του Φρεντ Χαλιντέι*
Από τα πρώτα παιδικά μας χρόνια ξέρουμε τα στερεότυπα των Χριστουγέννων – τα δώρα, τη γαλοπούλα και την πουτίγκα, τα στολίδια, το χιόνι, την γιορταστική ατμόσφαιρα και το ποτό. Παρ’ όλα αυτά όμως η ίδια η εξοικείωση με τα Χριστούγεννα και η ετήσια επανάληψή τους τείνουν να αποκλείσουν την ολοκληρωμένη και κριτική κατανόηση του ρόλου που παίζουν στην κοινωνία μας. Επιπλέον θα φαινόταν ιδιαίτερα νοσηρό να θέσει κάποιος το κρύο χέρι της ανάλυσης πάνω σε αυτό που είναι η κατ’ εξοχήν ευκαιρία για μια ανοιχτόκαρδη απόλαυση και για ένα αποξέχασμα μέσα από το αλκοόλ.
Αλλά είναι αυτή η ίδια η οικουμενικότητα και το μέγεθος των Χριστουγέννων που τα κάνουν την μεγαλύτερη γιορτή του κοινοτικού βίου των κοινωνιών της εποχής του ύστερου καπιταλισμού, που την βιώνουν όλοι και δεν την κατανοεί κανείς. Και οι γιορταστικές εκδηλώσεις του ύστερου καπιταλισμού, όπως και εκείνες των φεουδαρχικών κοινωνιών και των κοινωνιών που βασίζονταν στα γένη και τις φυλές, υπηρετούν σημαντικές λειτουργίες όσον αφορά τη διατήρηση της συνοχής και της ενότητας αυτών των κοινωνιών. Είναι περιστάσεις ξεφαντώματος μέσα σε έναν κόσμο καταπίεσης, και έτσι είναι ταυτόχρονα γιορτές παρά την καταπίεση και γιορτές της καταπίεσης. Η απελευθέρωση μιας αίσθησης που αντιμάχεται την καταπίεση μέσα όμως στο πλαίσιο της κοινωνικής τελετουργίας, ενισχύει τη δύναμη της καταπίεσης, με τον τρόπο που η κοινωνία επιστρατεύει αυθόρμητα αισθήματα ελευθερίας προκειμένου να ενισχύσει την δική της ανελεύθερη ιδεολογία και δομή. Την ίδια στιγμή, αυτές οι γιορτές είναι μια διαρκώς επανερχόμενη απόδειξη ότι είναι δυνατή η ανατροπή της καταπίεσης εάν οι απελευθερωτικές δυνάμεις μέσα στην κοινωνία εκδιπλωθούν με διαφορετικό τρόπο, και η ετήσια επάνοδος των Χριστουγέννων είναι μια επαναλαμβανόμενη υπόμνηση της δυνατότητας ανατροπής της κοινωνίας που διαθέτουμε και της αντικατάστασής της από μιαν άλλη. Εδώ εντοπίζεται η διαλεκτική των Χριστουγέννων.
Οι πολιτιστικές μορφές που πλαισιώνουν τα Χριστούγεννα στις μέρες μας, είναι το αποτέλεσμα συσσωρεύσεων στο επίπεδο του μύθου και των συμβόλων, στη διάρκεια μιας περιόδου χιλιάδων χρόνων, και όπως η κάθε εποχή κληροδοτεί τα σύμβολά της στις επόμενες, οι σημασίες τους μετασχηματίζονται και διαμορφώνονται από τα νέα κοινωνικά συστήματα που τα υιοθετούν. Στην περίπτωση των Χριστουγέννων όλα τα είδη στοιχείων παγανιστικής, ρωμαϊκής, περσικής, εβραϊκής, κελτικής, τευτονικής και χριστιανικής προέλευσης έχουν αναμιχθεί προκειμένου να δημιουργήσουν την γιορτή με τη μορφή που την γνωρίζουμε σήμερα. Αν και σήμερα βρισκόμαστε κάτω από την πίεση που μας ασκεί το βάρος των Χριστουγέννων ως παγιωμένη παράδοση, η μορφή τους έχει καθοριστεί από μια μεγάλη ιστορική και κοινωνική εξέλιξη. Παρ’ όλα αυτά οι απαρχές τους εδράζονται στον μύθο και την ψευδή παράσταση. Τα Χριστούγεννα θεωρείται ότι είναι μια χριστιανική γιορτή, που τιμά τη γέννηση του Χριστού, του υιού τoυ Θεού, στις 25 Δεκεμβρίου του έτους 0. Ο Χριστός ως ιστορικό πρόσωπο δεν γεννήθηκε τον Δεκέμβριο, αλλά τον Ιούνιο ή τον Ιούλιο. Δεν γεννήθηκε το έτος 0 αλλά λίγο πριν ή λίγο μετά, και τα Χριστούγεννα είναι μια παγανιστική γιορτή που χρησιμοποιήθηκε από τους πρώτους Χριστιανούς σαν ένα μέσο για να μεταστραφεί η πίστη από τον παγανισμό προς τη νέα θρησκεία.
Τα Χριστούγεννα που έχουμε σήμερα είναι η σύνθετη ολοκλήρωση από μύθους και σύμβολα, όμως η σημασία της διαφοροποίησης της καταγωγής τους υποβιβάζεται μπροστά στον ρόλο που παίζει ο Χριστιανισμός για την διατήρηση της ύστερης καπιταλιστικής κοινωνίας. Δεν είναι τόσο η πολιτισμική αδράνεια ή η ανθρώπινη νοσταλγία που επιτρέπει στα Χριστούγεννα να γιορτάζονται κάθε χρόνο – όσο η εσωτερική δυναμική της ίδιας της καπιταλιστικής κοινωνίας
Ο Χριστός γεννήθηκε στην Βηθλεέμ, τον τόπο καταγωγής του Ιωσήφ, όπου οι γονείς του Χριστού είχαν πάει κατά τη διάρκεια μιας απογραφής πληθυσμού, επειδή οι άνθρωποι στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έπρεπε να πηγαίνουν στους τόπους καταγωγής τους προκειμένου να καταχωρηθούν όταν γινόταν απογραφή πληθυσμού. Οι ρωμαϊκές απογραφές πληθυσμού γινόντουσαν το καλοκαίρι –όταν είναι ευκολότερες οι μετακινήσεις– και υπήρξαν απογραφές λίγο πριν και λίγο μετά το έτος 0, όχι όμως κατά το έτος αυτό. Ο γιορτασμός της γονιμότητας και της αναγέννησης προς το τέλος του Δεκεμβρίου συναντιέται σε πολλές παγανιστικές κοινωνίες. Ο βασικός αστρονομικός παράγοντας που εμπλέκεται είναι το χειμερινό ηλιοστάσιο –στις 22 Δεκεμβρίου– όταν η διάρκεια της ημέρας αρχίζει να μεγαλώνει. Οι Ρωμαίοι γιόρταζαν την περίοδο 17-24 Δεκεμβρίου με μια γιορτή που την ονόμαζαν Σατουρνάλια, μια ευκαιρία για φαγοπότι, χορό και μασκαρέματα. Στον Βορρά, συμπεριλαμβανόμενης και της Βρετανίας, υπήρχε μια λιγότερο ζωντανή γιορτή που ονομαζόταν Yule (Γιουλ), όπου γιορταζόταν η προσδοκία για γονιμότητα την ερχόμενη χρονιά. Μέρος των γιορτασμών περιλάμβανε την ετοιμασία ξεχωριστών πλούσιων εδεσμάτων – η προέλευση από την οποία κατάγεται η σύγχρονη γαλοπούλα και η πουτίγκα δαμάσκηνου. Στην αρχαία Περσία, οι πιστοί της λατρείας του Ηλίου γιορτάζανε την αναγέννηση του Ηλίου, του ανίκητου και σωτήρα.
Παρ’ όλο που ο Χριστιανισμός είναι εμφανώς το προϊόν προηγούμενων θρησκειών του αρχαίου κόσμου, οι ίδιοι οι πρώτοι Χριστιανοί δεν γιόρταζαν τα Χριστούγεννα σαν μέγιστη γιορτή μέχρι τον 4ο αιώνα. Εκείνη την εποχή, δύο ανατολικές θρησκείες, ο Χριστιανισμός και η θρησκεία του Μίθρα –που ήταν μια λατρεία του Ηλίου– ανταγωνίζονταν για την διάδοσή τους στις καταπιεζόμενες τάξεις της φθίνουσας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αυτοί που ηγούνταν του Χριστιανισμού αποφάσισαν έτσι να υιοθετήσουν μια παγανιστική εορταστική ημερομηνία προκειμένου να γιορτάζουν την γέννηση του Χριστού συνδυάζοντάς την με την ευκαιρία μιας εκδήλωσης χαράς, προσδοκώντας με αυτό τον τρόπο να κερδίσουν πιστούς από τους ακόλουθους της λατρείας του Μίθρα και των ρωμαϊκών θρησκειών. Αντί του γιορτασμού του Κρόνου (Saturn) ή της γέννησης του Ηλίου σωτήρα, λάτρευαν τον Χριστό ως σωτήρα. (Αυτή η υιοθέτηση παγανιστικών συμβόλων για σκοπούς της Χριστιανικής θρησκείας ήταν συχνή. Το φωτοστέφανο υιοθετήθηκε σαν σύμβολο ιερότητας κατευθείαν από τη λατρεία το Μίθρα –ο Ήλιος–, και η φάτνη υπήρξε δάνειο από τη λατρεία του Άδωνι, που και αυτός εθεωρείτο ότι έχει γεννηθεί σε στάβλο).
Φύλο και τάξη
Ξεκινώντας με αυτή την πρώιμη κίνηση τακτικής στο πλαίσιο της πολιτικής για τον προσηλυτισμό προς τον Χριστιανισμό, τα Χριστούγεννα ενσωμάτωσαν κάθε είδος ετερογενούς πολιτιστικού συμβόλου, και έχουν έκτοτε υπηρετήσει διαφορετικές λειτουργίες μέσα στις διάφορες κοινωνίες όπου άνθισαν.
Η εβραϊκή γιορτή των φώτων, η Hanukkah (Χανούκα), οδήγησε στην πρακτική να χρησιμοποιούνται χρωματιστά φώτα την περίοδο των Χριστουγέννων – αν και το γεγονός ότι υπάρχει σκοτάδι μεγάλο μέρος της μέρας αυτή την περίοδο πρέπει να συντέλεσε επίσης. Μια άλλη προσθήκη προέρχεται από τον πανηγυρικό γιορτασμό του Αγίου Νικολάου, στις 6 Δεκεμβρίου. Ο Άγιος Νικόλαος ήταν ένας χριστιανός επίσκοπος της πρώιμης εποχής του Χριστιανισμού, προστάτης των μαθητών, των ναυτικών και των παιδιών – όπως επίσης και της Τσαρικής Ρωσίας. Η προστασία των παιδιών και η σχέση του με το δόσιμο δώρων προέρχονται από δύο έντονα ιδεολογικοποιημένους θρύλους που σχετίζονται με αυτόν. Σύμφωνα με τον ένα, κάποια μικρά πλούσια αγόρια θανατώθηκαν από έναν κακούργο χασάπη που τα τεμάχισε και τα πάστωσε. Ο Άγιος Νικόλαος τα επανασυγκόλλησε και τα επέστρεψε στους γονείς τους ζωντανά και υγιή. Μια άλλη ιστορία αφορά έναν έμπορο που έπεσε ξαφνικά στη φτώχεια και επρόκειτο να πουλήσει τις κόρες του σαν πόρνες, όταν παρουσιάστηκε ο Άγιος Νικόλαος μυστικά και τους έδωσε την προίκα που χρειαζόντουσαν προκειμένου να παντρευτούν σύμφωνα με την κοινωνική τους θέση. Το λανθάνον σεξουαλικό και ταξικό περιεχόμενο αυτών των θρύλων είναι φανερό. Όμως τουλάχιστον στον Αγγλοσαξωνικό κόσμο, το δόσιμο των δώρων μεταφέρθηκε από τις 6 Δεκεμβρίου στα Χριστούγεννα, ενώ ο Άγιος Νικόλαος τυποποιήθηκε και εκκοσμικεύτηκε σε Σάντα Κλάους – μια αμερικανική παραφθορά του ονόματός του στα Ολλανδικά.
Τα Χριστούγεννα όπως τα ξέρουμε σήμερα, πήραν τη μορφή τους τον 18ο και τον 19ο αιώνα. Οι άμαξες και τα σπίτια του 18ου αιώνα πάνω στις κάρτες αντανακλούν την αποκρυστάλλωση της μορφής τους ήδη από την εποχή εκείνη, ενώ η αύξηση της αποστολής καρτών με την επέκταση του φτηνού ταχυδρομείου από τη δεκαετία του 1860, και η αυξανόμενη δημοτικότητα του Χριστουγεννιάτικου δέντρου με τη συμβολή του πρίγκιπα Αλβέρτου (συζύγου της βασίλισσας Βικτωρίας της Αγγλίας) είναι μεταγενέστερες προσθήκες. Αυτό που έχουμε σήμερα είναι αυτή η σύνθετη ολοκλήρωση από μύθους και σύμβολα, όμως η σημασία της διαφοροποίησης της καταγωγής τους υποβιβάζεται μπροστά στον ρόλο που παίζει ο Χριστιανισμός για την διατήρηση της ύστερης καπιταλιστικής κοινωνίας. Δεν είναι τόσο η πολιτισμική αδράνεια ή η ανθρώπινη νοσταλγία που επιτρέπει στα Χριστούγεννα να γιορτάζονται κάθε χρόνο – όσο η εσωτερική δυναμική της ίδιας της καπιταλιστικής κοινωνίας.
Ιδεολογία
Πρώτα απ’ όλα τα Χριστούγεννα εξυπηρετούν την ενίσχυση συγκεκριμένων ιδεολογικών δεσμών μέσα στην καπιταλιστική κοινωνία. Οι δύο κεντρικές φιγούρες της φεουδαρχικής κοινωνίας –ο μονάρχης και ο Πάπας– αποκτούν ιδιαίτερο ρόλο την περίοδο των Χριστουγέννων, αυτή την φορά στην υπηρεσία της καπιταλιστικής μυστικοποίησης. Τα μηνύματά τους τονίζουν την ενότητα της Εκκλησίας και της Αυτοκρατορίας. Τα Χριστούγεννα μπορεί να βιώνονται σαν μια εμπειρία κυρίως εκκοσμικευμένη αλλά η θρησκευτική ιδεολογία σαλπίζεται από τα προγράμματα του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης, από τους ύμνους και την κουλτούρα αυτού του χρονικού διαστήματος, και αυτή η επίσκεψη που γίνεται στην εκκλησία μια φορά τον χρόνο για την παρακολούθηση του θεάματος χρησιμεύει στην άμβλυνση της υλιστικής συνείδησης σε μικρούς και μεγάλους. Η προώθηση της μοναρχικής ιδεολογίας είναι επίσης ενδογενές συστατικό των Χριστουγέννων. Ο μύθος του «Χριστού βασιλέα» απαντάται σε πληθώρα ύμνων και καρτών, και αν αυτό δεν είναι αρκετό, υπάρχει ο Καλός Βασιλιάς Βενσεσλάς που ρίχνει ψίχουλα στην αγροτιά της Βοημίας. Η μυστικοποιημένη μορφή των κοινωνικών σχέσεων στον ύμνο για τον Βενσεσλάς απαντάται σε όλες τις γιορτές αυτού του χρονικού διαστήματος. Στην αρχαία Ρώμη κατά τη διάρκεια των Σατουρναλίων απελευθερωνόντουσαν προσωρινά οι σκλάβοι, ενώ οι φεουδάρχες στη Ρωσία έδιναν δώρα στους δουλοπάροικούς τους κατά την περίοδο των Χριστουγέννων και βέβαια αυτή η ιδεολογική απόδοση των ταξικών σχέσεων βρίσκει την μοντέρνα της μεθυσμένη έκφραση στο πάρτι του γραφείου και στον χορό του εργοστασίου.
Πιο γενικά, η περίοδος των Χριστουγέννων χαρακτηρίζεται από την ιδεολογία της «ειρήνης πάνω στη Γη» και της «καλής θέλησης προς όλους τους ανθρώπους». Όσο γνήσιες και βαθιές και αν είναι αυτές οι προσδοκίες, χρησιμεύουν επίσης στο να υποκαθιστούν την ανάγκη για αλλαγή με μια αφηρημένη ευχή ή με μια πνευματική λύτρωση. Συσκοτίζουν την αναγκαιότητα της σύγκρουσης αν πρόκειται η ειρήνη και η καλή θέληση να καταστούν δυνατές. Μια καθολική συνειδητοποίηση της κρίσης διαλύεται μέσα σε μια παθητική μοιρολατρεία, και σε μια καλοσυνάτη αποβλάκωση.
Την ίδια στιγμή που οι δημόσιες δομές της μυστικοποίησης ενισχύονται, ενδυναμώνεται και η ιδιωτική δομή της οικογένειας. Όσο και αν είναι ανταγωνιστικές οι σχέσεις ανάμεσα σε γονείς και παιδιά, όσο πραγματικές και αν είναι οι μεταξύ τους διαφορές, τα Χριστούγεννα είναι η περίοδος για να το ξεχάσουμε. Η βία των οικογενειακών σχέσεων πνίγεται μέσα σε ένα τέλμα νοσταλγίας και μητρικού μαγειρέματος. Το δείπνο των Χριστουγέννων γίνεται μάρτυρας ενός κρεσέντο κακής πίστης και εξαπάτησης που ασκείται βίαια πάνω στο άτομο υπό την πίεση της οικογενειακής ιδεολογίας και της εσωτερικευμένης ενοχής για κάθε παραβίαση της παράδοσης. Αυτό υποβοηθείται από την σαφή επάνοδο των σχέσεων της παιδικής ηλικίας σε αυτή την περίοδο – μια επιστροφή στην παιδικότητα που χρησιμεύει και στην προστασία των μύθων της οικογένειας, και γενικότερα εμποδίζει το άτομο να βγάλει στην επιφάνεια το απελευθερωτικό δυναμικό των Χριστουγέννων. Ενώ γύρω από τον πνευματικό βωμό της Εκκλησίας λαμβάνει χώρα μια ψευδής λύτρωση του ανθρώπου, ένας πραγματικός γιορτασμός της καταπίεσής του εμφανίζεται μπροστά στον υλικό βωμό της Οικογένειας – το τραπέζι του Χριστουγεννιάτικου δείπνου. Την ίδια στιγμή που προσέρχεται να συναντήσει έναν ανύπαρκτο πνευματικό ελευθερωτή, δέχεται πισώπλατα το μαχαίρι που κόβει την οικογενειακή γαλοπούλα.
Χρήμα
Μια δεύτερη καθοριστική λειτουργία των Χριστουγέννων γίνεται απλά εμφανής: είναι μια καλή εμπορική μπίζνες. Τα πρώτα σημάδια ότι πλησιάζουν τα Χριστούγεννα είναι οι γιρλάντες και η διακόσμηση των καταστημάτων. Η περίοδος προ των Χριστουγέννων μετριέται κατά το κοινό ιδίωμα της αγοράς σε «χ μέρες πριν από τα Χριστούγεννα». Μόνο τον Δεκέμβριο πραγματοποιείται το 12,5 % του ετήσιου όγκου του λιανικού εμπορίου. Από τα μέσα του Νοεμβρίου τα ΜΜΕ είναι γεμάτα από διαφημίσεις που ωθούν τον κόσμο να κάνει τα ψώνια του, και ένας βουλευτής του βρετανικού κοινοβουλίου πρόσφατα έκανε έκκληση στον πρόεδρο της Επιτροπής Εμπορίου να απαγορεύσει την διαφήμιση που κάνουν οι κατασκευαστές παιχνιδιών γιατί «αυτό προκαλεί αναστάτωση στους χαμηλόμισθους εργάτες και στις χήρες με οικογένεια» (Times, 27/11/1969). Αντί το δόσιμο των δώρων να είναι μια αυθόρμητη πράξη, περιτριγυρίζεται από καπιταλιστική πίεση, η αξία των δώρων συχνά μετριέται με το πόσο στοιχίζουν, και η φορτωμένη με εντάσεις φύση των σχέσεων ανάμεσα στους γονείς και το παιδί, ίσως αντανακλάται στο γεγονός ότι αυτοί μπορούν να δωρίσουν μόνο κατά τη διάρκεια μιας θεσμοποιημένης περιόδου, και ακόμα και τότε συχνά πρέπει να εκτρέψουν το δόσιμο μέσω του μυθικού Σάντα Κλάους.
Η απελευθερωτική δράση των Χριστουγέννων ελέγχεται από την ίδια την θεσμοποίηση της έκφρασής της. Οι άνθρωποι θα έπρεπε να μπορούν να επιλέξουν πότε θα το ρίξουν έξω και πότε θα δώσουν δώρα ή πότε θα αγαπήσουν ο ένας τον άλλο: όμως τα Χριστούγεννα τους υποχρεώνουν και τους δεσμεύουν μέσα στο πλαίσιο της ιεροτελεστείας. Η έκφραση της ελευθερίας με αυτή τη μορφή είναι μια έκφραση της άρνησης της ελευθερίας
Μια τρίτη πλευρά των Χριστουγέννων αντανακλά το καταπιεστικό καναλιζάρισμα των απελευθερωτικών συναισθημάτων και δυνάμεων που αναδύονται μέσα στην κοινωνία. Τα Χριστούγεννα έχουν εμπνεύσει μερικά από τα μεγαλύτερα έργα της δυτικής μουσικής και ζωγραφικής, και κανένας δεν μπορεί να αρνηθεί ότι τα Χριστούγεννα εκφράζουν τις βαθύτερες προσδοκίες των ανθρώπων που υποφέρουν – τον πόθο για ειρήνη, ευτυχία, καλό φαγητό, κοινωνική ισότητα και ελεύθερη παροχή εμπορευμάτων. Στην καρδιά του χειμώνα και προς το τέλος του έτους όλες αυτές οι ροπές απελευθερώνονται ετήσια. Η έκφραση αυτών των απελευθερωτικών συναισθημάτων όμως ελέγχεται από τις κοινωνικές ιεροτελεστείες όπως γινόταν από την προϊστορική εποχή. Μακράν του να βρίσκουν την ικανοποίησή τους σε μια απελευθερωμένη κοινωνία, εκτρέπονται ενισχύοντας τις δομές της καταπίεσης. Η λειτουργία του μύθου είναι να παρέχει εκτονωτικές λύσεις στα πραγματικά προβλήματα, και η λειτουργία της ιεροτελεστείας είναι να παρέχει έναν ελεγχόμενο τρόπο έτσι ώστε η εκδήλωση των ανθρώπινων συναισθημάτων να μην οδηγεί στην καταστροφή των δομών απέναντι στις οποίες αυτά αντιδρούν.
Η απελευθερωτική δράση των Χριστουγέννων ελέγχεται από την ίδια την θεσμοποίηση της έκφρασής της. Οι άνθρωποι θα έπρεπε να μπορούν να επιλέξουν πότε θα το ρίξουν έξω και πότε θα δώσουν δώρα ή πότε θα αγαπήσουν ο ένας τον άλλο: όμως τα Χριστούγεννα τους υποχρεώνουν και τους δεσμεύουν μέσα στο πλαίσιο της ιεροτελεστείας. Και έτσι πιεζόμαστε να γιορτάζουμε αυτές τις ιδιότητες μια συγκεκριμένη ημερομηνία μέσα στο έτος προκειμένου να πάψουμε να τις εκφράζουμε για τους άλλους κατά τη διάρκεια του υπόλοιπου έτους. Η έκφραση της ελευθερίας με αυτή τη μορφή είναι μια έκφραση της άρνησης της ελευθερίας. Η ευτυχία των Χριστουγέννων καλύπτει την αθλιότητα της κοινωνίας. Η επάνοδος στην παιδικότητα την περίοδο των Χριστουγέννων, και οι χείμαρροι της ευρείας ιδεολογικής ανοησίας που ξεχύνονται αυτή την περίοδο, εκτός των άλλων χρησιμεύουν στο να αμβλύνουν οποιαδήποτε συνειδητοποίηση που θα διέθετε κριτικό περιεχόμενο και επαναστατικό δυναμικό.
Οι κρίσιμες δημιουργικές και αισθητικές ικανότητες προσβάλλονται από το φρικτό επίπεδο των χριστουγεννιάτικων διακοσμήσεων, των καρτών και των άλλων σχετικών, παρ’ όλα αυτά εκβιαζόμαστε ώστε να υποκύψουμε λόγω της ίδιας της «παραδοσιακότητας» του όλου πράγματος. Τα φώτα κατά μήκος της Regent Street το συμπυκνώνουν όλο αυτό – συνδέοντας το Σόχο με το Mayfair: αντί να υποδηλώνουν τον σκοπό των κοινωνικών σχέσεων πάνω στις οποίες βασίζονται τα μαγαζιά του κεντρικού Λονδίνου, αυτές οι διακοσμήσεις προσπαθούν να τις καλύψουν με ένα θεατρινίστικο σκηνικό. Η υπερκατανάλωση και η φρενίτιδα της μέθης των Χριστουγέννων χρησιμεύουν στο να αποτρέπουν την συνειδητοποίηση του τι ενέχεται. Επιπλέον οι κοινωνικές συνέπειες ενισχύονται από το γεγονός ότι τα Χριστούγεννα βιώνονται με έναν εξατομικευμένο και περίκλειστο τρόπο. Ο καθένας συμμετέχει στο οικογενειακό του γεύμα. Οι δρόμοι δεν είναι ποτέ τόσο άδειοι όσο την ημέρα των Χριστουγέννων. Η πραγματική κοινωνική ενότητα του έθνους και η κοινή αποδοχή αυτής της εξαιρετικής ιδεολογικής γιορτής συγκαλύπτονται, η μόνη ενότητα πραγματοποιείται μέσω της τηλεόρασης. Η Εκκλησία, η Βασίλισσα, και το τσίρκο του Billy Smart δεν είναι παρά οι πόλοι στους οποίους εστιάζει η επιφανειακή προσοχή. Έτσι ενώ όλοι βρίσκονται κοινωνικά ενοποιημένοι σε αυτή την πρόσληψη των Χριστουγέννων, αυτή η ενότητά τους προβάλλεται στις πιο παράλογες περσόνες του ύστερου καπιταλισμού – Θεούς, Βασίλισσες και κλόουν. Πέρυσι, οι Αμερικανοί μας έδωσαν ένα επιπλέον θέαμα στέλνοντας ανθρώπους γύρω από το φεγγάρι, αλλά αυτό προσαρμόστηκε άψογα μέσα στο γενικό μοτίβο.
Υπέρβαση
Εδώ βρίσκεται η διαλεκτική σημασία των Χριστουγέννων. Ο Ιησούς Χριστός κάποτε γινόταν αντιληπτός σαν μαχητικός σωτήρας. Ο Χριστιανισμός υπήρξε κάποτε μια επαναστατική ιδεολογία, αλλά έχει προ πολλού γίνει εργαλείο καταπίεσης και μύθου, και με την εξαίρεση των επαναστατών ιερωμένων της Λατινικής Αμερικής εξυπηρετεί την ενίσχυση της καπιταλιστικής κοινωνίας. Η επιθυμία για ευτυχία επιστρατεύεται για την υπεράσπιση των οργάνων της εξαθλίωσης και τα ιδεολογικά σύμβολα του μύθου χρησιμοποιούνται προσεκτικά για να πνίξουν το κριτικό και απελευθερωτικό περιεχόμενο της χριστουγεννιάτικης γιορτής. Η συντριβή της θεσμοποίησης της ευτυχίας, βρίσκεται στην απελευθέρωση των ανθρώπων από τον μύθο, από την ανάγκη τους να μεταθέτουν την λύτρωση στους Θεούς ή στην φιλανθρωπία, εδράζεται στην επανατοποθέτηση των ελπίδων των ανθρώπων πάνω στην συνειδητή ιστορική δράση.
Μέσα στο φαινομενικά αθώο κέλυφος των Χριστουγέννων, περιέχεται τόσο η καταπίεση όσο και ο πόθος για απελευθέρωση και επανάσταση. Οι Πουριτανοί τα απαγόρευσαν, οι Κουβανοί τα μετέθεσαν χρονικά, εμείς μπορούμε να τα υπερβούμε. Αυτό προϋποθέτει την απελευθέρωση του επαναστατικού δυναμικού που για την ώρα δεσμεύεται από τα σχήματα του ύστερου καπιταλισμού. Εν τω μεταξύ μπορούμε φυσικά να τα απολαύσουμε.
* O Φρεντ Χαλιντέι (1946-2010) ήταν Ιρλανδος συγγραφέας και πολιτικός αναλυτής. Το κείμενό του, «Η διαλεκτική των Χριστουγέννων», δημοσιεύτηκε στην χριστουγεννιάτικη έκδοση του 1969 του ριζοσπαστικού πολιτικού εντύπου Black Dwarf (που κυκλοφορούσε στη Μεγάλη Βρετανία από το 1968 μέχρι το 1972) στο οποίο ο Φρεντ Χαλιντέι ήταν μέλος της συντακτικής επιτροπής. Πηγή: www.versobooks.com.