Εδώ και αρκετό διάστημα συντηρείται μια συζήτηση για το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών. Την τελευταία βδομάδα όμως, από διαφορετικές μεριές και επίπεδα, έρχονται μηνύματα που στηρίζουν την εκτίμηση ότι έχουμε μπει για τα καλά σε μια απροσδιόριστης διάρκειας προεκλογική περίοδο. Όλο από άκρου εις άκρον το πολιτικό φάσμα δείχνει να κινείται έχοντας κατά νου τις εκλογές.
Σε ένα πρώτο επίπεδο, ο Μητσοτάκης είναι εμφανές ότι θα ήθελε εκλογές όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Η βασική επιλογή του, «νόμος και τάξη» (με όλα τα αλληλοδιάδοχα επεισόδια που την υποστηρίζουν) αυτό δείχνει. Εκμεταλλεύεται τη δομική κρίση (κρίση ρόλου) του ΣΥΡΙΖΑ στριμώχνοντάς τον και επιπλέον προωθεί στεγανά και διαχωρισμούς μέσα στην κοινωνία σε γραμμή που να του εξασφαλίζει επί του παρόντος ένα πλειοψηφικό εκλογικό τμήμα. Τυπικές «τακτικές» κινήσεις του δείχνουν επίσης προς την ίδια κατεύθυνση: Απειλή ανοίγματος της υπόθεσης Παππά-Καλογρίτσα-κανάλια, κλείσιμο νομοθετικών εκκρεμοτήτων, δανεισμός για τη στήριξη ενέσεων «παροχών» της τελευταίας στιγμής κ.λπ.
Και οι δύο συστημικοί πόλοι υπό πίεση και από θέση πολιτικής αδυναμίας
Ο ΣΥΡΙΖΑ και η ηγεσία του δεν είναι οι μόνοι στριμωγμένοι. Ούτε και το ΚΙΝΑΛ που πάει να σκιστεί ανάμεσα στους δύο πόλους. Ο Μητσοτάκης δυσκολεύεται όλο και περισσότερο να διαχειριστεί την κατάσταση και πιέζεται επίσης αφόρητα χρονικά από έναν συνδυασμό παραγόντων. Όσο πιo συνοπτικά γίνεται θα αναφερθούμε μόνο στα βασικά:
α) Οι πολιτικά ασήκωτες συνέπειες της διαχείρισης της πανδημίας. Πάνω στο έδαφος της σοβούσας δομικής κρίσης της χώρας και της προώθησης σαρωτικών αναδιαρθρώσεων «με την ευκαιρία του κορωνοϊού». Με επικείμενη την δραματική αύξηση της ανεργίας, τα μαζικά κλεισίματα μικρών επιχειρήσεων και τη συρρίκνωση των λαϊκών εισοδημάτων. Ήδη είναι εμφανές ότι έχει δοθεί το σήμα για ένα «κακήν κακώς» μισοάνοιγμα των κοινωνικών δραστηριοτήτων και για μια ονομαστική κήρυξη λήξης της πανδημίας. Το φιάσκο συνολικά των κυβερνητικών χειρισμών και η δυσφορία της κοινωνίας είναι πλέον τόσο ορατά που τροφοδοτούν συγκρούσεις και μέσα στον κυβερνητικό μηχανισμό και στην Επιτροπή των ειδικών. Σε ένα σχετικό πλαίσιο κλίματος «αναζήτησης φταίχτη» κινούνται και οι πρόσφατες δηλώσεις («Η Επιτροπή έχει χάσει εδώ και καιρό το ρυθμό της…») της Α. Κοτανίδου (υπεύθυνης για την διαχείριση των ΜΕΘ) αλλά και οι από διάφορες πλευρές (Βενιζέλος κ.ά.) «υποδείξεις» για το άμεσο πέρασμα της υγειονομικής (και μάλλον όχι μόνο) διαχείρισης σε ένα σχήμα ευρύτερης κοινοβουλευτικής στήριξης.
Κατά γενική εκτίμηση αυτά από μόνα τους θέτουν ως απώτατο χρονικό όριο για εκλογική προσφυγή με πρωτοβουλία Μητσοτάκη, το φθινόπωρο του 2021.
β) Η εσωτερική διαχείριση των πιέσεων (φανερά γερμανικών αυτή τη στιγμή και με πολύ απροσδιόριστη την κίνηση του αμερικάνικου παράγοντα) που τον ωθούν να συνομολογήσει τις δικές του μεγάλες και πολιτικά ιδιαίτερα επαχθείς «Πρέσπες» στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό, η απλή αναλογική επίσης θέτει περιορισμούς. Ο Μητσοτάκης για να διατηρήσει τον έλεγχο δεν χρειάζεται απλώς προβάδισμα αλλά ένα ποσοστό και μια πολιτική διάταξη που να αποκλείει συμμαχικές κυβερνητικές λύσεις έτσι ώστε να μπορεί να προχωρήσει αμέσως σε δεύτερες εκλογές (με ενισχυμένη).
Και βέβαια ίσως το κυριότερο. Εκλογές δεν προκηρύσσονται χωρίς την έγκριση του ξένου παράγοντα.
Πολιτική αστάθεια και οι συστημικές πολιτικές ζυμώσεις. Αναζήτηση νέας πολιτικής αρχιτεκτονικής;
Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που απασχολούνται διάφορες πλευρές με τη συμπεριφορά της κοινωνίας. Του λαϊκού παράγοντα. Διαβάζουν: διάχυτη κοινωνική δυσφορία και μαζική έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι και στους δύο πόλους του πολιτικού συστήματος. Χαμηλή εκτίμηση στους πολιτικούς και τους δημοσιογράφους. Σε συνδυασμό με στάση αδυναμίας του κοινωνικού σώματος, αναδίπλωσή του και «ρεαλισμό» (με όλες τις συνδηλώσεις του, θετικές και αρνητικές). Και πριν απ’ όλα επισημαίνουν μια απειλητική δυναμική απόρριψης του πολιτικού συστήματος στις νέες ηλικίες (17-35 ετών) και ένα υπολογίσιμο κινηματικό ρεύμα μέσα στη φοιτητική νεολαία. Ο «στρατηγικός» φόβος των συστημικών δυνάμεων είναι η συνάντηση ακριβώς αυτών των διαθέσεων. Ενός νεολαιίστικου κινηματικού ρεύματος με αντισυστημικά χαρακτηριστικά, με μια ευρύτερη αντίδραση των γενιών της επισφάλειας, στο έδαφος μιας γενικευμένης κοινωνικής δυσφορίας που έχει δείξει ροπές προς ευρείες ενότητες κοινωνικών αντιδράσεων όταν οξύνονται διαστάσεις του εθνικού ζητήματος. Οι κυβερνητικοί φόβοι για την εμφάνιση «νεοαγανακτισμένων» είναι χαρακτηριστικοί και έρχονται να συναντήσουν τις εκτιμήσεις του Ε. Βενιζέλου ότι το πραγματικό πρόβλημα είναι οι εσωτερικές αντιδράσεις για τα όσα προωθούνται στα ελληνοτουρκικά. Η απεύθυνση του Μητσοτάκη στη νεολαία στην πρόσφατη ομιλία του στη Βουλή είναι επίσης δηλωτική των ανησυχιών που υπάρχουν. Και της στρατηγικής προτεραιότητας να κρατηθούν χωρισμένα τα ρεύματα για τα οποία μιλήσαμε. Να εμπεδωθούν διαχωρισμοί μέσα στην κοινωνία.
Τα πολιτικά σχήματα που ηγούνται των δύο πόλων εκπέμπουν αδυναμία. Η δεκαετής διαχείριση του ειδικού καθεστώτος φαίνεται να σωρεύει δύσκολα αντιμετωπίσιμη πολιτική φθορά και για τους δύο. Σε αυτό το έδαφος γίνονται όλο και πιο φανερές οι ωθήσεις για ευρεία αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού
Τα πολιτικά σχήματα που ηγούνται των δύο πόλων εκπέμπουν αδυναμία. Η δεκαετής διαχείριση του ειδικού καθεστώτος φαίνεται να σωρεύει δύσκολα αντιμετωπίσιμη πολιτική φθορά και για τους δύο. Σε αυτό το έδαφος γίνονται όλο και πιο φανερές οι ωθήσεις για ευρεία αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού: Ανακοινωμένη ίδρυση κόμματος Τράγκα και το πολιτικό ντόμινο που μπορεί να προκαλέσει. Διαρκής επιθετικότητα της σαμαρικής πλευράς και πολιτικά μηνύματα από παράγοντες του καραμανλικού χώρου (Αντώναρος κ.ά.). Κινήσεις που διαπερνούν οριζόντια το πολιτικό σύστημα (παράγοντες που μαζεύει σε δημόσιες συζητήσεις «εφ’ όλης της ύλης» μέσα στον «κύκλο ιδεών» του ο Ε. Βενιζέλος, παρεμβάσεις του Σημίτη και του μπλοκ του, τα όσα επίσης εν είδει πλατφόρμας θέτει ο «θεσμικός δικαιωματισμός» που εκπροσωπεί ο Δ. Χριστόπουλος, ακόμα και οι αποστάσεις που εμφανίζεται να παίρνει η Ντ. Μπακογιάννη από την κυβέρνηση και οι προειδοποιητικές βολές που δέχεται σε απάντηση (;) είναι μόνο μερικές από τις πλούσιες εξελίξεις.
Το μοίρασμα της «πίτας των 32 δις» που αναμένονται από την Ε.Ε και οι σχετικές συγκρούσεις, ενδοπολιτικές αλλά και ανάμεσα στα ολιγαρχικά συμφέροντα που ελέγχουν τον Τύπο και το ποδόσφαιρο, είναι ακόμα ένας παράγοντας που κινεί τις εξελίξεις. Συνοπτικά, βρισκόμαστε σε μια φάση «κατάληψης-εξασφάλισης θέσεων» στην αφετηρία μιας περιόδου εξελίξεων μεγάλου «αναδασμού» οικονομικών και γεωπολιτικών συσχετισμών. Ας μην ξεχνάμε ότι και μια προηγούμενη μεγάλη κρίση τέτοιας αναδιάταξης του ‘89 ξεκίνησε από τον Τύπο και τον χώρο του αθλητισμού – ποδοσφαίρου.
Δυσμενές σκηνικό παγίδευσης του αντισυστημισμού. Προϋποθέσεις για μια διέξοδο
Η περιοριστική οπτική με την οποία κινείται επί του παρόντος ένα υπολογίσιμο αναδυόμενο νεολαιίστικο ρεύμα, οπτική που το κρατάει σε μεγάλο βαθμό απομονωμένο από τα όσα υφίστανται τα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα από την κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας, τροφοδοτεί τους όρους μιας διπλής παγίδευσης. Αφενός κάνει πιθανή την παγίδευση μιας πλειοψηφικής μερίδας του σε μια εκτονωτική απόσβεσή της μέσα στο σχήμα «ΣΥΡΙΖΑ και λοιπές δημοκρατικές και αριστερές δυνάμεις». Αφετέρου ωθεί τις ριζοσπαστικότερες διαθέσεις προς μια γκετοποίησή τους μέσα στους αντιπαραθετικούς προς την ευρύτερη κοινωνία «αντικρατισμούς της σέχτας» που ευδοκιμούν μέσα στον αντιεξουσιαστικό χώρο και δείχνουν να επενδύουν στην «αξιοποίηση» της περίπτωσης Κουφοντίνα για τη συγκρότηση «χώρου» και των σχετικών πολιτικοεκλογικών σχεδιασμών. Και αυτή η τελευταία εκδοχή θα μπορούσε να έχει τη δική της πολύ αρνητική συνεισφορά σε ένα σκηνικό πολιτικά καταστροφικής «πρωτόγονης» πόλωσης που θα ερχόταν να ταιριάξει μια χαρά με τα όσα απεργάζεται το σχέδιο «νόμος και τάξη».
Συνολικά η επικράτηση τέτοιων όρων, που ευνοούνται ιδιαίτερα από το εκλογικό καλεντάρι και πρέπει να υπολογίσουμε ότι έχουν πέραση στη συνείδηση μιας ευρείας αριστερής κοινής γνώμης και μάλιστα διεγερμένης λόγω απλής αναλογικής, θα συνιστούσε σοβαρή πολιτικοκοινωνική οπισθοδρόμηση και θα κατέληγε να δώσει σοβαρές ευχέρειες για την εκδίπλωση των κυβερνητικών και ευρύτερων συστημικών σχεδιασμών στους οποίους έχουμε ήδη αναφερθεί. Το άνοιγμα δυνατοτήτων διεξόδου προϋποθέτει τον προσανατολισμό προς ένα άλλων προδιαγραφών μαζικότητας πολιτικό κίνημα. Μαζικό δηλαδή απευθυνόμενο στα ευρύτατα κοινωνικά στρώματα που πλήττονται και δυσφορούν. Μιας ανταγωνιστικής πολιτικής προς τους κοινωνικοπολιτικούς διχασμούς που στήνει το πολιτικό σύστημα. Και πολιτικό δηλαδή αναφερόμενο με πραγματικούς όρους στο συνολικό πλέγμα των πολιτικών προβλημάτων που καθηλώνουν σήμερα το λαό και τη χώρα και ορίζουν τις εξελίξεις. Επ’ αυτών των προϋποθέσεων θα επανερχόμαστε. Αυτή πρέπει να είναι η προτεραιότητα για όλους εκείνους που θέλουν στα σοβαρά να αναφέρονται στην αναγκαιότητα της διεξόδου.