του Θανάση Μουσόπουλου*

Ο Λίνος Πολίτης στην «Ιστορία της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας» (Συνοπτικό διάγραμμα, Θεσσαλονίκη 1969), όπως είδαμε στο πρώτο μέρος, γράφει: «Στα τρία τέσσερα τελευταία χρόνια του αιώνα και γύρω στα περιοδικά Διόνυσος και Τέχνη παρουσιάζονται τα πρώτα φανερώματα του συμβολισμού […] Αντίθετα από τους παρνασσιακούς, η νέα σχολή δεν αποζητά την πλαστικότητα της μορφής, αλλά τη μουσική του στίχου, το ακαθόριστο του ποιητικού ρεμβασμού, τα σύμβολα που κλείνονται στις λέξεις, πέρα από τη νοηματική του σημασία» (σελ. 55-56).

Ο Λ. Πολίτης αναφέρεται στους Κ. Χατζόπουλο, Σπ. Πασαγιάννη, Απόστολο Μελαχρινό, Άγγελο Σικελιανό, Μ. Μαλακάση και Λάμπρο Πορφύρα. Για τον Άγγελο Σικελιανό μιλήσαμε σε προηγούμενες ενότητες αναλυτικά. Θα προσεγγίσουμε τους υπόλοιπους δημιουργούς.

***

Πολύπλευρος και πολυτάλαντος ο Κωνσταντίνος Χατζόπουλος (1868, Αγρίνιο – 1920, Μπρίντιζι) μυθιστοριογράφος, ποιητής, διηγηματογράφος, μεταφραστής και δοκιμιογράφος, από τους πρωτοπόρους του δημοτικισμού και του σοσιαλισμού στην Ελλάδα. Αναφέρουμε τη μετάφραση στο κλασικό «Το κοινωνιστικό μανιφέστο» των Μαρξ–Ένγκελς. Αθήνα, τυπ. της Εφημερίδας των εργατών, 1913. Στην επόμενη ενότητα θα αναφέρουμε το πεζογραφικό του έργο. Τώρα, λίγοι στίχοι του, εξαίσιο δείγμα συμβολισμού:

Καὶ θαμπὸ ἦρθε τὸ βράδυ
Καὶ θαμπὸ ἦρθε τὸ βράδυ / καὶ θλιμμένο καὶ ἀχνό-
Σοῦ εἶναι ὁ πόνος μου χάδι / κι ἂς θαρρῇς δὲν πονῶ. 

Καὶ τὸ θρύλο σου λέει / σιγαλὰ τοῦ βραδιοῦ,
καὶ τὸ λέει καὶ κλαίει / σὰν ἀχὸς τραγουδιοῦ, 

σὰν καμπάνα ποὺ σπάζει / μὲ ἀργὸ θρῆνο σιγό
καὶ στὸ δρόμο μὲ κράζει, / καὶ σὲ κράζω κι ἐγώ.

***

Ο Σπήλιος Πασαγιάννης (1874, Καστόρι της Σπάρτης – 6 Δεκεμβρίου 1910) ήταν Έλληνας ποιητής και πεζογράφος. Σπούδασε νομικά, ασχολήθηκε με την ποίηση, μετέφρασε Θεόκριτο και Ανακρέοντα, ασχολήθηκε με το θέατρο, ταξίδεψε πολύ στο εξωτερικό, προσβλήθηκε από φυματίωση και πέθανε ψυχικά καταρρακωμένος σε ηλικία μόλις 36 ετών στη Ζάκυνθο. Ήδη απ’ το 1903 ήταν τακτικός συνεργάτης στον «Νουμά» με ποιήματα και διηγήματα («αριστουργήματα» κατά τον Καρκαβίτσα). Επίσης στα «Παναθήναια», τον «Πάνα» και τη «Ζωή». Στην Αμερική, δουλεύει σε καπνεργοστάσιο. Η χειρωνακτική δουλειά και ο «ζωντοβολισμός» των Αμερικανών τον κούρασε γρήγορα… «Κουράστηκα σε τούτη τη χώρα την αποπνίχτρα κάθε καλού κι ευγενικού. Ο χάλυβας, το σίδηρο και τ’ ατσαλένια μπράτσα με τρομάζουνε και με τυραγνάνε». Λίγοι χαρακτηριστικοί στίχοι του (1896):

Γύρνα, καλέ μου, κι άφησε της ξενιτιάς τις πίκρες.
Έλα να σμίξουμε γλυκά. Θυμήσου με και μένα,
Που τόσα χρόνια ρέβουμαι στης ερημιάς τους πόνους.
Διάβηκαν χρόνια και καιροί οπού σου τρώει τα νιάτα
Η άσπλαχνη η ξενιτιά με το τυράγνισμά της […] 

Έλα να ζήσουμε μαζί μες το νοικοκυριό μας
Να ‘χουμε τα χωράφια μας, να σπέρνουμε τα στάρια,
Που άσκαφτα κι ανόργωτα είν’ τόσα χρόνια τώρα,
Να ‘ρχετ’ ο θέρος με καλό, που ‘ναι ξανθά τα στάχυα,
Μαζί να τα θερίζουμε, μ’ ολόγλυκα τραγούδια,
Και να το τρώμε το ψωμί χωρίς πικρά φαρμάκια […] 

Κι έτσι τα χρόνια να περνούν για μας ευτυχισμένα.
Χωρίς καημούς και βάσανα και πόνους και φαρμάκια.
Γύρνα, καλέ μου, κι άφησε της ξενιτιάς τις πίκρες.

Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα που δείχνει τη «γλώσσα» του συμβολισμού: 

Γάργαρη ἀνάβρα ἀφροκυλάει τὰ ξάστερα νερά της
Καὶ τὸ νερομουρμούρισμα γλυκὰ τραγούδια λέει,
Μ’ ἄλλους σκοποὺς τὴν ἄνοιξη κι ἄλλους τὰ καλοκαίρια.
Μὲς τὰ ρυάκια κελαϊδοῦν τὰ κρουσταλλόνερά της
Καὶ σμίγουν τὰ τραγούδια τους μὲ τ’ ἀηδονιοῦ τὸ κλάμα,
Καὶ μὲ τὸ φυλλοσάλεμα τὸν ἦχο ποὺ πλανεύει
Μέσα στὴ νυχτοσιγαλιά, ὅταν κοιμᾶται ἡ πλάση.
Το ἐρωτιάρικο πουλὶ γλυκὰ παραπονιέται
Κι ὡς τὴν αὐγοῦλα κελαϊδεῖ ξυπνὸ τὴ σαστικιά του.
Γλυκοαυτιάζεται ἡ ψυχὴ στὸ βουητὸ τῆς λεύκας.

***

Ο Απόστολος Μελαχρινός (18880, Βραΐλα Ρουμανίας – 22 Ιουνίου 1952, Αθήνα) ήταν Έλληνας λυρικός ποιητής. Υπήρξε μεταφραστής και πεζογράφος. Ως ποιητής επηρεάστηκε από τους Στεφάν Μαλαρμέ και Πολ Βαλερί. Πιστεύει στη γοητεία του μουσικού λόγου. Μια μυστικοπάθεια και μια ατμόσφαιρα θλίψης εντείνουν αυτό το κλίμα. Ο Άριστος Καμπάνης (1883–1956) τον αποκαλεί «ηδονιστή των λέξεων. Ένα μικρό δείγμα:

Αντιστροφή

-Μὴν καταφρονᾶτε τὴν Ἀλληγορία, / τὴν ὡραία Κυρά.

Πάει νἄντιφεγγίσει / σὲ θρηνητικὰ νερά./ -Ὄνειρο, λὲν οἱ ἥσκιοι, / φόρεσες μαβί. /Μὴν περνᾶς πρίν μὲ τὸ πῆς /τὸ θλιμένο μυστικὸ /ποὺ σὲ αὐλοῦν οἱ φλοῖσβοι. / -Μιὰ φορὰ ἀγαπήθηκαν / ὁ Πύραμος κ’ ἡ Θοίοβη.

***

Ο Μιλτιάδης Μαλακάσης (1869, Μεσολόγγι – 1943, Αθήνα 27 Ιανουαρίου) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ποιητές του νεοελληνικού λυρισμού. Ασχολήθηκε με τη μετάφραση και την πεζογραφία. Από το 1937 ως το 1939 ήταν πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών. Το 1904 με τον Κ. Χατζόπουλο και τον Λ. Πορφύρα ίδρυσε την εταιρία «Εθνική Γλώσσα» για την προβολή και την καθιέρωση της δημοτικής.

Πόνος

Όλα κοιμούνται κι όλα σβύνουν, / ο Έσπερος παλεύει μόνος,
όλα μ’ αφήνουν, πως μ’ αφήνουν… / αι μόνο δεν μ’ αφήνει ο πόνος. 

Τα ρόδα κόκκινα, αναμμένα, / ξεφτίζουν στ’ ουρανού την άχνα,
σαν απ’ το αίμα μου βαμμένα, / που πλημμυρίζει μου τα σπλάχνα.

***

Ο Λάμπρος Πορφύρας (ψευδώνυμο του Δημητρίου Συψώμου, από τα δύο ομότιτλα ποιήματα του Σολωμού, γεννήθηκε στα Καρδάμυλα Χίου το 1879 και πέθανε στον Πειραιά στις 3 Δεκεμβρίου 1932). Είχε μια ζωή πολύπλευρη. Μαχόμενος σοσιαλιστής και δημοτικιστής, υπήρξε μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου. Πρώτη φορά εμφανίστηκε στα γράμματα ενώ ήταν ακόμα μαθητής, με το ποίημα του «Η θλίψη του μαρμάρου» που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Στάδιον το 1894. Δέχτηκε επιδράσεις από τους ευρωπαίους συμβολιστές και από την ποίηση του Διονυσίου Σολωμού και του Κωστή Παλαμά.

Μην κλαις

Μην κλαις, μη λες πως τίποτα δε σού’ μειν’ εδώ πέρα.
Σου μένει, απάνω στα βουνά, το πέρασμα της μπόρας,
σου μένει η χαραυγή μακριά στο πέλαγο κι η μέρα
κάτω στον κάμπο κι οι ελιές και το βουητό της χώρας. 

Σου μένει ακόμα το φτωχό, τ’ απάνεμο ακρογιάλι,
που, σα βραδιάζει, μέσα του πέφτουν τα βράχια, οι μώλοι,
τα σπίτια, ο γέρος ο ψαράς που λάμνει αγάλι αγάλι.
Μην κλαις! Σου μένει εκεί -για ιδές!- όλ’ η ζωή μας. ‘Ολη. 

Σου μένει εκεί με τη βουβή κι αθώα της γαλήνη,
με τη γλυκοχαμόγελη, την ξένοιαστη ομορφιά της,
με τη σκιά της, τη σκιά που αρχίζει να τη σβήνη
σιγά σιγά το σούρουπο και της νυχτιάς ο μπάτης…

Στη συνέχεια, θα αναφερθούμε στην πεζογραφία με Κοινωνικά Θέματα κατά το μεταίχμιο του 19ου–20ού αι.

* Ο Θανάσης Μουσόπουλος είναι φιλόλογος, συγγραφέας, ποιητής

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!