Η γρήγορη κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ, υπό την πίεση της προέλασης των δυνάμεων της αντιπολίτευσης (έτσι λέγονται τώρα οι αναβαπτισμένοι πλέον τζιχαντιστές) έφερε ξανά στην επιφάνεια την αναβαθμισμένη γεωπολιτική ισχύ της Τουρκίας. Ισχύ που της επιτρέπει να επιβάλλεται ως ρυθμιστής σε μια ευρύτατη περιοχή που ξεκινά από την Κεντρική Ασία, περνά από τη Μ. Ανατολή και τα Βαλκάνια και φτάνει μέχρι την Αφρική. Η παραπάνω διαπίστωση δεν έπεσε από τον ουρανό. Η Τουρκία έχει εδώ και χρόνια διατυπώσει τα σχέδια επεκτατισμού της, είτε με τον μανδύα του Παντουρκισμού, είτε με όνειρα αναστήλωσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, είτε διεκδικώντας ρόλο ηγέτη όλων των Σουνιτών. Όποτε της δίνεται ευκαιρία τα κάνει και πράξη, από την Αρμενία μέχρι τη Λιβύη και από τη Συρία και τα κουρδικά εδάφη μέχρι το Αιγαίο και την Κύπρο.
Η ανατροπή Άσαντ αποτελεί μια σαφή νίκη της Τουρκίας. Η Άγκυρα, εδώ και χρόνια, επένδυσε στο πρότζεκτ αλλαγής καθεστώτος στη Συρία, στηρίζοντας και ενισχύοντας ποικιλοτρόπως τις διάφορες οργανώσεις τζιχαντιστών στην περιοχή, σε έναν διαρκή διμέτωπο εναντίων του καθεστώτος αλλά και των κουρδικών πληθυσμών στη Β.Α. Συρία, έχοντας βάψει τα χέρια της με αίμα, με μια σειρά εγκλήματα είτε άμεσα με την εισβολή του τουρκικού στρατού στο Αφρίν είτε με τις δι’ αντιπροσώπου σφαγές των μειονοτήτων για πάνω από μια δεκαετία.
Η ανάδειξη στην ηγεσία της Δαμασκού μιας ανοιχτά φιλοτουρκικής κυβέρνησης ανοίγει τον δρόμο για εμπέδωση ταχύτερων βημάτων στους σχεδιασμούς της Άγκυρας. Οι δηλώσεις του Αμπού Μοχάμεντ Αλ Τζολάνι, ηγέτη της νέας κυβέρνησης, εκφράστηκε με τα θερμότερα λόγια για την Τουρκία, διαβεβαιώνοντας ότι θα έχει τον πρώτο λόγο στην «ανοικοδόμηση της Συρίας». Ο «πρώην τζιχαντιστής» (σύμφωνα με τα δυτικά Μέσα που ξέχασαν γρήγορα το ISIS αλλά και τον ισλαμοφασισμό) αναγνωρίζει τον Ερντογάν και την Τουρκία ως ντε φάκτο εγγυητή της νέας πραγματικότητας στη Συρία και σπεύδει ήδη να της παραδώσει τα χρυσαφικά της υπό ρευστοποίηση χώρας. Άλλωστε και η ίδια η Τουρκία έχει δείξει τις προθέσεις της, βρίσκοντας την ευκαιρία να επεκτείνει τη στρατιωτική της παρουσία στη Βόρεια Συρία, σφίγγοντας ασφυκτικά τον κλοιό γύρω από τους Κούρδους της Ροζάβα – επιδιώκοντας να μπλοκάρει δυνάμει σενάρια αναγνώρισης κουρδικής οντότητας στα νότια σύνορά της.
Τα οφέλη της Τουρκίας δεν σταματούν όμως μόνο στην «ανοικοδόμηση» της Συρίας. Η αλλαγή καθεστώτος στη Συρία, ανοίγει τον δρόμο για την επιστροφή μεγάλου μέρους των προσφύγων που βρίσκονται στη χώρα, τα οποία αναμένεται να γίνουν εργαλείο στις προσπάθειες πληθυσμιακής αλλοίωσης και εκ νέου σχεδιασμού του συριακού χάρτη. Ο άξονας Τουρκίας-Κατάρ, ανατρέπει εις βάρος του Ιράν, αλλά και των πετρομοναρχιών του κόλπου, τον συσχετισμό δυνάμεων στον ισλαμικό κόσμο, με τις αντανακλάσεις αυτής της ανατροπής να γίνονται ήδη εμφανείς στην παλαιστινιακή υπόθεση (βλέπε στάση της Χαμάς), προκαλώντας ανησυχία και σε άλλες χώρες όπου υπάρχει έντονη δράση των δικτύων των Αδελφών Μουσουλμάνων (βλέπε Αίγυπτος). Η περιφερειακή ενίσχυση της Τουρκίας, αναβαθμίζει τη θέση της Άγκυρας και στα παζάρια της Τουρκίας τόσο με τη Δύση όσο και με τη Ρωσία – αλλά και το Ιράν και την Κίνα–, με την Τουρκία να επιβάλετε ως ρυθμιστής τουλάχιστον για όσα συμβαίνουν στη γειτονιά μας. Η γρήγορη προσαρμογή της Μόσχας στα «νέα δεδομένα» και η «αποδοχή» της πισώπλατης μαχαιριάς της συμμάχου Τουρκίας είναι ενδεικτική αυτής της νέας πραγματικότητας.
Η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται σε αφασία, αρνείται να αναγνωρίσει την πραγματικότητα αυτή. Εμμονικά η ελληνική εξωτερική πολιτική συνεχίζει να αναπαράγει ό,τι προστάζουν οι «δυτικοί σύμμαχοι». Ο Κ. Μητσοτάκης χαιρετίζει την πτώση Άσαντ, την ίδια στιγμή που ο Γ. Γεραπετρίτης επιμένει στην πολιτική προσέγγισης και φιλίας με την Τουρκία. Το πολιτικό σύστημα εγγυάται την απραξία, πιστό στη λογική του δεδομένου συμμάχου του ΝΑΤΟ. Μπροστά στην ενδυνάμωση της Τουρκίας επιλέγει τον δρόμο της υποταγής και της δορυφοροποίησης, ελπίζοντας να επιβιώσει με τις πλάτες των ΗΠΑ. Δεν διδάσκεται από την ιστορία, δεν προετοιμάζεται για τα επόμενα βήματα του τουρκικού επεκτατισμού που απειλεί ανοιχτά Ελλάδα και Κύπρο. Κόντρα στην απραξία, την αφασία και την υποταγή απαιτείται μια πολιτική πολύπλευρης οικοδόμησης βαθμών ισχύος και κυριαρχίας, με υπεράσπιση του Ελληνισμού σε κάθε επίπεδο, πριν οι αναταράξεις της Μέσης Ανατολής αρχίσουν να προκαλούν ενεργά ρήγματα στην Κύπρο και το Αιγαίο.