Βρισκόμαστε σε μια ενδιάμεση, μεταβατική περίοδο. Δεκαοχτώ μέρες μετά την πλήρη εκλογική επικράτηση Τραμπ (με εξασφαλισμένη πλειοψηφία και στα δύο σώματα του Κογκρέσου και με σημαντική διαφορά μέσα στο εκλογικό σώμα) και περίπου δύο μήνες πριν από την επίσημη ανάληψη των καθηκόντων του στις 20 Ιανουαρίου.
Ήδη έχει γίνει εμφανές ότι η οξύτατη διελκυστίνδα ανάμεσα στους δύο πόλους των ελίτ στις ΗΠΑ καλά κρατεί και δεν είναι από κείνες που μπορούν να εκτονωθούν ή εν πάση περιπτώσει να οδηγηθούν σε μια νέα ισορροπία μετά από εκλογές. Δύο όψεις μπορούν να μας βοηθήσουν να προσανατολιστούμε μέσα σ’ ένα θολό τοπίο μεγάλης αβεβαιότητας.
Πρώτο, δεν έχουμε μια σύγκρουση που περιορίζεται στις κορυφές. Ο Τραμπ επικράτησε βασισμένος σ’ ένα πολιτικό κίνημα μεγάλων διαστάσεων. Εμφανίστηκε ως εκφραστής ισχυρών ρευμάτων δυσαρέσκειας και αντίθεσης λαϊκών στρωμάτων απέναντι σε κρίσιμες πολιτικές επιλογές του συστημικού κατεστημένου της Ουάσινγκτον. Δεν πρόκειται βέβαια για κάποιο είδος «αντισυστημικής επανάστασης από τα πάνω». Ο Τραμπ, κάτω από το σύνθημα MAGA – (Make America, Great Again / Να κάνουμε την Αμερική πάλι μεγάλη) προωθεί και αυτός συμφέροντα κεφαλαιοκρατικών, ολιγαρχικών μερίδων και επιθετικούς σχεδιασμούς για την ενίσχυση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Με βάση την εμπειρία της πρώτης προεδρίας του (2016 – 2020) και τους διαρκείς περισπασμούς και περιορισμούς που της έθεσε το βαθύ αμερικανικό σύστημα τότε, αλλά και με δεδομένο ότι οι όροι για την όποια απόπειρα ανάταξης της κατάστασης των ΗΠΑ σήμερα πρέπει να γίνει από πολύ δυσμενέστερες θέσεις (η σύγκρουση με τη Ρωσία στην Ουκρανία αλλά και η άνοδος της Κίνας και των BRICS έχουν αλλάξει δραστικά τους συσχετισμούς), ο Τραμπ φαίνεται να οργανώνει την πολιτική του κάνοντας εξαρχής πολύ αποφασιστικότερες επιλογές. Επιπλέον είναι υποχρεωμένος να συγκροτήσει εκείνα τα στοιχεία πολιτικής που θα δώσουν κάποια σημεία επαφής με τα κοινωνικά στρώματα που τον ψήφισαν. Αυτό το τελευταίο και με βάση το ότι δεν αναμένεται η οποιαδήποτε άμβλυνση των ανισοτήτων ή ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, θα αποβεί κρίσιμος παράγοντας των εξελίξεων και θα καθορίσει επιλογές. Για παράδειγμα πρέπει να αναμένεται η επιδίωξη της μείωσης του πληθωρισμού και ειδικότερα των τιμών των καυσίμων και της ενέργειας. Γύρω απ’ αυτό το ζήτημα και τις συνδέσεις του με ένα ολόκληρο πλέγμα γεωπολιτικών παραμέτρων, πρόκειται να παιχτούν πολλά.
Δεύτερον, η ευστάθεια των σχεδιασμών Τραμπ εξαρτάται από τη δυνατότητα να συνδυαστούν κινήσεις και προτεραιότητες στο εξωτερικό, με αντίστοιχα μέτρα στο εσωτερικό με σκοπό σημαντικές εισροές βιομηχανικού κεφαλαίου στις ΗΠΑ. Με βάση τα όσα έχει μέχρι τώρα εξαγγείλει, το βάρος θα δοθεί σε εμπορικούς πολέμους (δασμούς και άλλα μέτρα για τον επαναπατρισμό κεφαλαίου) απέναντι στην Κίνα και την Ευρώπη, παράλληλα με μια προσπάθεια συμμαζέματος των πολλών ανοιχτών πολεμικών μετώπων των ΗΠΑ που δεν μπορούν πλέον να υποστηριχθούν. Ειδικά για την Ευρώπη γίνεται κρίσιμη παράμετρος η προσπάθεια προώθησης πιο ευνοϊκών πολιτικών δυνάμεων. Για τον έλεγχό της αλλά και για την τιθάσευση των ευρωπαϊκών κέντρων που ασκούν επιρροή στην οικονομικοπολιτική ζωή των ΗΠΑ. Αυτό το τελευταίο αναμένεται να είναι ένα ακόμη μέτωπο μεγάλων ενδοδυτικών συγκρούσεων που θα διαμορφώσει καταστάσεις κατά τη διάρκεια της προεδρίας Τραμπ. Η ενδόρρηξη δεν περιορίζεται μόνο εντός ΗΠΑ αλλά διαμορφώνει στρατοπεδεύσεις εντός του ευρύτερου Δυτικού πλαισίου.
Οι επιλογές Τραμπ για τα κυβερνητικά πόστα και τα μηνύματα που δίνουν
Κατ’ αρχάς φαίνεται ότι η προτεραιότητα είναι να διαμορφωθεί κυβερνητικό σχήμα όσο το δυνατόν πιο ελεγχόμενο από τον ίδιο και έξω από τους διαύλους άσκησης επιρροής του «φιλελεύθερου» κατεστημένου της Ουάσινγκτον που σε μεγάλο βαθμό ελέγχεται από τις ελίτ του Δημοκρατικού κόμματος. Ακόμη και με την ανάδειξη προσώπων χωρίς τριβή και εμπειρία με την καθ’ αυτό κυβερνητική διαχείριση.
Ο υπουργός Άμυνας, δημοσιογραφική περσόνα του Fox News είναι μια τέτοια περίπτωση. Επίσης, ο ρόλος που ανατίθεται στον Ε. Μασκ, σε νέο «υπουργείο αποτελεσματικότητας» για την αναδιάρθρωση της κρατικής μηχανής δείχνει νέους τύπους σύμφυσης μερίδας του κεφαλαίου (του κλάδου υψηλής τεχνολογίας) με το κράτος. Σ’ αυτό το πεδίο αναμένονται συγκρούσεις πολλών μποφόρ με άλλα κλαδικά κεφαλαιοκρατικά συμφέροντα. Ως προς αυτό και αρκετά άλλα, ο Τραμπ δεν αποκλείεται να κάνει τη δουλειά του τυφλοπόντικα που θα ανοίξει δρόμους για εξελίξεις που τον υπερβαίνουν.
Ο υπουργός Εξωτερικών Ρούμπιο και αρκετοί άλλοι σε κρίσιμα πόστα –ανάμεσά τους ο νέος Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας– είναι γεράκια με σκληρές θέσεις απέναντι στην Κίνα (αν και όχι κατ’ ανάγκη με όρους πολεμικής αναμέτρησης) και με την σαφέστερη δυνατή τοποθέτηση υπέρ του «μεγάλου» Ισραήλ και υπέρ μιας εκκαθάρισης της Μ. Ανατολής από μεριάς του ικανής να οδηγήσει σε μια αναδιάταξη της περιοχής στη λογική των συμφωνιών του Αβραάμ της πρώτης προεδρίας Τραμπ. Η επιλογή του Ρόμπερτ Κέννεντι Τζούνιορ, ως υπουργού Υγείας και όσα εξαγγέλθηκαν για το άνοιγμα της υπόθεσης «πανδημία», αξίζουν προσοχής καθώς προοιωνίζονται μεγάλους πολέμους και ανακατανομές ισχύος στον χώρο των μεγάλων φαρμακευτικών ολιγοπωλίων (Big Pharma).
Επιπλέον, οι κραυγαλέες τοποθετήσεις Τραμπ υπέρ των συμφερόντων του πετρελαίου και του κλάδου υδρογονανθράκων γενικότερα, είναι κρίσιμης σημασίας. Και εδώ αναμένεται διελκυστίνδα με τον «πράσινο» κεφάλαιο, ικανή να διαμορφώσει μέτωπα σε πλανητική κλίμακα, για τον έλεγχο της παγκοσμιοποίησης. Με πιθανή εμπλοκή και της Κίνας αν κρίνουμε και από κάποια σημεία της πρόσφατης τοποθέτησης του κινέζου προέδρου Σι στην τελευταία του συνομιλία με τον Μπάιντεν, στη σύνοδο του APEC στη Λίμα του Περού. Επιπλέον, το κυβερνητικό περιβάλλον Τραμπ είναι και οικογενειακή υπόθεση με ρόλους πρώτης γραμμής για τον γιό και τον γαμπρό του. Τέλος ο αντιπρόεδρός του, ο Τξ. Ντ. Βανς φαίνεται σημαντικός πόλος εξουσίας. Τα χαρακτηριστικά του σε συνδυασμό και με τις κάθε είδους απροσδόκητες εξελίξεις που μπορεί να συμβούν κατά τη διάρκεια της προεδρίας Τραμπ, τον κάνουν υπολογίσιμο παράγοντα..
Οι σχέσεις με Ρωσία, το Ουκρανικό και η Ευρώπη
Κατ’ αρχάς η πολύ επικίνδυνη κλιμάκωση με τη Ρωσία που μεθοδεύεται από τη διοίκηση Μπάιντεν στο και πέντε της θητείας του (!) είναι απόλυτα ενδεικτική των προθέσεων της απερχόμενης πλευράς. Επιδιώκεται η ανατίναξη πιθανών οδών για μια επίλυση της σύγκρουσης. Η ρωσική τοποθέτηση, απαντητικών μέτρων (νέο πυρηνικό δόγμα, χρήση ισχυρότερων πυραύλων μεγαλύτερου βεληνεκούς) δίνει βαρύνοντα μηνύματα δυνατοτήτων αποτροπής αλλά αφήνει όσο είναι δυνατόν περιθώρια ελέγχου της κλιμάκωσης, αναμένοντας να δει πως θα πολιτευτεί ο Τραμπ. Οι Ευρωπαίοι, οι Γάλλοι και οι Βρετανοί κυρίως αλλά και μικρότερες δυνάμεις με την Πολωνία σε πολύ ειδικό ρόλο, έχουν τους δικούς τους λόγους και φόβους για τη στάση Τράμπ στο θέμα Ευρώπη και ασφάλεια έναντι της Ρωσίας / ανάληψη κόστους κλπ. Σιγοντάρουν την κλιμάκωση που επιχειρεί η διοίκηση Μπάιντεν υπολογίζοντας ότι αυτό θα τους εξασφαλίσει την συνέχιση και την επέκταση της εμπλοκής των ΗΠΑ. Σ’ ένα άλλο επίπεδο, η επικράτηση Τραμπ έχει σημάνει συναγερμό για μια σειρά πολιτικών συστημάτων. Στη Γερμανία οδήγησε αμέσως σε πολιτική κρίση, στη λήξη του κυβερνητικού συνασπισμού και σε εκλογές τον Φεβρουάριο. Αλλά και παρά τα προηγούμενα σε εσπευσμένη συνομιλία Σολτς-Πούτιν την πρώτη μετά από δύο χρόνια. Στη Γαλλία, σε κινήσεις για την ποινική δίωξη της Λεπέν. Ακόμη και στην Ελλάδα καταγράφονται δονήσεις και σπουδή Μητσοτάκη να πάρει μέτρα προφύλαξής του από εξελίξεις που φαίνεται ότι εκτιμά ότι μπορεί να δρομολογηθούν (δηλώσεις αποστασιοποίησης από την woke ατζέντα, και «σεμνή» προσπάθεια να «υπενθυμίσει» ότι ο ίδιος κρατά τα κλειδιά της πολιτικής σταθερότητας στην Ελλάδα).
Οι πόλεμοι του Ισραήλ και οι κινήσεις στη Μ. Ανατολή
Ο Τραμπ εκπέμπει το μήνυμα προς τον Νετανιάχου να «ολοκληρώσει τη δουλειά» σε Γάζα και Λίβανο μέχρι να αναλάβει τα καθήκοντά του. Όμως το μέγεθος και το είδος της αντίστασης είναι τέτοιο που δεν φαίνεται εφικτός ένας τέτοιος στόχος. Με το Ιράν το τοπίο είναι πολύ πιο ασαφές. Είναι πολύ απίθανο ότι ο Τραμπ θα επέλεγε μια πολεμική σύγκρουση με το Ιράν ή ακόμη περισσότερο θα άφηνε εύκολα να παρασυρθεί σε μια τέτοια κατεύθυνση από κινήσεις του Νετανιάχου που διαχρονικά έχουν αυτό τον σκοπό. Ποιό κέντρο εντός του αμερικανικού-σιωνιστικού συμπλέγματος έχει το πάνω χέρι σε ότι αφορά τη στάση απέναντι στο Ιράν, παραμένει δυσανάγνωστο. Ενδεικτικές των ζυμώσεων πάντως είναι οι φημολογούμενες συνεννοήσεις με τον Ιρανό πρέσβη στον ΟΗΕ (μέσω του Ε. Μασκ) και η διάψευσή τους από την ιρανική πλευρά στη συνέχεια, οι διαρροές υποτιθέμενων σχεδιασμών Τραμπ που κι αυτές στη συνέχεια διαψεύδονται, και οι διαφαινόμενες κινήσεις του Κατάρ μετατόπισής του από την θέση στήριξης προς την Χαμάς. Το τρίγωνο ΗΠΑ-Ισραήλ-Τουρκία ενδέχεται επίσης να δώσει ισχυρές δονήσεις. Η πρόσφατη ανακίνηση του Κουρδικού από πλευράς Ισραήλ με στόχο την Τουρκία και το Ιράν, ανοίγει το εύρος του πολέμου και εμπλέκει πιο άμεσα τόσο τις ΗΠΑ (συμπεριλαμβανόμενων και των ενδεχόμενων μεταπτώσεων της πολιτικής Τραμπ απέναντι στην Τουρκία) όσο και τη Ρωσία (τη θέση της στη Συρία αλλά και τις σχέσεις της με το Ιράν και τις ισορροπίες της με την Τουρκία).