Παρά τις πρώτες «καθησυχαστικές προς τις αγορές και τις Βρυξέλλες» δηλώσεις του Τζουζέπε Κόντε, τον οποίο προτείνουν για πρωθυπουργό οι 5 Αστέρες και η Λέγκα, η ευρωκρατία εξακολουθεί να ρίχνει προειδοποιητικές βολές προς τη Ρώμη. Οι αυξήσεις των spread των ιταλικών ομολόγων έναντι των γερμανικών, όπως και των επιτοκίων των ιταλικών τίτλων, ήταν ένα πρώτο μήνυμα των «αγορών». Ακολούθησε μια ευρεία γκάμα παραινετικών μηνυμάτων, έως και όχι πολύ συγκαλυμμένων απειλών, από θεσμικούς και εξωθεσμικούς παράγοντες της γερμανικής Ευρώπης…
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ξιφούλκησε εναντίον της «χαλάρωσης της δημοσιονομικής κατάστασης», δηλαδή της πιθανότητας να εφαρμόσει μια νέα ιταλική κυβέρνηση κάποια από τα φιλολαϊκά μέτρα που αποτελούσαν δεσμεύσεις των συνιστωσών της – κυρίως των 5 Αστέρων. Ταυτόχρονα, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Ντομπρόβσκις πήγε λίγο πιο μακριά, ζητώντας επιπλέον περικοπές 0,6% στις δημόσιες δαπάνες του επόμενου χρόνου, ενώ η γερμανική κυβέρνηση εξέφρασε την «ανησυχία» της για τις εξελίξεις στην Ιταλία. Από τους εξωθεσμικούς πρωταθλητές του σαθρού ευρωπαϊκού οικοδομήματος, χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Συνδέσμου Γερμανών Βιομηχάνων, που εξέφρασε την ελπίδα ότι ο μετριοπαθής Τζουζέπε Κόντε «θα φέρει τους κυβερνητικούς εταίρους ξανά στη γη».
Ανοιχτή επέμβαση ώστε να συνετιστούν οριστικά οι «λαϊκιστές»
Στόχος όλης αυτής της ομοβροντίας είναι η διατήρηση της πίεσης στους 5 Αστέρες και τη Λέγκα ώστε να κάνουν ακόμη περισσότερες υποχωρήσεις από αυτές που σηματοδοτεί το πολιτικό πρόγραμμα της υπό σχηματισμό κυβέρνησης. Κι ακόμη, να αποφευχθεί όσο γίνεται η ανάθεση κρίσιμων υπουργείων σε πρόσωπα που οι ευρωκράτες θεωρούν αμφιλεγόμενα – όπως ο ευρωσκεπτικιστής οικονομολόγος Πάολο Σαβόνα, που είχε τολμήσει να χαρακτηρίσει το ευρώ «γερμανικό κλουβί». Σε αυτήν την προσπάθεια εξωτερικών δυνάμεων να έχουν λόγο ακόμη και στη σύνθεση της κυβέρνησης, τσαλαπατώντας κυριαρχικά δικαιώματα ενός κράτους μέλους τα οποία (ακόμα τουλάχιστον) δεν έχουν εκχωρηθεί στο ιερατείο των Βρυξελλών, το ρόλο εκπροσώπου τους παίζει ο Ιταλός πρόεδρος Ματαρέλα – που στις διαβουλεύσεις αναπαράγει πιστά την κασέτα που παίζουν οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο.
Οι πονοκέφαλοι των ευρωπαϊκών ελίτ μπροστά στο ενδεχόμενο μιας «λαϊκίστικης» κυβέρνησης στην τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ε.Ε. (και αναλογικά εξίσου καταχρεωμένη με την Ελλάδα) εδράζονται στο γεγονός ότι ούτε οι 5 Αστέρες ούτε η Λέγκα είναι ακριβώς «δικοί τους» – όπως δεν ήταν «δικός τους» και ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, που βέβαια, λόγω μεγέθους, αποτελούσε πιο εύκολο θύμα. Δικοί τους, καταδικοί τους, είναι ο «κεντροαριστερός» Ρέντσι (που είπε ότι τώρα είναι ανάγκη «να οικοδομήσουμε μια ικανή αντιπολίτευση η οποία θα προτείνει μια εναλλακτική») και ο μονίμως υπόδικος Μπερλουσκόνι (που επιβεβαίωσε την αλλαγή γραμμής της Φόρτσα Ιτάλια: αντί να παράσχει ανοχή στον σύμμαχό του Σαλβίνι, θα καταψηφίσει μια «αφελή και ονειροπόλα κυβέρνηση»). Όπως γράφαμε και τις προηγούμενες εβδομάδες, και οι δύο «πιστοί φίλοι της Ευρώπης» ελπίζουν να αναρρώσουν από τα εκλογικά χαστούκια ασκώντας αντιπολίτευση…
Στόχος των Ευρωπαίων είναι η διατήρηση της πίεσης στους 5 Αστέρες και τη Λέγκα ώστε να κάνουν ακόμη περισσότερες υποχωρήσεις από αυτές που σηματοδοτεί το πολιτικό πρόγραμμα της υπό σχηματισμό κυβέρνησης στην Ιταλία. Κι ακόμη, να αποφευχθεί όσο γίνεται η ανάθεση κρίσιμων υπουργείων σε πρόσωπα που οι ευρωκράτες θεωρούν αμφιλεγόμενα
Το γερμανικό σχέδιο δεν πάει καλά
Άρα η επιχείρηση μετατροπής των εν δυνάμει επικίνδυνων «λαϊκιστών» σε κατοικίδια, δηλαδή η επανάληψη της ελληνικής περίπτωσης σε μια πολύ πιο ισχυρή χώρα, απαιτεί τέτοιου είδους διαρκή πίεση από την ευρωκρατία – με συνδυασμό δηλώσεων, απειλών και spreads που ανεβοκατεβαίνουν ανάλογα με το βαθμό υποχωρητικότητας των 5 Αστέρων και της Λέγκας. Από την άλλη, αυτές οι δύο συνιστώσες της υπό σχηματισμό κυβέρνησης δεν μπορούν να ξεκοπούν (και μάλιστα γρήγορα και άγαρμπα) από τα κύματα λαϊκής δυσαρέσκειας που τις έφεραν στη σημερινή πρωταγωνιστική θέση. Η μέχρι στιγμής «κατανόηση των ανησυχιών των εταίρων» δείχνει ότι είναι κι αυτές οι δυνάμεις πρόθυμες, προκειμένου να κυβερνήσουν, να προσαρμοστούν – αλλά για να το κάνουν θα πρέπει να βρουν τρόπο να καταλαγιάσουν τον λαϊκό παράγοντα που περίμενε μεγάλες αλλαγές, και έχει συνείδηση ότι η Ιταλία δεν είναι τόσο εύκολο θύμα όσο η γειτονική Ελλάδα.
Όπως και να προχωρήσουν οι εξελίξεις, τις οποίες παρακολουθούμε στενά (βλ. και άρθρο του Κάρλο Φορμέντι), ένα πράγμα παραμένει φανερό: δεν πάει καλά το σχέδιο της Γερμανίας για αναζωογόνηση του σαθρού οικοδομήματος της Ε.Ε. υπό δική της ηγεμονία στα πλαίσια ενός κουαρτέτου που θα έδινε το ρυθμό. Πέρα από το γεγονός ότι η ίδια η Μέρκελ κάθε άλλο παρά πέτυχε την άνετη εκλογική νίκη που προσδοκούσε, και ίδρωσε επί 6 μήνες μέχρι να ξανασχηματίσει κυβέρνηση, και οι άλλες τρεις συνιστώσες του σχεδιαζόμενου κουαρτέτου είναι προβληματικές. Στην Ιταλία αναμένεται ο σχηματισμός κυβέρνησης από δυνάμεις που δεν είναι φιλογερμανικές. Το ισπανικό κράτος δεν μπορεί να βγει από την παρατεταμένη πολιτική κρίση, ούτε να απαλλαγεί με την καταστολή από εκατομμύρια υπηκόους του που θέλουν διαζύγιο. Ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν, παρά τα μεγαλεπήβολα και εν πολλοίς αντιφατικά σχέδιά του σε ευρωπαϊκό και υπερατλαντικό επίπεδο, αντιμετωπίζει μια διαρκή εσωτερική αμφισβήτηση. Και, πάνω απ’ όλα, η δυσαρέσκεια των λαών της Ευρώπης για το κολάρο που τους έχουν φορέσει δεν υποχωρεί. Οι πονοκέφαλοι των ελίτ θα έχουν διάρκεια!