Τα ραδιενεργά απόβλητα είναι το πρόβλημα που αγαπούν να μην συζητούν οι απολογητές της τάχα καθαρής, φτηνής, ασφαλούς και… πράσινης πυρηνικής βιομηχανίας. Με το δίκιο τους θέλουν να ξεχνιέται: «Τα ραδιενεργά στοιχεία δεν μπορούν να καταστραφούν με καμία γνωστή χημική ή μηχανική διαδικασία», παραδέχεται ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας. Και η (κυβερνητική) Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος των ΗΠΑ επισημαίνει: «Ορισμένα ραδιενεργά στοιχεία, όπως το πλουτώνιο, είναι ιδιαίτερα ραδιενεργά και παραμένουν έτσι για χιλιάδες χρόνια».
Από πού προκύπτουν τα ραδιενεργά απόβλητα; Από τα υπολείμματα καυσίμων των πυρηνικών σταθμών παραγωγής ενέργειας, και από τις εγκαταστάσεις κατασκευής πυρηνικών όπλων. Το πρόβλημα δεν είναι –μόνο– η διαρροή ραδιενέργειας μετά από «ατυχήματα» όπως αυτό της Φουκουσίμα (τα εισαγωγικά δικαιολογούνται διότι το συγκεκριμένο «ατύχημα» θα είχε αποφευχθεί εάν δεν κυριαρχούσε η λογική μείωσης του κόστους εις βάρος της ασφάλειας*). Ούτε –μόνο– ο κίνδυνος πυρηνικού ολοκαυτώματος. Ακόμα πιο υπαρκτό πρόβλημα είναι το γεγονός ότι δεν έχει ανακαλυφθεί κανένας τρόπος εξάλειψης ή έστω ασφαλούς αποθήκευσης των ραδιενεργών αποβλήτων. Και προσοχή: μέχρι σήμερα έχουν συσσωρευθεί στη γη μας 215 εκατομμύρια τόνοι τέτοιων, μη διαχειρίσιμων στην πραγματικότητα, αποβλήτων!
Κάτω από το χαλί
Χαρακτηριστικό από αυτήν την άποψη είναι το γεγονός ότι o εγκιβωτισμός ενός εκ των κατεστραμμένων αντιδραστήρων του Τσερνομπίλ κάτω από μια γιγάντια ομπρέλα ατσαλιού και μπετόν, που επιτεύχθηκε μόλις το 2019 (δηλαδή 33 ολόκληρα χρόνια μετά την καταστροφή) και χαιρετίστηκε ως τεράστιο επίτευγμα, αποτελεί μια προσωρινή «λύση»: στην καλύτερη περίπτωση, θα αντέξει 100 χρόνια. Τα ίδια και χειρότερα στη Φουκουσίμα, όπου οι χιλιάδες δεξαμενές στις οποίες αποθηκεύεται το μολυσμένο από ραδιενέργεια νερό έχουν ήδη υποστεί επικίνδυνη διάβρωση (κι επειδή η διαρκής κατασκευή νέων έχει υψηλό κόστος, προκρίθηκε η «λύση» της απόρριψης των ραδιενεργών υδάτων στον Ειρηνικό…).
Θα πει κανείς ότι αυτά είναι προβλήματα που προκλήθηκαν από ατυχήματα. Τι γίνεται όμως με τη διαχείριση των ραδιενεργών αποβλήτων που παράγονται καθημερινά, χωρίς ατυχήματα, από την πυρηνική βιομηχανία, «ειρηνική» και πολεμική; Απλά, το πρόβλημα κρύβεται κάτω από το χαλί. Και μάλιστα ένα χαλί φτηνιάρικο, αφού πρωταρχικός στόχος και αυτής της βιομηχανίας είναι το κέρδος. Σημειωτέον, ότι δεν αναφερόμαστε εδώ στην παράνομη και εγκληματική απόρριψη βαρελιών με ραδιενεργά απόβλητα στα βάθη των ωκεανών ή σε ερημικές περιοχές τριτοκοσμικών χωρών, αλλά μόνο σε επίσημες διαδικασίες «διαχείρισης» τέτοιων αποβλήτων.
Η λέξη «ξαφνικά» είναι βέβαια ευφημισμός: εδώ και τουλάχιστον 4 χρόνια έχει εντοπιστεί η διαρροή του σιλό και οι ρωγμές σε δεξαμενές στη συγκεκριμένη εγκατάσταση, που αποκαλείται «η πιο επικίνδυνη στην Ευρώπη»
Σκουπιδότοπος με διαρροές
Πρόκειται για διαδικασίες υψηλού κόστους, που η βιομηχανία καταβάλλει προσπάθειες να συμπιεστεί, εξαγοράζοντας «ειδικούς» οι οποίοι διαβεβαιώνουν τον πληθυσμό ότι όλα πάνε πρίμα και ιδρώνουν για να αποσιωπούν το πρόβλημα. Μία από τις μεγαλύτερες στον κόσμο εγκαταστάσεις «διαχείρισης» αποβλήτων βρίσκεται στα βρετανικά παράλια, στο Σέλαφιλντ. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για έναν σκουπιδότοπο «αποθήκευσης» αιωνόβιων ραδιενεργών αποβλήτων από την κατασκευή πυρηνικών όπλων και από πυρηνικά εργοστάσια παραγωγής ενέργειας. Το Σέλαφιλντ «ξαφνικά» ήρθε τώρα στην επικαιρότητα, καθώς αποκαλύφθηκε στο ευρύ κοινό ότι έχει εκδηλωθεί και επιτείνεται μια διαρροή από ένα τεράστιο σιλό στο οποίο «φυλάσσονται» ραδιενεργά απόβλητα –διαρροή που απειλεί όχι μόνο τους κατοίκους της περιοχής αλλά και γειτονικές χώρες– καθώς και επικίνδυνες ρωγμές στο μπετόν που καλύπτει δεξαμενές γεμάτες ραδιενεργή λάσπη από διαβρωμένες ράβδους πυρηνικών καυσίμων.
Η λέξη «ξαφνικά» είναι βέβαια ευφημισμός: εδώ και τουλάχιστον 4 χρόνια έχει εντοπιστεί η διαρροή του σιλό και οι ρωγμές σε δεξαμενές στη συγκεκριμένη εγκατάσταση, που αποκαλείται «η πιο επικίνδυνη στην Ευρώπη» – και η οποία έχει γίνει ήδη αιτία διαμαρτυριών και προειδοποιήσεων της Νορβηγίας, της Ιρλανδίας αλλά και των ΗΠΑ. Μόνο που όλα αυτά μέχρι σήμερα αφορούσαν έναν στενό κύκλο «ειδικών» και κυβερνητικών στελεχών, και αποκρύπτονταν από το ευρύ κοινό, κατά την προσφιλή συνήθεια της πυρηνικής βιομηχανίας. Αποκρύπτονταν βέβαια, ή λοιδορούνταν ως «υπερβολικές», και οι σχετικές καταγγελίες περιβαλλοντικών οργανώσεων. Οπωσδήποτε στην αποκάλυψη έπαιξαν ρόλο οι ανταγωνισμοί που ξεδιπλώνονται τώρα καθώς οι… περιβαλλοντικά ευαίσθητες ελίτ προκρίνουν την εξάπλωση της χρήσης πυρηνικής ενέργειας, και διάφορες κρατικές και πολυεθνικές δυνάμεις αρπάζονται για τα μερίδια της πυρηνικής αγοράς.
Η φτήνια τρώει τον παρά
Ο κίνδυνος τεράστιας μόλυνσης από τα ραδιενεργά απόβλητα του Σέλαφιλντ επιτείνεται, και εκεί, από τις ανεύθυνες προσπάθειες περιορισμού του κόστους λειτουργίας της εγκατάστασης – το οποίο ούτως ή άλλως ανέρχεται σε εκατοντάδες δισεκατομμύρια λίρες (Παρεμπιπτόντως, πού είναι η πολυδιαφημισμένη φτηνή πυρηνική ενέργεια; Τη βιομηχανία δεν την αφορά το ζήτημα: αυτή τσεπώνει τα εύκολα κέρδη, και οι φορολογούμενοι πληρώνουν πανάκριβα τη μη διαχειρίσιμη ζημιά που προκαλεί…). Αυτή η ανεύθυνη στάση οδήγησε στην μη έγκαιρη επισκευή των ζημιών, έτσι ώστε τώρα η διαρροή να αυξάνεται σταθερά.
Χαρακτηριστικά αναφέρει ο Guardian, που έκανε αυτήν την εβδομάδα γνωστή στην κοινή γνώμη τη διαρροή, ότι ένας πρώην υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας χαρακτήρισε το Σέλαφιλντ (το οποίο προβλέπεται να λειτουργεί για πάνω από έναν αιώνα ακόμη, ως το 2130) «απύθμενο πηγάδι της κόλασης και της απόγνωσης»! Η αιτία είναι το τεράστιο κόστος τους, που υποχρεώνει αλλεπάλληλες βρετανικές κυβερνήσεις στην απόρριψη πολλών άλλων μεγάλων δημόσιων έργων… Χαρακτηριστική είναι επίσης η δήλωση Νορβηγού διπλωμάτη στον Guardian, ότι η χώρα του (που θέτει σοβαρή υποψηφιότητα να πληγεί από μια ανεξέλεγκτη διαρροή) πρέπει να συνεισφέρει στη χρηματοδότηση του εργοταξίου, ώστε να βελτιωθεί η ασφάλεια, αντί να «λειτουργεί κάτι τόσο επικίνδυνο με τόσο μικρό προϋπολογισμό και χωρίς διαφάνεια»!
Άθλιος ωχαδερφισμός
Οι βρετανικές αρχές φυσικά αντέδρασαν με καθησυχαστικές δηλώσεις (ίδιας «ποιότητας» με αυτές στην Ιαπωνία, που διαβεβαίωναν ότι τα μέτρα ασφαλείας στη Φουκουσίμα είναι «υπεραρκετά»). Αλλά, είτε με ενθάρρυνση ανταγωνιστών είτε χωρίς, τα στόματα έχουν αρχίσει να ανοίγουν: ενδεικτικά, ένα από τα μέλη της επιτροπής που έχει επιφορτιστεί με τον έλεγχο της ασφάλειας στο Σέλαφιλντ και άλλες βρετανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις εκμυστηρεύθηκε στον Guardian ότι «κανείς δεν έχει το θάρρος να πει “απλά δεν ξέρουμε πόσο επικίνδυνο είναι αυτό, το μόνο σίγουρο είναι ότι είναι επικίνδυνο”»… Όμως πολλά ΜΜΕ, περιλαμβανομένων των ημεδαπών, προτιμούν τώρα την πιπεράτη σκανδαλοθηρία από την ενασχόληση με το δυσκολοχώνευτο πρόβλημα των ραδιενεργών αποβλήτων: έτσι προνομοποιούν π.χ. τις αποκαλύψεις του Guardian για την τοξικότητα των εργασιακών σχέσεων στο Σέλαφιλντ (σεξουαλική παρενόχληση, χρήση ναρκωτικών κ.λπ.) παρά την αναφορά για τις αυξανόμενες διαρροές από το σιλό κ.ο.κ.
Όμως το πρόβλημα παραμένει: υπάρχει μια μορφή παραγωγής ενέργειας (που προήλθε από την «εμπειρία» της κατασκευής όπλων μαζικής εξόντωσης…) η οποία πλασάρεται, ακόμα και στην πρόσφατη 28η Διάσκεψη για την Κλιματική Αλλαγή, ως καθαρή, ασφαλής και φτηνή. Αλλά είναι ακριβώς το αντίθετο. Όχι μόνο επειδή η άθλια κερδοσκοπία των ελίτ προκαλεί «ατυχήματα» που μπορούν να έχουν ανυπολόγιστες συνέπειες, αλλά και επειδή είναι τρέλα να προωθείται μια βιομηχανία η οποία δεν έχει την παραμικρή ιδέα για το τι να κάνει τα θανατηφόρα απόβλητα που γεννά. Είναι λοιπόν θέμα ζωής και θανάτου να καταπολεμηθεί σε όλα τα πεδία η απανθρωπιά των ελίτ, που στο θέμα της πυρηνικής ενέργειας διακηρύττει: «Ας πλουτίσουμε τώρα εμείς, κι ας αντιμετωπίσουν οι μελλοντικές γενιές τις καταστροφικές επιπτώσεις του κερδοσκοπικού ωχαδερφισμού μας»…
* «Τα βήματα προς το διαρκές έγκλημα» (φύλλο 646).