Κρίσιμα ζητήματα για την παραγωγική ανασυγκρότηση
Του Νίκου Μπάντιου*
Πρέπει να παραδεχτούμε ότι η χώρα έγινε παραγωγικά «μαλθακή» (σταδιακά και μεθοδευμένα) πριν από τα μνημόνια. Είδαμε τις επιδοτήσεις σαν «εισόδημα» και όχι σαν ευκαιρία να εκσυγχρονίσουμε την παραγωγή. Κι όταν αυτές άρχισαν να μειώνονται, είχαμε ξεχάσει να παράγουμε.
Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ενώ θα έπρεπε να είναι ο συντονιστής και καθοδηγητής της παραγωγικής κατεύθυνσης, με πλάνα και στόχευση σε καλλιέργειες-εκτροφές και καινοτόμα προϊόντα, έγινε παρατηρητής της παραγωγικής αποδιάρθρωσης.
Και τώρα μέσα στην κρίση, αντί η άμυνά μας να είναι η ένταση της παραγωγής, για να απορροφήσει άνεργους νέους, που είτε μένουν στην επαρχία, είτε φεύγουν από τα αστικά κέντρα, το «δικό» μας κράτος κάνει ό,τι μπορεί για να διευκολύνει τις εισαγωγές, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την διαγραφή από το λεξιλόγιο του γάλακτος του όρου «φρέσκο» και φυσικά χωρίς καμία μείωση στην τιμή καταναλωτή, λες κι ήταν αδίκημα να έχει το ελληνικό γάλα διάρκειας λίγων ημερών ένα πλεονέκτημα.
Τον τελευταίο χρόνο τα προβλήματα που ξεχείλισαν το ποτήρι στον τομέα της κτηνοτροφίας και της ζωικής παραγωγής, ήταν οι δύο ζωονόσοι (ευλογιά- καταρροϊκός πυρετός) και τα προβλήματα στην πληρωμή των εξισωτικών αποζημιώσεων.
Ήρθαν να προστεθούν στο προβληματικό περιβάλλον της παραγωγής όπως:
– Το ψηλό κόστος παραγωγής.
– Η αποδιάρθρωση των γεωτεχνικών υπηρεσιών του ΥΠΑΑΤ και των περιφερειών, λόγω έλλειψης προσωπικού και χρηματοδότησης.
– Η ασφυξία των παραγωγών στον τομέα της χρηματοδότησης από τις τράπεζες (μετά την πώληση της ΑΤΕ οι ιδιώτες πλέον καθορίζουν την αγροτική πολιτική χρηματοδότησης).
– Η καθυστέρηση πληρωμής των παραγωγών από μεγάλες βιομηχανίες γάλακτος (που μεταφέρουν το πρόβλημα χρηματοδότησής τους στον παραγωγό).
– Η αποδυνάμωση προνομιακών για την ελληνική παραγωγή τομέων (πρόσφατες ρυθμίσεις για το φρέσκο γάλα και παραχώρηση της ονομασίας της φέτας σε πέραν του Ατλαντικού παραγωγούς).
– Η ασυλία που απολαμβάνουν τα σούπερ μάρκετ στη διαμόρφωση των τιμών και στην πληρωμή των παραγωγών προϊόντων διατροφής με μεγάλη καθυστέρηση (ενώ αυτά είναι που μαζεύουν ζεστό χρήμα).
Σε αυτό το τοπίο όπου όποιος φεύγει από την παραγωγή δεν ξαναγυρίζει, η Αριστερά πρέπει να απαντήσει άμεσα στο ερώτημα «ποιος παράγει, τι και για ποιον» και η κυβέρνησή της να εφαρμόσει μία μεροληπτική αγροτική πολιτική:
– Σε όφελος της μικρής και μεσαίας παραγωγής που πλήττεται σε σημείο αφανισμού (χρηματοδότηση, μείωση κόστους παραγωγής).
– Με τον προγραμματισμό και τη στόχευση για την αύξηση της παραγωγής σε προϊόντα όπου είμαστε ελλειμματικοί, όπως το αγελαδινό γάλα (η παραγωγή το 2013 ήταν 250 χιλ. τόνοι κάτω από την ποσόστωση) και το βόειο κρέας (με ένταση ελέγχων παράνομων ελληνοποιήσεων).
– Με στόχευση για αύξηση στο πρόβειο γάλα για την φέτα και τις εξαγωγές.
– Στο γίδινο γάλα που παρουσιάζει μείωση στην παραγωγή (125 χιλ. τόνοι το 2013 έναντι 154 χιλ. τόνων το 2010) και που μπορεί να δώσει εξαιρετικά προϊόντα με ψηλή προστιθέμενη αξία.
Αυτά και πολλά άλλα (αν και είναι δύσκολα) μπορούν να γίνουν. Το πιο δύσκολο, όμως, είναι να πείσουμε τους παραγωγούς (όσους αγωνίζονται να επιβιώσουν και όσους νέους θέλουν να ασχοληθούν με την πρωτογενή παραγωγή), πως τόσα χρόνια είναι πελάτες σ’ ένα αδιέξοδο σύστημα υποβάθμισης των ίδιων και της ποιότητας της ζωής τους.
Πως τα προϊόντα του μόχθου τους δεν είναι χρηματιστηριακή αξία, αλλά η βάση για τη διατροφή του λαού. Ότι στη δική τους παραγωγή στηρίζεται η διατροφική επάρκεια, η αξιοπρέπεια και η υπόσταση της χώρας. Ότι το πελατειακό δικομματικό σύστημα απαξιώνοντας τη λειτουργία των συνεταιρισμών (οικονομική ασυδοσία και εξυπηρέτηση των «δικών» μας ανθρώπων), τους έπεισε ότι ο συνεργατισμός είναι αδιέξοδος, ενώ είναι ο μοχλός για μια «άλλη παραγωγή» σε μια κοινωνία όπου τον πρώτο λόγο έχουν οι ανάγκες.
Σε αυτήν την παραγωγική ανασυγκρότηση (μετασχηματισμός θα ήταν καλύτερη λέξη, καθώς δεν θέλουμε να αναπαράγουμε τα παλιά παραγωγικά πρότυπα), όπου οι υπηρεσίες του κράτους και οι παραγωγοί θα είναι σύμμαχοι και οι καταναλωτές μέσα από την κοινωνική τους οργάνωση συνδιαμορφωτές στα κριτήρια παραγωγής, νομίζω πώς πρέπει να κάνουμε συμμέτοχο τον αγροτικό κόσμο.
Και μέσα από την «πολιτική», παρά «τεχνική» αυτή διαδικασία (που θέλει δουλειά σε κάθε αγροτική περιοχή) νομίζω πως θα ακολουθήσει και η αύξηση της ιδεολογικής-εκλογικής διείσδυσης της Αριστεράς στον αγροτικό κόσμο.
* Ο Νίκος Μπάντιος είναι κτηνίατρος, ελεγκτής ΕΛΓΟ-Δήμητρα