Το κλίμα για «συμφωνία πάση… θυσία» οδηγεί σε καταστροφή την χώρα, την κοινωνία και την Aριστερά

του Ρούντι Ρινάλντι

 

Η κυβέρνηση επιμένει στην πολιτική του «έντιμου συμβιβασμού» έστω με παραχωρήσεις -αλλιώς μεθερμηνευόμενο μπορεί να διατυπωθεί ως γραμμή «πάση θυσία συμφωνία»- σαν να έχει δοθεί ένα πράσινο φως από ισχυρούς κύκλους της ευρωκρατίας ότι στο τέλος θα υπάρξει συμφωνία. Άλλωστε, η Μέρκελ έχει δηλώσει καθαρά ότι θα κάνει το παν ώστε η Ελλάδα να μην φτάσει στο Grexit. Πού θα φτάσει, δεν το διευκρινίζει με σαφήνεια, αλλά πάντως κάτι έχει υποσχεθεί ή δεσμευτεί.

Η δεδομένη συμπεριφορά της ελληνικής κυβέρνησης και ο τρόπος που πολιτεύτηκε αυτούς τους 3,5 μήνες, αφήνουν τα περιθώρια στους «δανειστές» να τρενάρουν κι άλλο τη «διαπραγμάτευση». Πέρα από την οικονομική ασφυξία που επιβάλλουν οδηγούν και στην πολιτική ασφυξία της κυβέρνησης και του εγχειρήματος ΣΥΡΙΖΑ. Οικονομικά, αν θέλει η χώρα ρευστότητα πρέπει να δεχτεί μνημονιακή λύση. Πολιτικά, ο ΣΥΡΙΖΑ, και μαζί η κυβέρνηση Τσίπρα, να φθαρεί με ραγδαίο ρυθμό, να εμφανιστεί σε πλήρη ανακολουθία με όσα είχε υποσχεθεί, να πιεστεί για πιο μεγάλες ευθυγραμμίσεις, να μετατραπεί σε κεντροαριστερό μόρφωμα, να συνεργαστεί με άλλες δυνάμεις (Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ. κ.λπ.). Και αν δεν μπορεί να «ανταποκριθεί», ας περάσει ως παρένθεση στο περιθώριο. Δεν είναι μικρό όφελος (σε πολιτικό, ιδεολογικό και οικονομικό επίπεδο) μια αριστερή δύναμη να ψηφίσει μνημονικά μέτρα ή να έχει συμβάλλει σε μια ουσιαστική αδυναμία να χαραχθεί μια διαφορετική πορεία, ενώ έχει πάρει πρόσφατη και όχι μικρή λαϊκή εντολή.

Ο στρατηγικός σχεδιασμός των ευρωκρατών δεν είναι η διάσωση της χώρας ή η χείρα βοηθείας προς την ελληνική κυβέρνηση. Είναι, πρωτίστως, η ματαίωση οποιασδήποτε διαφορετικής πορείας που αμφισβητεί τα κυρίαρχα νεοφιλελεύθερα πλαίσια. Και νιώθουν ότι έχουν πετύχει αρκετά, ότι έχουν στριμώξει σε απίστευτο βαθμό την ελληνική πλευρά. Η πολιτική τους έχει τιμωρητικό χαρακτήρα, δεν εστιάζει απλώς στην ευθυγράμμιση, αλλά στον απόλυτο παραδειγματισμό.

 

Πότε έγινε η προσαρμογή

Για καιρό θα αιωρείται το ερώτημα πώς και γιατί φθάσαμε σε αυτό το σημείο. Η απάντηση δεν βρίσκεται στους πρώτους μήνες του 2015, αλλά λίγο πιο πίσω. Στην προσαρμογή που επιχειρήθηκε στο δίχρονο 2012-2014 και ειδικότερα στις αποφάσεις που πάρθηκαν το καλοκαίρι του 2014 μετά τις Ευρωεκλογές. Με το… πενιχρό 27% και το άσχημο αποτέλεσμα στις αυτοδιοικητικές εκλογές χαράχτηκε η πολιτική του «προωθητικού συμβιβασμού» που σήμαινε άνοιγμα προς τις ΠΑΣΟΚογενείς και ΔΗΜΑΡίτικες δυνάμεις, απουσία κριτικής προς Ποτάμι και ΓΑΠ, έτσι ώστε να υπάρχει διαθέσιμη «δεξαμενή» για κυβερνητική συνεργασία σε περίπτωση εκλογών. Κυρίαρχη επιλογή που χαρακτήριζε την νέα στρατηγική ήταν το «σενάριο μη σύγκρουσης και διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς της Ε.Ε. και τους κοινοτικούς μας εταίρους».

Το σχέδιο 180-120 αποτύπωνε αυτή την στρατηγική. Οι δεσμεύσεις της Θεσσαλονίκης είχαν έντονο προεκλογικό άρωμα, δεν στηρίζονταν σε πραγματικά δεδομένα, ανεξάρτητα αν λειτούργησαν και έδωσαν ώθηση στον ΣΥΡΙΖΑ, τη στιγμή που η Ν.Δ. κατέρρεε μετά την καλοκαιρινή γκάφα του ΕΝΦΙΑ.

Πάντως, ο βαθμός προετοιμασίας αποδεικνύεται εκ των υστέρων χαμηλός και όλη η προγραμματική δουλειά ασύνδετη και ασυντόνιστη για τις απαιτήσεις ενός συνεκτικού περιεκτικού προγράμματος μιας κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας –κι όχι μιας συνηθισμένης κυβέρνησης με χρόνους ανοχής, χαλαρές συνθήκες κλπ. Το πρόγραμμα υποβαθμίστηκε στις δεσμεύσεις της Θεσσαλονίκης και καλλιεργήθηκε η αναμονή για την «ώρα της αριστεράς». Χώρια που περιορίστηκε στο ελάχιστο η σημασία του λαϊκού παράγοντα, του πολιτικού κινήματος, του φρονήματος του λαού, θεωρώντας ότι αρκεί η ανάθεση στην κυβέρνηση(1).

Με βάση την καθησυχαστική αντίληψη ότι η συμφωνία με την Ε.Ε. και το ΔΝΤ θα ήταν σχετικά εύκολη υπόθεση (αυταπάτες, ψευδαισθήσεις, λάθος εκτιμήσεις, «προϊόν» που χάιδεψε αφτιά;) δεν εκτιμήθηκε καθόλου η παγίδευση που έστησαν οι τροϊκανοί και έτσι βρεθήκαμε στη φάκα πριν καταλάβουμε καλά-καλά τι συμβαίνει. Η λογική της «διαπραγμάτευσης χωρίς σύγκρουση» διασταυρούμενη με αυτήν του «έντιμου συμβιβασμού» είχε μέχρι στιγμής ολέθριες συνέπειες γιατί οδήγησε σε συνεχείς εξετάσεις αντίστοιχης συμπεριφοράς, ενώ οι άλλοι σε είχαν ήδη μέσα στην… απόχη.

Η απάντηση στους εκφοβισμούς ήταν η Συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου που ακόμα υποστηρίζεται σαν σωστή επιλογή (παρά τις «κριτικές» ότι δεν εξασφάλισε ρευστότητα και παραπλανηθήκαμε λόγω απειρίας…) και η συνέχεια είναι γνωστή. Μόνο που ο αντίπαλος κλιμακώνει (πολιτική ασφυξία) και εμείς επιμένουμε στον «έντιμο συμβιβασμό».

 

«Εσωτερική» παράμετρος

Δεν πρέπει να μας ξεφεύγει το γεγονός πως οι εξετάσεις έντιμου συμβιβασμού είχαν και μια εσωτερική πλευρά: Δεν ακουμπήθηκε κανένα σοβαρό έρεισμα της διαπλοκής, δεν προχώρησε τίποτα που να αφορά την αναδιοργάνωση του κράτους και της πολιτείας, δεν θίχτηκαν δομές και φυλάκια αντίδρασης στη Διοίκηση και τη Δικαιοσύνη. Αντίθετα, στήθηκαν γέφυρες και προωθήθηκαν διαδικασίες που άφησαν άθικτο και το παλιό πολιτικό σύστημα.

Αυτή η «εσωτερική» παράμετρος μοιάζει ανεξήγητη αλλά είναι μέσα στο πνεύμα μιας κεντροαριστερής απόκλισης: συστημισμός (εγκατάλειψη ριζοσπαστικού λόγου), οικονομική πολιτική στις ράγες των συνθηκών και των συμφωνιών με τους «θεσμούς», δηλαδή νεοφιλελευθερισμός με κάποιες δόσεις κοινωνικής ευαισθησίας. Σε αυτήν την τροχιά εξηγείται η αποχή από κάθε «μονομερή» ενέργεια και η δικαιολόγηση γεφυρών με το παλαιό κράτος και πολιτικό σύστημα.

Βέβαια όλα αυτά έγιναν, γίνονται και εξακολουθούν να εξελίσσονται αυτήν την περίοδο. Όσο οβιδιακά και τάχιστα κι αν συντελέστηκαν, δεν χωρούν δικαιολογήσεις επιφανειακές, ούτε μπορεί να μείνει αναπάντητο το ερωτήματα: Έγινε ό,τι ήταν αναγκαίο και εφικτό; Υπήρχαν και αναζητήθηκαν άλλες δυνατότητες; Μπορούσαν να γίνουν διαφορετικά πράγματα; Μπορούσε να προβληθεί και να στηριχθεί μια γραμμή πραγματικής διεξόδου;

Τα ερωτήματα αυτά πρέπει να απαντηθούν. Και αυτό διότι τα σημερινά αδιέξοδα σχετίζονται σε καθοριστικό βαθμό μαζί τους. Η απάντηση θα αποτελέσει ουσιαστικό βήμα για να βγούμε από τις ράγες της πολιτικής «συμφωνία πάση θυσία» η οποία οδηγεί σε καταστροφή τη χώρα, την κοινωνία και την Αριστερά.

 

(1) Όποιος θέλει να ανατρέξει στην γνώμη που είχε διατυπωθεί τότε για την προγραμματική δουλειά του ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί να δει: Κοινή δήλωση Σωτηρίου – Ρινάλντι «Για το πρόγραμμα που έχουμε ανάγκη», 11/9/2014

 

* Ο Ρούντι Ρινάλντι είναι μέλος της Π.Γ. του ΣΥΡΙΖΑ

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!