Του Σωκράτη Μαντζουράνη. Μακάρι τούτες τις γραμμές να μην είχα την αφορμή και το ηθικό δικαίωμα να τις γράψω.
Μακάρι να ήταν η γκρίνια ενός «παρωχημένου παλαιοκομμουνιστή» που δεν πιάνει τα «νέα» πολιτικά και κοινωνικά μηνύματα της εποχής, που δεν κατανοεί τα απαιτούμενα γνωρίσματα μιας σύγχρονης Αριστεράς. Μακάρι, ακόμα, να ήταν η αγωνία μήπως και χαθεί η «καρέκλα» μου και τα ωφέλιμα συνοδευτικά της. Δυστυχώς, τίποτα απ’ αυτά δεν ήταν. Ήταν μια θλιβερή πραγματικότητα, ήταν ό,τι πιο συντηρητικό, πιο «δεξιό» κουβαλά χρόνια τώρα η Αριστερά. Η κάθε είδους, καταγωγής, και προσανατολισμού, Αριστερά.
Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, λοιπόν. Μια Συνδιάσκεψη στην οποία χιλιάδες άνθρωποι επένδυσαν για μια ακόμα φορά ελπίδες και προβληματισμούς και αριστεροσύνη και αγωνίες και έδωσαν μεγαλόψυχα άφεση αμαρτιών σε ποικίλα πολιτικά ολισθήματα επώνυμων και ηγεσιών που δεν έλειψαν, μέχρι να φτάσουμε ώς εδώ.
– Άντε, υπομονή και όλα θα φτιάξουν, γιατί το εγχείρημα είναι μεγάλο και δεν μπορεί, θα βάλουν μυαλό, θα καταλάβουν τι παίζεται.
Μια Συνδιάσκεψη που χαρακτηρίστηκε με λέξεις-θησαυρούς για την Αριστερά.
Δημοκρατία, συλλογικότητα, ισοτιμία, διαφάνεια, ανανέωση και ό,τι άλλο για χρόνια ποθούσαμε και πάντα ήταν ζητούμενο, πάντα προς κατάκτηση.
Προτάθηκα από συντρόφους της οργάνωσής μου για αντιπρόσωπος στη Συνδιάσκεψη, όμως δεν εκλέχτηκα και το γνώριζα πριν από τις εκλογές.
Σε συζήτηση που είχα με έναν καλό σύντροφο, στέλεχος του ΣΥΝ, νέος άνθρωπος όχι παλιομοδίτης, μου εξηγήθηκαν με επάρκεια και σαφήνεια τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις στην πορεία προς το κόμμα των μελών:
– Εμείς κανονίσαμε και θα βγάλουμε 14-16, οι… άλλοι (μια συνιστώσα) περίπου 4, μένουν 2-3 θέσεις για… διάφορους. Κανονίστε!
Δεν κατάλαβα ποιοι να κανονίσουμε τι, κατάλαβα όμως πως το χάσαμε το κόμμα των μελών πατριώτη.
Κατάλαβα πως από κόμμα των επάρατων συνιστωσών του 27%, πάμε στο κόμμα των τόσο γνώριμων υπόγειων διαδρομών, των λιστών, των «δικών» μας και των «άλλων». Φοβάμαι πως χάσαμε πατριώτη και το «ενιαίο».
Στη Συνδιάσκεψη πήγα με το στίγμα του διορισμένου, απορριφθείς από τις δημοκρατικές διαδικασίες μετ’ επαίνων και μετά μεγίστης συμπάθειας και με επιφωνήματα απορίας και έκπληξης:
– Σώπα βρε σύντροφε…
– Τι μου λες τώρα…
Κάποιοι άλλοι σύντροφοι, δημοκρατικά εκλεγμένοι, φρόντισαν να μου υπενθυμίσουν την ανάγκη αυτοκριτικής:
– Έλα τώρα, πρωτάρης είσαι; Εσύ πόσες φορές έκανες τα ίδια;
Πολλές φορές σύντροφε έκανα τα ίδια και χειρότερα ίσως και σηκώθηκα κι έφυγα και νόμισα, ο καθ’ έξην αφελής, πως το «καινούργιο» και το «δημοκρατικό» το λέγαμε πια εδώ, στα σοβαρά.
Στην αίθουσα, έζησα δυο παράλληλες πραγματικότητες: Από τη μια άνθρωποι που πάλευαν να ακούσουν και να ακουστούν, να προτείνουν, να προσθέσουν την εμπειρία τους και από την άλλη, άνθρωποι που πάλευαν να συμπληρώσουν ονόματα, να φτιάξουν σταυροδοσίες, να εξασφαλίσουν τους «δικούς» τους.
Η αίθουσα συνεχώς πλημμυρισμένη από εκκλήσεις για αμεσοδημοκρατία και διαφάνεια και παραδίπλα ντρίπλες και πολιτικές μαγκιές γιατί καλά όλα, αλλά να εξασφαλίσουμε και τους συσχετισμούς.
Κυβέρνηση θα γίνουμε αύριο-μεθαύριο…
«Ο νέος φορέας που θέλουμε να δημιουργήσουμε δεν μπορεί να είναι αντίγραφο στη δομή και λειτουργία των κομμάτων του χθες. Ας αφήσουμε πίσω μας τη μηχανιστική αναπαραγωγή των συσχετισμών… Ο ΣΥΡΙΖΑ είστε εσείς και εσείς θα κρίνετε και θα αποφασίζετε για όλα και για όλους».
Δυστυχώς, σύντροφε Αλέξη, η πραγματικότητα έκανε άλλο «κλείσιμο» των εργασιών.
Φεύγοντας, ένας σύντροφος μου λέει χαμογελώντας:
– Οι δικοί μας τα πήγαν καλά, σύντροφε.
Πήγα να του πω, χέστηκα, όμως του χαμογέλασα κι έφυγα.
Κι όμως, έφυγα με μια σιγουριά πως κάποια «Συνδιάσκεψη», σύσσωμη και όχι με 74,29 – 25,71, αργά ή γρήγορα, «θα αποφασίζει για όλα και για όλους».
Θα το παλέψω κι εγώ, έστω και διορισμένος.
Μακάρι, ειλικρινά μακάρι, να μην είχα αφορμή να γράψω τούτα τα λόγια.