Ας ανοίξουμε μια πιο ουσιαστική πολιτική συζήτηση
Του Γιώργου Παπαϊωάννου
Η Αριστερή Πλατφόρμα (τάση του ΣΥΡΙΖΑ όπου συμμετέχουν το Αριστερό Ρεύμα του ΣΥΝ, η ΔΕΑ και άλλες ομαδοποιήσεις και μέλη του ΣΥΡΙΖΑ) διατύπωσε πρόσφατα τις απόψεις της για τις προτεινόμενες πολιτικές Θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Με αφορμή το κείμενο συμβολής της Α.Π., που δόθηκε μαζί με όλα τα άλλα υλικά του προσυνεδριακού διαλόγου, διατυπώνονται πιο κάτω ορισμένες σκέψεις και ερωτήματα για συζήτηση.
Για το «δεύτερο κύμα ριζοσπαστικοποίησης»
Γίνεται λόγος για «δεύτερο κύμα ριζοσπαστικοποίησης». Αυτό σημαίνει ότι υπήρξε ένα πρώτο. Ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του; Ποια χαρακτηριστικά είχε το πρώτο κύμα και πώς εκφράστηκαν; Ήταν απλά ζητήματα γραμμής του ΣΥΡΙΖΑ, «ορθών θέσεων» και συνθημάτων ή συνάντηση των αιτημάτων του λαϊκού κινήματος με την πολιτική βούληση ενός κόμματος να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο και να δώσει τέλος στα μνημόνια; Ποιος ήταν ακριβώς ο φορέας της ριζοσπαστικοποίησης, το κόμμα ή το λαϊκό κίνημα;
Γιατί δυνάμεις που απαντούν με μία πλατφόρμα παρόμοια με της Α.Π. (για την Eυρωζώνη κ.λπ.) παρέμειναν έξω από τη λαϊκή υποστήριξη και έπαθαν πανωλεθρία στις εκλογικές αναμετρήσεις; Γιατί δεν επιβεβαιώθηκε η γραμμή τους;
Κριτήρια και επιβεβαιώσεις
Πολλοί υποστηρίζουν πως δικαιώθηκε το ΚΚΕ για τη ανάλυσή του για την Ε.Ε. Γιατί αυτό δεν το αντιλαμβάνεται ο λαϊκός παράγοντας; Μήπως δεν ισχύει αυτή η «επιβεβαίωση»; Οι ίδιοι θεωρούν πως ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ βρίσκονται πιο αριστερά από τον ΣΥΡΙΖΑ. Αλήθεια, ποιο είναι το κριτήριο αυτού του «αριστερόμετρου»; Τα συνθήματα, οι καταγγελίες, οι διακηρύξεις αυτών των φορέων; Η σχέση τους με το λαό; Η δυνατότητα να αποτρέπουν εξελίξεις που θέλει η αστική τάξη; Η ικανότητα να προωθούν εξελίξεις προς όφελος των εργαζόμενων και σε βάρος της αστικής τάξης; Ο πόλεμος που κάνουν απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ; Οι σεχταριστικές θέσεις τους στο μαζικό κίνημα και η αντιενωτική τους συμπεριφορά; Ποια θέση παίρνουν από τώρα για το ενδεχόμενο κυβέρνησης με επίκεντρο τις δυνάμεις της Ριζοσπαστικής Αριστεράς; Πόσο είναι πιθανός και ρεαλιστικός ο στόχος για μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΚΚΕ-ΑΝΤΑΡΣΥΑ;
Το δεύτερο κύμα ριζοσπαστικοποίησης, όπως διατυπώνεται, αφορά κυρίως ένα «όχι» στα Mνημόνια χωρίς πισωγυρίσματα, μια άλλη στάση για τον ευρωπαϊσμό και την κρίση της υπαρκτής Ε.Ε. και του ευρώ, νέες θέσεις και συμπεριφορές για το συνδικαλιστικό κίνημα και ορισμένα ακόμα. Έχουν σημασία τα ζητήματα αυτά; Έχουν βαρύτητα; Είναι συζητήσιμα; Βεβαίως και είναι.
Εδώ, όμως, υπάρχει μια κριτική προς την Α.Π.: Ποιες είναι οι πολιτικές προϋποθέσεις αυτών των αλλαγών; Για παράδειγμα, έξοδος από το ευρώ υπό Σαμαρά, με ευλογίες Σόιμπλε ή κυβέρνηση Αναστασιάδη στην Κύπρο θα είναι θετική εξέλιξη; Αν κάποιος βιαστεί να απαντήσει «όχι, βέβαια» τότε θα πρέπει να μπει με άλλους όρους και στη συζήτηση για το ποια είναι σήμερα τα κρίσιμα ζητήματα; Έπειτα, πόσο πειστικά είναι αυτά που διατυπώνονται από διάφορες πλευρές ότι «σε 6 μήνες η οικονομία θα πάρει τα πάνω της και οι εξαγωγές θα γίνουν ανταγωνιστικές»; Είναι αυτό σχέδιο Αριστεράς;
Ορισμένα σημαντικά θέματα και ο «δεξιός κίνδυνος»
Αλλά παραξενεύουν οι κραυγαλέες σιωπές σε ορισμένα κρίσιμα ζητήματα:
• Για τη μεταπολίτευση του λαού και τις προϋποθέσεις της.
• Για ένα πολιτικό ρεύμα διεξόδου και τους όρους ανάπτυξής του.
• Για τα γεωπολιτικά ζητήματα και τους κινδύνους σε εθνικό επίπεδο.
• Για την παραγωγική ανασυγκρότηση.
Υπάρχουν κάποιες συμφωνημένες αντιλήψεις της Α.Π. σε αυτά τα ζητήματα; Χρειάζεται μια τοποθέτηση, για παράδειγμα, για τα εθνικά ζητήματα ή δεν υπάρχουν τέτοια καθόλου; Είναι, μήπως, δευτερεύοντα θέματα αυτά τα τέσσερα σε σχέση με άλλα που ενώνουν, οπότε είναι λεπτομέρεια το αν υπάρχει ή όχι κάτι να ειπωθεί για αυτά;
Υπάρχει ένα ακόμα ζήτημα και το θέτουμε για συζήτηση. Υπάρχει η άποψη ότι το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ έχει κριθεί και ότι «η «πλειοψηφία και ο πρόεδρος» έχουν πάρει την άγουσα προς την σοσιαλδημοκρατικοποίηση και την συνεργασία με το σύστημα; Αν υπάρχει μια τέτοια άποψη θα έπρεπε να διατυπωθεί ανοικτά και καθαρά και να οδηγεί σε πιο αποφασιστική στάση, να τιθόταν πιο συνολικό ζήτημα. Το «διφυές κόμμα», δηλαδή η αντίληψη «κόμμα μέσα στο κόμμα», φαίνεται σαν σε μια τέτοια εκτίμηση να στηρίζεται και σε μια ανάγκη συνεχούς αμφισβήτησης και απονομιμοποίησης των «δεξιών κέντρων».
Έχει σημασία να συζητηθεί χωρίς προκαταλήψεις αυτό το ζήτημα: Ο «δεξιός κίνδυνος» γενικά είναι πραγματικός και ισχυρός. Τροφοδοτείται από πολλές διεργασίες και χούγια. Αλλά έχει κριθεί αυτό το ζήτημα; Αν αυτό έχει κριθεί, τότε είναι λίγες οι αντιστάσεις που επιδεικνύει η Α.Π. Αν δεν έχει κριθεί τότε απαιτείται μια πιο σύνθετη, πιο πλούσια πολιτικά και εν ολίγοις διαφορετική αντιμετώπιση αυτού του κινδύνου. Γιατί, όμως, υποστηρίζεται εδώ ότι δεν έχει κριθεί;
Πρώτον, γιατί η σύγκρουση με το μερκελισμό και την γερμανική Ευρώπη είναι επί θύραις και δεν μπορεί κανείς να υποθέσει τι θα προκύψει από αυτήν.
Δεύτερον, γιατί υπάρχει ο λαϊκός παράγοντας, ο ριζοσπαστισμός στην ελληνική κοινωνία, που θα δώσει το «παρών» και δεν ξέρουμε ακριβώς με ποιο τρόπο και με τι προτάγματα.
Ας το πούμε και λίγο πιο γλαφυρά: Στην ερώτηση «τι θα κάνουμε αν κόψει η Μέρκελ τη ρευστότητα» υπάρχουν πολλές απαντήσεις, αλλά θα μπορούσε κανείς να απαντήσει και με ένα άλλο ερώτημα: «Με 1.000.000 διαδηλωτές έξω από τη γερμανική πρεσβεία εκείνη τη μέρα ή χωρίς;».
Τρίτον, ραγδαίες εξελίξεις στο πεδίο των εθνικών ζητημάτων (αν υπάρχουν τέτοια και δεν είναι εφεύρεση της αστικής τάξης) μαζί με την κοινωνική καταστροφή που προχωράει, θα δημιουργούσαν κι άλλες «εκρηκτικές» ύλες στην πολιτική ζωή και άρα τα σημερινά σχήματα θα αναταραχθούν σοβαρά και δοκιμαστούν σκληρά. Ο πολιτικός χρόνος θα τροποποιηθεί, η ασυμμετρία των πολιτικών γεγονότων θα είναι βασικό χαρακτηριστικό.
Το δεύτερο κύμα ριζοσπαστικοποίησης θα είναι τόσο φτωχό σε περιεχόμενο, τόσο λίγο σε έμπνευση, σαν εσωτερική απλή διαδικασία ενός φορέα; Ο λαϊκός ριζοσπαστισμός έχει ανάγκη από πολιτική. Έχει ανάγκη από προτάσεις και προοπτική. Έχει ανάγκη από τη διάνοιξη ενός δρόμου που αφορά πλειοψηφίες. Έχει ανάγκη από διαδικασίες διαμόρφωσης ενός ιστορικού λαϊκού μαζικού μπλοκ δυνάμεων γύρω από στόχους σωτηρίας και διεξόδου της χώρας, απαλλαγής από τα μνημόνια, πραγματικής δημοκρατίας, παραγωγικής ανασυγκρότησης. Έχει ανάγκη από τη διακήρυξη και το άνοιγμα ενός δρόμου, μιας μεγάλης πολιτικής ανατροπής, μιας μεταπολίτευσης του λαού.
Αυτά είναι σοβαρά ζητήματα που απαιτούν μια σειρά ουσιαστικές προσεγγίσεις και πολιτικές. Και όχι δυο-τρία οικονομικά μέτρα, όσο ριζοσπαστικά κι αν φαίνονται αυτά. Ας ανοίξουμε, λοιπόν, μια πιο ουσιαστική συζήτηση.