη μόνη εθνικής εμβέλειας άδεια ευρυζωνικής εκπομπής 4G, έναν υψηλής ταχύτητας «αγωγό πληροφορίας» που, εφόσον η τεχνολογία δουλέψει, μπορεί να είναι το μέλλον της ανταλλαγής πληροφορίας. Ο κύριος Μουκές Αμπάνι είναι επίσης ιδιοκτήτης μιας ομάδας κρίκετ.
Η RIL είναι η μια από μια χούφτα εταιρίες που διευθύνουν την Ινδία. Ορισμένες από τις άλλες είναι η Tatas, Jindals, Vedanta, Mittals, Infosys, Essar και την άλλη Reliance που κατέχει ο αδερφός του Μουκές, Ανίλ. Ο αγώνας δρόμου για την ανάπτυξή τους έχει ξεχυθεί μέχρι την Ευρώπη, την Κεντρική Ασία, την Αφρική, τη Λατινική Αμερική. Τα δίκτυά τους έχουν μεγάλο εύρος. Είναι ορατά και αόρατα, φανερά και υπόγεια.
Η Tatas, για παράδειγμα, διευθύνει περισσότερες από 100 εταιρίες σε 80 χώρες. Είναι μια από τις παλιότερες και τις μεγαλύτερες ισχυρές ιδιωτικές εταιρίες.
Κατέχει ορυχεία, κοιτάσματα πετρελαίου, χαλυβουργίες, τηλεφωνία, καλωδιακή τηλεόραση και ευρυζωνικά δίκτυα, και διευθύνει ολόκληρους δήμους. Κατασκευάζει αυτοκίνητα και φορτηγά, κατέχει την αλυσίδα Taj Hotel, τη Jaguar, Land Rover, Daewoo, Tetley Tea, μια εκδοτική εταιρία, μια αλυσίδα βιβλιοπωλείων, μια μεγάλη μάρκα ιωδιούχου άλατος και το γίγαντα των καλλυντικών Lakme. Το διαφημιστικό της μότο θα μπορούσε κάλλιστα να είναι: «Δεν μπορείτε να ζήσετε χωρίς εμάς».
Τα «καλά» της ανάπτυξης
Η εποχή της Ιδιωτικοποίησης του παντός έχει μετατρέψει την ινδική οικονομία σε μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες στον κόσμο. Ωστόσο, όπως κάθε παλιά καλή αποικία, ένα από τα κύρια εξαγωγικά προϊόντα της είναι τα ορυκτά. Οι ινδικές μεγα-επιχειρήσεις – Tatas, Jindals, Essar, Reliance, Sterlite – είναι εκείνες που έχουν καταφέρει να βρουν το δρόμο για τα στόμια εκείνα που ξερνούν χρήματα πολύ βαθιά μέσα από τη γη. Πρόκειται για το όνειρο κάθε επιχειρηματία: να βρεθεί στη θέση να πουλά κάτι που δεν μπορεί να αγοράσει.
Η άλλη μεγάλη πηγή πλούτου προέρχεται από τις τράπεζες γης. Σε ολόκληρο τον κόσμο, αδύναμες, διεφθαρμένες κυβερνήσεις έχουν βοηθήσει χρηματιστές της Γουόλ Στριτ, αγρο-βιομηχανικές επιχειρήσεις και Κινέζους δισεκατομμυριούχους να συσσωρεύσουν τεράστιες εκτάσεις γης (φυσικά αυτό σημαίνει επίσης και έλεγχο του νερού). Στην Ινδία η γη εκατομμυρίων ανθρώπων απαλλοτριώνεται και παραδίνεται σε ιδιωτικές εταιρίες για το «δημόσιο συμφέρον» – για Ειδικές Οικονομικές Ζώνες, υποδομές, φράγματα, αυτοκινητόδρομους, χημικές βιομηχανίες και Φόρμουλα 1. Η ιερότητα της ατομικής ιδιοκτησίας δεν ισχύει ποτέ για τους φτωχούς. Όπως πάντα, στους τοπικούς πληθυσμούς υπόσχονται ότι η εκτόπισή τους από τη γη και η απαλλοτρίωση οτιδήποτε είχαν είναι μέρος μιας γενιάς απασχόλησης. Ωστόσο, μέχρι τώρα η σύνδεση ανάμεσα στην αύξηση του ΑΕΠ και την απασχόληση παραμένει ένας μύθος. Μετά από 20 χρόνια «ανάπτυξης», 60% της εργατικής δύναμης της Ινδίας είναι αυτοαπασχολούμενη και 90% της εργατικής δύναμης της Ινδίας απασχολείται στον μη-οργανωμένο τομέα.
Στην περίοδο μετά την Ανεξαρτησία, μέχρι και τη δεκαετία του ’80, τα λαϊκά κινήματα από τους Ναξαλίτες μέχρι την Ολική Επανάσταση του Jayaprakash Narayan, αγωνίζονταν για την αγροτική μεταρρύθμιση, για την αναδιανομή γης από τα φέουδα στους ακτήμονες. Σήμερα, κάθε συζήτηση για αναδιανομή γης ή πλούτου θα θεωρούταν όχι απλά αντιδημοκρατική αλλά παράλογη. Ακόμη και τα πιο μαχητικά κινήματα έχουν υποχωρήσει στο να υπερασπίζονται το μικρό κομμάτι γης που κατέχουν ακόμη οι άνθρωποι. Τα εκατομμύρια των ακτημόνων, η πλειοψηφία των Νταλίτ και των ιθαγενών, εκτοπισμένων από τα χωριά τους, κατοίκων των παραγκουπόλεων σε μικρές πόλεις και μεγα-πόλεις, δεν αποτελούν καν μέρος του ριζοσπαστικού λόγου.
Καθώς η εκτόξευση προς τα πάνω συσσωρεύει πλούτο στη μύτη της απαστράπτουσας καρφίτσας πάνω στην οποία οι δισεκατομμυριούχοι μας κάνουν πιρουέτες, παλιρροϊκά κύματα χρήματος σκάνε πάνω στους θεσμούς της δημοκρατίας – στη Δικαιοσύνη, στο Κοινοβούλιο όπως και στα Μίντια, υπονομεύοντας σημαντικά την ικανότητά τους να λειτουργούν με τους τρόπους που υποτίθεται πως θα έπρεπε να λειτουργούν. Όσο πιο θορυβώδης η φιέστα γύρω από τις εκλογές, τόσο λιγότερο σίγουροι είμαστε πως υπάρχει δημοκρατία.
Κάθε νέο σκάνδαλο διαφθοράς στην Ινδία κάνει το προηγούμενο να μοιάζει ευγενές. Το καλοκαίρι του 2011 ξέσπασε το σκάνδαλο του φάσματος 2G. Μάθαμε ότι εταιρίες είχαν εξατμίσει 40 δισ. δολάρια δημόσιου χρήματος εγκαθιστώντας μια φιλική ψυχή ως Ομοσπονδιακό υπουργό Τηλεπικοινωνιών που υποτιμολόγησε χονδροειδώς τις άδειες για το φάσμα 2G και τις μοίρασε παράνομα στους φίλους του. Οι υποκλαπείσες τηλεφωνικές συνομιλίες που διέρρευσαν στον Τύπο δείχνουν πώς ένα δίκτυο βιομηχάνων και οι επιχειρήσεις τους βιτρίνες, υπουργοί, μεγαλο-δημοσιογράφοι και ένας παρουσιαστής ειδήσεων ήταν ανακατεμένοι στην διευκόλυνση αυτής της ληστείας στο φως της ημέρας. Οι κασέτες ήταν μια μαγνητική τομογραφία που επιβεβαίωνε τη διάγνωση που οι άνθρωποι είχαν μόνοι τους κάνει καιρό πριν.
Η ιδιωτικοποίηση και παράνομη πώληση τηλεπικοινωνιακού φάσματος δεν περιλαμβάνει πόλεμο, εκτόπιση και περιβαλλοντική καταστροφή. Η ιδιωτικοποίηση των βουνών της Ινδίας, των ποταμών και δασών περιλαμβάνει. Ίσως επειδή δεν χαρακτηρίζεται από τη απλούστατη καθαρότητα του άμεσου, πέρα-για-πέρα σκανδάλου, ή ίσως επειδή γίνεται στο όνομα της «προόδου» της Ινδίας, δεν έχει τον ίδιο αντίκτυπο στις μεσαίες τάξεις.
Μνημόνια και πόλεμος ενάντια στους φτωχούς της υπαίθρου
Το 2005 οι κυβερνήσεις των κρατιδίων του Κατισγκάρ, της Ορίσα και του Τζαρκχάντ υπέγραψαν εκατοντάδες Μνημόνια Κατανόησης (ΜΚ) με έναν αριθμό ιδιωτικών επιχειρήσεων χαρίζοντάς τους τρισεκατομμύρια δολάρια βωξίτη, σιδηρομεταλλεύματος και άλλων μεταλλευμάτων αντί πινακίου φακής, αψηφώντας ακόμη και τη διεστραμμένη λογική της ελεύθερης αγοράς (τα δικαιώματα της κυβέρνησης κυμαίνονταν ανάμεσα σε 0,5% και 7%).
Μερικές μόνο μέρες αφότου η κυβέρνηση του Κατισγκάρ υπέγραψε ένα ΜΚ για την κατασκευή μιας χαλυβουργίας στο Μπαστάρ με την Tata Steel, συγκροτήθηκε η Salwa Judum (που σημαίνει Πορεία Ειρήνης ή Κυνήγι Εξαγνισμού στην τοπική γλώσσα), ένα άγρυπνο παραστρατιωτικό σώμα. Η κυβέρνηση είπε ότι επρόκειτο για μια αυθόρμητη εξέγερση του τοπικού πληθυσμού για την «καταστολή» των μαοϊκών ανταρτών στο δάσος. Αποδείχτηκε ότι ήταν μια εκκαθαριστική επιχείρηση, χρηματοδοτούμενη και εφοδιαζόμενη από την κυβέρνηση με την επιχορήγηση των μεταλλευτικών επιχειρήσεων. Σε άλλα κρατίδια δημιουργήθηκαν αντίστοιχες παραστρατιωτικές πολιτοφυλακές, με άλλα ονόματα. Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε πως οι μαοϊκοί ήταν «η μεγαλύτερη πρόκληση ασφαλείας στην Ινδία». Ήταν μια κήρυξη πολέμου.
Το Γενάρη του 2006, στο Καλινγκαναγκάρ, το γειτονικό κρατίδιο της Ορίσα, ίσως για να δείξουν τη σοβαρότητα των προθέσεων της κυβέρνησης, δέκα διμοιρίες της αστυνομίας έφτασαν σε ένα άλλο εργοστάσιο της Tata Steel και άνοιξαν πυρ σε χωρικούς που είχαν συγκεντρωθεί εκεί για να διαμαρτυρηθούν για αυτό που θεωρούσαν ανεπαρκή αποζημίωση για τη γη τους. Δεκατρείς άνθρωποι, περιλαμβανομένου ενός αστυνομικού, σκοτώθηκαν και 37 τραυματίστηκαν. Έξι χρόνια έχουν περάσει και ενώ οι χωρικοί παραμένουν υπό αστυνομική πολιορκία, η διαμαρτυρία δεν έχει σβήσει.
Στο μεταξύ στο Κατισγκάρ, η Salwa Judum άνοιγε το δρόμο μέσα από εκατοντάδες δασικά χωριά καίγοντας, βιάζοντας και δολοφονώντας, εκκενώνοντας 600 χωριά, εξαναγκάζοντας 50.000 ανθρώπους να πάνε στα στρατόπεδα της αστυνομίας και άλλους 350.000 χιλιάδες να μεταναστεύσουν. Ο υπεύθυνος υπουργός ανακοίνωσε ότι εκείνοι που δεν θα έβγαιναν μέσα από τα δάση θα θεωρούνταν «μαοϊκοί τρομοκράτες». Με αυτό τον τρόπο, σε κάποια τμήματα της σύγχρονης Ινδίας, το να οργώνεις και να σπέρνεις έχει καταλήξει να ορίζεται ως τρομοκρατική δραστηριότητα. Τελικά, οι φρικαλεότητες της Salwa Judum το μόνο που κατάφεραν ήταν να δυναμώσουν την αντίσταση και να πυκνώσουν τις γραμμές του μαοϊκού αντάρτικου στρατού. Το 2009, η κυβέρνηση ανακοίνωσε αυτό που αποκάλεσε «Επιχείρηση πράσινο κυνήγι». Δύο παραστρατιωτικά σώματα των 100.000 χιλιάδων το καθένα αναπτύχθηκαν στο Κατισγκάρ, στην Ορίσα, στο Τζαρκχάντ και στη Δυτική Βεγγάλη.
Μετά από τρία χρόνια «πολέμου χαμηλής έντασης» που δεν κατάφερε να βγάλει τους αντάρτες έξω από το δάσος, η κεντρική κυβέρνηση έχει ανακοινώσει πως θα αναπτύξει στην περιοχή τον Ινδικό Στρατό και Αεροπορία. Στην Ινδία δεν το αποκαλούμε αυτό πόλεμο. Το αποκαλούμε «δημιουργία ενός καλού επενδυτικού κλίματος». Χιλιάδες στρατιώτες έχουν ήδη αναπτυχθεί. Ένα Αρχηγείο Ταξιαρχίας και αεροπορικές βάσεις χτίζονται. Ένας από τους μεγαλύτερους στρατούς στον κόσμο ετοιμάζει τώρα τους Κανόνες Εμπλοκής για να «υπερασπίσει» τον εαυτό του ενάντια στους πιο φτωχούς, πιο πεινασμένους και πιο υποσιτισμένους ανθρώπους στον κόσμο. Αναμένουμε μόνο τη διακήρυξη της Πράξης Ειδικών Εξουσιών των Ενόπλων Δυνάμεων που θα δίνει στο στρατό τη νομική ασυλία και το δικαίωμα να σκοτώνει «καθ’ υποψίαν». Αν κρίνουμε από τις δεκάδες χιλιάδες ανώνυμων τάφων και πυρές αποτέφρωσης στο Κασμίρ, Μανιπούρ και Ναγαλάνδη, πρόκειται πραγματικά για έναν πολύ καχύποπτο στρατό.
Ενώ οι ετοιμασίες για της ανάπτυξης του στρατού συνεχίζονται, οι ζούγκλες της Κεντρικής Ινδίας παραμένουν υπό πολιορκία με τους χωρικούς να φοβούνται να εμφανιστούν ή να πάνε στην αγορά για τροφή ή φάρμακα. Εκατοντάδες άνθρωποι έχουν φυλακιστεί και κατηγορηθεί ότι είναι μαοϊκοί υπό δρακόντειους, αντιδημοκρατικούς νόμους. Οι φυλακές είναι γεμάτες από ιθαγενείς, πολλοί από τους οποίους δεν έχουν ιδέα τι σημαίνει έγκλημα. Πρόσφατα, η Soni Sori, μια ιθαγενής δασκάλα από το Μπαστάρ, συνελήφθη και βασανίστηκε υπό αστυνομική κράτηση. Πέτρες μπήχτηκαν στο κόλπο της ώστε να «ομολογήσει» ότι ήταν αγγελιαφόρος των μαοϊκών. Οι πέτρες αφαιρέθηκαν από το σώμα της σε νοσοκομείο στην Καλκούτα, όπου εισήχθη για ιατρική εξέταση, μετά τη δημόσια κατακραυγή. Σε μια πρόσφατη ακρόαση στο Ανώτατο Δικαστήριο, ακτιβιστές παρουσίασαν στους δικαστές τις πέτρες μέσα σε μια πλαστική σακούλα. Το μόνο αποτέλεσμα των προσπαθειών τους ήταν ότι η Soni Sori παραμένει στη φυλακή, ενώ στον Ankit Garg, τον επιθεωρητή της αστυνομίας που διεξήγαγε την ανάκριση, απονεμήθηκε την Ημέρα της Δημοκρατίας το Αστυνομικό Μετάλλιο του Προέδρου επ’ Ανδραγαθία.
Ο έλεγχος των ΜΜΕ
Μαθαίνουμε σχετικά με την περιβαλλοντική και κοινωνική αναμόρφωση της Κεντρικής Ινδίας μονάχα εξαιτίας της μαζικής εξέγερσης και του πολέμου. Η κυβέρνηση δεν δίνει καμιά πληροφορία. Τα ΜΚ είναι όλα μυστικά. Κάποια από τα Μίντια έχουν κάνει ό,τι μπορούσαν για να κεντρίσουν τη δημόσια προσοχή για το τι συμβαίνει στην Κεντρική Ινδία. Ωστόσο, πολλά από τα ινδικά ΜΜΕ είναι ευάλωτα από το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μερίδιο των διαφημιστικών τους εσόδων προέρχεται από τις διαφημίσεις των μεγάλων εταιριών. Αν αυτό δεν είναι αρκούντως κακό, τώρα η γραμμή ανάμεσα στα ΜΜΕ και στις μεγάλες επιχειρήσεις έχει αρχίσει να γίνεται επικίνδυνα δυσδιάκριτη. Όπως είδαμε, η RIL πρακτικά κατέχει 27 τηλεοπτικά κανάλια. Αλλά ισχύει και το αντίστροφο. Κάποια ΜΜΕ κατέχουν επιχειρήσεις και συνδέονται με συμφέροντα εταιριών. Για παράδειγμα, μια από τις μεγαλύτερες ημερήσιες εφημερίδες στην περιοχή -η Dainik Bhaskar, και δεν είναι το μόνο παράδειγμα- έχει 17,5 εκατομμύρια αναγνώστες σε τέσσερις γλώσσες, περιλαμβανομένων των αγγλικών και των Χίντι, σε 13 κρατίδια. Κατέχει επίσης 69 εταιρίες με μερίδια στην εξόρυξη, στην ενέργεια, στο real estate και στην κλωστοϋφαντουργία. Ένα έγγραφο υπόμνημα προς το Ανώτατο Δικαστήριο του Κατισγκάρ κατηγορεί την DB Power Ltd, μια από τις εταιρίες του ομίλου, για χρήση «σκόπιμων, παράνομων και μεθόδων χειραγώγησης» των εφημερίδων της εταιρίας, ώστε να επηρεάσει το αποτέλεσμα μιας δημόσιας ακρόασης σχετικά με ένα υπαίθριο μεταλλείο. Το ζήτημα δεν είναι αν επιχείρησε ή όχι να επηρεάσει το αποτέλεσμα. Το ζήτημα είναι ότι τα ΜΜΕ βρίσκονται σε μια θέση που μπορούν να το κάνουν αυτό. Έχουν τη δύναμη να το κάνουν.
Γιώργος Τσίπρας