Η διορισμένη από την κυβέρνηση (και απολαμβάνουσα την αποδοχή μεγάλου μέρους της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης) επιτροπή για τον γιορτασμό των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821 έδωσε ήδη αρκετά δείγματα γραφής για το πώς εννοεί όχι να τιμήσει αλλά να αποδομήσει την επέτειο. Εξάλλου η σύνθεση της εν λόγω επιτροπής, ιδίως μετά την απαλλαγή της από τα ελάχιστα «παράφωνα» μέλη της (όπως η καθηγήτρια Μαρία Ευθυμίου), αποτελεί εγγύηση γι’ αυτό… Η προχθεσινή, πρώτη συνέντευξη Τύπου της επιλεγμένης προσωπικά από τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη προέδρου της, της κ. Αγγελοπούλου, το επιβεβαίωσε. Εμμέσως πλην σαφώς η κ. Αγγελοπούλου, μιλώντας σαν να είχε το κύρος τουλάχιστον πανεπιστημιακής καθηγήτριας, επιβεβαίωσε ότι δεν ανέχεται και δεν κάμπτεται από «συγκρουσιακή» κριτική, και υποστήριξε ότι όσα έγιναν μέχρι τώρα είναι καλώς καμωμένα…
Είναι σίγουρο πως όσο πλησιάζουμε στην επέτειο των 200 χρόνων από τον μεγάλο Ξεσηκωμό θα φουντώσει η πολιτική και ιστορική συζήτηση για τη σημασία του. Ελπίζουμε αυτή η συζήτηση να διεξαχθεί με όσο πιο ουσιαστικό τρόπο γίνεται. Να αποφευχθεί δηλαδή αυτό που γίνεται μέχρι σήμερα με ευθύνη σχεδόν αποκλειστική της επιτροπής της κ. Αγγελοπούλου, π.χ. ο βομβαρδισμός με δήθεν αποκαλυπτικά δημοσιεύματα όπως εκείνο περί του δικτάτορα Καποδίστρια ή το άλλο, περί του… σεξιστή και με οιδιπόδεια απωθημένα Καραϊσκάκη. Βέβαια για να συμβεί αυτό φαίνεται πια ότι προϋπόθεση είναι να καταργηθεί η διορισμένη από την κυβέρνηση επιτροπή και η κ. Αγγελοπούλου να επιστρέψει στις συνήθεις ασχολίες της…
Σε κάθε περίπτωση, ο Δρόμος έχει την πρόθεση να παρέμβει στη συζήτηση και αντιπαράθεση που έχει ξεκινήσει και θα ενταθεί, αλλά με σοβαρότητα, με τρόπο που να προωθεί τη γνώση και τον προβληματισμό. Εξάλλου έχει ήδη, εδώ και χρόνια, προσπαθήσει κάτι τέτοιο μέσα από αφιερώματα, άρθρα και συνεντεύξεις για μια επέτειο που δίκαια έχει εγγραφεί στη συλλογική μνήμη ως μία από τις σημαντικότερες στην ιστορία μας. Με ένα τέτοιο σκεπτικό απευθυνθήκαμε αυτή τη φορά στον Γιώργο Κοντογιώργη, καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης και πρώην πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου, ο οποίος έχει πολλά και ουσιαστικά να πει για το θέμα. Πόσο καλά τα καταφέραμε στον περιορισμένο χρόνο και χώρο, θα το κρίνουν οι αναγνώστριες και αναγνώστες μας!
Σε λίγους μήνες συμπληρώνονται 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821. Ποια είναι κατά τη γνώμη σας η αίσθηση των Ελλήνων σήμερα για το κομβικό αυτό γεγονός;
Η αίσθηση των Ελλήνων σήμερα είναι ότι επιχειρείται δια του εορτασμού η ιδεολογική τους χειραγώγηση. Το κρίσιμο ερώτημα που οφείλει να απαντηθεί από την ελληνική κοινωνία είναι εάν η επανάσταση και οι δύο αιώνες που διένυσε από τότε θα ιστορηθούν διά των πεπραγμένων του κράτους ή του έθνους. Από την απόφαση αυτή θα κριθεί εάν με την επανάσταση, και συγκεκριμένα διά του κράτους, οι Έλληνες συγκρότησαν έθνος. Ή, αντιθέτως, εάν το έθνος των Ελλήνων με την επανάσταση συγκρότησε κράτος. Η διερώτηση δεν είναι ρητορική, ούτε αποβλέπει στην ικανοποίηση της όποιας πνευματικής περιέργειας. Οι συνέπειες της επιλογής αυτής αφορούν κυριολεκτικά στο παρόν και στο μέλλον του σημερινού ελληνικού κόσμου.
Εάν για παράδειγμα ιστορήσουμε τον ελληνισμό διά του κράτους, απολήγουμε στο να δοξάσουμε το επίτευγμά του να επεκτείνει τα όριά του από την Πελοπόννησο στον Έβρο. Όμως εάν ιστορήσουμε τον ελληνισμό διά του έθνους, δηλαδή δυνάμει της παρουσίας του στον κόσμο τον 19ο αιώνα, καταλήγουμε σε ένα εντελώς διαφορετικό συμπέρασμα: ότι το κράτος αυτό επικύρωσε τη συντριπτική ήττα που υπέστη ο ελληνικός κόσμος στην επανάσταση και αποτέλεσε τον δούρειο ίππο για την κατάλυση των ανθρωποκεντρικών θεμελίων με τα οποία ταξίδεψε στην ιστορία, για τον εγκιβωτισμό του σε έναν απολυταρχικό κατοχικό κράτος, που συνέβαλε στην αποδόμηση του μείζονος ελληνισμού – και αξιώνει εντέλει την περιδεή προσομοίωση της ελληνικής κοινωνίας στο έκφυλο κράτος της δυναστικής κομματοκρατίας.
Η πρώτη επιλογή προσεγγίζει τον ελληνισμό της τουρκοκρατίας ως έναν λαό χωρίς ταυτοτική υπόσταση και προφανώς χωρίς καμία σχέση με την ελληνική «αρχαιότητα», κατώτερον καθόλα από τους λαούς της φεουδαλικής Δύσης, από την οποία πληροφορήθηκε την διά της γλώσσας συνάφειά του με το απώτερο παρελθόν του ελληνικού κόσμου, τις αξίες της δημοκρατίας, της ελευθερίας κ.λπ.
Η δεύτερη επιλογή αναδεικνύει έναν ελληνισμό ο οποίος εισήλθε στην τουρκοκρατία οπλισμένος με τις ανθρωποκεντρικές σταθερές της ελληνικής οικουμένης (από τους ελληνιστικούς έως και τους βυζαντινούς χρόνους) και δεν έπαψε να επιζητεί την εθνική του αποκατάσταση, με πρόταγμα την επανοικοδόμηση του κράτους της εθνικής κοσμόπολης. Η επιλογή αυτή μας πληροφορεί ότι ο ελληνισμός της τουρκοκρατίας, παρ’ όλες τις στρεβλώσεις της δεσποτικής κατοχής, εξακολουθούσε να βιώνει τη θεμέλια κοινωνία της πόλης/κοινού, τη δημοκρατία στο οικονομικό και στο πολιτικό πεδίο και, συνεπώς, ένα καθεστώς καθολικής πολιτειότητας.
Με την επιβολή του «δυτικού τύπου» κράτους ο ελληνισμός κλήθηκε να εγκαταλείψει την οικουμενική και κοσμοπολιτειακή του ιδιοσυστασία, και να εγκιβωτισθεί σε ένα απολυταρχικό κράτος που τον οπισθοδρομούσε ανθρωποκεντρικά στην προσολώνεια εποχή του
Προφανώς επιλέγετε τη δεύτερη εκδοχή;
Φυσικά, αφού το πρόταγμα των Ελλήνων για την απελευθέρωσή τους απέβλεπε στην ανασύσταση του κράτους της οικουμενικής κοσμόπολης δομημένο με πρόσημο τη δημοκρατία, από τα κοινά έως το κεντρικό πολιτικό σύστημα. Την ίδια στιγμή, οι λαοί της Δύσης αγωνιούσαν να εξέλθουν της φεουδαρχίας και να οικοδομήσουν μια πρώιμη εκδοχή ανθρωποκεντρισμού, στο πλαίσιο ενός κράτους που θα κατοχύρωνε τη μονοσήμαντη ατομική ελευθερία και, στο πολιτικό πεδίο, τη μεθάρμοση της απολυταρχίας σε αιρετή μοναρχία.
Υπό το πρίσμα αυτό, με την επιβολή του «δυτικού τύπου» κράτους ο ελληνισμός κλήθηκε να εγκαταλείψει την οικουμενική και κοσμοπολιτειακή του ιδιοσυστασία με την οποία ταξίδεψε στην κοσμοϊστορία μέχρι τότε, και να εγκιβωτισθεί σε ένα απολυταρχικό κράτος που τον οπισθοδρομούσε ανθρωποκεντρικά στην προσολώνεια εποχή του.
Η ιδέα της ρήξης του ελληνισμού της τουρκοκρατίας (και του Βυζαντίου) με το κοσμοσυστημικό του παρελθόν επινοήθηκε από τη διανόηση της εποχής της κορύφωσης της απολυταρχίας στην Ευρώπη (18-19ος αιώνας) στην προσπάθεια της τότε διανόησης να δικαιώσει την επικράτηση του δεσποτικού δρόμου προς τη νεοτερικότητα και να νομιμοποιήσει την απολυταρχία, και στη συνέχεια το καθεστώς της αιρετής μοναρχίας, ως δήθεν δημοκρατικό. Η εθνική ανάγνωση του ελληνισμού αποτέλεσε τη σταθερά επιλογή του ελληνικού κόσμου του Βυζαντίου και της τουρκοκρατίας.
Το διακύβευμα στις ημέρες μας εστιάζεται όχι ανάμεσα σε δύο αλήθειες, αλλά ανάμεσα στην αλήθεια που διδάσκουν κατά τρόπο αναντίλεκτο οι πηγές της εποχής του Βυζαντίου και της τουρκοκρατίας, και στο ιδεολογικό εγχείρημα της «νεοτερικής» ιδεολογίας και των πραιτοριανών της εδώ κομματοκρατίας να παραχαράξουν την πραγματικότητα για να δικαιώσουν το κράτος που λειτούργησε ως ολετήρας του ελληνικού έθνους και, δι’ αυτού, του ελληνικού δρόμου προς τη νεοτερικότητα. Για να γίνω πιο σαφής: εάν είχε επικρατήσει ο ελληνικός δρόμος προς τη νεοτερικότητα, σήμερα το κράτος θα ήταν η δημοκρατική κοσμόπολη. Έχοντας κυριαρχήσει ο δυτικός δρόμος, το κράτος ήταν πριν η απολυταρχία και τώρα η συνταγματική ή η αιρετή μοναρχία.
Με αφορμή τη διακοσιετηρίδα της ελληνικής επανάστασης προσφέρεται στην ελληνική κοινωνία μια ευκαιρία να αναστοχασθεί την αιτία της κακοδαιμονίας της και, μέσα από την ανάκτηση της ιστορίας της, να διακρίνει την οδό της προοδευτικής σήμανσης του μέλλοντός της.
Η Επιτροπή που έχει συγκροτηθεί υπό την κ. Αγγελοπούλου έχει ήδη δώσει δείγματα γραφής για την κατεύθυνση που θέλει να δώσει στις επετειακές εκδηλώσεις. Ποια είναι η εκτίμησή σας για τη σύσταση και την πορεία αυτής της Επιτροπής;
Η Επιτροπή αυτή δεν κρύβει ότι συγκροτήθηκε με συγκεκριμένο σκοπό: Να δικαιώσει την επιλογή του απολυταρχικού ηγεμόνα που επέβαλε το ελλαδικό απολυταρχικό προτεκτοράτο για να καταλύσει το ανθρωποκεντρικό φορτίο που έφερε μαζί του ο ελληνισμός, ώστε να τον καθυποτάξει και να μην αποτελεί εμπόδιο στη φιλοδοξία του. Συγχρόνως, δεν κρύβει ότι επιδιώκει να προσομοιώσει τα κατάλοιπα των πολιτισμικών σταθερών που κληρονόμησε η νεοελληνική κοινωνία από το οικουμενικό δημοκρατικό της παρελθόν στα μέτρα της ιθαγενούς άρχουσας τάξης, ώστε να εξαλείψει το ιδιώνυμό της, τον αντιστασιακό της χαρακτήρα. Να μεταβάλει κυριολεκτικά τον λαό με τη μεθάρμοση της ελληνικής κοινωνίας σε μια αγελαία «συλλογικότητα» που θα ιδιωτεύει, και δεν θα αμφισβητεί την παρασιτική σχέση της άρχουσας κομματοκρατίας με το κράτος.
Είναι μια Επιτροπή συγκροτημένη με γνώμονα το δόγμα της ενιαίας σκέψης, από άτομα δοκιμασμένα λόγω της θητείας τους στις οριζόντιες διαδρομές τους στους προθαλάμους της εξουσίας. Το να βάζει ο πρωθυπουργός την κυρία Αγγελοπούλου να παίξει το ρόλο της «Μαριάνας» της Γαλλικής Επανάστασης ή να παραστήσει την «Μπουμπουλίνα» της Ελληνικής Επανάστασης είναι τουλάχιστον γελοίο, για να μην πω μεγίστη προσβολή προς όσους αγωνίστηκαν για την εθνική μας ελευθερία. Σημειολογικά μιλώντας, η Επιτροπή αυτή εξ επόψεως σύνθεσης και σκοπού θυμίζει ότι ο φασισμός είναι τρόπος, όχι αναγκαστικά σύστημα. Είναι η ντροπή του έθνους, προσβάλλει το δημόσιο αίσθημα και, στους δύσκολους καιρούς που διέρχεται η χώρα, είναι διχαστική. Καλώ τον πρωθυπουργό, όποιες και αν είναι οι δεσμεύσεις του, να αποκαταστήσει την προσβλητική απρέπεια που διεπράχθη κατά του λαού, αποσύροντάς την πριν ολοκληρώσει το ολέθριο έργο της.
Είστε σαφής! Ας περάσουμε όμως σε ένα άλλο, αν και όχι άσχετο με όσα είπαμε ως τώρα, ζήτημα: πρόσφατα κυκλοφόρησε ο τρίτος τόμος του έργου σας «Το Ελληνικό Κοσμοσύστημα». Θα μπορούσατε να κατατοπίσετε τους αναγνώστες μας για αυτό το έργο και να μας μιλήσετε για τη συνέχειά του;
Ο τόμος αυτός, ο τρίτος του Ελληνικού Κοσμοσυστήματος, είναι ο πρώτος μιας τριλογίας τόμων που θα κυκλοφορήσουν μέσα στο καλοκαίρι και ολοκληρώνουν το εγχείρημα της κοσμοσυστημικής ανασυγκρότησης της κοσμοϊστορίας και της ανάδειξης της εξελικτικής βιολογίας του κοινωνικού ανθρώπου. Ο τόμος αυτός εξετάζει τη βυζαντινή περίοδο της ελληνικής οικουμένης: πώς η ηγεσία της Ρώμης παρέδωσε τα κλειδιά της οικουμένης στους Έλληνες οι οποίοι, όπως δηλώνουν οι ίδιοι, αποτελούν εθνικά την ομοθετική συνέχεια της ελληνικής αρχαιότητας. Αναφέρεται επίσης στο κλίμα μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε η σύγκρουση του ελληνισμού με την εξερχόμενη από την ιδιωτική δεσποτεία Δύση για το ζήτημα της ιδιοκτησίας της Ρώμης/ηγεμονίας της οικουμένης κ.λπ.
Στους δύο επόμενους τόμους εξετάζεται η ιδιοσυστασία του Βυζαντίου στο κοινωνικοοικονομικό, ιδεολογικό και πολιτικό πεδίο, και επίσης τα εσωτερικά του στάδια, τα οποία σηματοδοτούν την ανθρωποκεντρική ολοκλήρωση του ελληνικού κόσμου. Η τριλογία αυτή κλείνει με έναν εκτενή διάλογο με τις νεοτερικές σχολές που προσεγγίζουν το Βυζάντιο, τη Δύση και τη νεοτερικότητα, όπου μέσα από τις πηγές αποκωδικοποιείται όλο το εγχείρημα της εποχής της κορύφωσης της απολυταρχίας στη δυτική Ευρώπη, να υφαρπάξει την ιστορία και να νομιμοποιήσει την ηγεμονία της. Στο έργο αυτό ο αναγνώστης θα διαγνώσει μέσα από τις πηγές μια εντελώς άλλη οπτική για το Βυζάντιο, από την ονομασία του έως το τέλος της δουλείας και την εφαρμογή της δημοκρατικής αρχής στην οικονομία, τη θεμέλια βάση του κράτους δίκαιου και πρόνοιας που το διακρίνουν, τη κυριαρχία των πόλεων και πολλά άλλα.
Σημειολογικά μιλώντας, η Επιτροπή που έχει συγκροτηθεί υπό την κ. Αγγελοπούλου, εξ επόψεως σύνθεσης και σκοπού θυμίζει ότι ο φασισμός είναι τρόπος, όχι αναγκαστικά σύστημα. Είναι η ντροπή του έθνους, προσβάλλει το δημόσιο αίσθημα και είναι διχαστική
Κάτι τελευταίο, μιας και η εφημερίδα μας συμπλήρωσε 500 φύλλα αδιάλειπτης παρουσίας μέσα σε 10 χρόνια. Πώς εκτιμάτε την ύπαρξή της;
Ο Δρόμος της Αριστεράς είναι ένας φάρος στο μέσον της ιδεολογικής φυλλοξέρας και της διανοητικής ανυπαρξίας που διέπει την Αριστερά από το τέλος της δεκαετίας του 1980/90. Σε μια στιγμή που Αριστερά και Δεξιά έχουν περιέλθει στο Μαυσωλείο της ιστορίας, ο κόσμος του Δρόμου της Αριστεράς επιμένει να σκέφτεται και να αναζητά μέσα στα συντρίμμια την άλλη άποψη. Αντιλαμβάνεται κανείς την αξία του εγχειρήματος αυτού όταν διαπιστώνει ότι η μια μερίδα της Αριστεράς παραμένει εμμονικά προσδεδεμένη στη σταλινική της στασιμότητα, ενώ η άλλη μεταβλήθηκε σε βαποράκι του σκληρού πυρήνα της διεθνούς των αγορών και σε μείζονα αντίπαλο της εθνικής κοινωνίας. Εκτιμώ ότι ο Δρόμος της Αριστεράς παραμένει ανοιχτός στη διερώτηση για το μέλλον, και στο πλαίσιο αυτό αγωνιά για την ανασύνδεση της σκέψης με την πρόοδο.
Ο Δρόμος για την Επανάσταση του 1821
Οι σελίδες της εφημερίδας έχουν φιλοξενήσει πλήθος αφιερωμάτων, άρθρων και παρεμβάσεων για το σπουδαίο ζήτημα της Επανάστασης του 1821. Μεταξύ αυτών που δημοσιεύθηκαν τα τελευταία χρόνια, περιλαμβάνονται:
► Αφιέρωμα: «Η Ελληνική επανάσταση άλλαξε τον χάρτη της Ευρώπης» (φύλλο 305, σελ. 12-13)
► Αφιέρωμα: «1821: Μια Επανάσταση ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη» (φύλλο 352, σελ. 13-16 και 25-28)
► Αφιέρωμα: «197 χρόνια από τον μεγάλο Ξεσηκωμό» (φύλλο 400, σελ. 13-20)
► Αφιέρωμα: «Μεθύστε με το αθάνατο κρασί του Εικοσιένα» (φύλλο 447, σελ. 13-20)
► Άρθρο του Λαοκράτη Βάσση: «Τα μεγάλα “επίδικα” του εορτασμού της διακοσιοστής επετείου του ’21» (φύλλο 488, σελ. 20-21)