Ποιος περιμένει ποιον, τελικά, στο ευρωπαϊκό τσίρκο; Περιμένει η Κομισιόν την αντίδραση της Ιταλίας στην «κίτρινη κάρτα» που της επιδείχθηκε για τον «αιρετικό», ή αντίστροφα η ιταλική κυβέρνηση περιμένει μέχρι πού θα το τραβήξει η Ε.Ε.; Περιμένουν οι 27 δοκιμάσουν τα όρια αντοχής του υπ’ ατμόν 28ου εταίρου τους, της Βρετανίας, ή είναι η Βρετανία που περιμένει να εξαντληθεί ο ζήλος των 27 για σκληρό Brexit; Περιμένουν οι μετριοπαθείς της Ε.Ε. να εκτονωθεί ο αντιμεταναστευτικός ζήλος των Όρμπαν και Σαλβίνι, ή μήπως είναι τελευταίοι που περιμένουν να προσχωρήσουν πλήρως οι υπόλοιποι στην πολιτική των ερμητικά κλειστών συνόρων; Μήπως όλοι περιμένουν τη Μέρκελ να αποφασίσει πώς θα ανακτήσει τον έλεγχο της κατάστασης στη διακυβέρνηση της Γερμανίας, και τελικά σε όλη την Ε.Ε.;

Ολόκληρη η ευρωπαϊκή ηγεσία αναδύει διαρκή και άπρακτη αναμονή. Επτά μήνες πριν τις ευρωεκλογές, από τη φιλόδοξη ατζέντα της Κομισιόν του Γιούνκερ –που περιελάμβανε από την ταχεία διεκπεραίωση του Brexit μέχρι τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης και από την αλλαγή στο σύστημα ασύλου μέχρι τη νέα διεύρυνση προς τα Δυτικά Βαλκάνια– σχεδόν τίποτε δεν δείχνει σημεία ζωής. Όλα είναι υπό επανεξέταση και επαναδιαπραγμάτευση. Η τελευταία σύνοδος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου είναι χαρακτηριστική της αδυναμίας λήψης αποφάσεων. Τα συμπεράσματα είναι μια συρραφή ευχών και παραινέσεων για το σύστημα ασύλου, την ενίσχυση της ευρωπαϊκής συνοριοφυλακής, τις «επιστροφές» μεταναστών. Τα μόνα ορατά στοιχεία σύγκλισης είναι ανάθεση στην Αφρική του ιδιότυπου outsourcing για τη συγκράτηση των μεταναστευτικών ροών και μια υστερική προσήλωση στα ζητήματα της «εσωτερικής ασφάλειας», από την οποία προκύπτουν νέοι κίνδυνοι παρακολούθησης και αστυνόμευσης εκατομμυρίων Ευρωπαίων. Ουδέν νεώτερον για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης, τη μετεξέλιξη του ESM, την τραπεζική ένωση από τη σύνοδο του ευρώ. Μια πρόταση για δημιουργία Πανευρωπαϊκού Ταμείου κατά της Ανεργίας επανέρχεται με ασαφή στόχευση, αλλά φιλτράρεται από το γερμανικό υπουργείου Οικονομικών, γιατί ότι δημιουργεί κόστος είναι εξ ορισμού ύποπτο.

Οι γερμανικές εξελίξεις

Η αναποφασιστικότητα πηγάζει από τη στάση αναμονής που έχουν επιβάλει οι εξελίξεις στη Γερμανία. Η ήττα του κυβερνητικού συνασπισμού στη Βαυαρία αναμένεται να εδραιωθεί και να διευρυνθεί σε μια εβδομάδα, στις τοπικές εκλογές στο κρατίδιο της Έσσης. Πολλοί έσπευσαν να προεξοφλήσουν την εξέλιξη ως αρχή του τέλους της ηγεμονίας της Μέρκελ. Η ίδια ωστόσο –με αξιοθαύμαστη αυτοκυριαρχία– μετέφρασε τα αποτελέσματα σε «εντολή προς την ίδια να ανακτήσει την εμπιστοσύνη της γερμανικής κοινωνίας». Η καγκελάριος δηλώνει πολύ απλά ότι θα επιδιώξει να αποσπάσει υπεραξίες ακόμη και από τα ράκη των κυβερνητικών της εταίρων, το SPD και τη CSU. Θα ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων στο εσωτερικό της Γερμανίας μέχρι να εδραιώσει την ηγεμονία της στο συνέδριο του κόμματός της, τον Δεκέμβριο. Μέχρι τότε, όμως, ολόκληρη η Ε.Ε. τίθεται σε κατάσταση αναγκαστικής αναμονής.

Το ιταλικό «μέτωπο»

Γι’ αυτό, μέχρι τότε, δεν πρέπει να αναμένονται συγκλονιστικές εξελίξεις ακόμη και στο μεγάλο φλέγον μέτωπο που άνοιξε ο «αιρετικός» ιταλικός προϋπολογισμός. Η Κομισιόν έσπευσε μεν να κάνει λόγο δημόσια για «άνευ προηγουμένου απόκλιση από τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας», αλλά αυτός ο χαρακτηρισμός δεν προδικάζει προσφυγή σε μέτρα εις βάρος της Ιταλίας. Ο Ιταλός πρωθυπουργός Πάολο Κόντε εκώφευσε στις πιέσεις που του άσκησαν οι ομόλογοί του να διορθώσει κάπως τον «καλό προϋπολογισμό» του και είναι απίθανο η επίσημη απάντηση της ιταλικής κυβέρνησης στην Κομισιόν να περιλαμβάνει υπόσχεση ότι θα κάνει πίσω.

Η υπό την Μέρκελ γερμανική ελίτ, ως είθισται την τελευταία εικοσαετία, αναδεικνύεται ως η μόνη που μπορεί να διασώσει κάποια εκδοχή του ευρωπαϊκού σχεδίου. Αυτό, όμως, προϋποθέτει την εντός Γερμανίας πολιτική ανασυγκρότηση, με παλαιούς και πιθανούς νέους συμμάχους για στήριξη του κυβερνητικού συνασπισμού. Μέχρι τότε, όμως, ολόκληρη η Ε.Ε. τίθεται σε κατάσταση αναγκαστικής αναμονής

Αυτό δημιουργεί προϋποθέσεις για την πιο σοβαρή κρίση στην ιστορία του Συμφώνου Σταθερότητας, αλλά από την άλλη πλευρά κανείς, και πολύ περισσότερο η γερμανική ηγεσία, δεν είναι διατεθειμένος να ρισκάρει σε αυτή τη φάση τη ρήξη με την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης. Η στάση αναμονής που επιβάλλουν οι ανάγκες της Γερμανίας σημαίνουν ένα μάλλον μακρόσυρτο παζάρι μεταξύ Κομισιόν και ιταλικής κυβέρνησης για την επινόηση των κατάλληλων τρικ που θα αφήνουν και τον σκύλο χορτάτο (το Σύμφωνο Σταθερότητας) και την πίτα ακέρια (τον ιταλικό προϋπολογισμό). Ψύχραιμος ως συνήθως ο επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ, χαρακτήρισε μεν αδιαπραγμάτευτη την τήρηση του Συμφώνου, αλλά υπενθύμισε τα δυνατά σημεία της Ιταλίας: εμπορικό πλεόνασμα, σχετικά υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα, μακρές περιόδους ωρίμανσης δανείων, υψηλή εγχώρια αποταμίευση. Και ο Ρέγκλινγκ κατέληξε: «Είναι σωστό να υπενθυμίσουμε στην Ιταλία τις δεσμεύσεις που ισχύουν για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Δεν υπάρχει, όμως, καμία ανάγκη πανικού. Τελικά, είναι κρίσιμης σημασίας ότι πάνω από το 60% των Ιταλών στηρίζουν το ευρώ. Μόνο ένας στους τέσσερις Ιταλούς θέλει την επιστροφή στη λιρέτα». Εν ολίγοις, και απηχώντας τη γερμανική οπτική, ο Ρέγκλινγκ συστήνει να αντιμετωπιστεί η Ιταλία κυρίως με πολιτικούς όρους.

Αυτοί οι πολιτικοί όροι, βεβαίως, έχουν και το τίμημά τους, αφού δίνουν το περιθώριο στον ακροδεξιό Σαλβίνι να «δουλεύει» κανονικά το ευρωπαϊκό ιερατείο και να προαναγγέλλει ότι μπορεί να διεκδικήσει την προεδρία της Κομισιόν ή ότι δεν θα υπερψηφίσει παράταση κυρώσεων κατά της Ρωσίας, αλλά και στον Όρμπαν της Ουγγαρίας να βγάζει γλώσσα στους ηγέτες του ΕΛΚ και να τους προκαλεί αν έχουν κότσια να τον διώξουν. Κανείς δεν φαίνεται διατεθειμένος να αντιμετωπίσει την «αυθάδεια» που εκπέμπουν οι ακροδεξιοί ταραξίες της Ε.Ε., κι αυτό σχετίζεται πάλι με τη στάση αναμονής, στην πραγματικότητα το τέλμα που έχουν επιβάλει οι εξελίξεις στη Γερμανία.

Ουδέν μονιμότερον…

Αυτό αντανακλάται και στις διαπραγματεύσεις για το Brexit. Λιγότερο από έξι μήνες πριν την οριστική αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε., άλλη μια άκαρπη σύνοδος των 27 με τη βρετανική κυβέρνηση έληξε με παραπομπή σε νέα σύνοδο, σε απροσδιόριστο χρόνο. Το μόνο καινούργιο στοιχείο που προστέθηκε είναι η διάθεση της Βρετανίας να δεχθεί παράταση της μεταβατικής περιόδου για την προσαρμογή των επιχειρήσεων μετά την αποχώρηση μέχρι και το 2021. Ουδέν μονιμότερον του προσωρινού και του μεταβατικού, θα μπορούσε να σχολιάσει κανείς, κι όλοι φαίνονται πρόθυμοι να ροκανίσουν όσο περισσότερο χρόνο γίνεται. Δεν είναι σαφές ποιος εις βάρος ποιού.

Η Ε.Ε. διατρέχεται από τρομακτικό κενό ηγεσίας και προσανατολισμού. Το πολιτικό σύστημα σχεδόν σε όλες τις χώρες, αν και όχι ομοιόμορφα, ρευστοποιείται και κατακερματίζεται. Ο παραδοσιακός διπολισμός δεξιάς- σοσιαλδημοκρατίας αποδυναμώνεται, η ακροδεξιά αναδεικνύεται διπλά κερδισμένη, όχι μόνο από τα άμεσα εκλογικά οφέλη, αλλά και με την επίδραση που ασκεί στην δεξιά μετατόπιση όλου του φάσματος. Το εγχείρημα Μακρόν για συγκρότηση νέου πόλου δεν φαίνεται να ευδοκιμεί, η Αριστερά εμφανίζεται αδύναμη, στάσιμη και «λεηλατείται» από ακροδεξιά ή λαϊκιστικά σχήματα. Σε τελική ανάλυση το σχέδιο ολοκλήρωσης της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης έχει ανεπαρκή πολιτική στήριξη, ενώ ο φόβος μιας νέας κρίσης ευνοεί τη στροφή σε «εθνικές λύσεις». Σ’ αυτό το πλαίσιο, η υπό την Μέρκελ γερμανική ελίτ, ως είθισται την τελευταία εικοσαετία, αναδεικνύεται ως η μόνη που μπορεί να διασώσει κάποια εκδοχή του ευρωπαϊκού σχεδίου. Αυτό, όμως, προϋποθέτει την εντός Γερμανίας πολιτική ανασυγκρότηση, με παλαιούς και πιθανούς νέους συμμάχους για στήριξη του κυβερνητικού συνασπισμού. Πράγμα που επιβάλει μια μακρά γερμανική αναμονή –ή ένα τέλμα– σε όλη την Ε.Ε. Τουλάχιστον μέχρι τον προσεχή Δεκέμβριο.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!