Με μια συνήθη ανάλυση κόστους-οφέλους πολυεθνικές στέλνουν χιλιάδες στο θάνατο. Της Αλίκης Βεγίρη

Στις 24 του περασμένου Νοέμβρη, το εργοστάσιο ρούχων Tazreen, στα περίχωρα της Ντάκα, πρωτεύουσας του Μπαγκλαντές, τυλίχτηκε στις φλόγες, με αποτέλεσμα 112 εργάτες ν’ απανθρακωθούν. Συνηθισμένα πράγματα…
Το Μπαγκλαντές, τις τελευταίες δεκαετίες έχει εξελιχθεί στον δεύτερο, μετά την Κίνα, κατασκευαστή ρούχων για λογαριασμό γνωστών, αμερικανικών κυρίως εταιριών, με περίπου 4.000 εργοστάσια και τις εξαγωγές ν’ αγγίζουν τα 18 δισ. δολάρια ετησίως.
Το Tazreen έραβε ρούχα κυρίως για το Walmart, το μεγαλύτερο εμπορικό κατάστημα στον κόσμο, γνωστό για τις φτηνές τιμές, τα φτηνά μεροκάματα (αυτά πάνε συνήθως μαζί) και τις άθλιες συνθήκες εργασίας των υπαλλήλων του – και όχι μόνο. Σύμφωνα με ντοκουμέντα, που έφερε στο φως το Bloomberg, το Walmart μαζί με άλλες εταιρίες που χρησιμοποιούσαν το εργοστάσιο για τον ίδιο σκοπό, όπως η GAP και η Target, είχαν ειδοποιηθεί ήδη από τον Απρίλιο του 2011 για τα προβλήματα ασφάλειας που παρουσίαζε και για το σκοπό αυτό τούς είχε ζητηθεί να δώσουν κατιτίς περισσότερο, ώστε το εργοστάσιο να επισκευασθεί και να γίνει ασφαλές. Η απάντηση των εκπροσώπων του Walmart ήταν ότι «ναι, ξέρετε, γνωρίζουμε ότι υπάρχουν προβλήματα στα ηλεκτρικά και στα συστήματα πυρόσβεσης, αλλά έχουμε να κουμαντάρουμε άλλα 4.500 εργοστάσια, οπότε δεν θα είναι οικονομικά εφικτό να προβούμε σε τέτοιας έκτασης επενδύσεις».
Όπερ μεθερμηνευόμενο, σήμαινε ότι αναλαμβάνουμε το όποιο ρίσκο, διότι εκτιμούμε ότι θα μας έρθει φτηνότερα. Κυνισμός; Μπα! Επιχειρηματικός ορθολογισμός, βάσει των συνήθων αναλύσεων οφέλους-κόστους.

Στον ίδιο κατάλογο με τα αναλώσιμα
Το Walmart, φυσικά δεν αποτελεί εξαίρεση. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα από τον κόσμο των επιχειρήσεων, όπου η ανθρώπινη ζωή μπαίνει στο ίδιο excel με τα αναλώσιμα, και αποτιμάται αντιστοίχως, αναλόγως πάντοτε του γεωγραφικού πλάτους και μήκους. Άλλη η αποτίμηση στο Μπαγκλαντές, άλλη στη Βραζιλία, άλλη στην Αμερική.
Ανάμεσα, λοιπόν, στα 1973 και 2009, είχε παρατηρηθεί ότι όταν ένα φορτηγό συγκεκριμένης μάρκας (General Motors) συγκρουόταν με ένα άλλο, υπήρχε μεγάλη πιθανότητα το ρεζερβουάρ του πρώτου να εκραγεί. Εξαιτίας αυτού του κατασκευαστικού λάθους, 2.000 περίπου άνθρωποι στις ΗΠΑ είχαν αφήσει τα κοκαλάκια τους στην άσφαλτο Από έρευνες αποδείχτηκε ότι το πρόβλημα οφειλόταν στη θέση που είχε το ρεζερβουάρ, στα πλαϊνά του φορτηγού, για λόγους εξοικονόμησης ενέργειας. Αντί να ανακαλέσει η εταιρία τα προβληματικά μοντέλα, έβαλε τους μηχανικούς και τους λογιστές της να υπολογίσουν πόσο θα κόστιζε ο επανασχεδιασμός και η ανακατασκευή, και πόσο η αποζημίωση των υποψήφιων θυμάτων. Οι αριθμοί έδειξαν αυτό που υποπτευόμαστε: η αντικατάσταση θα κόστιζε 8,6 δολάρια το όχημα, ενώ η αποζημίωση, για έναν υποθετικό αριθμό 500 θυμάτων το χρόνο, θα κόστιζε 2,4 δολάρια ανά φορτηγό. Σκεπτόμενη, λοιπόν, ορθολογικά, η εταιρία εγκατέλειψε κάθε σχέδιο για απόσυρση και ανακατασκευή. Όχι όμως για πολύ. Ο τρόπος σκέψης της δεν εκτιμήθηκε από ένα δικαστήριο του Λος Άντζελες, το οποίο τής εκδίκασε πρόστιμο περί τα 5 δισ. δολάρια για αποζημιώσεις των θυμάτων. Παρά τον ορθολογισμό της, όμως, η GM, είχε και άλλες ατυχίες. Με το που ξέσπασε η κρίση, ήταν από τις πρώτες που παρασύρθηκε, κηρύσσοντας αναγκαστικά πτώχευση. Αν δεν ήταν τα 25 και πλέον δισ. του αμερικανικού κράτους να τη συγκρατήσουν, σήμερα η GM θα βρισκόταν στα θυμαράκια.

Η… άτυχη στιγμή
Ας δούμε και μια άλλη περίπτωση. Το 2005 σε κάποιο διυλιστήριο της BP στο Τέξας σημειώθηκε έκρηξη σκοτώνοντας 15 εργάτες, που εκείνη την ώρα βρίσκονταν σε παρακείμενα τροχόσπιτα. Θα μπορούσε να περάσει σαν μια άτυχη στιγμή για κάποιους άτυχους εργάτες. Στη δίκη όμως που ακολούθησε ήρθαν στο φως έγγραφα που αποδείκνυαν ότι τρία χρόνια πριν, η BP είχε κάνει μια ανάλυση κόστους-οφέλους για το είδος του υλικού που θα χρησιμοποιούσε στις γύρω εγκαταστάσεις, και από τα οποία προέκυπτε ότι η χρήση ενός φτηνού αλλά ακατάλληλου υλικού, αντί ενός ακριβού, αλλά ανθεκτικού στις εκρήξεις, θα μπορούσε να εξισορροπήσει το κόστος από πιθανές αποζημιώσεις σε περίπτωση ατυχήματος. Για τους υπολογισμούς αυτούς, η BP καταδικάστηκε τελικά να πληρώσει από 10 εκατ. δολάρια για κάθε σκοτωμένο εργάτη.
Δυστυχώς, στα περισσότερα από τα ατυχήματα, η απόδειξη ύπαρξης δόλου πίσω από τη λήψη ελλιπών μέτρων ασφαλείας είναι δύσκολο να προσκομιστεί, με αποτέλεσμα οι εταιρίες να ξεφεύγουν με κάτι ψιλά και να συνεχίζουν να εκθέτουν σε κίνδυνο τις ζωές των εργαζομένων.

[Το παρόν κείμενο βασίστηκε στο άρθρο Death and Number-Crunching in Corporate America των Thom Hartmann και Sam Sacks, το οποίο δημοσιεύτηκε στις 13/12 στην ιστοσελίδα https://truth-out.org]

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!