Η κυβέρνηση για να δικαιολογήσει τη μνημονιακή της μετάλλαξη προσπαθεί με κάθε τρόπο να μας πείσει ότι από τα μέσα Αυγούστου, που έληξε τυπικά το 3ο μνημόνιο, είμαστε εκτός μνημονίων. Αυτή βέβαια η ειδυλλιακή εικόνα δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την πραγματικότητα.

Ο εκβιασμός της «δόσης» του 1 δισ. ευρώ

Οι εκθέσεις της Κομισιόν, από τη μια δίνουν συγχαρητήρια στη δουλικότητα της κυβέρνησης και από την άλλη επισημαίνουν τα, κατά τη γνώμη τους, προβλήματα της οικονομίας και απαιτούν την εφαρμογή νέων «προαπαιτούμενων» (βλέπε «“Μαύρα μαντάτα” οι εκθέσεις της Κομισιόν, Δρόμος, φύλλο 444). Και ακολουθεί το Eurogroup που αποφασίζει, με βάση την υλοποίηση ή μη των προαπαιτούμενων, την απελευθέρωση της «δόσης» που δεν είναι πλέον χρήματα των δανειστών αλλά μέρος από τα μέτρα ελάφρυνσης του δημοσίου χρέους που αποφασίστηκαν το 2018.

Τον περασμένο Δεκέμβριο στο Eurogroup καταγράφηκε η πρώτη απόρριψη εκταμίευσης προς την Ελλάδα 1 δισ. ευρώ. Πριν λίγες ημέρες, στις 11/3, στο πλαίσιο της δεύτερης «μεταμνημονιακής» αξιολόγησης, είχαμε δεύτερη απόρριψη και πάμε για νέα συζήτηση στις 25/3 στο EuroWorking Group, αν προλάβει να «συμμορφωθεί» η κυβέρνηση με τις απαιτήσεις των δανειστών, ώστε να εισηγηθεί την λήψη απόφασης για τον Απρίλιο. Διαφορετικά το «γαϊτανάκι» θα συνεχιστεί… Παράλληλα, οι θεσμοί, που ήρθαν στην Ελλάδα για εποπτεία τον Φλεβάρη (η γνωστή διαδικασία «Χίλτον»), θα ξανάρθουν για έλεγχο από 1η Απριλίου, στο πλαίσιο της «ενισχυμένης εποπτείας» στο οποίο υπάγεται η Ελλάδα. Μέσα δε σε όλα αυτά η Κομισιόν τον Φλεβάρη αποφάσισε μονομερώς την επέκταση της ενισχυμένης εποπτείας για την Ελλάδα κατά ένα εξάμηνο.

Στην παρούσα φάση ο εκβιασμός αφορά τη «δόση» 1 περίπου δισ. ευρώ. Τα χρήματα αυτά είναι μέρος του «πακέτου» για την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους. Πρόκειται για επιστροφή στην Ελλάδα 644 εκ. ευρώ που αποτελούν μέρος από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων που κατέχουν οι κεντρικές τράπεζες και η ΕΚΤ από το 2011-2012, όταν τα αγόρασαν σε εξευτελιστικές τιμές. Ο εκβιασμός αφορά επίσης 344 εκ. ευρώ που είναι το όφελος για την Ελλάδα από τη διατήρηση του αρχικού χαμηλού επιτοκίου δανεισμού. Δηλαδή δεν πρόκειται για κάποια εκταμίευση νέων δανειακών κεφαλαίων αλλά για επιστροφές κερδών προς την Ελλάδα και διατήρηση των επιτοκίων στα ίδια επίπεδα. Ο κ. Ρέγκλιγκ, επικεφαλής του ESM που δανείζει τα κράτη και διαχειρίζεται το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους, ήταν ο πρώτος που επεσήμανε την ανάγκη «συμμόρφωσης» της Ελλάδας με τα «συμφωνηθέντα». Σε διαφορετική περίπτωση είχε επισημάνει δεν θα υλοποιηθούν τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Σε συνέντευξή του πριν μερικές μέρες στην ΕΡΤ άφησε να εννοηθεί ότι η δόση δεν είναι δεδομένη ούτε και τον Απρίλιο αν δεν υπάρξει πλήρης συμμόρφωση.

Τα «προβλήματα» κατά τους δανειστές

Οι δανειστές επισημαίνουν ότι, αν και η κυβέρνηση έχει κάνει πρόοδο στην υλοποίηση των προαπαιτούμενων, υπάρχουν σημαντικά θέματα σε καθυστέρηση ή σε προβληματική πορεία. Αυτά συνοψίζονται ως εξής: α) Καθυστερεί η πώληση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ. β) Στο πλαίσιο των ιδιωτικοποιήσεων, διαπιστώνουν καθυστέρηση με το ξεπούλημα της Εγνατίας Οδού. γ) Καθυστερεί η στελέχωση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Θέλουν άμεσα μια πλήρως στελεχωμένη, ανεξάρτητη από την κυβέρνηση, αρχή με ιδιαίτερα μισθολόγια κ.λπ. που θα καταδιώκει τους οφειλέτες χωρίς κοινωνικές ευαισθησίες. δ) Η εξόφληση μεγάλου μέρους των οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες έχει μείνει πίσω σε σχέση με τον σχεδιασμό για να εμφανίζονται διογκωμένα, πλασματικά πρωτογενή υπέρ-πλεονάσματα. Η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να αποπληρώσει 1,3 δισ. ευρώ μέχρι τέλος Μαρτίου και έχει δώσει μέχρι τις 11/3 μόλις 600 εκ.

Το αγκάθι με τον «νόμο Κατσέλη»

Η πρόταση της κυβέρνησης για την προστασία της Ά κατοικίας που έγινε καθ’ υπαγόρευση των τραπεζών (βλέπε «Νέος “νόμος Κατσέλη” Λιγότερη προστασία σε ακόμα λιγότερους δανειολήπτες», Δρόμος, φύλλο 442) δεν βρίσκει σύμφωνους τους δανειστές που θέλουν να αποκλειστούν ακόμα περισσότεροι δανειολήπτες. Οι διαφωνίες τους αφορούν: α) Την ένταξη των «επιχειρηματικών» δανείων στην προστασία του νόμου. Πρόκειται για δάνεια 2 περίπου δισ., σύμφωνα με τα στοιχεία των τραπεζών, που μπορούν να ενταχθούν και αφορούν επιχειρηματικά δάνεια, κυρίως ελεύθερων επαγγελματιών, που έχουν ως εγγύηση την πρώτη τους κατοικία. Αυτές οι πρώτες κατοικίες, που αφορούν ένα τμήμα της κοινωνίας που έχει χτυπηθεί με σκληρό τρόπο, πρέπει να εξαιρεθούν από την οποιαδήποτε προστασία, σύμφωνα με τους θεσμούς. β) Τα περιουσιακά κριτήρια ένταξης. Αφού πέρασαν οι τράπεζες ως ανώτατο όριο οφειλών για ένταξη στην προστασία τις 130.000 ευρώ, μαζί με ενδεχόμενα συσσωρευμένους τόκους, έρχονται οι θεσμοί και μειώνουν τον αριθμό των εντασσόμενων με τη δραστική μείωση των περιουσιακών κριτηρίων. Η συμβιβαστική πρόταση κυβέρνησης-τραπεζών προέβλεπε οι καταθέσεις να μην ξεπερνούν το μισό της οφειλής. Έναντι αυτού η πρόταση των δανειστών είναι για μόλις 5.000 ευρώ!. Επίσης η αξία της ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη, ενώ η αρχική πρόταση ήταν για διπλάσιο της οφειλής (260.000 ευρώ στην ανώτερη βαθμίδα) η πρόταση των δανειστών είναι ανώτατο όριο οι 100.000 ευρώ. Ειδικά με αυτήν την προσέγγιση θα κοπούν πολλές χιλιάδες επιπλέον δανειολήπτες, από αυτούς που μένουν μετά το σφαγιαστικό ανώτατο όριο υπολοίπου δανείου των 130.000 ευρώ.

Συνεπώς, με τις προτάσεις των δανειστών διαμορφώνεται ένα τελείως αρνητικό πλαίσιο όσον αφορά τις δυνατότητες προστασίας της πρώτης κατοικίας. Η προστασία θα είναι ουσιαστικά κατ’ ευφημισμό, για να ενισχυθούν ακόμα περισσότερο οι τράπεζες και να κερδοσκοπήσουν τα ξένα funds σε βάρος της περιουσίας της κοινωνίας. Η μέθοδος πλέον είναι γνωστή για τους πολίτες: κατάσχεση της ακίνητης περιουσίας τους και πλειστηριασμός με συνοπτικές διαδικασίες.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!