Δεν είναι ανάμεσα στα θέματα που σκεφτόμαστε συχνά, σχεδόν μας διαφεύγει, και πρόκειται για την αξία της γιορτής – της δημόσιας γιορτής, καθώς και της τελετουργίας στη διαμόρφωση των σχέσεων των ανθρώπων με τις κοινότητές τους και την αυτογνωσία τους – πολιτική, ηθική και οντολογική.
Η αρχή της γιορτής χάνεται στα βάθη των αιώνων, και προφανώς αφορούσε στις οικογένειες και τις φυλές των ανθρώπων στον βαθμό που η συμβίωση διευκόλυνε την επιβίωση. Οι γιορτές αυτές μάλλον θα είχαν χαρακτήρα ευχαριστήριο και στη συνέχεια λατρευτικό προς τις δυνάμεις εκείνες που κάθε φορά «προστάτευαν» όσα επινοούσαν οι άνθρωποι για να βελτιώσουν τη ζωή τους.
Έτσι, γύρω από τους θεούς-προστάτες στην αρχή και τους θεούς-θεσμούς στη συνέχεια οργανώθηκαν οι κοινές λατρείες σε δημόσιες τελετές.
Τελετές κεκοσμημένες με τις τέχνες που δημιουργούσαν αίσθημα ταυτότητας-κοινότητας-ομοιότητας σε όσους συμμετείχαν σε αυτές. Αυτές οι τελετές που διαχειρίζονταν η εξουσία αποκτούσαν νόημα με τη συμμετοχή του λαού.
Στην Ελλάδα, μετά την Αρχαϊκή Εποχή, όταν οι γεωργοί με τη συμμετοχή τους στον πόλεμο (στον κοινό κίνδυνο με τους αριστοκράτες) καθιέρωσαν τη Δημοκρατία, οι δημόσιες τελετές έλαβαν πλέον δηλωτικό χαρακτήρα του υπαρξιακού της πολιτικής οντότητας. Έγιναν οι τελετές ο κοινός τόπος συνάντησης των πολιτών, όλων, ανεξαρτήτως των οικονομικών τους διαφορών.
………………….
Στη δημόσια τελετή όλοι συνέτρωγαν, και αυτά τα δημόσια συσσίτια, που επαναλαμβάνονται αρκετές φορές μέσα στην κάθε χρονιά, τόνιζαν το στοιχείο της ομοιότητας (που ειδικά στη Σπάρτη ήταν καθημερινό), αλλά στις υπόλοιπες πόλεις αρκετά επαναλαμβανόμενο, ώστε να δημιουργεί κοινόν πολιτισμό, ως κοινή πολιτική συνείδηση – ένα συνανήκειν που στον αρχαίο κόσμο ήταν ο πιο ισχυρός δεσμός. Που με τη σειρά του αποτυπωνόταν στους νόμους και στους θεσμούς.
Το προηγούμενο που δημιούργησαν τα συσσίτια-γιορτές-τελετές ήταν τόσο ισχυρό που διατήρησε τη δύναμή του ακόμα κι όταν οι πόλεις-κράτη έχασαν την πολιτική τους ισχύ και το αυτεξούσιο.
Η διατήρηση των δημόσιων τελετών και ο εμπλουτισμός τους (και στη Χριστιανική εποχή) εξηγούν το φαινόμενο της πολιτισμικής συνέχειας παρά τις αλλαγές των πολιτικών συνθηκών. Ώσπου, μετά την υστερορωμαϊκή εποχή, οι τελετές διαχωρίζονται στις «εορτές του Παλατιού» και στις «εορτές της καλύβης» με μόνον λίγες (και κρατικές πλέον) τελετές να είναι κοινές για όλους – κυρίως στην Ανατολή, διότι στη Δύση οι γιορτές έχασαν κάθε χαρακτήρα που παρέπεμπε σε κοινότητα πλην εκείνης γύρω από τον φεουδάρχη ή τον αναδυόμενο βασιλιά. Ήταν πλέον τελετές που περιστρέφονταν γύρω από την αυθεντία της εξουσίας, την αυθεντία του αφέντη. Οι άνθρωποι δεν ανήκαν πια στις πόλεις τους, την κοινότητά τους (τις πατρίδες τους) αλλά στους αφέντες τους. Τα «συσσίτια» ήταν πια συμπόσια για τους πλούσιους και αποφάγια για τους φτωχούς. Η τελετή ήταν πια μια ευτυχία σε στενό ιδιωτικό κύκλο για τους κατέχοντες και μια δήλωση, σε δημόσιο χώρο, σεβασμού, φόβου και υποταγής των φτωχών σ’ αυτούς.
……………..
Στην καθ’ ημάς Ανατολή και μετά την κατάρρευση του Ρωμαϊκού αυτονόητου περί την εξουσία, οι δημόσιες γιορτές μετατράπηκαν στα περίφημα πανηγύρια, όπου οι άνθρωποι πάλι συνέτρωγαν στη βάση της κοινότητάς τους, της πολιτισμικής τους ομοιότητας και των κοινών αναμνήσεων-παραδόσεων. Αυτός ίσως να ήταν ο ισχυρότερος παράγοντας που κράτησε ζωντανούς τους δεσμούς των ανθρώπων κάθε κοινότητας και των ομοιότροπων κοινοτήτων μεταξύ τους. Η κοινή σίτιση σε δημόσιο χώρο, πέρα από τις οικονομικές διαφορές, είτε προς τιμήν της Αθηνάς, είτε προς τιμήν της Παναγίας, με όλες τις τέχνες επί σκηνής, τη ζωγραφική, τη μουσική, την ποίηση, το τραγούδι, τον χορό, την αφήγηση – όλα μαζί δημιουργούσαν την κόκκινη γραμμή της συνέχειας που κράτησε τα έθνη ζωντανά σε εποχές που δεν είχαν αυτεξούσιο.
***
Στη σύγχρονη εποχή, η σημασία των δημόσιων τελετών υποβαθμίζεται σε καταναλωτικά παραληρήματα ενώ ο πολιτιστικός ιμπεριαλισμός επιβάλλει γιορτές (λόγου χάριν το Χάλογουιν) που παραπέμπουν σε μια επιδιωκτέα ομογενοποίηση προτύπων και συμπεριφορών.
Το ωραίο και το ελπιδοφόρο είναι ότι οι κοινωνίες, που άλλωστε απαρτίζονται από τις κοινότητές τους, εξακολουθούν να βιώνουν (περισσότερο από όσο νομίζουμε) πατροπαράδοτους τρόπους και να αναζητούν σε αυτούς νήματα και νοήματα.
Καλά Χριστούγεννα λοιπόν σε όλους – άλλωστε χωρίς τις γιορτές ο βίος θα ήταν μακρά οδός απανδόκευτος.
ΣΤΑΘΗΣ Σ.
18•XII•2024