Δεν είναι «σύσταση» αλλά «εγκατάσταση» και άλλα τέτοια φθηνά γλωσσικά τερτίπια χρησιμοποίησε η κυβέρνηση για να απαντήσει σχετικά με την αντισυνταγματικότητα του νομοσχεδίου για τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων στη χώρα. Η συζήτηση του νομοσχεδίου επιφύλασσε πολλές εντάσεις, όπως ήταν αναμενόμενο, με την αντιπολίτευση, σύσσωμη, να θέτει ζήτημα αντισυνταγματικότητας του νομοσχεδίου από την αρχή κιόλας της συνεδρίασης. Σε αντίστοιχο κλίμα κινήθηκε και η επιστημονική επιτροπή της Βουλής που ενώ παρέπεμψε το ζήτημα της συνταγματικότητας στην κρίση της δικαιοσύνης και συγκεκριμένα του ΣτΕ, το πόρισμά της παρότι διαπιστώνει κενά στο ν/σ που επιτρέπουν την κερδοσκοπία των μητρικών ιδρυμάτων από τη δράση των παραρτημάτων και επιπλέον θέτει το ζήτημα της ευθείας αντισυνταγματικότητας σε ό,τι αφορά την ίδια την λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων.
Η κυβέρνηση κατά τη διάρκεια της συζήτησης επέδειξε αλαζονεία για μια ακόμη φορά, εγκαλώντας τους πάντες ως αναχρονιστές, ενώ κατά τα άλλα συνέχισε να προβάλλει το αφήγημα για τα δήθεν κορυφαία πανεπιστήμια που θα έρθουν, παρότι τα μόνα ιδρύματα που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον δεν είναι τίποτα παραπάνω από κάποια κερδοσκοπικά παραμάγαζα αμφιβόλου ποιότητας και υπόληψης. Όσο για το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας η κυβέρνηση κάνει λόγο για «ζωντανή» ερμηνεία του Συντάγματος η οποία στηρίζεται σε προηγούμενες εξίσου δημιουργικές ερμηνείες με ολίγον τι από επίκληση στην ΕΕ.
Επιπλέον, καμία απάντησε δεν δόθηκε από την κυβέρνηση σχετικά με την υπόθεση της CVC, η οποία από ότι φαίνεται αποτελεί εγχειριδιακού τύπου «επένδυση». Καμία απάντηση βέβαια δεν απαίτησε και η αντιπολίτευση η οποία πέρα από την ένταση περί συνταγματικότητας, αναλώθηκε σε εσωτερικές αντιπαραθέσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, καταψήφισαν αλλά θα ήθελαν μια κάποιου τύπου ιδιωτικοποίηση, αρκεί να έχει πρώτα αναθεωρηθεί το Σύνταγμα και να έχει καλύτερες προδιαγραφές. Ενώ η Νέα Αριστερά κατέθεσε πρότασης μομφή –χωρίς βέβαια να υπάρχει πιθανότητα να περάσει– και στη συνέχεια κατηγόρησε όποιον δεν την προσυπέγραψε.
Ι.Κ.