Tου Θόδωρου Φέστα

 

Επτά χρόνια συμπληρώθηκαν από τις 12 Ιανουαρίου 2010, από τότε δηλαδή που έφυγε από κοντά μας μια ξεχωριστή μορφή, η αγωνίστρια Μαριάννα Μπρεκάση από τη Θεσσαλονίκη. Αναδημοσιεύουμε σήμερα όσα γράφει για τη Μαριάννα ο Θόδωρος Φέστας στο βιβλίο του «Ο γέρος που φορούσε ένα καπέλο» το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα και περιλαμβάνει 33 όμορφα διηγήματα.

 

Το Σεπτέμβρη του 1980 είχαμε μάθει ότι η Μ-Λ οργάνωση της σχολής μας θα αποκτούσε καινούργιο μέλος. Περιμέναμε να δούμε πως θα ‘ναι. Είχε έρθει από το μαθητικό κίνημα, όταν πέρασε στο πανεπιστήμιο.

Την είδαμε ένα μεσημέρι στο διάδρομο μπροστά απ το κυλικείο. Ψηλή με τζην, κατσαρό μαλλί, Άσσο σκέτο. Όμορφη, με βραχνή φωνή, στυλ μαγκάκι. Μισόκλεινε τα μάτια όταν μιλούσε. Αποδείχτηκε ένα απ’ τα καλύτερα παιδιά. Την αγαπούσαν όλοι.

Έγινε συνδικαλίστρια του τότε φοιτητικού κινήματος. Είχε τσαγανό και δεν κόλωνε στις δυσκολίες. Τα ‘λεγε χύμα. Καθόταν ώρες και ξελαρυγγιαζόταν στα πηγαδάκια την εποχή εκείνη.

Αργότερα ανήκαμε σε μια μεγάλη κοινή συντροφιά που σύχναζε σε μια εμβληματική ταβέρνα κι από κει παίρναμε όλοι μαζί το δρόμο για να πάμε στα ρεμπετάδικα ή σε συνοικιακά μπαράκια, που ήξεραν οι πιο παλιοί. Δεν πηγαίναμε στα άλλα του συρμού ή τα κάπως πιο κουλτουρέ. Η παρέα δεν πήγαινε επίσης καθόλου στο σινεμά. Το θεωρούσε ελιτίστικο και χλεύαζε τους σινεφίλ συνομήλικους. Ήμασταν λίγο «στενοί» στις απόψεις τότε.

Κάποτε το πανεπιστήμιο τελείωσε και καθένας τράβηξε την δική του πορεία, βρήκε άλλα πεδία. Κάποιοι χάθηκαν ή λοξοδρόμησαν, όπως συμβαίνει πάντα. Αυτή αρνήθηκε να μπει στο μαντρί, γιατί απεχθανόταν τον κακοήθη μικροαστισμό, τη σιγουράντζα.

Συνέχισε τη «μεγάλη πορεία» της παραμένοντας πιστή στη μέχρι τότε διαδρομή. Δε βαρέθηκε. Σεμνή και ανιδιοτελής. Τα έδινε όλα. Το μυαλό της προχώρησε πολύ μπροστά, γι’ αυτό απέκτησε ματιά ενωτική και μαζική για τα πράγματα. Πάντα στο σύμπαν των από κάτω.

Διάβηκε από στεναχώριες και δυσκολίες με το κεφάλι ψηλά. Ευθυτενής.

Έφυγε πριν προλάβει να διαβεί το «κίτρινο ποτάμι».

Στο δωμάτιο της στο νοσοκομείο γινόταν συνεχώς το αδιαχώρητο, κι αυτή ήθελε να βγαίνει έξω στο μπαλκόνι, να καπνίσει τα τελευταία της τσιγάρα, που δεν την έβλαπταν πια.

Οι φίλες της δεν την άφησαν στιγμή.

Που να φανταστείς, όταν την είδες το Σεπτέμβρη του ‘80, το τρομερό παιχνίδι της ζωής, ότι κάποτε θα ήσουν παρών στον επικήδειο αυτού του νέου κοριτσιού, αντάμα με εκατοντάδες πιτσιρίκια της γενιάς του ν.815.

Η μάνα της χάρισε το οδοντιατρικό της μηχάνημα στο κοινωνικό οδοντιατρείο της Θεσσαλονίκης. Οι φίλοι της έχουν κρεμάσει μια επιγραφή έξω απ την πόρτα και μια φωτογραφία της, που είναι γελαστή. Η επιγραφή λέει «Οδοντιατρείο Μαριάννα Μπρεκάση». Πάντα το βλέμμα τους καρφώνεται εκεί όταν περνούν.

Τη βλέπουν με τη φαντασία τους, πότε με το μικρόφωνο στο χέρι να μιλάει σε απεργούς εργάτες κάποιου εργοστάσιου, πότε να ξεπετιέται πίσω απ’ τη καπνογόνα σε μια διαδήλωση, πότε να κατεβαίνει τα δυο σκαλάκια της ταβέρνας, ένα κρύο βράδυ, με ένα τσιγάρο άφιλτρο στο χέρι και να χάνεται μέσα στη νύχτα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!