Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου. Πριν από περίπου ένα χρόνο ο μέσος υπουργός απέφευγε να κυκλοφορεί δημοσίως. Λογική στάση. Οι κίνδυνοι δεν ήταν λίγοι.
Από πού, άραγε, αντλούν τα σημερινά στελέχη της συγκυβέρνησης το θάρρος να κυκλοφορούν, να συνεντευξιάζονται και, πολύ περισσότερο να διαρρέουν ή να ανακοινώνουν με παρρησία τις μικρές και μεγάλες δόσεις οικονομικού και κοινωνικού θανάτου που επιτάσσουν οι εταίροι-δανειστές; Πώς ένας υπουργός που ομολογεί (ενώπιον των συναδέλφων του που μέχρι πρότινος εκπροσωπούσε) ότι «οι δανειστές απαιτούν αίμα», πηγαίνει χωρίς πρόβλημα την επόμενη μέρα στο υπουργικό του γραφείο;
Η εξήγηση που οι ίδιοι οι υπουργοί της συγκυβέρνησης εκμυστηρεύονται είναι πως, παρά τις πιέσεις των τεχνοκρατών της τρόικας, τα πράγματα θα πάρουν τελικά μια καλύτερη έκβαση απ’ αυτή που διαφαίνεται. Τόσα καλά λόγια για τις «μεταρρυθμιστικές» προσπάθειες της κυβέρνησης, τόσα φιλικά κτυπήματα στην πλάτη από Ευρωπαίους αξιωματούχους, δεν μπορεί, κάτι καλό θα επιφυλάσσουν. Την επιμήκυνση προ παντός, αλλά ίσως και κάποια bonus – ένα ακόμη κούρεμα του χρέους, μια μείωση επιτοκίου, κάτι.
Και τα φιλικά κτυπήματα στην πλάτη δεν τελειώνουν εκεί. Προσέξτε πώς τα επιχειρηματικά «ζόμπι» έχουν ξεμυτίσει απ’ τις κρυψώνες τους, έχουν αρχίσει τις περαντζάδες στα υπουργικά γραφεία και τους διαγκωνισμούς για το μοίρασμα της εκποιούμενης κρατικής περιουσίας, το παιχνίδι στο χρηματιστήριο, την πώληση ελπίδας και προσδοκίας. Κι αυτοί, έχουν ένα καλό προαίσθημα για αίσιο τέλος. Κι έναν καλό λόγο για τους υπουργούς και τους κυβερνητικούς εταίρους: «Μπράβο, καλά πάτε».
Με τόσα ενθαρρυντικά λόγια, αναπτερώνεται το ηθικό της συγκυβέρνησης. Τα μέλη της αισθάνονται μια σταθερότητα, ή τουλάχιστον μια έλλειψη απειλής. Μερικές φορές φουντώνει τόσο η πολιτική τους αυτοπεποίθηση, που λένε και κανένα «όχι» στην τρόικα. Μετά τόσα χάδια, νιώθουν αρκετά δυνατοί για να δεχθούν ισάριθμα χαστούκια.
Σε γενικές γραμμές, η τρόικα εσωτερικού και οι υπουργοί τους νιώθουν πως έχουν επιτύχει μια κάποια ισορροπία, που τίποτα ορατό δεν φαίνεται να την απειλεί.
Μαγική εικόνα, ψευδαίσθηση, αυταπάτη ή απλώς πολιτική απάτη; Το σκοινί στο οποίο ισορροπούν μπορεί ανά πάσα στιγμή να σπάσει και οι ίδιοι να χάσουν τις ακροβατικές τους δεξιότητες. Πέρα από τα φιλικά κτυπήματα στην πλάτη, τίποτε δεν έχει αλλάξει επί της ουσίας στη στάση των πιστωτών. «Εν τη παλάμη και ούτω βοήσωμεν», είναι το μήνυμα για το αιματηρό «πακέτο» των 11,6 δισ. που βρίσκεται σε μια χαοτική κοπτοραπτική, αλλά και για τη δόση των 31 δισ. που δεν αναμένεται πριν τον Νοέμβριο. Πώς θα αντιμετωπιστεί το χρηματοδοτικό κενό ενάμιση ακόμη μήνα; Ποιοι θα είναι τα επόμενα θύματα της πολύμηνης στάσης πληρωμών, μετά τους ασθενείς ασφαλισμένους ή τους δήμους; Τα σχολεία; Οι μισθοί του Δημοσίου; Τα πενιχρά επιδόματα των ανέργων;
Κι έπειτα, όταν το υπό συναρμολόγηση τέρας του Φρανκενστάιν που ονομάζεται «πακέτο μέτρων» πάρει μορφή, ποιος αρχηγός εκ των τριών κυβερνητικών συνεταίρων έχει τη βεβαιότητα ότι οι βουλευτές του θα αντέξουν τη δοκιμασία της υπερψήφισής του; Και σε ποιες συνθήκες θα γίνει αυτό; Ποιος τους εγγυάται ότι το Κοινοβούλιο δεν θα βρεθεί ξανά πολιορκημένο από ένα πλήθος που θα έρθει από το πουθενά, όπως τον Ιούνιο του 2011;
Η αλήθεια είναι ότι, προς το παρόν, τίποτε ορατό δεν προϊδεάζει γι’ αυτό. Υπάρχουν πολλά μέτωπα και πεδία αντίδρασης στα μέτρα, αλλά κανένα πολιτικό ή άλλο κέντρο δεν φαίνεται να καλλιεργεί στην κοινωνική πλειοψηφία τη φιλοδοξία μιας αντίδρασης που θα ματαιώσει την ψήφιση των μέτρων. Ακόμη και ο ρατσιστικός ακτιβισμός των νεοναζί λειτουργεί σαν βολικός αντιπερισπασμός, παρά τη ρητορική του καταδίκη από τα κόμματα της συγκυβέρνησης, με το ρίσκο της «ηρωοποίησης» που περιλαμβάνει ο υπερβάλλων -και επί της ουσίας υποκριτικός- ζήλος τους.
Παρ’ όλα αυτά, τίποτε δεν δικαιολογεί την αταραξία της συγκυβέρνησης. Η ισορροπία στην οποία βολεύεται δεν είναι απλά εύθραυστη, αλλά ανύπαρκτη. Καθώς δοκιμάζει συνεχώς τα όρια αντοχής της συντριπτικής κοινωνικής πλειοψηφίας, αντιμετωπίζει δυο ενδεχόμενα. Το ένα παραπέμπει σε κατακερματισμό, ζούγκλα, κοινωνική αποσύνθεση, σε χάος, σε πόλεμο όλων εναντίον όλων, σε ένα εύφορο πεδίο για τους νεοναζί. Το άλλο, παραπέμπει σε μια ευεργετική κοινωνική έκρηξη που θα ξαναφέρει στο προσκήνιο την αναζήτηση εναλλακτικής πολιτικής λύσης. Και τα δύο ενδεχόμενα σημαίνουν κατάρρευση της συγκυβέρνησης και του σχεδίου μνημονιακής «παλινόρθωσης». Εννοείται πως η Αριστερά οφείλει να ευνοήσει το δεύτερο ενδεχόμενο. Αλλά όχι πάλι σαν αμήχανος θεατής, χαμένος στη μετάφραση.
Η εξήγηση που οι ίδιοι οι υπουργοί της συγκυβέρνησης εκμυστηρεύονται είναι πως, παρά τις πιέσεις των τεχνοκρατών της τρόικας, τα πράγματα θα πάρουν τελικά μια καλύτερη έκβαση απ’ αυτή που διαφαίνεται. Τόσα καλά λόγια για τις «μεταρρυθμιστικές» προσπάθειες της κυβέρνησης, τόσα φιλικά κτυπήματα στην πλάτη από Ευρωπαίους αξιωματούχους, δεν μπορεί, κάτι καλό θα επιφυλάσσουν. Την επιμήκυνση προ παντός, αλλά ίσως και κάποια bonus – ένα ακόμη κούρεμα του χρέους, μια μείωση επιτοκίου, κάτι.
Και τα φιλικά κτυπήματα στην πλάτη δεν τελειώνουν εκεί. Προσέξτε πώς τα επιχειρηματικά «ζόμπι» έχουν ξεμυτίσει απ’ τις κρυψώνες τους, έχουν αρχίσει τις περαντζάδες στα υπουργικά γραφεία και τους διαγκωνισμούς για το μοίρασμα της εκποιούμενης κρατικής περιουσίας, το παιχνίδι στο χρηματιστήριο, την πώληση ελπίδας και προσδοκίας. Κι αυτοί, έχουν ένα καλό προαίσθημα για αίσιο τέλος. Κι έναν καλό λόγο για τους υπουργούς και τους κυβερνητικούς εταίρους: «Μπράβο, καλά πάτε».
Με τόσα ενθαρρυντικά λόγια, αναπτερώνεται το ηθικό της συγκυβέρνησης. Τα μέλη της αισθάνονται μια σταθερότητα, ή τουλάχιστον μια έλλειψη απειλής. Μερικές φορές φουντώνει τόσο η πολιτική τους αυτοπεποίθηση, που λένε και κανένα «όχι» στην τρόικα. Μετά τόσα χάδια, νιώθουν αρκετά δυνατοί για να δεχθούν ισάριθμα χαστούκια.
Σε γενικές γραμμές, η τρόικα εσωτερικού και οι υπουργοί τους νιώθουν πως έχουν επιτύχει μια κάποια ισορροπία, που τίποτα ορατό δεν φαίνεται να την απειλεί.
Μαγική εικόνα, ψευδαίσθηση, αυταπάτη ή απλώς πολιτική απάτη; Το σκοινί στο οποίο ισορροπούν μπορεί ανά πάσα στιγμή να σπάσει και οι ίδιοι να χάσουν τις ακροβατικές τους δεξιότητες. Πέρα από τα φιλικά κτυπήματα στην πλάτη, τίποτε δεν έχει αλλάξει επί της ουσίας στη στάση των πιστωτών. «Εν τη παλάμη και ούτω βοήσωμεν», είναι το μήνυμα για το αιματηρό «πακέτο» των 11,6 δισ. που βρίσκεται σε μια χαοτική κοπτοραπτική, αλλά και για τη δόση των 31 δισ. που δεν αναμένεται πριν τον Νοέμβριο. Πώς θα αντιμετωπιστεί το χρηματοδοτικό κενό ενάμιση ακόμη μήνα; Ποιοι θα είναι τα επόμενα θύματα της πολύμηνης στάσης πληρωμών, μετά τους ασθενείς ασφαλισμένους ή τους δήμους; Τα σχολεία; Οι μισθοί του Δημοσίου; Τα πενιχρά επιδόματα των ανέργων;
Κι έπειτα, όταν το υπό συναρμολόγηση τέρας του Φρανκενστάιν που ονομάζεται «πακέτο μέτρων» πάρει μορφή, ποιος αρχηγός εκ των τριών κυβερνητικών συνεταίρων έχει τη βεβαιότητα ότι οι βουλευτές του θα αντέξουν τη δοκιμασία της υπερψήφισής του; Και σε ποιες συνθήκες θα γίνει αυτό; Ποιος τους εγγυάται ότι το Κοινοβούλιο δεν θα βρεθεί ξανά πολιορκημένο από ένα πλήθος που θα έρθει από το πουθενά, όπως τον Ιούνιο του 2011;
Η αλήθεια είναι ότι, προς το παρόν, τίποτε ορατό δεν προϊδεάζει γι’ αυτό. Υπάρχουν πολλά μέτωπα και πεδία αντίδρασης στα μέτρα, αλλά κανένα πολιτικό ή άλλο κέντρο δεν φαίνεται να καλλιεργεί στην κοινωνική πλειοψηφία τη φιλοδοξία μιας αντίδρασης που θα ματαιώσει την ψήφιση των μέτρων. Ακόμη και ο ρατσιστικός ακτιβισμός των νεοναζί λειτουργεί σαν βολικός αντιπερισπασμός, παρά τη ρητορική του καταδίκη από τα κόμματα της συγκυβέρνησης, με το ρίσκο της «ηρωοποίησης» που περιλαμβάνει ο υπερβάλλων -και επί της ουσίας υποκριτικός- ζήλος τους.
Παρ’ όλα αυτά, τίποτε δεν δικαιολογεί την αταραξία της συγκυβέρνησης. Η ισορροπία στην οποία βολεύεται δεν είναι απλά εύθραυστη, αλλά ανύπαρκτη. Καθώς δοκιμάζει συνεχώς τα όρια αντοχής της συντριπτικής κοινωνικής πλειοψηφίας, αντιμετωπίζει δυο ενδεχόμενα. Το ένα παραπέμπει σε κατακερματισμό, ζούγκλα, κοινωνική αποσύνθεση, σε χάος, σε πόλεμο όλων εναντίον όλων, σε ένα εύφορο πεδίο για τους νεοναζί. Το άλλο, παραπέμπει σε μια ευεργετική κοινωνική έκρηξη που θα ξαναφέρει στο προσκήνιο την αναζήτηση εναλλακτικής πολιτικής λύσης. Και τα δύο ενδεχόμενα σημαίνουν κατάρρευση της συγκυβέρνησης και του σχεδίου μνημονιακής «παλινόρθωσης». Εννοείται πως η Αριστερά οφείλει να ευνοήσει το δεύτερο ενδεχόμενο. Αλλά όχι πάλι σαν αμήχανος θεατής, χαμένος στη μετάφραση.
Σχόλια