Με γρήγορους ρυθμούς αποκαλύπτεται πια σε όλους, το πολιτικό «διά ταύτα» της πρωτοφανούς επίθεσης των «εταίρων και των «δανειστών», ενάντια στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Με μοχλό τα οικονομικά προβλήματα της χώρας, οι «αγορές», παράλληλα με την εξασφάλιση της κερδοσκοπίας τους, επιχειρούν πρωτίστως να μονιμοποιήσουν και να ενισχύσουν την πολιτική τους επικυριαρχία.
Τα έχουμε χιλιοπεί και τα έχουμε αναλύσει όλα τούτα και κυρίως τα ζούμε αρκετά χρόνια τώρα. Με το να τα αναμασάμε, μάλλον δεν προσφέρουμε παραπανίσια γνώση σε κανέναν.
Όταν βλέπεις τους μισθοφόρους των «αγορών» να απαιτούν από τον πρωθυπουργό«να απαλλαγεί από την άκρα Αριστερά (far left) του ΣΥΡΙΖΑ για νακαταστεί δυνατή μια συμφωνία διάσωσης», το πολιτικό επίδικο γίνεταιπολύ καθαρό.
Όταν διαβάζεις ότι «η ιδέα θα ήταν για τον κ. Τσίπρα να σφυρηλατήσει μια νέα συμμαχία με παραδοσιακό κεντροαριστερό κόμμα στην Ελλάδα, το πολιορκούμενο ΠΑΣΟΚ, και το Ποτάμι…», τότε το πράγμα ξεκαθαρίζει εντελώς.
Αν καλοσκεφτείς τι είναι εκείνο που με κάθε τρόποκαι με κάθε κόστος αντιμάχεται το «σύστημα», καταλήγεις πως είναι το ίδιο με εκείνο που πυροδότησε το λαϊκό παράγοντα να επιλέξει το ΣΥΡΙΖΑ για κυβέρνηση.
Η αριστεροσύνη.
Το ήθος, η εντιμότητα, η αίσθηση του αγώνα, της δημοκρατίας, η συλλογικότητα, η ανθρωπιά, όλα εκείνα τα στοιχεία που ιστορικά χαρακτηρίζουν και εμπνέουν την Αριστερά.
Το βασικό, λοιπόν, ταξικό καθήκον κάθε «εν τη πράξει» και όχι στα λόγια αριστερού, κάθε κοινωνικού αγωνιστή, κάθε απλά προοδευτικού ανθρώπου τούτη την ώρα, δεν μπορεί να είναι άλλο παρά να περιφρουρεί καινα υπερασπίζεται τούτη τη μονάκριβη «προίκα» της Αριστεράς.
Τούτο το «κόκκινο σήμα κατατεθέν» είναι, εκ των πραγμάτων, το ισχυρό όπλο μας απέναντι στον εχθρό, τούτη η σταθερή αριστερή ρότα, είναι η υπολογίσιμη από τον αντίπαλο δύναμή μας.
Αναρωτιέμαι, λοιπόν, γιατί μια κριτική προς την κυβέρνηση που εξόφθαλμα και ανιδιοτελώς περιφρουρεί και ενδυναμώνει τούτο το πλεονέκτημά της, κάποιοι κυβερνητικοί και κομματικοί θεματοφύλακες την αντιμετωπίζουν σαν «εχθρική ενέργεια».
Δεν καταλαβαίνω γιατί όταν η διαγραφή του χρέους γίνεται διαβεβαίωση πως θα το πληρώνουμε στο «διηνεκές», πρέπει να κάνω πως δεν ακούω.
Δεν καταλαβαίνω γιατί η κριτική στην απόφαση«διεύρυνσης» του ΤΑΙΠΕΔ αντί της κατάργησης του, είναι υπονόμευση της κυβέρνησης.
Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να καταπιώ ότι η επιλεκτική αύξηση του ΦΠΑ σε νησιά και η ιδιωτικοποίηση των αεροδρομίων, είναι«ανοιχτό θέμα».
Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να προσποιούμαι ότι η παραχώρηση του ΟΛΠσε «κοινοπραξία», δεν είναι ιδιωτικοποίηση.
Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να χαίρομαι που η κατάργηση των μνημονιακών συμβάσεων, έγινε «έντιμος συμβιβασμός».
Δεν καταλαβαίνω,επίσης, γιατί όταν όλα τούτα τα γράφω και τα λέω, κάποιοι αριστεροί στυλοβάτες της κυβέρνησης με «ταυτοποιούν» με τον Πρετεντέρη, το Σκάι και τη Bild;
Ούτε καταλαβαίνω το επιχείρημάτου, πως «τούτη τη δύσκολη στιγμή δεν είναι ώρα για κριτική στην κυβέρνηση».
Ποια είναι τελικά η ώρα, για να ενημερώσουμε και την κοινωνία που δεν διαθέτει απεριόριστες αντοχές;
Φαίνεται πως πολλά δεν καταλαβαίνω και μακάρι να είμαι ο μόνος.
Φοβάμαι όμως μήπως τούτη η ενοχοποίηση της κριτικής, αχρηστεύει ένα βασικό όπλο της Αριστεράς.
Τις σταράτες κουβέντες.
Καλή Ανάσταση, σύντροφοι!