Γράφει ο Γιώργος Α. Λεονταρίτης
Το θέμα της κομματικής πειθαρχίας, ζήτημα που απασχόλησε τις πολιτικές δυνάμεις διεθνώς μέσα στο πέρασμα του χρόνου, ανακινήθηκε εδώ στις μέρες μας, κατά τον πιο φαιδρό τρόπο. Καταρχήν να πούμε ότι η πειθαρχία αυτή στα κόμματα απαιτείται για σοβαρά ζητήματα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι χάριν της «γραμμής» που επιβάλλει ο αρχηγός οι βουλευτές οφείλουν να μεταβάλλονται σε άβουλα όντα. Ο λαός τούς εκλέγει για να έχουν γνώμη, να υπερασπίζονται αρχές, δίκαια αιτήματα, και εάν χρειασθεί, να διαφωνήσουν σε αποφάσεις που έρχονται σε αντίθεση με το δημόσιο αίσθημα. Έτσι ο βουλευτής-εκπρόσωπος των πολιτών, αποδεικνύει ότι είναι ζωντανός οργανισμός, και όχι ανδράποδο. Στην προκειμένη περίπτωση των ημερών μας, η «κομματική πειθαρχία» ήλθε στο προσκήνιο με εικόνα τραγελαφική. Για να επιβάλλει τον γάμο ομόφυλων ζευγαριών και την υιοθεσία παιδιών, που ενδιαφέρει προσωπικά τον νεόκοπο αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ, ο άγνωστος μέχρι χθες Κασσελάκης, προέβαλε την αξίωση από τους βουλευτές του με αυταρχικό τρόπο, να ψηφίσουν το νομοθέτημα. Σε διαφορετική περίπτωση, απείλησε να τους διαγράψει…
ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ ενοχλήθηκαν σφόδρα για τη συμπεριφορά του αρχηγού τους, και εξεπλάγησαν, επειδή οι περισσότεροι απ’ αυτό το θολό πολιτικό μόρφωμα θα ψηφίσουν το απαράδεκτο αυτό νομοθέτημα. Από την άλλη πλευρά, η εικόνα της Νέας Δημοκρατίας είναι κωμικοτραγική. Ο Μητσοτάκης που σύρεται στη «γραμμή Κασσελάκη» άβουλος και μοιραίος, σε πλήρη αντίθεση με το αίσθημα των οπαδών της παρατάξεώς του, και ψάχνοντας να βρει «συμβιβαστική» λύση, άρχισε τα… κομματικά φροντιστήρια! Εικόνα φαρσοκωμωδίας… Ας αφήσουμε όμως την κωμικοτραγική εικόνα του παρόντος, και ως ανατρέξουμε στην Ιστορία, ώστε να δούμε κάποιες περιπτώσεις για το πώς χρησιμοποιήθηκε αυτή η περίφημη «κομματική πειθαρχία»… Διότι στην ουσία μιλάμε για τον «συγκεντρωτικό» ρόλο που υπήρχε σε κόμματα και πολιτικά κινήματα.
Στην εποχή της Κομμούνας, η κομματική πειθαρχία ήταν ανύπαρκτη. Οι διάφορες «τάσεις» και ομάδες διαφωνούσαν και έρχονταν σε σφοδρές συγκρούσεις. Οι μπλανκιστές απαρτίσανε την πλειοψηφία και οι προυντονιστές τη μειοψηφία. Υπήρχαν όμως και άλλες τάσεις στη διαμόρφωση της πρώτης προλεταριακής εξουσίας. Μάλιστα, οι αντιθέσεις στα μικροζητήματα ταλαιπώρησαν την Κομμούνα περισσότερο από τις διαδικασίες στα μεγάλα προβλήματα. Τότε ακριβώς ο Μαρξ αναγκάστηκε να παρέμβει για να τερματιστούν οι διαβρωτικές προσωπικές διαμάχες. Το 1872 η ομάδα του Μπακούνιν είχε δημιουργήσει μέγα πρόβλημα. Γι’ αυτό η πλειοψηφία συνέστησε να διαγραφούν οι Μπακούνιν, Γκιγιόμ, Μποσκέ και άλλοι.
Αργότερα ο Λένιν είχε απαριθμήσει τους όρους του για «πειθαρχία» στην αποδοχή της Κομιντέρν, και έλεγε ότι: «Ένα Κομμουνιστικό Κόμμα θα είναι ικανό να εκτελέσει το καθήκον του μόνο αν οργανωθεί κατά τον πιο συγκεντρωτικό τρόπο, μόνο αν σιδερένια πειθαρχία επικρατήσει μέσα σ’ αυτό, κι αν το κέντρο του Κόμματος γίνει ισχυρό όργανο, πού ν’ ασκεί ευρύτερες εξουσίες και να απολαμβάνει της γενικής εμπιστοσύνης των μελών του κόμματος…» Ο Στάλιν βρήκε ευκαιρία και πρόσθεσε σ’ αυτά στο βιβλίο του «Τα θεμέλια του Λενινισμού» τα εξής: «Αυτή είναι η θέση μας αναφορικά στην πειθαρχία του Κόμματος κατά την περίοδο που προηγήθηκε στην επίτευξη της δικτατορίας…» Η Ρόζα Λούξεμπουργκ μεταξύ 1905 και 1910, διαφώνησε ανοιχτά με την κεντριστική ηγεσία του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Γερμανίας (SPD) του οποίου θεωρητικός ήταν ο Κάουτσκι, και αδιαφόρησε για την πειθαρχία. Το αποκορύφωμα ήλθε το 1910, με την πλήρη ρήξη μεταξύ Ρόζας και Κάουτσκι, στο ζήτημα του δρόμου που θα βάδιζε η εργατική τάξη, για να καταλάβει την εξουσία. Η Ρόζα όμως σωστά πίστευε ότι το θέμα «πειθαρχίας» δεν έλυνε τα προβλήματα. «Χωρίς τη συνειδητή θέληση και τη συνειδητή δράση της πλειοψηφίας του προλεταριάτου, δεν μπορεί να υπάρξει σοσιαλισμός…» Στα 1926, ο Γκράμσι διαφώνησε με την κομματική πειθαρχία και ήλθε σε αντιπαράθεση με τις υποδείξεις της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Η ιταλική κομμουνιστική ηγεσία τάχθηκε με το μέρος της σταλινικής πλειοψηφίας, αλλά άσκησε αυστηρή κριτική με τις μεθόδους που χρησιμοποιούσαν οι σταλινικοί κατά του Τρότσκι. Σε λίγες μέρες όμως τα ηγετικά στελέχη του Ιταλικού ΚΚ ευθυγραμμίσθηκαν με τις υποδείξεις της Διεθνούς και άφησαν τον Γκράμσι απομονωμένο πολιτικά, ακριβώς τη στιγμή που το φασιστικό καθεστώς ετοιμαζόταν να ρίξει τον μεγάλο εκείνο ηγέτη στις φυλακές. Η Διεθνής τον κατηγόρησε για… «Τροτσκισμό»! Ας έλθουμε όμως λίγο στον ελληνικό χώρο. Πάμπολλες οι περιπτώσεις «κομματικής πειθαρχίας», αλλά θα επισημάνουμε κάποιες χαρακτηριστικές αρετές των μεταπολεμικών χρόνων…
ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ του Κέντρου και Κεντροαριστεράς, μετά την εκλογική ήττα του 1952, η παράταξη περνούσε μεγάλη κρίση. Η αρρώστια του αρχηγού της ΕΠΕΚ Νικ. Πλαστήρα, και η τάση φυγής του Σοφ. Βενιζέλου, δυνάμωναν τις αποσυνδετικές τάσεις. Η επιμονή του Πλαστήρα να ψηφιστεί στην αναπληρωματική εκλογή του Ρεθύμνου το 1953, ο φίλος του Βενιζέλου, Λύτινας, με κανόνες κομματικής πειθαρχίας, έφερε τη διάσπαση στην ΕΠΕΚ. Οι Γ. Καρτάλης, Στ. Αλλαμανής και Νικ. Ασκούτσης διεγράφησαν από το Κόμμα. Το 1963 ο σοσιαλιστής αρχηγός της «Δημοκρατικής Ενώσεως» Ηλίας Τσιριμώκος σε άρθρο του τόνιζε: «Το μέλος του Κόμματος οφείλει να πειθαρχεί εις τας αποφάσεις της πλειοψηφίας, αλλά δικαιούται να εκδηλώνει ελευθέρως τας απόψεις του, και να επιδιώκει να τας δεχθεί η πλειοψηφία. Κατ’ αυτόν τον τρόπον το μέλος του Κόμματος, ο πολίτης που αγωνίζεται, καθορίζει την γραμμήν, εκλέγει και ελέγχει την διοίκησίν του, αφού όλα τα όργανα του κόμματος είναι αιρετά και συλλογικά. Δεν υπάρχουν διά τα δημοκρατικά κόμματα ούτε θεόπνευστοι αποφάσεις, ούτε ουρανοκατέβατοι άνθρωποι. Αι αποφάσεις μεταβάλλονται. Οι άνθρωποι περνούν…» Στις εκλογές του 1963 ξέσπασε έντονη διαφωνία μεταξύ Γ. Παπανδρέου και Σοφ. Βενιζέλου για το ποιος θα γινόταν υπηρεσιακός πρωθυπουργός. Ο Παπανδρέου διέγραψε τον Βενιζέλο κι εκείνος υπενθύμισε στον Παπανδρέου ότι δεν μπορούσε να τον διαγράψει αφού αυτός (ο Σοφοκλής) είχε πρωτοστατήσει στην ίδρυση της Ενώσεως Κέντρου. Έπεσαν επάνω τα στελέχη και αγωνίστηκαν να συμβιβάσουν τους δύο αρχηγούς. Τελικά η ενότητα επετεύχθη, αλλά οι δυσαρέσκειες και αντιπαλότητες έμειναν. Στην εκλογή Προέδρου Βουλής το 1964, ο Παπανδρέου έθεσε θέμα κομματικής πειθαρχίας να ψηφιστεί για Πρόεδρος ο Γ. Νόβας. Μια μερίδα Κεντρώων βουλευτών αντέδρασαν. Ο «Γέρος» με μοναρχική νοοτροπία διέγραψε αυθαίρετα δύο ηγετικά στελέχη, τον Ηλ. Τσιριμώκο και τον Σάββα Παπαπολίτη ως… «υποκινητές της συνωμοσίας»! Ο Παπανδρέου όμως είχε παραβιάσει διατάξεις του καταστατικού, που απαιτούσαν απόφαση της κοιν. ομάδας για θέμα διαγραφής. Στις 26 Μαρτίου 1964 ο Τσιριμώκος σε επιστολή του προς τον Γ. Παπανδρέου τού υπενθύμιζε ότι εκείνος ως αρχηγός της Ε.Κ. είχε διακηρύξει ότι «η αυθαιρεσία δεν αρμόζει εις την δημοκρατίαν», και ότι «Το καταστατικόν εις ουδεμίαν περίπτωσιν αναθέτει εις τον Αρχηγόν την αρμοδιότητα της διαγραφής, ή θέσεως εκτός κόμματος στελεχών ή μελών του κόμματος…».
Με χίλια βάσανα η ανάκληση διαγραφών επετεύχθη, αλλά η ενότητα στην Ένωση Κέντρου είχε γίνει πλέον εξαιρετικά εύθραυστη. Αυτά τα γεγονότα που καταγράψαμε από το «παράθυρο μνήμης» δείχνουν την προσπάθεια που καταβάλλεται να εκλαμβάνεται η «κομματική πειθαρχία» πονηρά, ως «απαραίτητη» για τη… σωτηρία των πολιτών!
Πώς το έλεγε στον στίχο του ο Τάσος Λειβαδίτης; «Έτρεχα να προλάβω να σώσω την ανθρωπότητα, και ποδοπατούσα τους ανθρώπους…»