Αναδημοσιεύουμε από την ιταλική ηλεκτρονική εφημερίδα Contropiano, το άρθρο του Αλεσάντρο Αβιζάτο που δημοσιεύτηκε στις 7 Δεκέμβρη και αναλύει τα δεδομένα της ιταλικής πολιτικής κρίσης αμέσως μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και την παραίτηση Ρέντσι. Το μεταβατικό σχήμα που κυοφορείται αυτές τις μέρες δεν πρόκειται να βγάλει εύκολα τη γειτονική χώρα από την πολύπλευρη κρίση και σίγουρα ακόμα δεν είδαμε τις συνέπειές της στο ευρωενωσιακό οικοδόμημα που έχει αρχίσει να «τρίζει».
Του Αλεσάντρο Αβιζάτο
Η πτώση του Ματέο Ρέντσι θα είναι πολύ πιο γρήγορη από την άνοδο του; Είναι πολύ πιθανόν παρατηρώντας πως τον «πυροβολούν» τα συστημικά ΜΜΕ σε λιγότερο από 48 ώρες από τη βαριά ήττα που υπέστη στο δημοψήφισμα.
Θα μπορούσε να αποτελέσει έκπληξη, για όποιον δεν καταλαβαίνει ποιος πραγματικά κυβερνά, το ότι «υπερασπιστές του ΝΑΙ», με αποδεδειγμένη αφοσίωση στο πρόσωπό του, συντάσσονται ενωμένοι στη γραμμή «Ματέο, άστα όλα στην άκρη και δώσε ένα χεράκι για να διαλέξουμε τον αντικαταστάτη σου». Βέβαια για όποιον κυβερνά (και για όποιον μεταφέρει τις διαταγές του) σημασία έχει η λειτουργία του συστήματος και όχι ο εκπρόσωπός του που παριστάνει τον πρωθυπουργό.
Ο Μάριο Καλαμπρέζι (της Ρεπούμπλικα), ο Αντόνιο Πολίτο και ο Μάσιμο Φράνκο (της Κορριέρε ντέλα Σέρα), ο Φεντερίκο Τζερεμίκα (της Λα Στάμπα), και πολλοί άλλοι, επικεντρώνουν τα πυρά τους ενάντια στον Ρέντσι σαν «Δημόσιο λειτουργό». Εν πολλοίς στην ανικανότητά του να ξεχωρίσει την ατομική του καριέρα από το «συνολικό συμφέρον της χώρας», ανικανότητα που εξαιτίας της επιχειρεί να «φορτώσει» την ήττα του στους πολίτες.
Αντίστοιχη έκπληξη θα μπορούσε να προκαλέσει η «ένταση» που έδειξε (και διαδόθηκε σε όλο το περιβάλλον του Προεδρικού Μεγάρου) ο Σέρτζιο Ματαρέλα, που λογικά έπρεπε να είναι υποχρεωμένος στον «καθόλου» άρχοντα της Φλωρεντίας, χάρη στον οποίο εκλέχτηκε στην προεδρία, στη θέση του Ρομάνο Πρόντι.
Όμως η δομή της πολιτικής εξουσίας, στον καπιταλισμό, αποτελείται από πάντα ενεργά συγκοινωνούντα δοχεία: αν το Παλάτσο Κίτζι (πρωθυπουργική έδρα) μοιάζει ξαφνικά σαν βομβαρδισμένο και άχρηστο πλέον λημέρι, το κέντρο βάρους μετατοπίζεται αλλού. Σε αυτή την περίπτωση στο Κουιρινάλε (έδρα της Προεδρίας της Δημοκρατίας), προκειμένου να βρεθεί μια «ισορροπημένη λύση» που θα σώσει το σύστημα. Έτσι κι αλλιώς ο Ρέντσι δεν διέπραξε και λίγα συνταγματικά ατοπήματα.
Ξεκινώντας από τον εκλογικό νόμο (τον Ιτάλικουμ), που γράφτηκε για να ενισχύσει τη Βουλή, πιστεύοντας πως το δημοψήφισμα θα επικύρωνε τη μετατροπή της Γερουσίας σε πάρκινγκ επιλεγμένων δημοτικών αξιωματούχων. Ακόμη περισσότερο κι από τις παραβιάσεις του Συντάγματος, η εξουσία δεν ανέχεται λάθη που αφορούν την λειτουργική αποτελεσματικότητα και τέτοια ανακατωσούρα σαν τη σημερινή, δεν έχουμε ξαναδεί, από τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο μέχρι σήμερα. Κοντολογίς:
– Η κυβέρνηση θα παραιτηθεί απόψε, ή το αργότερο την Παρασκευή (μετά την οριστική έγκριση του προϋπολογισμού και την ανάδειξη ηγεσίας στο Δημοκρατικό Κόμμα). Το να δεχτεί κανείς ταυτόχρονα διπλό αξίωμα, θα σήμαινε πως δέχεται να σιγοψηθεί σε χαμηλή φωτιά, ενώπιον της χώρας, της Βουλής και των υπερεθνικών θεσμών.
– Δεν μπορούν άμεσα να προκηρυχθούν εκλογές, για διάφορους λόγους:
Ο εκλογικός νόμος Ιτάλικουμ, θα περάσει από κόσκινο και μάλλον θα περικοπούν οι πιο ακραίες διατάξεις του, από το Συνταγματικό Δικαστήριο στις 24 Γενάρη.
Ακόμη κι αν βγει αμέσως το πόρισμα, είναι αδύνατον ή εν πάση περιπτώσει μη επιθυμητό, να συγκληθούν οι εκλογικές επιτροπές στη βάση δύο εντελώς διαφορετικών εκλογικών νόμων, για τη Βουλή από τη μια και για τη Γερουσία από την άλλη και βασικά για τις αντιφάσεις που εμπεριέχουν, με τις οποίες θα προέκυπταν κυβερνητικές πλειοψηφίες εντελώς ασύμβατες μεταξύ τους, πράγμα που θα προκαλούσε θεσμική παράλυση.
Δεν υπάρχουν οι πολιτικές – κομματικές συνθήκες που να επιτρέπουν τον ορισμό και την υπερψήφιση δύο νέων εκλογικών νόμων (μία για τη Βουλή και μία για τη Γερουσία, ή έστω μια κοινή και για τα δύο σώματα), που να πληρούν το υποτιθέμενο κριτήριο της «κυβερνησιμότητας» (δηλαδή μια σίγουρη πλειοψηφία διάρκειας τουλάχιστον δύο ετών).
Το πολιτικό και κοινοβουλευτικό πλαίσιο έχει καταντήσει μια ομάδα ατάκτων που περιμένουν νέους σπόνσορες και προστάτες, με κάποιους να φεύγουν από τις κομματικές ομπρέλες και να αναζητούν νέες, (προφανώς εκτός του Κινήματος 5 Αστέρων), εξυπηρετώντας σαν μαθητευόμενοι μάγοι, όσους επεξεργάζονται νέες πλειοψηφίες.
Το Δημοκρατικό Κόμμα απειλείται από μια κρίση και στην κορυφή, παρόμοια με την κρίση που πέρασε στις περιφέρειες (την ψήφο στις περιφερειακές εκλογές, που έκφρασε, όπως και στο δημοψήφισμα, τα συμφέροντα των δημοτών, των νέων και των φτωχών, οι οποίοι και στήριξαν μαζικά το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα). Μάλλον, ο Ρέντσι για πρώτη φορά μέσα σε τρία χρόνια, κινδυνεύει να γίνει μειοψηφία ή σε κάθε περίπτωση να δεχτεί πλήγμα στο ρόλο του δικτατορίσκου (μικρό Ντούτσε τον αποκαλούν).
Σαν αποτέλεσμα, ο σχηματισμός οποιασδήποτε μορφής κυβέρνησης θα εξαρτηθεί από την άμεση επέμβαση, φανερή η καλυμμένη, των υπερεθνικών οργανισμών, που είναι οι μόνοι που μπορούν να επηρεάσουν με τη «δύναμη της πειθούς τους» μια δράκα καταχραστών, χωρίς ιδέες, σχεδιασμούς, σοβαρότητα και εντιμότητα.
Μόνο ξεκινώντας από αυτή την παρατήρηση, μπορούμε να καταλάβουμε την ολύμπια ηρεμία με την οποία οι ευρωπαϊκές αγορές (που δεν έκρυβαν ότι οι αντισυνταγματικές μεταρρυθμίσεις ήταν δικό τους δημιούργημα), υποδέχτηκαν τη συντριπτική νίκη του ΟΧΙ και την παραίτηση του «εκλεκτού τέκνου» της Τοσκάνης.
Χτες, το χρηματιστήριο του Μιλάνο ανέβηκε στο 4,15%, πιθανά περισσότερο από όσο αν είχε επικρατήσει το ΝΑΙ και σήμερα πλησιάζει σε μια άνοδο της τάξης του 1%.
Τα σπρεντ των ιταλικών κρατικών ομολόγων έπεσαν, μετά από μια στιγμιαία άνοδο, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα το σημαντικό στη χώρα.
Το Eurogroup (υπό την προεδρία του ολλανδού Ντάισενμπλουμ), καθώς και ο ίδιος ο Σόιμπλε, έδειξαν ξαφνικά κατανόηση για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Ιταλία, διαβεβαιώνοντας πως έχουν «εμπιστοσύνη στη σταθερότητα της χώρας, στους θεσμούς της και στην οικονομία της, όπως και στην ικανότητά της να ξεπεράσει την τραπεζική κρίση και να συνεχίσει στο δρόμο των οικονομικών μεταρρυθμίσεων».
Με άλλα λόγια έχουν εμπιστοσύνη πως ο θεσμοποιημένος αυτόματος πιλότος των ευρωπαϊκών συμβάσεων θα εξακολουθήσει να κυβερνά τις μεμονωμένες χώρες που δεν έχουν καμία δυνατότητα ουσιαστικής διαπραγμάτευσης.
Καταλαβαίνει κανείς πως οι Βρυξέλλες θέλουν να διαχειριστούν τα αποτελέσματα του ιταλικού δημοψηφίσματος ακριβώς όπως το ελληνικό ΟΧΙ: σαν να μην υπήρξε ποτέ, σαν να μην υφίσταται, σαν να μην έχει καμία σημασία. Το πρόβλημα γι αυτούς είναι πως δεν έχουν εδώ έναν Τσίπρα, δημοκρατικά εκλεγμένο, στηριγμένο από την ψήφο των πολιτών ακόμη και μετά από μια «προδοσία» που ζητάει εκδίκηση.
Το ιταλικό χάος είναι εντελώς διαφορετικό, πιο δραματικό από πολλές απόψεις (δεν υπάρχουν κόμματα, με την τεχνική έννοια του όρου, αφού ακόμη και το Δημοκρατικό Κόμμα μοιάζει να οδεύει προς διάλυση, ταλαιπωρούμενο από τους ρεβανσισμούς του Ρέντσι, κάποιες επιφυλάξεις χριστιανοδημοκρατικού τύπου, πανουργίες νεοφώτιστων, και πρωτόγνωρους ισορροπισμούς).
Ο τετραγωνισμός του κύκλου εναπόκειται τώρα στον πρόεδρο Ματαρέλα. Και για να γελάσουμε και λίγο, ανασαίνουμε από ανακούφιση, αναλογιζόμενοι τι θα μπορούσε να είχε κάνει ο Ναπολιτάνο, αν ήταν ακόμη στην προεδρία…