Ο διαιτητής σφυρίζει τη λήξη της αναμέτρησης, αλλά η δράση δεν τελειώνει. Το highlight του Σαββατοκύριακου –η στιγμή που τα όρια μεταξύ παικτών και οπαδών σπάνε– μόλις ξεκινάει. Οι παίκτες της ομάδας κατευθύνονται προς το πέταλο και με ενωμένα χέρια υποκλίνονται στους φιλάθλους τρεις φορές (με ζωντάνια και νεύρο σαν μια φορά), οι οποίοι με τέλειο συγχρονισμό ανταποδίδουν με τον ίδιο τρόπο την κίνηση των αθλητών. Αμέσως μετά, ο οργανωτής της εξέδρας από τη βάση του ή πολλές φορές κάποιος παίκτης από την ομάδα παίρνει το μικρόφωνο ή την ντουντούκα και απευθύνεται στο κοινό λέγοντας «Gimmie an H» και μετά με την ίδια κραυγή ζητάει να του «δώσουν» ένα U, ένα M, ένα B, ένα A. HUMBA! Μετά από κάθε γράμμα όλο το πέταλο επαναλαμβάνει δυνατά. Η διαδικασία κλείνει φωνάζοντας όλοι μαζί ένα σύνθημα.

Το humba ξεκίνησε από τους οπαδούς της Mainz στα μέσα του 1990. Από τότε σε κάθε γήπεδο (όχι μόνο στο ποδόσφαιρο), εκτελείται η τελετουργία του humba με μικρές παραλλαγές, αλλά η κεντρική ιδέα είναι ίδια: οι παίκτες και οι οπαδοί κάθονται κάτω, μετά χοροπηδούν και τραγουδούν όλοι μαζί. Το humba δε σημαίνει κάτι, συμβολίζει όμως κάτι πολύ σημαντικό: πως οι οπαδοί –ούτε οι παίκτες, ούτε οι προπονητές, ούτε οι παράγοντες– είναι τα πιο σημαντικά μέλη ενός αθλητικού συλλόγου. Αυτή ακριβώς η φιλοσοφία ενέπνευσε το περιοδικό HUMBA! που κυκλοφορεί κάθε τρίμηνο από το 2010, αφιερωμένο στην κοινωνική και πολιτική διάσταση των σπορ, την εμπειρία του γηπέδου, την οπαδική κουλτούρα και τον κόσμο της κερκίδας.[…]

Αποφεύγουμε να χρησιμοποιούμε ατάκες του στυλ «φυτώρια βίας και ναρκωτικών» μιλώντας για τα γήπεδα. Πρόκειται για έναν κοινωνικό χώρο που προσελκύει χιλιάδες ανθρώπους όλων των φυλών, των ηλικιών και των στυλ και όπως σε οποιοδήποτε τέτοιο χώρο ευδοκιμούν τα πάντα. Όλα τα καλούδια. Υγιεινά και ανθυγιεινά. Όμορφα και άσχημα. Ιδέες προοδευτικές αλλά και αντιδραστικές. Από όλα έχει ο γηπεδικός μπαξές. Είναι γεγονός πάντως πως, ειδικά τα τελευταία χρόνια, έχουμε δει στις κερκίδες κινήσεις που δείχνουν πως οι οπαδοί έχουν άποψη για διάφορα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα και τολμούν να την εκφράσουν δημόσια. Πολύ πρόσφατο παράδειγμα ένα τεράστιο πανό των οπαδών του Ατρόμητου στη δεύτερη αγωνιστική του πρωταθλήματος με αφορμή τη συμπλήρωση 8 χρόνων από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα από φασίστες που έλεγε: «ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ ΠΟΛΗ ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΗ. ΠΑΥΛΟΣ ΦΥΣΣΑΣ ΠΑΡΩΝ». Αλλά, ναι, είναι γνωστό δεν χρειάζεται να το πούμε εμείς ή να το επιβεβαιώσουμε. Και βία υπάρχει και ναρκωτικά και συμπεριφορές όχλου, αλλά δεν συμφωνούμε πως «αυτό είναι το γήπεδο». Είναι και πολλά άλλα ακόμα και είναι ενοχλητικό να επικεντρωνόμαστε μόνο στα, ας πούμε, κακώς κείμενα, έτσι δεν είναι;

Αν υπάρχει κάποιο «βασικό συναίσθημα» για όλους όσους παρακολουθούμε τις ομάδες μας είναι ακριβώς αυτό, ο ρομαντισμός. Οπότε ναι, πέρα της όποιας ανάγκης για ένταξη σε μια ιδεατή κοινότητα κι ακόμη χειρότερα της ανάγκης για να «νιώθει κάποιος νικητής», ο ρομαντισμός είναι κυρίαρχος. Έτσι, τουλάχιστον, θέλουμε εμείς να νιώθουμε. Όσο για τον προφανή επαγγελματισμό, είναι αποτέλεσμα της όλο και πιο έντονης ανάγκης του ύστερου καπιταλισμού να επεκτείνει και να βαθαίνει την κερδοφορία του με τον έλεγχο κάθε πεδίου ανθρώπινης δραστηριότητας. Από κει και πέρα, θα πρέπει να τονίσουμε το ελπιδοφόρο μοντέλο των Αυτοοργανωμένων Αθλητικών Συλλόγων, που πέραν ενός διαφορετικού αθλητικού μοντέλου και μιας αντίπαλης κουλτούρας αξιών στην κυρίαρχη, προτείνουν και μια διαφορετική ανάγνωση κοινωνικής οργάνωσης.

 

Tο αθλητικό περιοδικό HUMBA, «για το κοινωνικό και πολιτικό νόημα των σπορ», μιλάει στην Άντα Κούγια. Αποσπάσματα από το ipolizei.gr

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!