Του Κώστα Στοφόρου
Δεν γνωρίζω αν φταίει η εποχή, πάντως τα τελευταία διαβάσματά μου –ακόμη και στη λογοτεχνία– είχαν να κάνουν συχνά με την ιστορία και τη μνήμη. Ίσως ώρες-ώρες να είναι εφιαλτικό να θυμάσαι, αλλά ακόμη χειρότερα είναι όταν ξεχνάς. Κι όχι μόνο όταν ξεχνάς εσύ, αλλά όταν η αμνησία γίνεται συλλογική. Ή όταν η μνήμη αλλάζει, μεταμορφώνεται, παίρνει τις αποχρώσεις που θέλει η εξουσία.
Και αναρωτιέμαι, τι ακριβώς σκέφτονταν οι εκδότες του Μεταίχμιου όταν αποφάσισαν ότι τις απαντήσεις για τον Εμφύλιο θα μας τις δώσουν οι Στάθης Ν. Καλύβας και Νίκος Μαραντζίδης. Διαβάζω πως αυτές τις μέρες κυκλοφορεί το βιβλίο τους Εμφύλια πάθη: 23 ερωτήσεις και απαντήσεις για τον Εμφύλιο. Και γνωρίζοντας πως το συγκεκριμένο δίδυμο έχει τεθεί επικεφαλής της ομάδας που προσπαθεί να αναθεωρήσει την ιστορία εξισώνοντας θύτες και θύματα, ανατριχιάζω για τις «απαντήσεις» που θα δώσουν…
Καλή αντάμωση εκεί ψηλά
Με τον τρόπο διαχείρισης της μνήμης, μέσα από ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα καταπιάνεται ο Πιέρ Λεμέτρ στο Καλή αντάμωση εκεί ψηλά (εκδόσεις Μίνωας). Τελευταίες μέρες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και ένας υπολοχαγός αριστοκρατικής καταγωγής προκειμένου να διακριθεί, σκοτώνει δυο στρατιώτες, αποδίδοντας όμως το έγκλημα στον εχθρό. Στους Γερμανούς. Γίνεται μια ύστατη μάχη για την κατάληψη του υψώματος 113 κι εκεί ένας στρατιώτης, ο Αλμπέρ, ανακαλύπτει την απάτη του υπολοχαγού Πραντέλ. Εκείνος θα τον ρίξει σε ένα λάκκο, θα θαφτεί ζωντανός και θα τον σώσει την τελευταία στιγμή ένας συμπολεμιστής του ο Εντουάρ, πληρώνοντας βαρύτατο τίμημα. Θα χάσει το μισό του πρόσωπο…
Ο Εντουάρ, καλλιτέχνης από πλούσια και ισχυρή οικογένεια δεν θα θελήσει να επιστρέψει στο σπίτι του. Με τη βοήθεια του Αλμπέρ θα αλλάξει ταυτότητα. Θα ζήσουν μια δύσκολη ζωή αφού ο Εντουάρ είναι εθισμένος στη μορφίνη και αρνείται να κάνει κάτι για το πρόσωπό του. Ο –λοχαγός πλέον– Πραντέλ θα επιδοθεί σε μια μεγάλη «μπίζνα» που αφορά στην εκταφή των νεκρών στρατιωτών και στην ταφή τους σε ειδικά κοιμητήρια. Παράλληλα καταφέρνει να κάνει ένα πλούσιο γάμο με την αδερφή του Εντουάρ. Από την άλλη οι δυο φίλοι στήνουν μια μεγάλη απάτη με μνημεία των πεσόντων στον πόλεμο…
Συγκλονιστικό και πικρό, με έντονες πινελιές μαύρου χιούμορ, το μυθιστόρημα διαπραγματεύεται τη διαχείριση της μνήμης από την εξουσία και τους κερδοσκόπους. Είναι χαρακτηριστικό ότι όλοι αδιαφορούν για όσους επέζησαν, ενώ τιμούν αυτούς που πέθαναν. Το παιχνίδι που γίνεται ανάμεσα στο κεφάλαιο, την τοπική αυτοδιοίκηση και την πολιτική εξουσία παρουσιάζεται με τον πιο καυστικό τρόπο. Όμως το μυθιστόρημα είναι και ένα μυθιστόρημα σχέσεων. Οι χαρακτήρες, που δεν έχουν τίποτε το ηρωικό παρουσιάζονται με εξαιρετική οξυδέρκεια. Πρωτότυπο, αλλά όχι… μεταμοντέρνο, διαβάζεται και ως αστυνομικό μυθιστόρημα με αγωνία και εξαιρετικές ανατροπές…
Οι πληροφοριοδότες
Οι πληροφοριοδότες του Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες (εκδόσεις Ίκαρος) και πάλι καταπιάνονται με τη μνήμη. Ο δημοσιογράφος Γκαμπριέλ Σαντόρο εκδίδει το πρώτο του βιβλίο, που βασίζεται σε συνεντεύξεις με μια οικογενειακή φίλη, τη Σάρα, Γερμανίδα εβραϊκής καταγωγής που εγκαταστάθηκε στην Κολομβία λίγο πριν από την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Το αποτέλεσμα είναι να δεχτεί καταιγιστική κριτική –που δημοσιεύεται σε εφημερίδα– από τον ίδιο του τον πατέρα, σημαντική προσωπικότητα, δικαστικό και καθηγητή.
Αυτό που στην αρχή είναι ανεξήγητο, αποδεικνύεται ότι κρύβει ένα μεγάλο μυστικό και σχετίζεται με τη «Μαύρη Λίστα» που καταρτίσθηκε στην Κολομβία με προτροπή και καθοδήγηση των ΗΠΑ. Αυτή η λίστα που ίσχυσε σε όλη τη διάρκεια του Πολέμου, περιελάμβανε συμπαθούντες του ναζιστικού καθεστώτος. Το ζήτημα είναι ότι ο καθένας θα μπορούσε να βρεθεί εκεί. Τα στοιχεία έδιναν «πληροφοριοδότες» και η διασταύρωσή τους ήταν μάλλον επιφανειακή. Δίπλα σε σκληροπυρηνικούς Ναζί βρέθηκαν και άνθρωποι άσχετοι που η ζωή τους καταστράφηκε. Ποια ήταν άραγε η συμβολή του πατέρα, του ήρωα σε αυτή τη σκοτεινή ιστορία; Ο δημοσιογράφος-συγγραφέας θα συνεχίσει να ψάχνει σκαλίζοντας τη δύσοσμη ιστορία…
Διαβάζοντας το βιβλίο εδώ, σε μια χώρα όπου η ατιμωρησία είναι κανόνας, σκεφτόμουν πόσο στ’ αλήθεια θα τολμούσαμε να ψάξουμε το παρελθόν και να το φέρουμε στο φως, αφτιασίδωτο. Άραγε μόνο στη λογοτεχνία βρίσκει κανείς τέτοιου είδους κάθαρση;
Το διπλό πρόσωπο του νου
Με άλλου είδους μνήμη, την προσωπική μνήμη που ανακτάται σελίδα τη σελίδα, σε μια ιστορία που πραγματικό και φανταστικό μπλέκονται με μαεστρία, ο Γιάννης Παπαγιάννης στο Διπλό πρόσωπο του νου (εκδόσεις Κριτική) χτίζει ένα σκοτεινό θρίλερ που ταυτόχρονα είναι κατά κάποιον τρόπο κι ένα δοκίμιο για την περιπέτεια της γραφής, αλλά κι ένα ταξίδι στην πραγματική ή τη φανταστική ενοχή.
Γράφει κάπου στο τέλος του βιβλίου: «Γνωρίζετε, φυσικά, ότι τα γεγονότα δεν υπάρχουν. Μονάχα αφήγηση. Ο τρόπος που αφηγούμαστε το γεγονός, το δημιουργεί. Αφήγηση είναι εκείνα που λέμε, εκείνα όπου στέκεται η προσοχή, αλλά κι εκείνα που δεν λέμε. Όσα παραλείπονται, είναι επίσης μέρος του μύθου. Ψέμα είναι οι ιστορίες που παραλείπουμε…»
Κάπως έτσι εισβάλλει στη ζωή μας αυτό το φθινόπωρο.
Ναι. Ψέμα είναι οι ιστορίες που παραλείπουμε…