Περίπου ένα εκατομμύριο ευρώ το μήνα σπαταλά η Ελλάδα για την παραμονή και συντήρηση της στρατιωτικής της δύναμης στο Αφγανιστάν, στο πλαίσιο των δεσμεύσεων της στο ΝΑΤΟ και υπακούοντας στην αμερικανική πολεμική πολιτική. Ένα «χρέος» που χρηματοδοτεί τις κτηνωδίες του στρατού των ΗΠΑ λεηλατώντας τα εισοδήματα του ελληνικού λαού. Μία συμμετοχή που καθιστά συνένοχο το ελληνικό κράτος στα εγκλήματα που συντελούνται στο Αφγανιστάν και στα πιθανά «ελληνικά» φέρετρα. Ο αγώνας ενάντια στην κρίση δένεται αλληλένδετα με το αίτημα μείωσης των στρατιωτικών δαπανών και χρησιμοποίησης του πολέμου από τον ιμπεριαλισμό σαν διέξοδο από την κρίση του. Η διεκδίκηση άμεσης απόσυρσης και πλήρους απεμπλοκής της Ελλάδας από τον πόλεμο στο Αφγανιστάν αποτελεί οργανικό κομμάτι της λαϊκής αντίστασης να μην πληρώσει ο λαός την κρίση, ούτε ο ελληνικός, ούτε ο αφγανικός, ούτε κανένας.
Αναβάθμιση της Ελληνικής παρουσίας στην πράξη…
Η Ελληνική Δύναμη Αφγανιστάν (ΕΛΔΑΦ) προσγειώθηκε στο Αφγανιστάν στις 19 Φεβρουαρίου 2002 και αριθμεί 122 μόνιμα στελέχη του ελληνικού στρατού, κυρίως ΕΠΟΠ, άνδρες του Πεζικού, Μηχανικού και Καταδρομών. Αρχικώς, από την πλευρά της Ελλάδας τέθηκαν «εθνικοί περιορισμοί», με βάση την ισχύουσα από 15/1/2002 απόφαση του ΚΥΣΕΑ (υπ’ αριθ. 3/2002), με σκοπό τα μέλη της ελληνικής αποστολής να αναλαμβάνουν μόνο «ανθρωπιστικής φύσεως…κοινωφελούς χαρακτήρα»
υποστηρικτικούς ρόλους.
Ωστόσο, τον Μάρτιο του 2010 ανακοινώθηκε από τον Ευ. Βενιζέλο η «αναβάθμιση» του ρόλου της ΕΛΔΑΦ. Ανελάμβανε πλέον ενεργό και συγκεκριμένη εκπαιδευτική αποστολή και από τον Απρίλιο, για έξι μήνες μέχρι τον Οκτώβρη, τον έλεγχο του αεροδρομίου της Καμπούλ, ενισχυόμενη με 56 αξιωματικούς της Πολεμικής Αεροπορίας επιπλέον. Συγκεκριμένα, το ελληνικό τάγμα έχει αναλάβει ενεργό ρόλο στην εκπαίδευση του αφγανικού στρατού σαν «τεχνικοί σύμβουλοι» με τρεις εκπαιδευτικές ομάδες (των 30, 17 και 10 ατόμων) που δραστηριοποιούνται στην ευρύτερη περιοχή της Καμπούλ και στους τομείς των μηχανικών κατασκευών, των μηχανικών μάχης και των εκπαιδευτών στη σχολή των Αφγανών αξιωματικών.
Λίγες μέρες μετά την «αναβάθμιση» αυτή , στις 15 Απριλίου, μία τέτοια ομάδα «ειδικών συμβούλων» δέχτηκε επίθεση με πύραυλο, όπου σκοτώθηκαν τέσσερις Γερμανοί στρατιωτικοί, που έκαναν ακριβώς την ίδια δουλειά με αυτή των Ελλήνων συναδέλφων τους. Κίνδυνο για τη ζωή τους διέτρεξαν, όμως, και τα «νεοφερμένα» στελέχη της Πολεμικής Αεροπορίας και μάλιστα κατά την προσγείωσή τους στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, δεχόμενοι επίθεση με ρουκέτες από αντάρτες Ταλιμπάν χωρίς ευτυχώς να τραυματιστεί κανείς. Αξιοσημείωτο είναι, πάντως, πως παρά τα ποσά που δαπανώνται, μόλις 39 από τους 56 νεοφερμένους Έλληνες διέθεταν εκείνη την ημέρα αλεξίσφαιρα γιλέκα.
Το κόστος
Εκτός από το έμψυχο δυναμικό, στο Αφγανιστάν έχουν διατεθεί 13 πλήρως εξοπλισμένα άρματα μάχης Μ-60 Α3, 75 οχήματα υποστήριξης διαφόρων τύπων, δύο αεροσκάφη C-130, για εκτέλεση αερομεταφορών (σταθμεύουν στο Καράτσι του Πακιστάν), καθώς και διάφορα υλικά αρμάτων. Οι μισθοί των στελεχών αποτελούν το μεγάλο δέλεαρ για τη συμμετοχή τους στην αποστολή καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες, προσεγγίζουν τα 5.000 ευρώ. Η συμμετοχή στην αποστολή είναι κατά βάση εθελοντική. Ωστόσο, όπως τονίζει ο εκπρόσωπος του Δικτύου Αλληλεγγύης Στρατευμένων, Νίκος Αργυρίου, σε περίπτωση που δεν συμπληρώνεται ο απαιτούμενος αριθμός, οι στρατεύσιμοι ΕΠΟΠ υποχρεούνται να μεταβούν όπου τους δοθούν εντολές και ήδη υπάρχουν περιπτώσεις «υποχρεωτικών» μεταθέσεων στο Αφγανιστάν.
Με γεωμετρική πρόοδο αυξάνεται το κόστος διατήρησης της ελληνικής δύναμης στο Αφγανιστάν. Από 6,3 εκατομμύρια ευρώ το 2003, εκτινάχθηκε στα 23,8 το 2008 (όταν η Ελλάδα ανέλαβε και την εγκατάσταση κινητού χειρουργικού νοσοκομείου). Σήμερα, με την προσθήκη των 56 επιπλέον στελεχών, δαπανάται περισσότερο από 1 εκατομμύριο ευρώ σε μηνιαία βάση, δηλαδή πάνω από 12 εκατομμύρια τον χρόνο.
Μάριος Διονέλλης