Η μεταμόρφωση της Θεσσαλονίκης – Η εγκατάσταση των προσφύγων στην πόλη (1920-1940), εκδόσεις Επίκεντρο, 2010, σ. 208

Σε δυο χρόνια συμπληρώνεται μία εκατονταετία από την ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης στο ελληνικό κράτος. Κι όμως, η διαδικασία αυτή δεν περιορίζεται στη «στιγμή» των Βαλκανικών πολέμων, στα 1912, αλλά εκτείνεται στο χρόνο, με ορόσημά της το 1917, όταν η μεγάλη πυρκαγιά αναδιάρθρωσε, χωροταξικά και κοινωνικά, το κέντρο της πόλης, το 1922-24, που σηματοδοτεί τη μεγάλη ανατροπή των έως τότε δημογραφικών ισορροπιών της, φτάνοντας μέχρι το 1943, όταν πια η πάλαι ποτέ «Ιερουσαλήμ των Βαλκανίων» παίρνει το ρόλο της «συμπρωτεύουσας», για να αποτελέσει πλέον μια «άλλη» πόλη, εθνικά ομοιογενή και προσανατολισμένη οριστικά προς νότον…
Τα γεγονότα της τριακονταετίας αυτής σηματοδοτούν διεργασίες που επηρεάζουν τη φυσιογνωμία της πόλης σε όλα τα επίπεδα: κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό, πολιτιστικό κ.λπ. Κορυφαίο σημείο ρήξης με το παρελθόν της στάθηκε η έλευση των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής, που δημιούργησαν στους τόπους εγκατάστασής τους, στην περιφέρεια της πόλης, μια πληθώρα συνοικισμών: κρατικά σχεδιασμένων, όπως η Τούμπα ή η Καλαμαριά, αυθαίρετων παραπηγμάτων όπως στην Άνω Πόλη, αποτέλεσμα της δράσης οικοδομικών συνεταιρισμών, όπως οι Σαράντα Εκκλησιές, ή της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, όπως του Χαριλάου. Κάπως έτσι, μέσα από αυτές τις ετερογενείς διαδικασίες, διαμορφώθηκε η φυσιογνωμία της «πρωτεύουσας των προσφύγων», όπως την ονομάτιζε ο Γ. Ιωάννου.
Όσο παράδοξο κι αν φανεί, οι διαδικασίες της αστικής εγκατάστασης των προσφύγων του 1922 δεν έχουν μέχρι σήμερα απασχολήσει, στο βαθμό τουλάχιστον που θα έπρεπε, ερευνητές και ιστορικούς. Το ενδιαφέρον  –ιδιαίτερα στη δημόσια συζήτηση– στράφηκε κυρίως στο «πριν», στη μυθολογημένη ζωή στους τόπους καταγωγής απ’ όπου ξεριζώθηκαν, και στο «μετά», στην επιτυχημένη ενσωμάτωση των προσφυγικών πληθυσμών στην ελληνική κοινωνία, σημειώνει ο ιστορικός Πολυμέρης Βόγλης, προλογίζοντας τον τόμο Η μεταμόρφωση της Θεσσαλονίκης, στον οποίο περιέχονται τα πρακτικά ημερίδας που διοργάνωσε το 2008 το Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού του Δήμου Καλαμαριάς, σε συνεργασία με τους Φίλους των ΑΣΚΙ. Από τη μεριά της, η επιμελήτρια του τόμου, ιστορικός Ελένη Ιωαννίδου, σημειώνει ότι μπορεί μέσα σε αυτήν τη διαδρομή από την πολυεθνική αυτοκρατορία στο εθνικό κράτος η Θεσσαλονίκη να έχασε ένα πολύτιμο κομμάτι της φυσιογνωμίας της, «κέρδισε όμως πολύπλευρα από τη δυναμική του προσφυγικού κόσμου».
Αυτήν τη δυναμική, στην αλληλεπίδρασή της με την πόλη, έρχονται να φωτίσουν οι συμβολές των άρθρων που περιέχονται στον ανά χείρας τόμο και αφορούν τη σχέση της έλευσης των προσφύγων και του πολεοδομικού σχεδιασμού εγκατάστασής τους (Αλέκα Καραδήμου-Γερόλυμπου) και τους πολεοδομικούς μετασχηματισμούς που υπέστη υπό τη διπλή πίεση της πυρκαγιάς του 1917 και του προσφυγικού κύματος (Βίλμα Χαστάογλου) ή τα δυσδιάκριτα πλέον ίχνη του προσφυγικού παρελθόντος, όπως στο συνοικισμό της Αγ. Φωτεινής (Ε. Ιωαννίδου). Παράλληλα, εξετάζεται η ενσωμάτωση των νεήλυδων στον κοινωνικο-οικονομικό ιστό της πόλης, τόσο μέσα από τις επαγγελματικές-επιχειρηματικές τους επιλογές (Ευάγγελος Χεκίμογλου) όσο και μέσα από τις επιλογές συνδικαλιστικής δράσης και ένταξης (Κώστας Φουντανόπουλος). Τέλος, εξετάζεται η πολιτική συμμετοχή και οι ταραγμένες σχέσεις του προσφυγικού εκλογικού σώματος με τον βενιζελισμό (Δημοσθένης Δώδος), αλλά και, μέσω αυτού, η στήριξη των πολιτικών εκείνων και των οργανώσεων (όπως η περίφημη ΕΕΕ) που στρέφονταν κατά των «αλλογενών» (Θανάσης Τσιρώνης).
Καρπός της πολύχρονης και γόνιμης παρουσίας του Ιστορικού Αρχείου Προσφυγικού Ελληνισμού στο χώρο όχι απλά της διάσωσης και διατήρησης τεκμηρίων αλλά της καθαυτό επιστημονικής έρευνας, και μάλιστα στηριγμένης από ένα φορέα της Αυτοδιοίκησης, αποτελεί μια πολύτιμη συνεισφορά στις γνώσεις μας για τις ιστορικές διεργασίες που διαμόρφωσαν, τελικά, το πρόσωπο της ίδιας της σύγχρονης Ελλάδας.

Στρατής Αρτεμισιώτης
Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!