Του Τρύφωνος Χρυσοφρύδη.Λοιπόν; Καταλύθηκε το κράτος του τρόμου; Δυο χρόνια τώρα το γενικό μούδιασμα έμοιαζε να παραλύει οποιαδήποτε συντεταγμένη αντίδραση – κι ο θυμός εκδηλωνόταν με περιστασιακούς σπασμούς, που γρήγορα ατονούσαν και έσβηναν.

Τώρα, ξαφνικά, το χειραγωγημένο πλήθος δείχνει διατεθειμένο να απειθήσει, να στείλει στα σκουπίδια ένα συνονθύλευμα κυνικών και, συγχρόνως, ηλίθιων που συγκροτούσαν το «πολιτικό προσωπικό», όπως είθισται πλέον να λέγεται. Δείχνει διατεθειμένο να καταψηφίσει. Στο τι θα υπερψηφίσει όμως είναι πιθανό να δούμε αποτυπωμένο το χνάρι του χθεσινού τρόμου, όπως το χνάρι μιας αρχαίας φτέρης σε ορυκτό…
Θα πρέπει, λοιπόν, να σπάσουμε το ορυκτό, να το αναλύσουμε, αν θέλουμε να καταλάβουμε και να επικοινωνήσουμε: θα πρέπει, στο ένα και στο άλλο άκρο του φάσματος, στο ένα και στο άλλο άκρο του πολιτικού πεδίου, να ξαναβρούμε αφενός ένα ασαφές, μπερδεμένο με λαϊκισμούς και τιμωρητικές εκτονώσεις, αλλά ηθικό, στη βάση του, αίτημα, αφετέρου τη «γυμνά» κοινωνική ουσία της άμορφης οργής… Δεν πας στους λεηλατημένους συνταξιούχους δίχως να μπορείς κάτι να κάνεις για την πεποίθησή τους καθ’ εαυτήν ότι τους περιέπαιξαν, ότι ο μόχθος μιας ζωής εξανεμίστηκε μέσα σε ένα ηθικό -πρωτίστως- κενό. Δεν πας στις υποβαθμισμένες γειτονιές για να καταγγείλεις τους κατοίκους, πας για να αναλύσεις -και να σ’ ακούσουν, αν μπορείς- τους αληθινούς όρους της υπαρκτής, επώδυνης υποβάθμισης… Βαθιά, υπόγεια, εκεί που σχηματίζονται τα ορυκτά, κάτι καταρρέει, αλλάζει, απογυμνώνεται: η αλληλεγγύη χάνεται και αντικαθίσταται με συνομαδώσεις υπαγορευμένες από τη συσκοτισμένη πραγματικότητα.
Για να το πω διαφορετικά: μια ψευδεπίγραφη αλληλεγγύη, άλλοτε άλλη (των «Ελλήνων», των «ντόπιων», των ψηφοφόρων που δεν μπορούν να ελπίσουν σε ανανέωση της πελατειακής σχέσης τους, των εργαζόμενων που έσωσαν σήμερα από την απόλυση το τομάρι τους και ελπίζουν πως δεν θα ξημερώσει η επόμενη μέρα…) υποκαθίσταται στην πραγματική αλληλεγγύη (κάποτε θα λέγαμε: των κολασμένων της γης), αυτό όμως σημαίνει ότι δημιουργείται ένα κενό που διαστέλλεται συνεχώς. Γιατί η αλληλεγγύη δεν αντικαθίσταται… Πρέπει να πάμε εκεί που συντελείται τούτη η νόθευση – και πρέπει, για να το πω αδρά, νά ’χουμε μούτρα να πάμε.
Όσο και να χαμογελάει κάποιος χαζοχαρούμενα, μορφάζει μες στο χαμόγελό του αν έχει πονόδοντο. Το ίδιο συμβαίνει και με το στοιχειώδες ηθικό αίτημα, με την πίεση της ανάγκης επίσης: συγχέονται με την «ψευδή συνείδηση», δεν έχουν εξαλειφθεί όμως. Κι όλοι κατά βάθος καταλαβαίνουν, έστω κι αν η επίγνωση αυτή ευθύς αμέσως καταποντίζεται, ποιος λέει λόγια του αέρα, ποιος κοροϊδεύει. Αυτή είναι η βαθύτερη αιτία της δυσαρέσκειας: η απωθημένη επίγνωση. Προεκλογικά μπορείς φυσικά να ποντάρεις στην απώθησή της. Μετεκλογικά όμως, αν το κάνεις, σκάβεις τον λάκκο σου. Γιατί διάλεξες να λείπεις, ενώ η Χρυσή Αυγή είναι εκεί: νοθεύοντας, λεηλατώντας, προσφέροντας ένα υποκατάστατο, που τη χρήση του την είχε υποδείξει ήδη ο Νίτσε: «Kαλύτερα να θέλεις το τίποτα, παρά να μη θέλεις τίποτα».

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!