Το Σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ που υπογράφτηκε στις 23 Αυγούστου 1939 μεταξύ Γερμανίας και Σοβιετικής Ένωσης έχει αξιοποιηθεί κατά κόρον από την άρχουσα τάξη ως το μεγαλύτερο πειστήριο της ταύτισης ναζισμού-κομμουνισμού. Είναι τέτοια η θέση που κατέχει το εν λόγω σύμφωνο στο αντίπαλο οπλοστάσιο ώστε η ημέρα υπογραφής του να επιλεγεί ως «ημέρα πανευρωπαϊκής μνήμης για τα θύματα του ολοκληρωτισμού». Η αφήγηση που προβάλλεται είναι περίπου η εξής: Με την συμφωνία αυτή ο Χίτλερ και ο Στάλιν συμμάχησαν για δύο χρόνια, διάστημα κατά το οποίο μοίρασαν μεταξύ τους την Ανατολική Ευρώπη, την στιγμή που η Αγγλία και η Γαλλία έδιναν την μάχη ενάντια στο ναζισμό στα δυτικά.
Μια τέτοια αφήγηση είναι προφανές ότι διαστρεβλώνει την ιστορική αλήθεια κατά τρόπο απόλυτο επειδή ακριβώς αποκρύπτει σημαντικότατες πτυχές της. Αυτό που δεν λέγεται είναι ότι η Σοβιετική Ένωση αναγκάστηκε να οδηγηθεί σε αυτό το σύμφωνο (Μη Επίθεσης και όχι Συνεργασίας όπως συχνά αναφέρεται) προκείμενου να μπορέσει να κερδίσει χρόνο και να προετοιμάσει την άμυνα της απέναντι στην επερχόμενη γερμανική επίθεση, την στιγμή που ήταν σαφές ότι έχει αφεθεί εντελώς μόνη από τους Δυτικούς.
Υπενθυμίζεται ότι η Αγγλία και η Γαλλία είχαν υπογράψει με την Γερμανία και την Ιταλία το 1938 την Συμφωνία του Μονάχου η οποία επέτρεπε στον Χίτλερ να προσαρτήσει μέρος της Τσεχοσλοβακίας. Οι Άγγλοι και οι Γάλλοι, με παρότρυνση και των ΗΠΑ, εφάρμοζαν την περιβόητη πολιτική κατευνασμού μέσα από την οποία ευελπιστούσαν να διοχετεύσουν την επιθετικότητα της Γερμανίας προς Ανατολάς, όπως άλλωστε ήταν και δηλωμένος στόχος του ίδιου του Χίτλερ. Μάλιστα, όταν μετά και την προσάρτηση της Αυστρίας από τους Ναζί η Σοβιετική Ένωση πρότεινε σε Λονδίνο και Παρίσι να συγκροτήσουν ένα κοινό στρατιωτικό μέτωπο προκειμένου να ανακοπεί η επιθετικότητα των Γερμανών, δέχτηκαν αρνητικές απαντήσεις.
Ενδεικτικός των απώτερων προθέσεων Αγγλίας-Γαλλίας-ΗΠΑ ήταν και ο τρόπος που αντέδρασαν στην υπογραφή του Συμφώνου Μολότοφ – Ρίμπεντροπ, με τον αμερικανικό Τύπο να κατηγορεί τον Χίτλερ ότι «δεν κράτησε την υπόσχεσή του να είναι λιοντάρι προς ανατολάς και αρνάκι προς δυσμάς» και τον Τσόρτσιλ να εγκαλεί του Ναζί που «πρόδωσαν το αντικομιντέρν σύμφωνο και τις αντιμπολσεβίκικες συμφωνίες». Αλλά ακόμα και μετά το ξέσπασμα του πολέμου, το 1943, ο Τσόρτσιλ εξακολουθούσε να μελετά τρόπους προσέγγισης με την Γερμανία προκειμένου να ανακοπεί η επέλαση των Σοβιετικών στην Ανατολική Ευρώπη.
Όσο για τους Σοβιετικούς, δεν χρειάζεται πολύ ιστορική μελέτη για να αποδειχθεί ότι το σύμφωνο μη επίθεσης αξιοποιήθηκε ώστε να κερδηθεί χρόνος για την προετοιμασία (μεταφορά πολεμικής βιομηχανίας, οργάνωση Κόκκινου Στρατού κ.λπ.) της αναπόφευκτης στρατιωτικής σύγκρουσης με τη Γερμανία.