Το 1980, την εποχή που η Αμερική έκανε τη στροφή προς το νεοφιλελευθερισμό -ήτοι τον αμιγή καπιταλισμό χωρίς τις κεϊνσιανές διορθώσεις- ο Μίλτον Φρίντμαν, διαβόητος καθηγητής από τη Σχολή του Σικάγου και εμπνευστής της οικονομικής πολιτικής του Πινοσέτ, «δάνεισε τη φωνή του στην αλλαγή με την πασίγνωστη τηλεοπτική σειρά “Ελεύθερος να επιλέξεις”. Αυτό ήταν τότε. Σήμερα το “Ελεύθερος να επιλέξεις” έχει γίνει “Ελεύθερος να πεθάνεις”».
Αυτά γράφει στην εισαγωγή του άρθρου του με τον ομώνυμο τίτλο ο οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν, στους New York Times (15/9), παρακινημένος από το εξής γεγονός: Στο ντιμπέιτ για την ανάδειξη υποψηφίου προέδρου του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, δημοσιογράφος του CNN ρωτά το βουλευτή Ρον Πολ τι θα έπρεπε να κάνουμε αν ένας 30χρονος που επέλεξε να μην αγοράσει ασφάλιση υγείας ξαφνικά βρίσκεται στην ανάγκη να κάνει έξι μήνες εντατικής θεραπείας. Ο Ρ. Πολ, φυσικότατα, απάντησε: «Αυτό σημαίνει ελευθερία, να παίρνεις τα ρίσκα σου». Ο δημοσιογράφος τον ξαναρωτά αν θα έπρεπε η κοινωνία να τον αφήσει να πεθάνει. Και το πλήθος που παρακολουθούσε την εκπομπή στο στούντιο κραύγασε ενθουσιωδώς «Ναι!».
Δεν ξέρουμε αν ο Π. Κρούγκμαν αντιλαμβάνεται ότι η κατάσταση αυτή που τον σοκάρει σήμερα αποτελεί μια φυσική και αναμενόμενη εκδήλωση του κυνικού ατομισμού που διαπνέει την αμερικανική πολιτική ατμόσφαιρα πολλές δεκαετίες. Η πλάνη δεν σταματά εδώ. Διαπιστώνει ότι «η αμερικανική πολιτική περιστρέφεται γύρω από θεμελιωδώς διαφορετικά ηθικά οράματα», υπονοώντας τη διαφορά Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων. Πόσο ισχύει αυτό; Όλοι γνωρίζουν πως η καθολική ασφάλιση υγείας είναι μια πονεμένη ιστορία στις ΗΠΑ, που καλύπτει περιόδους τόσο δημοκρατικής όσο και ρεπουμπλικανικής διακυβέρνησης. Διαδοχικά σχέδια μιας πολύ περιορισμένης περίθαλψης, από τη μεταπολεμική εποχή ακόμη, τσακίστηκαν πάνω στους βράχους των ιδιωτικών οργανισμών υγείας, των φαρμακευτικών εταιριών, των εμπορικών επιμελητηρίων, των εργοδοτικών οργανώσεων, του αμερικανικού ιατρικού συλλόγου και όλων εκείνων που απομυζούν τεράστια ποσά, εκμεταλλευόμενοι την ανθρώπινη ανάγκη. Και όσοι Δημοκρατικοί πρόεδροι επιχείρησαν να κάνουν κάποιες, λίγο δημοκρατικότερες μεταρρυθμίσεις, εν τέλει έβαλαν την ουρά κάτω από τα σκέλια μπροστά σ’ αυτά τα θηρία.
Απορεί ο Π. Κρούγκμαν και με το παράδειγμα του δημοσιογράφου. «30χρονος που έχει επιλέξει να μην αγοράσει ασφάλιση υγείας». Αυτό είναι φαντασιοκοπία, γράφει. «Οι άνθρωποι που δεν έχουν οικονομικά μέσα, δεν αγοράζουν ασφάλιση υγείας και πολλές φορές πεθαίνουν εξαιτίας αυτού». Με συγχωρείτε, θα έλεγε κανείς, αλλά η οικονομική επιστήμη που υπηρετεί δεν χρησιμοποιεί συνεχώς τέτοιες έννοιες; «Κατά κεφαλήν ΑΕΠ», «μέση αγοραστική δύναμη»… Δεν είναι φαντασιοκοπίες όλα αυτά; Μοιράζεται το ΑΕΠ ισοδύναμα ανάμεσα στα άτομα; Ακόμη και η χρήση της λέξης «αγοράζω» για την ασφάλιση υγείας είναι ενδεικτική του καπιταλιστικού ήθους που τα υπάγει όλα στη λογική κόστους-οφέλους.
Η αλήθεια είναι ότι κάνει σκληρή κριτική στους σύγχρονους συντηρητικούς που απαρνούνται ακόμη και την έννοια της συμπόνιας ως ζήτημα αρχής, και τους αντιπαραβάλλει με τους παλαιότερους που δέχονταν ένα ελάχιστο δίχτυ κοινωνικής προστασίας. Όμως, πόσο αφελής μπορεί να είναι ένας επιστήμονας; Οι τάσεις αυτές του ακραίου ατομισμού έως κανιβαλισμού αναπτύσσονται επί δεκαετίες τώρα και κανείς δεν έχει το άλλοθι της άγνοιας, γιατί πολλοί τις έχουν πολεμήσει με μεγάλο προσωπικό τίμημα. Αυτό που δεν θέλει να δει ο Κρούγκμαν, και άλλοι πιθανώς έντιμοι διανοητές, είναι πως αυτό που ζουν σήμερα είναι η ακραία συνέπεια του συστήματος ιδεών και οικονομίας που και οι ίδιοι υποστηρίζουν. Γι’ αυτό και είναι ευάλωτοι, όπως οι προσφιλείς τους πρόεδροι, από την άκρα Δεξιά.
Δεν ξέρουμε αν ο Π. Κρούγκμαν αντιλαμβάνεται ότι η κατάσταση αυτή που τον σοκάρει σήμερα αποτελεί μια φυσική και αναμενόμενη εκδήλωση του κυνικού ατομισμού που διαπνέει την αμερικανική πολιτική ατμόσφαιρα πολλές δεκαετίες. Η πλάνη δεν σταματά εδώ. Διαπιστώνει ότι «η αμερικανική πολιτική περιστρέφεται γύρω από θεμελιωδώς διαφορετικά ηθικά οράματα», υπονοώντας τη διαφορά Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων. Πόσο ισχύει αυτό; Όλοι γνωρίζουν πως η καθολική ασφάλιση υγείας είναι μια πονεμένη ιστορία στις ΗΠΑ, που καλύπτει περιόδους τόσο δημοκρατικής όσο και ρεπουμπλικανικής διακυβέρνησης. Διαδοχικά σχέδια μιας πολύ περιορισμένης περίθαλψης, από τη μεταπολεμική εποχή ακόμη, τσακίστηκαν πάνω στους βράχους των ιδιωτικών οργανισμών υγείας, των φαρμακευτικών εταιριών, των εμπορικών επιμελητηρίων, των εργοδοτικών οργανώσεων, του αμερικανικού ιατρικού συλλόγου και όλων εκείνων που απομυζούν τεράστια ποσά, εκμεταλλευόμενοι την ανθρώπινη ανάγκη. Και όσοι Δημοκρατικοί πρόεδροι επιχείρησαν να κάνουν κάποιες, λίγο δημοκρατικότερες μεταρρυθμίσεις, εν τέλει έβαλαν την ουρά κάτω από τα σκέλια μπροστά σ’ αυτά τα θηρία.
Απορεί ο Π. Κρούγκμαν και με το παράδειγμα του δημοσιογράφου. «30χρονος που έχει επιλέξει να μην αγοράσει ασφάλιση υγείας». Αυτό είναι φαντασιοκοπία, γράφει. «Οι άνθρωποι που δεν έχουν οικονομικά μέσα, δεν αγοράζουν ασφάλιση υγείας και πολλές φορές πεθαίνουν εξαιτίας αυτού». Με συγχωρείτε, θα έλεγε κανείς, αλλά η οικονομική επιστήμη που υπηρετεί δεν χρησιμοποιεί συνεχώς τέτοιες έννοιες; «Κατά κεφαλήν ΑΕΠ», «μέση αγοραστική δύναμη»… Δεν είναι φαντασιοκοπίες όλα αυτά; Μοιράζεται το ΑΕΠ ισοδύναμα ανάμεσα στα άτομα; Ακόμη και η χρήση της λέξης «αγοράζω» για την ασφάλιση υγείας είναι ενδεικτική του καπιταλιστικού ήθους που τα υπάγει όλα στη λογική κόστους-οφέλους.
Η αλήθεια είναι ότι κάνει σκληρή κριτική στους σύγχρονους συντηρητικούς που απαρνούνται ακόμη και την έννοια της συμπόνιας ως ζήτημα αρχής, και τους αντιπαραβάλλει με τους παλαιότερους που δέχονταν ένα ελάχιστο δίχτυ κοινωνικής προστασίας. Όμως, πόσο αφελής μπορεί να είναι ένας επιστήμονας; Οι τάσεις αυτές του ακραίου ατομισμού έως κανιβαλισμού αναπτύσσονται επί δεκαετίες τώρα και κανείς δεν έχει το άλλοθι της άγνοιας, γιατί πολλοί τις έχουν πολεμήσει με μεγάλο προσωπικό τίμημα. Αυτό που δεν θέλει να δει ο Κρούγκμαν, και άλλοι πιθανώς έντιμοι διανοητές, είναι πως αυτό που ζουν σήμερα είναι η ακραία συνέπεια του συστήματος ιδεών και οικονομίας που και οι ίδιοι υποστηρίζουν. Γι’ αυτό και είναι ευάλωτοι, όπως οι προσφιλείς τους πρόεδροι, από την άκρα Δεξιά.
Αρ.Α.
Σχόλια