Πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 9 Μαΐου στην Φιλοσοφική Σχολή Αθήνας η πολύ ενδιαφέρουσα ημερίδα «Ιστορία και Φιλοσοφία της Γλωσσολογίας». Μιλήσαμε με τους διοργανωτές της ημερίδας Γιάννα Γιαννουλοπούλου, καθηγήτρια Γλωσσολογίας, Τμήμα Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Φιλοσοφική Σχολή ΕΚΠΑ και Διονύση Γούτσο, καθηγητή Κειμενογλωσσολογίας, Τμήμα Φιλολογίας Φιλοσοφική Σχολή ΕΚΠΑ.. Ακολουθεί η συζήτηση που είχαμε μαζί τους.

Ποιος είναι ο απολογισμός της ημερίδας που έγινε την περασμένη Παρασκευή; (Συμμετοχή, ενδιαφέρον, ανακοινώσεις)

Γ. Γ. Ο απολογισμός είναι θετικός, θετικότατος. Η ημερίδα ήταν ιδιαίτερα πετυχημένη, τόσο από πλευράς συμμετοχής καθηγητών και καθηγητριών, αλλά και φοιτητών/τριών, προπτυχιακών και μεταπτυχιακών. Οι ασχολούμενοι με τη Γλωσσολογία στη Σχολή μας έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ιστορία και τη φιλοσοφία της Γλωσσολογίας, κυρίως διότι το παρόν της επιστήμης μας μας ωθεί σε αναστοχασμό για τα βασικά της χαρακτηριστικά σε ιστορικό και φιλοσοφικό επίπεδο. Πρόκειται για μια ανάγκη αυτοσυνειδησίας και επίγνωσης, αυτή είναι που εξηγεί το ενδιαφέρον. Οι ανακοινώσεις των ομιλητών/τριών, Ελλήνων και προσκεκλημένων από το εξωτερικό ήταν επίσης υψηλού επιπέδου και τράβηξαν το ενδιαφέρον όσων είναι ή θέλουν να γίνουν γλωσσολόγοι.

Οι δύο προσκεκλημένοι ομιλητές, JohnJoseph και Chloé Laplantine, γύρω από ποια ζητήματα περιστράφηκαν;

Δ. Γ. Ο JohnJoseph, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, συνέδεσε την θεωρία του Σωσσύρ, θεμελιωτή της σύγχρονης Γλωσσολογίας, με την σωκρατική θεώρηση της γλώσσας, αναδεικνύοντας τον τρόπο με τον οποίο τα βασικά ερωτήματα της γλωσσολογίας συνδέονται με φιλοσοφικές προϋποθέσεις για τη σχέση γλώσσας και πραγματικότητας και έχουν απασχολήσει την ανθρώπινη σκέψη ήδη από την αρχαιότητα. Η Chloé Laplantine, ερευνήτρια στο Εθνικό Γαλλικό Κέντρο για την Επιστημονική Έρευνα (CNRS), παρουσίασε τη σχέση της ανθρωπολογίας με τη γλωσσολογία, παίρνοντας ως παράδειγμα τον τρόπο με τον οποίο οι αμερικανοί γλωσσολόγοι των αρχών του αιώνα κατέγραψαν και ερεύνησαν τις γλώσσες των ιθαγενών της Αμερικής. Ανέδειξε έτσι το πώς η γλωσσολογική έρευνα από το ξεκίνημά της συνδέθηκε με στοιχεία των διαφορετικών πολιτισμών του κόσμου.

Η ιστορία της γλωσσολογίας είναι ένας κλάδος που αναπτύσσεται από τη δεκαετία του 1970 και μετά σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα μετά τη θεωρητικοποίησή της από τον KonradKoerner, έναν επιστήμονα που επέμενε στη συγκρότηση της ιστορίας της γλωσσολογίας σε εθνικό επίπεδο, μιας και η «διεθνής» συγκρότησή της συνήθως υποκρύπτει γλωσσικές, γλωσσολογικές και εθνικές επικρατήσεις των πλέον ισχυρών. Είναι πια καιρός και στη σύγχρονη γλωσσολογική έρευνα να ξεκινήσει η οργανωμένη συζήτηση για την ιστορία της νεοελληνικής γλωσσολογίας σε συνάρτηση με τις φιλοσοφικές και επιστημολογικές προϋποθέσεις αυτής.

Σε γενικές γραμμές γιατί παρουσιάζει ενδιαφέρον η «ιστορία της γλωσσολογίας»;

Γ.Γ. Η ιστορία της γλωσσολογίας είναι ενδιαφέρουσα γιατί –όπως κάθε ιστορική μελέτη των επιστημών– δείχνει ότι η εξέλιξη των επιστημών είναι μια μεταβαλλόμενη ισορροπία επιχειρημάτων και επιστημονικών «παραδειγμάτων» άμεσα συνδεδεμένων με τα ιδεολογικά συμφραζόμενα και τις πολιτικές συνθήκες κάθε εποχής. Για παράδειγμα, είναι σημαντικό να διερωτηθούμε τι υπήρξε η γλωσσολογία. Ποια η σχέση της με άλλες επιστήμες; Για παράδειγμα, στο ξεκίνημα τον 19ο αιώνα η ανάπτυξή της ήταν παράλληλη με τη Λαογραφία. Οι σχέσεις σύγκρουσης και διαφοροποίησης με τη Φιλολογία είναι γνωστές, παρά τις γενετικές σχέσεις της γλωσσολογίας με αυτήν. Πώς τοποθετούμαστε σήμερα απέναντι σε αυτές τις σχέσεις;Στην ανάπτυξη της γλωσσολογίας στον 20ό αιώνα πολλές απόπειρες παραλληλισμού έγιναν με τη Φυσική ή τη Βιολογία. Τελικά τι είδους επιστήμη είναι η γλωσσολογία;

Επιπλέον, όταν ακολουθούμε το α ή το β γλωσσολογικό μοντέλο ή θεωρία ή όταν το αλλάζουμε, γιατί το κάνουμε αυτό; Σε ποιο επιστημολογικό παράδειγμα ανήκει ένας γλωσσολόγος που ακολουθεί γενετική θεωρία ή λειτουργισμό ή οτιδήποτε άλλο; Υπάρχει τρόπος να υπερβούμε το δομισμό και είναι σκόπιμο κάτι τέτοιο;

Ένα τελευταίο, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό ερώτημα έχει να κάνει με την κοινωνική ευθύνη μας ως επιστημόνων σε σχέση με τον λεγόμενο «φυσικό ομιλητή»; Υπάρχει μια αντίφαση εδώ καθώς, ενώ ο φυσικός ομιλητής είναι υπερεκτιμημένος από τη Γλωσσολογία ως πηγή δεδομένων, όταν εκφράζει απόψεις και στάσεις για τη γλώσσα, εμείς οι γλωσσολόγοι συνηθίζουμε να τον κατακεραυνώνουμε ως φορέα «αντιεπιστημονικών» απόψεων. Ο ρόλος μας είναι αυτός της αυθεντίας ή του τελικού κριτή εκεί που απαιτείται παρέμβαση σε γλωσσικά θέματα ή του ισότιμου συνομιλητή σε μια γλωσσική κοινότητα που αποφασίζει η ίδια για τον εαυτό της για θέματα που η ίδια θεωρεί σημαντικά για την ταυτότητα, την αυτοσυνειδησία και την ίδια της την ύπαρξη;

Πώς θα αξιοποιηθούν τα όσα ανακοινώθηκαν στην ημερίδα;

Δ.Γ. Στοχεύουμε να εκδώσουμε τις εισηγήσεις της ημερίδας στο αμέσως επόμενο διάστημα και να εντείνουμε τις προσπάθειές μας για την καταγραφή της ιστορίας της γλωσσολογίας στη χώρα μας. Κυρίως, όμως, θέλουμε να απευθυνθούμε στους νέους επιστήμονες και τις νέες επιστημόνισσες που θα ήθελαν να ακολουθήσουν τον δρόμο της γλωσσολογικής έρευνας ή που θέλουν να γίνουν καλοί δάσκαλοι και δασκάλες γλώσσας και γλωσσών. Στόχος μας είναι να απευθυνθούμε σε αυτούς προτείνοντας ότι ο καλύτερος οδηγός είναι το «ερευνάτε τας γραφάς», δηλαδή μελετήστε το γλωσσικό φαινόμενο –αλλά και το πώς ερευνήθηκε αυτό στην ιστορία– ως τον καλύτερο εκπρόσωπο της ανθρώπινης νόησης αλλά και των ανθρώπινων κοινοτήτων, διότι το ομιλώ ετυμολογείται από τον όμιλο, τη συλλογικότητα των ανθρώπων. Και από εκεί θα θέλαμε να τους καλέσουμε να αντλήσουν αισιοδοξία επιστημονική αλλά και γενικότερη.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!