Το πρώτο: στην Ισπανία ο δεξιός πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι που ανέλαβε επίσημα την πρωθυπουργία, ανακοινώνοντας την κυβέρνησή του επιβεβαίωσε αλλά και υπερέβη τις εκτιμήσεις για «τεχνοκρατική» ηγεσία στο υπουργείο Οικονομίας. Όρισε υπουργό τον πρώην πρόεδρο της Lehman Brothers για την Ιβηρική Λουίς ντε Γκίντος. Με την κίνηση αυτή διευρύνεται ο έλεγχος της διακυβέρνησης στον ευρωπαϊκό Νότο από το τραπεζικό λόμπι. Ωστόσο, οι εισηγητές αυτών των επιλογών θα πρέπει να αντιμετωπίσουν την ειρωνεία της ιστορίας: τελικά, ποια χώρα του ασθενούς Νότου της Ε.Ε. θα εξελιχθεί σε νέα Lehman Brothers, όπως προειδοποίησε και η ΕΚΤ στην τελευταία έκθεσή της; Κατά τα φαινόμενα η Ισπανία παίρνει κεφάλι σ’ αυτή την κούρσα της καταστροφής.
Το δεύτερο γεγονός: Η ΕΚΤ, που με τη στήριξη του γαλλογερμανικού άξονα με τόσο πείσμα αρνείται τον ρόλο του «δανειστή ύστατης καταφυγής» για τα υπερχρεωμένα κράτη της Ευρωζώνης, εξελίσσεται σε δανειστή «αποκλειστικής καταφυγής» για τις ίδιες της τράπεζες, επιβεβαιώνοντας τον τίτλο του τραπεζίτη των τραπεζιτών. Σε μια κίνηση που υπερέβη και τις πιο μεγάλες προσδοκίες των αγορών, διέθεσε την περασμένη Τετάρτη σε 523 τράπεζες απεριόριστα τριετή δάνεια με επιτόκιο 1%. Κι οι τράπεζες έσπευσαν να αξιοποιήσουν τη γενναιοδωρία της ΕΚΤ αντλώντας 489 δισ. ευρώ. Ένα αντίστοιχο ποσό είχε διαθέσει οι ΕΚΤ στις ευρωπαϊκές τράπεζες τον Ιούνιο του 2009, αλλά για διάρκεια ενός έτους.
Κερδοσκοπία
Ποια θα είναι η τύχη αυτών των χρημάτων που υποτίθεται πως προορίζονται να λύσουν το πρόβλημα ρευστότητας των τραπεζών; Δεν υπάρχει καμιά δέσμευση για τη χρήση τους. Υπάρχει, όμως, μια γενική παρότρυνση για αγορά κρατικών ομολόγων, ιδιαίτερα των υπερχρεωμένων χωρών. Και πολλές τράπεζες αυτό θα σπεύσουν να κάνουν, όχι από φιλοτιμία για τη στήριξη του ευρώ, αλλά για να κερδοσκοπήσουν εις βάρος των Ευρωπαίων φορολογουμένων.
Διότι, πολύ απλά, δανειζόμενες με επιτόκιο 1% θα διαθέσουν τα δανεικά για την αγορά ομολόγων της Ισπανίας ή της Ιταλίας που υπόσχονται πενταπλάσια ή εξαπλάσια απόδοση. Κι αυτό, τη στιγμή που οι περισσότερες είναι σε τόσο άθλια κατάσταση από άποψη κεφαλαιακής επάρκειας, ώστε να βρίσκονται στα πρόθυρα αναγκαστικής κρατικοποίησης. Αλλά η γενναιόδωρη ΕΚΤ τους βγάζει απ’ αυτή την άβολη θέση. Τη σημασία αυτής της επιλογής μπορεί εύκολα να την αντιληφθεί κανείς αν φανταστεί μια αντίστροφη χρήση του ποσού που χαρίζεται στο τραπεζικό λόμπι. Αν τα 489 δισ. ευρώ διετίθεντο ως δάνεια προς τα υπερχρεωμένα κράτη με το ίδιο χαμηλό επιτόκιο (1%) η κρίση χρέους και οι πιέσεις των αγορών θα ανακόπτονταν αισθητά.
Το ίδιο περίπου αποτέλεσμα θα προέκυπτε αν η ίδια η ΕΚΤ προέβαινε με το ίδιο ποσό σε επαναγορά χρέους από τη δευτερογενή αγορά, δηλαδή, σε τιμές πολύ κάτω από τις ονομαστικές, επιτρέποντας έτσι ένα άτυπο «κούρεμα» του χρέους των πιο επιβαρυμένων χωρών.
Χρήμα υπέρ Πίστεως
Ωστόσο, η επιλογή είναι σαφής. Η αδιάλλακτη κατά του πληθωρισμού ΕΚΤ είναι τελικά πρόθυμη να «κόψει» απεριόριστο χρήμα, αλλά μόνο για τις τράπεζες. Κι αυτό χωρίς την πραγματική υποχρέωση να διοχετεύσουν έστω και ένα ευρώ στη λεγόμενη πραγματική οικονομία. Αντ’ αυτού, οι φορολογούμενοι καλούνται να επωμιστούν το κόστος των «διασώσεων», οι μισθωτοί να χρηματοδοτήσουν με μειώσεις μισθών την ανάπτυξη και τα κράτη να εκχωρήσουν την κυριαρχία τους στους τραπεζίτες, εν είδει εγγύησης για την εξόφληση των δανειστών τους μέχρι τελευταίου σεντ.
Τι είδους ανάπτυξη,παρακαλώ;
Η διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ διατυμπανίζει όπου σταθεί κι όπου βρεθεί την ανησυχία της για την παγκόσμια οικονομία. Είτε είναι στην Ουάσιγκτον, είτε στη Νιγηρία κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για μια νέα Μεγάλη Ύφεση. Και ως αθώα του αίματος τούτου, της ύφεσης, καλεί τις ανεπτυγμένες χώρες να αναλάβουν δράση υπέρ ανάπτυξης και απασχόλησης.
Οι αγορές και οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης παρακολουθούν με τη μέγιστη δυνατή προσοχή τις κοινοτοπίες της κ. Λαγκάρντ. Ειδικά οι οίκοι- λύκοι κάνουν ό,τι μπορούν για να την επιβεβαιώσουν με βροχή υποβαθμίσεων: υποβαθμίστηκαν η Ουγγαρία, αλλά και η Ιαπωνία, προειδοποιήθηκαν οι ΗΠΑ, η Βρετανία αλλά και το ευρωπαϊκό ταμείο EFSF. Ουδείς στο απυρόβλητο. Ταυτοχρόνως, υποβαθμίζονται και οι εκτιμήσεις για τις αναπτυξιακές επιδόσεις της Ε.Ε. συνολικά και των χωρών μελών της. Όλων; Όχι, βέβαια. Στη Γερμανία καταγράφεται ρεκόρ αισιοδοξίας από τις επιχειρήσεις, δευτερευόντως και από τους καταναλωτές, στοιχεία που επιβεβαιώνουν τη μετεξέλιξη της Ε.Ε. σε λεόντειο εταιρία (υπέρ της πλεονασματικής Γερμανίας, φυσικά).
Η Γερμανία είναι το πρότυπο, λοιπόν, με τη δεκαετή λιτότητα και απορρύθμιση της αγοράς εργασίας που αυξάνουν τον στρατό των επίσημα φτωχών Γερμανών, προς δόξαν των δεικτών ανάπτυξης και πλασματικής αύξησης των θέσεων εργασίας με τη μερική απασχόληση.
Περί αυτής της ανάπτυξης μιλάει η κ. Λαγκάρντ και σε αυτή την ανάπτυξη κατατείνει και το ελληνικό πείραμα. Στο οποίο, παρά τις παταγώδεις δημοσιονομικές του αποτυχίες, πιστώνεται ένας μικρός «θρίαμβος»: ο ΟΟΣΑ βλέπει σημάδια βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας το πρώτο τρίμηνο του 2011, χάρη στη μείωση του εργατικού κόστους και στην αύξηση ρεκόρ στην παραγωγικότητα των εργαζομένων. Η Ελλάδα καταγράφει την υψηλότερη μείωση κόστους εργασίας στην ευρωζώνη (2,8%) και τη μεγαλύτερη αύξηση της παραγωγικότητας (2,4%). Κι αυτά με δραματική μείωση της απασχόλησης και εκτίναξη της ανεργίας στο 18%.
Τώρα γνωρίζουμε ποιο είναι το τίμημα της «ανάπτυξης» που θέλει η Λαγκάρντ και ποιος την πληρώνει.