Το 2018 συμπληρώνονται 50 χρόνια από τα ιστορικά γεγονότα του Μάη του 1968, όπως κωδικά έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε το κύμα της παγκόσμιας έκρηξης που συντάραξε τον κόσμο τότε. Μολονότι το κίνημα αυτό είχε πολλές και διαφορετικές εκφράσεις παγκοσμίως (αντιαποικιοκρατική, αντιαυταρχική, αντικαπιταλιστική, φεμινιστική, αντιρατσιστική και υπεράσπισης των δικαιωμάτων των μαύρων στις ΗΠΑ κ.λπ.), μια κύρια διάστασή του υπήρξε η φοιτητική εξέγερση στα πανεπιστήμια της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Στα πανεπιστήμια της Γαλλίας και της Ιταλίας, κυρίως, εκφράστηκε για πρώτη φορά με τρόπο έντονο και κινηματικό η κριτική στην επιστήμη, όπως εκείνη είχε αναπτυχθεί τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες της ανάπτυξης, καθώς και στο συνολικό θεσμό του πανεπιστημίου και της δομής του. Τον Μάρτιο του 1972 γίνεται στο Λονδίνο συνάντηση των κινημάτων για την αυτοδιαχείριση στην επιστήμη και στα σχετικά κείμενα αναφέρεται: «Στη σύγχρονη κοινωνία η επιστήμη είναι αυτή που αναδεικνύει την εξουσία των ‘ειδικών’. Ο αγώνας για την αυτοδιαχείριση των εργαζόμενων επιστημόνων μπορεί, λοιπόν, να συμβάλει στη διάλυση του σεβασμού απέναντι στην ειδικευμένη γνώση… Η διάκριση ανάμεσα σε διανοητική και χειρωνακτική εργασία βρίσκεται στην καρδιά της ιεραρχικής οργάνωσης της κοινωνίας μας…. Η επιστήμη βρίσκεται στο επίκεντρο της κοινωνικής ιεραρχίας, όχι μόνο γιατί χρησιμοποιείται άμεσα στην τεχνική του ελέγχου, αλλά κυρίως γιατί διαποτίζει την κοινωνία με το σεβασμό της πάνσοφης ‘πραγματογνωμοσύνης’» (από το ημερολόγιο 2018-1968, Πενήντα χρόνια από την παγκόσμια έκρηξη, εκδόσεις Α/συνέχεια).
Δεν θα’ ταν υπερβολή να ισχυριστούμε ότι όλες οι γενιές και τα κινήματα που ακολούθησαν τον δρόμο του Μάη (και είναι πολλές πλέον), καθορίστηκαν από αυτήν την κριτική αλλά και διαχωρίστηκαν από την επίσημη Αριστερά κάθε είδους, η οποία ακολουθώντας το σοβιετικό παράδειγμα υπερασπιζόταν την ουδετερότητα της επιστημονικής-τεχνολογικής επανάστασης και αγωνιζόταν να υπερισχύσει στον επιστημονικό-τεχνολογικό ανταγωνισμό. Από ό,τι αποδείχτηκε στη συνέχεια αυτός ο αγώνας ήταν μάταιος, μιας και η υπαρκτή επιστημονικο-τεχνολογική υπεροχή (σε ορισμένους τομείς) των χωρών του ανατολικού μπλοκ δεν στάθηκε ικανή να αποτρέψει την κατάρρευση του 1989.
***
Και τώρα; Υπάρχει κάποιος λόγος να ανατρέχουμε σε όλα αυτά χωρίς να κινδυνεύουμε να φανούμε γραφικοί στους νέους της εποχής μας; Ποια είναι η επίσημη σύγχρονη πολιτική για την επιστημονική εξειδίκευση και μάλιστα σε μια χώρα υπό επιτροπεία, η οποία έχει απεμπολήσει προ πολλού το δικαίωμά της στην αυτόνομη επιστημονική παραγωγή; Σε μια χώρα που θεωρεί μέγιστο προσόν του επιστήμονα την γλωσσομάθεια προκειμένου να μπορεί να παρακολουθεί τις επιστημονικές εξελίξεις στην αναπτυγμένη Δύση και να είναι σε θέση να τις μεταφέρει «καταναλωτικά» –και γιαυτό παρασιτικά– στην «καθυστερημένη» Ελλάδα; Και όμως υπάρχει μια κάποια πολιτική και αυτή είναι αντίθετη στην πολλή εξειδίκευση. Διαβάζουμε σε κείμενο του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) για τα χαρακτηριστικά που πρέπει να συγκεντρώνουν οι μέλλοντες εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης: «Ουσιαστική γνώση του επιστημονικού αντικειμένου που καλείται ο/η εκπαιδευτικός να διδάξει, καθώς και εφάμιλλη ικανότητα διδασκαλίας των αντικειμένων της συνολικής επιστημονικής περιοχής στην οποία εντάσσεται η εξειδίκευσή του (π.χ. Χημικός να μπορεί να διδάξει όλες τις Φυσικές Επιστήμες)». Ναι, για μια πληθώρα λόγων (μείωση του μισθολογικού κόστους, υποβάθμιση της παρεχόμενης γνώσης στο δημόσιο σχολείο), το ΙΕΠ μας προτείνει επιστροφή στους «φυσικοχημικούς»! Ας ελπίσουμε ότι θα αποφύγουμε τους «ιατροφιλόσοφους»!
Η κριτική στην τυπική επιστήμη και τις ιεραρχίες που αυτή επιβάλλει οφείλει σήμερα να πάρει την σύγχρονη μορφή που είναι αναγκαία: να μην αφήσουμε την επιστήμη στα ιερατεία των χρηματοδοτών. Γιατί μπορεί στη μεταμοντέρνα συνθήκη όλα να είναι ανεκτά και συμβατά, αλλά με την επιστήμη εμείς οφείλουμε να αναζητούμε (το) νόημα!
Διαβάζουμε, επίσης, στην ιστοσελίδα του Τμήματος Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης του ΕΚΠΑ ότι το πρόγραμμα σπουδών του: «περιλαμβάνει πλήθος μαθημάτων από γνωστικά αντικείμενα συναφή προς την Ιστορία & Φιλοσοφία της Επιστήμης, όπως είναι η Ιστορία και η Φιλοσοφία εν γένει, η Φιλολογία, η Γνωσιακή Επιστήμη, οι Σπουδές Επιστήμης-Τεχνολογίας, η Μουσειολογία και άλλα». Εδώ εντοπίζεται η επόμενη σύγχρονη τάση: ρευστοποίηση –έως εξαφανίσεως– των ορίων των επιστημονικών ειδικεύσεων και μάλιστα σε διακρίσεις μεθοδολογικά θεμελιώδεις, όπως η διάκριση μεταξύ ανθρωπιστικών / κοινωνικών και θετικών επιστημών.
Επομένως, η σύγχρονη τάση επιβάλλει α) την ευελιξία των επιστημονικών και επαγγελματικών γνώσεων –που προφανώς προσπαθεί να αντιστοιχιστεί με την ευελιξία στον εργασιακό βίο– και συνεπάγεται την ουσιαστική κατάργηση των επαγγελματικών δικαιωμάτων που συνόδευαν κάποτε τα πτυχία και β) την κατάργηση των επιστημονικών ειδικεύσεων ως συνεκτικών υποδιαιρέσεων του επιστητού, με σαφή μεθοδολογία και όρια αντικειμένου. Τα προγράμματα σπουδών των περισσότερων ευρωπαϊκών πανεπιστημίων θυμίζουν είτε ad hoc σεμινάρια είτε συλλογές «πλίνθων τε και κεράμων ατάκτως ερριμμένων».
Επομένως, πού παράγεται πια η γνώση και η επιστήμη που έχει ανάγκη το παγκόσμιο σύστημα για την αναπαραγωγή του; Σε πολύ στενούς κύκλους υπερχρηματοδοτούμενων ερευνητικών κέντρων εκτός οποιουδήποτε δημόσιου ελέγχου. Πλεοναστικό είναι να αναφερθεί ότι κάποιοι τομείς πριμοδοτούνται όπως η βιοτεχνολογία, η φαρμακευτική, η έρευνα για τα λογισμικά, ενώ άλλοι όπως οι ανθρωπιστικές ή οι κοινωνικές επιστήμες λαμβάνουν το στάτους ευχάριστων ασχολιών για τον ελεύθερο χρόνο, στις οποίες ο καθένας μπορεί να θητεύσει.
***
Για να ξαναγυρίσουμε στον παλιό Μάη του 68, οι αγώνες που τελείωσαν απλώς τελείωσαν. Η επικράτηση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος μπόρεσε να εγκολπώσει την κριτική τους, λειτουργικοποιώντας την προς όφελός του και να προχωρήσει παρακάτω –όχι χωρίς συνέπειες αλλά νικηφόρα. Επομένως, η κριτική στην τυπική επιστήμη και τις ιεραρχίες που αυτή επιβάλλει, όπως μας την έμαθε ο Μάης, οφείλει σήμερα να πάρει την σύγχρονη μορφή που είναι αναγκαία: να μην αφήσουμε την επιστήμη στα ιερατεία των χρηματοδοτών. Να μην αρκεστούμε στα ελάχιστα που τα ίδια ιερατεία έχουν προβλέψει για τους νέους και τις νέες της εποχής μας σε μια χώρα-πειραματόζωο. Να διεκδικήσουμε την επιστήμη και τη γνώση ως δύναμη απελευθέρωσης, ως πηγή νοήματος για τις ζωές μας! Γιατί μπορεί στη μεταμοντέρνα συνθήκη όλα να είναι ανεκτά και συμβατά, αλλά με την επιστήμη εμείς οφείλουμε να αναζητούμε (το) νόημα!
*Η Γιάννα Γιαννουλοπούλου είναι πανεπιστημιακός (ΕΚΠΑ)