Το 2024 είδε το φως της δημοσιότητας μια ακόμη έκθεση για την κατάσταση της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την υπογραφή του Mario Draghi, «The future of European Competitiveness, Σεπτέμβριος 2024».Πρόκειται για μια ανάθεση της ΕΕ υπό την ηγεσία της Ούρσουλα Γκέρτρουντ φον ντερ Λάιεν

Είχε προηγηθεί η έκθεση του Ιταλού Enrico Letta, «Much more than a market, Απρίλιος 2024». Η ανάθεση είχε γίνει από το Ίδρυμα Ντελόρ.

Και οι δύο εκθέσεις έχουν ως αντικείμενο την κατάσταση της Ε.Ε. υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην οικονομία. Μάλιστα και οι δύο επιχειρούν να εξετάσουν την κατάσταση με βάση δύο θεμελιώδεις ιδέες πάνω στις οποίες στηρίζεται το οικοδόμημα της Ε.Ε: την ενιαία αγορά και την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας.

Εξετάζοντας την έκθεση Draghi,την πιο πρόσφατη, μπορούμε να αναφέρουμε ότι τα βασικά συμπεράσματα στα οποία καταλήγει είναι τα ακόλουθα:

Η παραγωγικότητα στην Ευρώπη δυσκολεύεται. Η Ευρώπη χρειάζεται ταχύτερη αύξηση της παραγωγικότητας για να διατηρήσει βιώσιμους ρυθμούς μεγέθυνσης ενόψει των δυσμενών δημογραφικών στοιχείων.

Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ε.Ε. γνώρισε ισχυρή άνοδο κάλυψης της διαφοράς λόγω της αυξανόμενης παραγωγικότητας και έναν αυξανόμενο πληθυσμό. Ωστόσο, και οι δύο παράγοντες ανάπτυξης επιβραδύνονται τώρα. Η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ε.Ε. σύγκλινε από 22% του επιπέδου των ΗΠΑ το 1945 σε 95% το 1995, αλλά η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας επιβραδύνθηκε στη συνέχεια και υποχώρησε κάτω από το 80% του επιπέδου των ΗΠΑ (1) [βλ. Γράφημα 1].

Την ίδια ώρα η Ευρώπη μπαίνει για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία, όπου η αύξηση του ΑΕΠ δεν θα υποστηριχθεί από τη διαρκή καθαρή ανάπτυξη του εργατικού δυναμικού. Μέχρι το 2040, το εργατικό δυναμικό της Ε.Ε. προβλέπεται να συρρικνώνεται κατά σχεδόν 2 εκατομμύρια εργαζομένους κάθε χρόνο, ενώ η αναλογία εργαζομένων στους συνταξιούχους αναμένεται να πέσει από περίπου 3:1 σε 2:1. Σε αυτή την τροχιά, η ανάπτυξη στην Ευρώπη θα σταματήσει. Η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας με μέσο ρυθμό αύξησης από το 2015 στο 0,7%, θα ήταν αρκετό μόνο για να διατηρήσει το ΑΕΠ σταθερό μέχρι το 2050. Σε ένα περιβάλλον ιστορικά υψηλών αναλογιών δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ, δυνητικά υψηλότερους πραγματικούς τόκους από αυτά που παρατηρήθηκαν την τελευταία δεκαετία και αυξανόμενες ανάγκες δαπανών για την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές, την ψηφιοποίηση και την άμυνα, η στασιμότητα της αύξησης του ΑΕΠ θα μπορούσε τελικά να οδηγήσει στο να γίνουν μη βιώσιμα τα επίπεδα του δημόσιου χρέους και να εξαναγκαστεί η Ευρώπη να εγκαταλείψει έναν ή περισσότερους από αυτούς τους στόχους.

Γράφημα 1
EU versus US labour productivity 1890-2022 Index (US=100)

Παράλληλα ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ επιβραδύνεται εδώ και δεκαετίες. Έχει δημιουργηθεί ένα βαθύ χάσμα μεταξύ του ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αυτού των Ηνωμένων Πολιτειών: από 17,0% το 2002 σε 30,0% το 2023. Από το 2000 έως σήμερα, το πραγματικό κατά κεφαλή διαθέσιμο εισόδημα στις ΗΠΑ έχει σχεδόν διπλασιαστεί σε σύγκριση με την Ε.Ε.

Γράφημα 2 Χάσμα ΑΕΠ ΕΕ και ΗΠΑ (2002-2023)

Οι ευρωπαϊκές οικογένειες πληρώνουν το τίμημα αυτής της καθυστέρησης όσον αφορά το χαμένο βιοτικό επίπεδο και εάν δεν υπάρξει μια ριζική αλλαγή κατεύθυνσης γρήγορα, ο κίνδυνος είναι ότι η Ευρώπη «δεν μπορεί να διατηρήσει το κοινωνικό της μοντέλο» ενώ ο πληθυσμός των 27 χωρών-μελών γερνάει. Η παραγωγικότητα «είναι μια υπαρξιακή πρόκληση για την ΕΕ» (2).

***

Ο πρώτος τομέας παρέμβασης που προσδιορίζεται στο έγγραφο είναι αυτός της καινοτομίας. Η Ευρώπη έχει χάσει σε μεγάλο βαθμό την ψηφιακή επανάσταση που οδήγησε το Διαδίκτυο και τα κέρδη παραγωγικότητας που έφερε: η Ε.Ε., εξηγεί ο Ντράγκι, «παραμένει αδύναμη στις αναδυόμενες τεχνολογίες που θα οδηγήσουν τη μελλοντική ανάπτυξη». Αντίθετα, οι ευρωπαϊκές εταιρείες ειδικεύονται σε ώριμες τεχνολογίες όπου οι δυνατότητες για καινοτομίες είναι περιορισμένες. «Το πρόβλημα δεν είναι ότι η Ευρώπη στερείται ιδεών ή φιλοδοξιών –διαβάζουμε στην έκθεση– αλλά η καινοτομία μπλοκάρεται στην επόμενη φάση: δεν μεταφράζεται σε εμπορευματοποίηση και οι καινοτόμες εταιρείες που θέλουν να επεκταθούν παρεμποδίζονται από ασυνεπείς και περιοριστικούς κανονισμούς. Για να αντιστραφεί αυτή η τάση, η έκθεση προτείνει μια σειρά λύσεων: από ένα σχέδιο μεταρρυθμίσεων που συνοδεύεται από την αύξηση των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων στα 800 δισεκατομμύρια ετησίως – επίσης πιθανώς μέσω της έκδοσης κοινού χρέους – έως τις επενδύσεις σε υπολογιστές υποδομών και συνδεσιμότητα για τη μείωση του κόστους ανάπτυξης τεχνητής νοημοσύνης.

***

Η δεύτερη παρέμβαση συζητείται πολύ περισσότερο και διχάζει, δημιουργώντας «ένα κοινό σχέδιο για την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές και την ανταγωνιστικότητα»: αγγίζει την καρδιά της κρίσης που βιώνει η ευρωπαϊκή βιομηχανία και προσπαθεί να συμβιβάσει τους αντιληπτούς αντικρουόμενους στόχους.

Σύμφωνα με τον Ντράγκι, είναι απαραίτητο να μειωθούν οι τιμές της ενέργειας, οι οποίες είναι πολύ υψηλές στην Ευρώπη,(άραγε γιατί;) για παράδειγμα μέσω κοινών αγορών υγροποιημένου αερίου ή με αποσύνδεση των τιμών των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας από αυτές του μεθανίου. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες αντιμετωπίζουν σήμερα πολύ υψηλότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου από τις αμερικανικές εταιρείες. Εάν η Ευρώπη δεν μεταβιβάσει καλύτερα τα οφέλη της καθαρής ενέργειας στους τελικούς χρήστες, οι τιμές της ενέργειας θα συνεχίσουν να περιορίζουν την ανάπτυξη.

Η έκθεση αναφέρει ότι η απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές πρέπει να επιταχυνθεί, για παράδειγμα με ταχύτερες διαδικασίες έγκρισης για τα εργοστάσια, αλλά και -ένα θέμα αγαπητό για τις επιχειρήσεις- ότι πρέπει να είναι «τεχνολογικά ουδέτερη», αναφέροντας την πυρηνική ενέργεια παράλληλα με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, το υδρογόνο και τα βιοκαύσιμα και προτείνοντας να πιέσουν σε αντιδραστήρες νέας γενιάς.

Όσον αφορά την πράσινη βιομηχανία, που αντιμετωπίζει τον επιδοτούμενο ανταγωνισμό από την Κίνα, συνιστάται η υποστήριξη των τομέων όπου η Ευρώπη μπορεί να είναι πρωτοπόρος –όπως οι μπαταρίες– και οι στρατηγικοί τομείς , με «υποχρεωτικές ποσοστώσεις τοπικής παραγωγής». Μεταξύ των προτάσεων είναι ένα συγκεκριμένο σχέδιο για τον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας –το πιο προφανές παράδειγμα του βραχυκυκλώματος μεταξύ των κλιματικών στόχων και της απουσίας βιομηχανικών πολιτικών στις οποίες έχουν μπει οι Βρυξέλλες– το οποίο ενθαρρύνει τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής αλυσίδας εφοδιασμού ηλεκτρικής κινητικότητας.

***

Ο τρίτος τομέας δράσης είναι η αύξηση της ασφάλειας και η μείωση των εξαρτήσεων. Η ασφάλεια είναι προϋπόθεση για βιώσιμη ανάπτυξη. Οι αυξανόμενοι γεωπολιτικοί κίνδυνοι μπορεί να αυξήσουν την αβεβαιότητα και να μειώσουν τις επενδύσεις, ενώ μεγάλα γεωπολιτικά σοκ ή ξαφνικές διακοπές του εμπορίου μπορεί να είναι εξαιρετικά ανατρεπτικά. Καθώς η εποχή της γεωπολιτικής σταθερότητας εξασθενεί, ο κίνδυνος να γίνει η αυξανόμενη ανασφάλεια απειλή για την ανάπτυξη και την ελευθερία αυξάνεται.

Η Ευρώπη είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένη. Βασιζόμαστε σε μια χούφτα προμηθευτών για κρίσιμες πρώτες ύλες, ειδικά στην Κίνα, παρόλο που η παγκόσμια ζήτηση για αυτά τα υλικά εκτοξεύεται λόγω της μετάβασης στην καθαρή ενέργεια. Βασιζόμαστε επίσης σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές ψηφιακής τεχνολογίας. Για την παραγωγή τσιπς, το 75-90% της παγκόσμιας ικανότητας παραγωγής βρίσκεται στην Ασία.

Αυτές οι εξαρτήσεις είναι συχνά αμφίδρομες –για παράδειγμα, η Κίνα βασίζεται στην Ε.Ε. για να απορροφήσει την πλεονάζουσα βιομηχανική της παραγωγική ικανότητα– αλλά άλλες μεγάλες οικονομίες όπως οι ΗΠΑ προσπαθούν ενεργά να ξεμπερδέψουν. Εάν η Ε.Ε. δεν ενεργήσει, κινδυνεύει να είναι ευάλωτοι στον εξαναγκασμό.

Σε αυτό το πλαίσιο, θα χρειαστεί μια γνήσια «εξωτερική οικονομική πολιτική» της Ε.Ε. για να διατηρήσει την «ελευθερία» της. Η Ε.Ε. θα χρειαστεί να συντονίσει τις προτιμησιακές εμπορικές συμφωνίες και τις άμεσες επενδύσεις με χώρες πλούσιες σε πόρους, να δημιουργήσει αποθέματα σε επιλεγμένους κρίσιμους τομείς και να δημιουργήσει βιομηχανικές συνεργασίες για να εξασφαλίσει την αλυσίδα εφοδιασμού βασικών τεχνολογιών. Μόνο μαζί μπορεί να δημιουργήσει την απαραίτητη μόχλευση της αγοράς για να τα κάνει όλα αυτά.

***

Η Ε.Ε. είναι συλλογικά, ο δεύτερος μεγαλύτερος οργανισμός στρατιωτικών δαπανών στον κόσμο, αλλά αυτό δεν αντικατοπτρίζεται στη δύναμη της αμυντικής βιομηχανικής της ικανότητας.

Η αμυντική βιομηχανία είναι πολύ κατακερματισμένη, εμποδίζοντας την ικανότητά της να παράγει σε κλίμακα και πάσχει από έλλειψη τυποποίησης και διαλειτουργικότητας του εξοπλισμού, αποδυναμώνοντας την ικανότητα της Ευρώπης να ενεργεί ως συνεκτική δύναμη. Για παράδειγμα, στην Ευρώπη λειτουργούν δώδεκα διαφορετικοί τύποι αρμάτων μάχης, ενώ οι ΗΠΑ παράγουν μόνο ένα.

***

Προκειμένου να χρηματοδοτηθούν όλα τα παραπάνω απαιτούνται 800 δισ. ευρώ επιπλέον τον χρόνο μεγάλο μέρος της οποίας θα προέλθει από έκδοση κοινού χρέους. Μεγάλες κουβέντες για τα αυτιά των φειδωλών χωρών της Ε.Ε.

***

Ο Ντράγκι δεν έχει καμία αμφιβολία για τη φύση των προκλήσεων για την Ε.Ε: «αν δεν ενεργήσει, η Ε.Ε. κινδυνεύει να θέσει σε κίνδυνο την ευημερία της, το περιβάλλον και την ελευθερία της». Με άλλα λόγια, είτε ενεργούμε τώρα είτε οδεύουμε προς μια αδυσώπητη παρακμή. Ως εκ τούτου, ο Ντράγκι δίνει οδηγίες για να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητα και να εξασφαλίσει βιώσιμη ανάπτυξη. Υποδεικνύονται πολλά μέτρα, αλλά πρώτα από όλα είναι ζήτημα –δικαίως– ενθάρρυνσης των δημόσιων και ιδιωτικών παραγωγικών επενδύσεων. Το εμπόδιο για την Ευρώπη, ωστόσο, δεν είναι μόνο η προετοιμασία του «βιβλίου συνταγών μαγειρικής» (πολλές από τις προτάσεις του Ντράγκι δεν είναι ούτε καινούριες ούτε εκπλήσσουν) αλλά μάλλον το να χρησιμοποιείται από τους «μάγειρες», δηλαδή από Ευρωπαίους πολιτικούς. Καθώς οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι αυξάνονται και οι εθνικισμοί επανεμφανίζονται, θα θέλουμε πραγματικά να προχωρήσουμε σε ένα νέο κοινό χρέος, θα βρούμε μια ισορροπία στις βιομηχανικές πολιτικές, θα μεταρρυθμίσουμε τον προϋπολογισμό της Ε.Ε. αφαιρώντας από άλλους και δίνοντας σε άλλους; Η πρόκληση της εποχής για την ΕΕ είναι πρώτα από όλα πολιτική και μετά οικονομική.

Υποσημειώσεις

1) Αυτό συνέβη την περίοδο ύπαρξης του ενιαίου νομίσματος.
2) Είναι εντυπωσιακό ότι ενώ ο Ντράγκι θεωρεί την παραγωγικότητα ως τον κινητήριο μοχλό της μεγέθυνσης και της ανάπτυξης της οικονομίας, ο τίτλος της έκθεσης έχει τον τίτλο «Ανταγωνιστικότητα της οικονομίας».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!