Ζητούμενο η ανάληψη της ευθύνης από την ίδια την κοινωνία
Του Βασίλη Ξυδιά
Το απόλυτο αδιέξοδο και ο συστημικός χαρακτήρας του κατεστημένου συνδικαλισμού εκφράστηκαν ανάγλυφα τις δύο τελευταίες βδομάδες στον τρόπο με τον οποίο οι εκπρόσωποι των εργαζομένων στους σιδηροδρόμους αντέδρασαν, όταν αναγγέλθηκε η εξευτελιστική πώληση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ στους Ιταλούς.
Στην αρχή κατήγγειλαν το ξεπούλημα και εξήγγειλαν στάσεις εργασίας. Τις ανέστειλαν όμως μετά τη συνάντηση που είχαν με τη Διοίκηση του ΤΑΙΠΕΔ, μέχρι, λέει, να ξεκαθαριστεί τι θα γίνει με τη συλλογική σύμβαση εργασίας.
Πέρα από το συστημικό συνδικαλισμό
Ότι ο νυν πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ δεν μπορεί να εγγυηθεί τίποτα απολύτως, σε σχέση με το εργασιακό μέλλον των εργαζομένων, οι συνδικαλιστές το ξέρουν πολύ καλά. Προτιμούν όμως να κάνουν ότι δεν το καταλαβαίνουν, γιατί αυτό που τους ενδιαφέρει, στην πραγματικότητα, είναι να βρουν απλώς το πρόσχημα που θα τους επιτρέψει να αποδεχθούν και να συμβιώσουν με το καθεστώς της ήττας.
Άλλωστε, από την πρώτη στιγμή που εξαγγέλθηκαν οι στάσεις εργασίας ήταν σαφές πως επρόκειτο για μια ξεκάθαρα προσχηματική κινητοποίηση, χωρίς πραγματικό στόχο. Θα μου πείτε: Και τι θα έπρεπε; Να μην κάνουν τίποτα; Να αφήσουν το ξεπούλημα να περάσει έτσι, αμαχητί; Τι να πω; Ζούμε εδώ την ιστορική αμηχανία του συστημικού συνδικαλισμού σαν την άλλη όψη του ίδιου ιστορικού αδιεξόδου που οδήγησε στη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ.
Η υπέρβαση του αδιεξόδου αυτού προϋποθέτει ένα άλλο είδος συνδικαλισμού και ένα άλλο είδος συνδικαλιστικών στελεχών, που δεσμεύονται απέναντι στο σώμα που εκπροσωπούν όχι στη βάση της συναλλαγής του με το σύστημα, αλλά στη βάση της ιστορικής του χειραφέτησης.
Λειτουργικές καταλήψεις
Ένας τέτοιος συνδικαλισμός θα έπρεπε, κατ’ αρχάς, να βρει τρόπο να ξεπεράσει τις κλασικές απεργιακές μορφές αγώνα. Ειδικά οι δημόσιες συγκοινωνίες είναι από τους πιο πρόσφορους τομείς για τη μορφή των λειτουργικών καταλήψεων. Οι εργαζόμενοι δεν μπλοκάρουν τις συγκοινωνίες, αλλά αναλαμβάνουν οι ίδιοι την ευθύνη της λειτουργίας τους, σε ένα έκτακτο καθεστώς αυτοδιαχείρισης, είτε χωρίς εισιτήριο ή με μειωμένο εισιτήριο που δεν θα αποδίδεται στην επίσημη διοίκηση – εξαρτάται, κάθε φορά, από τις ιδιαίτερες συνθήκες.
Εννοείται πως είναι μια μορφή αγώνα με πολλά ρίσκα και τελείως ξένη προς τη νερόβραστη λογική των «συμβολικών» καταλήψεων της μιας ή των δύο ωρών. Το άμεσο πλεονέκτημα είναι ότι η κινητοποίηση απλώνει το χέρι προς την υπόλοιπη κοινωνία και δεν τη βάζει απέναντι. Ενώ αν το ψάξει κανείς βαθύτερα, θα δει ότι η χειραφετητική αυτή ανάληψη της ευθύνης του ασκούμενου λειτουργήματος από τους ίδιους εργαζόμενους συνιστά και γι’ αυτούς και για την κοινωνία μια εμπειρία απο-αλλοτρίωσης.
Εναλλακτική προοπτική
Δεν είναι, όμως, μόνο θέμα μορφής αγώνα. Στις ιστορικές συνθήκες που βρισκόμαστε, η λειτουργική κατάληψη δεν έχει νόημα σαν περιστασιακή εμπειρία, ούτε σαν μέσο πίεσης για επιμέρους αιτήματα. Όλα τα μέτωπα συνδέονται μεταξύ τους, και καμία δήθεν «κόκκινη γραμμή» δεν μπορεί να σταθεί από μόνη της.
Οι εργαζόμενοι στους σιδηρόδρομους, όπως και στις υπόλοιπες συγκοινωνίες και μεταφορές, σωστά καταγγέλλουν εδώ και χρόνια το επαπειλούμενο ξεπούλημα, υπερασπιζόμενοι τον δημόσιο χαρακτήρα του λειτουργήματός τους. Έμειναν όμως εγκλωβισμένοι στην ταύτιση του δημόσιου με το κρατικό, και δεν επεξεργάστηκαν άλλες εναλλακτικές λύσεις, που -έστω για έκτακτες μεταβατικές καταστάσεις- θα μπορούσαν να βασιστούν στην ανάληψη της ευθύνης από την ίδια την κοινωνία.
Ένα τέτοιο εγχείρημα θα μπορούσε να αναληφθεί με πρωτοβουλία των εργαζομένων, με τη συνδρομή αλληλέγγυων κομματιών της κοινωνίας, και με την επίσης πρωτοβουλιακή συμμετοχή ή στήριξη θεσμών όπως οι δήμοι, τα επιμελητήρια κ.λπ. Όλοι αυτοί από κοινού θα μπορούσαν να διεκδικήσουν ακόμα και την εξαγορά της επιχείρησης στο όνομα της ελληνικής κοινωνίας – και κατ’ επέκταση στο όνομα ενός νέου αναδυόμενου δημόσιου τομέα.
Δεν είμαι σε θέση να πω πόσο εφικτό θα ήταν να υπάρξει και να πετύχει ένα τέτοιο σχέδιο. Ξέρω, όμως, ότι το ερώτημα αυτό δεν απασχόλησε τους συνδικαλιστικούς φορείς των εργαζομένων στους σιδηροδρόμους, και αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα. Ότι έμειναν οχυρωμένοι πίσω από μια οικεία και «ασφαλή» γι’ αυτούς συνδικαλιστική ρητορική, απεκδυόμενοι την πραγματική ευθύνη για την παρεμπόδιση του ξεπουλήματος.
Φτάνοντας τώρα προ τετελεσμένων, θυμίζουν τον Τσίπρα που τραμπαλιζόταν μεταξύ λεονταρισμών και υποχώρησης, με το γνωστό αποτέλεσμα.