Της Έλενας Πατρικίου. Οι ποιητές (ενδεχομένως και οι ποιήτριες) δεν έχουν ως αποστολή να παριστάνουν τους «πνευματικούς ανθρώπους» (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό το αντιπνευματικό γλωσσικό σύνταγμα).

Οι ποιητές (άρα και οι ποιήτριες) δεν έχουν καμία υποχρέωση να τοιχοκολλούν σε περίοπτες θέσεις της δημόσιας ζωής ευαισθησίες του συρμού, προκειμένου να δικαιώνουν την μικροαστική ιδεολογία περί πνευματικών ανθρώπων ως ανθρώπων με ιδιαίτερες μεν, κοινά αποδεκτές, δε, πνευματικές ευαισθησίες. Επιτέλους πια, τόσο η μικροαστική σαχλαμάρα όσο και η αποκτηνωμένη χυδαιότητα των αριστεροειδών ιδεολογημάτων που παραδέρνουν στην εν γένει χρονογραφούσα Αριστερά έχουν όρια.
Έχουν; Ή, μήπως, κατά το ζαχαριαδικό αμείλικτο ρητό, η λογική του κατήφορου δεν έχει πάτο;
Οι ποιητές (και ασφαλώς οι ποιήτριες) έχουν ως αποστολή να ανασυνθέτουν τον κόσμο ανασυνθέτοντας τις λέξεις. Να ανασυνθέτουν τον κόσμο, που θα πει να ανασυνθέτουν την ανθρώπινη εμπειρία για τον κόσμο, σημασιοδοτώντας ξανά και ξανά τις λέξεις. Που θα πει, να ανασυνθέτουν τον κόσμο αποκαλύπτοντας τις ουσιαστικές αντιφάσεις της ανθρώπινης εμπειρίας, τις ουσιαστικές αμφιθυμίες του ανθρώπινου τραύματος σε κάθε ιστορική στιγμή. Το αν αγαπούν τα βρέφη, τα ζώα, τους αδικημένους της ζωής ή το μούχρωμα είναι παντελώς αδιάφορο. Η μικροαστική ανθυπορομαντική ευαισθησία επιπέδου γυμνασιακών εκθέσεων, σαν αυτές που διατρανώνουν εν αναισθησία τελούντες οι ανάρθρως σήμερα σχετλιάζοντες την τάχα ρατσιστική ολιγωρία της Δημουλά, δεν έχει σχέση ούτε με την ποίηση ούτε με την πνευματικότητα των ποιητών.
Όταν η Κική Δημουλά δέχεται να μπει στη θλιβερή Ακαδημία Αθηνών, παίρνει την ευθύνη, προφανώς, της ανευθυνότητάς της. Όταν κάνει τραγελαφικές δηλώσεις στήριξης υπέρ της ανάληψης του υπουργείου Πολιτισμού από τον Καραμανλή τον Βραχύ, παίρνει την ευθύνη, βεβαίως της γελοιοποίησής της. Όταν συνυπογράφει με εγνωσμένα μίσθαρνα όργανα και πασίγνωστα ιδεολογικά απόνερα των δουλοπρεπικών παραφυάδων του ΚΚΕ εσωτ. το φιλομνημονιακό κείμενο των 32, παίρνει την ευθύνη της αστικόφρονης πολιτικής της κουταμάρας. Αλλά όταν αφηγείται τις αναμνήσεις μιάς μεσοαστικά τρυφερής και οριστικά χαμένης κυψελιώτικης μεταπολεμικής ζωής, παίρνει την ευθύνη της προσωπικής της αφήγησης, της προσωπικής της μνήμης, της προσωπικής της σχέσης με την ύλη και την υφή του κάθε παγκακιού, της κάθε πλάκας του κάθε πεζοδρομίου, της κάθε λάμπας του κάθε φανοστάτη. Παίρνει, με τη γενναιότητα της ποιήτριας και την τιμιότητα του ανθρώπου που παλεύει με τις λέξεις και τα τραύματα, την ευθύνη των ανθρώπινων αντιφάσεων οι οποίες (οφείλουν να) αποτελούν το ίδιον των ζωντανών ανθρώπων.
Αλλά η κάθε χρονογραφούσα κάθε εφημερίδας των συντακτών της, όταν επιλέγει να σουλατσάρει με τους Ατενίστας (αυτόν τον κοσμικό εσμό του ωνασειακού αναστοχασμού -ελληνιστί rethink- της Αθήνας και της νέας σπέκουλας επί της αττικής γης) ποια ακριβώς ευθύνη παίρνει;
Οι εμετικές και ολιγόνοες επιθέσεις εναντίον της Δημουλά, δεν αποκάλυψαν τάχα τον τάχα ρατσισμό της, ούτε ξεγύμνωσαν το τάχα ελλιπές πνευματικό της ανάστημα ως πνευματικού ανθρώπου. Αποκάλυψαν, δυστυχώς, τη ρηχή ολιγοφρένεια και την αποκαρδιωτική αναισθησία των αριστεροειδών που επιβιώνουν ως τάχα διανοούμενοι με μόνο «διανοούμενο» χαρακτηριστικό τους τη βολική τους σύμπλευση με την Αριστερά. Απέναντι στο «αριστερό» (άπαγε της βλασφημίας!) λιντσάρισμά της, η Κική Δημουλά παραμένει ακέραια. Παραμένει ποιήτρια.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!