Ο χρόνος δεν έχει εξουσία σ’ αυτές τις μνήμες

Της Γιούλης Ιεραπετριτάκη*

 

«Και τώρα που βάλθηκαν όλοι ετούτοι οι αρχοντολαοί να δημιουργήσουν τη νέα τάξη πραγμάτων που είναι τόσο παλιά όσο και ο κόσμος και στην Ελλάδα ο ελληνικός λαός τη γνώρισε με την αληθινή της λέξη: σκλαβιά, μαύρη σκλαβιά και αρπαγή και βαρβαρότητα και ερημοποίηση της χώρας (…) Και δίπλα σ’ αυτή την άμεση καταλήστεψη, βαδίζει η επιστημονικά οργανωμένη ληστεία. Σε όλες τις ελληνικές εμπορικές βιομηχανικές επιχειρήσεις μπαίνουνε με το έτσι θέλω και αρπάζουν το 51% από τις μετοχές υποδουλώνοντας την εργασία του ελληνικού λαού. Στην αρχή θέλανε να μας ξεγελάσουν με τα τυπωμένα χαρτιά τους, τα μάρκα και τις λιρέτες, πως τάχα πλερώνουνε ό,τι αγοράζουν ενώ απλούστατα το κλέβανε».

Δημ. Γληνός, Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ.

 

Η εισβολή, πράγματι, του γερμανικού στρατού στην Ελλάδα (Απρίλης 1941) σήμανε ταυτόχρονα και την εισβολή του στην εθνική οικονομία, αφού σκοπός του ναζιστικού καθεστώτος αλλά και των υποτελών ελληνικών κυβερνήσεων ήταν εξαρχής η υφαρπαγή των πλουτοπαραγωγικών της πόρων με τον διαμελισμό της χώρας και η γενοκτονία του ελληνικού λαού.

Η καταστροφή της εθνικής οικονομίας η οποία είχε σχεδιαστεί και προγραμματιστεί πολύ πριν από την εισβολή των ιπποτών της άριας φυλής στη χώρα μας, τέθηκε σ’ εφαρμογή από τις πρώτες κιόλας μέρες της Κατοχής. Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν ακόμα ολοκληρωθεί η κατάληψη της χώρας, ιδιωτικές γερμανικές εταιρίες είχαν αποκομίσει οφέλη που ούτε οι ίδιοι δεν το περίμεναν. Το πρώτο δεκαήμερο του Μαΐου 1940 ο γερμανικός Όμιλος Krupp είχε κλείσει ολόκληρη την παραγωγή των ελληνικών ορυχείων σε πυρίτιο, σιδηρομεταλλεύματα, χρώμιο, μαγνήσιο και χρυσό. Οι χιτλερικοί μετέφεραν ολόκληρα εργοστάσια στη Γερμανία, δίνοντας ξεχωριστή προσοχή στην εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου που χρειάζονταν στην πολεμική τους βιομηχανία.

Στις 31 Μαΐου 1941, δηλαδή την πρώτη μέρα μετά την ολοκληρωτική κατοχή της χώρας, η γερμανική οικονομική υπηρεσία είχε καταρτίσει Έκθεση για τον τρόπο με τον οποίο οι κατακτητές θα αποκτούσαν τον ουσιαστικό έλεγχο των σημαντικότερων βιομηχανικών και αγροτικών επιχειρήσεων με διάφορες μεθόδους καταναγκασμού για συμμετοχή ή αγορά τους από τους Γερμανούς κατακτητές. (Μανώλης Γλέζος, Εθνική Αντίσταση 1940-1945, Εκδ. Στοχαστής, Αθήνα 2005)

Έτσι, με την αρπαγή του 51% των μετοχών και με την αναβίωση της οθωμανικής δεκάτης επί της αγροτικής παραγωγής που θα απομυζήσουν όλα τα αγροτικά αγαθά, τέθηκε σε εφαρμογή το σχέδιο καταλήστευσης της οικονομίας που θα οδηγήσει, σταδιακά, τον ελληνικό λαό στην πείνα και στο θάνατο.

Οι Γερμανοί, βέβαια, προκειμένου ν’ αποφύγουν να χαρακτηριστούν άρπαγες, έθεσαν σε κυκλοφορία «ψευδονόμισμα», το μάρκο της Κατοχής, για να προσδίδουν νομιμοφάνεια στη ληστεία των αγαθών. Έτσι αγόραζαν όλα όσα επιθυμούσαν, χωρίς να λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τις ανάγκες σίτισης του πληθυσμού. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα ενός κουρέα στην Αθήνα, ο οποίος μετά το κούρεμα ενός Γερμανού προτίμησε να μην πληρωθεί καθόλου παρά να δώσει δέκα δρχ. ρέστα, θεωρώντας ότι θα του έτρωγαν το δεκάρικο.

Μαζί, βέβαια, με το μάρκο στην Ελλάδα της Κατοχής κυκλοφορούσαν οι ιταλικές λιρέτες, τα βουλγαρικά λέβα, τα αλβανικά φράγκα καθώς και μεσογειακές δραχμές, γεγονός που οδήγησε σε τέτοιο νομισματικό χάος που θα αναγκάσει την ίδια την προδοτική κυβέρνηση Τσολάκογλου να πιέσει τις Αρχές Κατοχής για την απόσυρσή τους. Οι Αρχές, φυσικά, δέχτηκαν υπό τον όρο… να αγοράσει η ίδια η κατοχική κυβέρνηση τα κυκλοφορούντα πλαστά χαρτονομίσματα. Έτσι, η Ελλάδα πλήρωσε στους Γερμανούς 530.824 χρυσές λίρες Αγγλίας και στους Ιταλούς 574.081. (Τάσος Ηλιάδης, Οι επανορθώσεις και το κατοχικό Δάνειο, Εκδ. Δεττοράκης, Αθήνα 1997).

Το γερμανικό σχέδιο, τότε όπως και τώρα, απέβλεπε στη μόνιμη μορφή εξάρτησης μέσω δανεισμού. Έτσι, λοιπόν, η μικρή Ελλάδα, στη χειρότερη περίοδο της νεότερης Ιστορίας της, τότε που ο θάνατος κούρσευε τη ζωή, εξαναγκάστηκε να δανείζει τη μεγάλη Γερμανία, για τις ανάγκες της Κατοχής της πατρίδας μας!

Με τη Συνθήκη της Ρώμης (14 Μαρτίου 1942) ο Ιταλός οικονομικός πληρεξούσιος De Agostini, θεσμοθέτησε την ανήθικη πρόταση βάσει της οποίας τα ποσά που θα έπαιρναν οι Γερμανοί από την Ελλάδα, πέρα από το ποσόν του 1,5 δισεκατομμυρίου δρχ. θα θεωρούνταν δάνειο προς τις δυνάμεις Κατοχής. Το ποσόν αυτό, φυσικά, με τις ολοένα «αυξανόμενες ανάγκες» των Γερμανών για την καταστολή του παλλαϊκού κινήματος αντίστασης που «θέριευε» στους δρόμους ανά την επικράτεια, μέχρι το 1944 θα έχει εξηνταπλασιαστεί. (Μανώλης Γλέζος, Και ένα μάρκο να ήταν… Εκδόσεις Λιβάνη, Αθήνα 2012).

Οι νέες πιστώσεις είχαν ως αποτέλεσμα την έκρηξη του πληθωρισμού και την κολοσσιαία άνοδο των τιμών που έπληξε τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους εργάτες. Ένα τσουβάλι αλεύρι, π.χ., που κόστιζε 10 δρχ. το 1940, έφθασε να κοστίζει 153 εκατ. δρχ. το 1944! Η αγοραστική αξία ελαττώθηκε και οι μειωμένοι μισθοί καταδίκασαν τους Έλληνες ν’ αγοράζουν ελάχιστα πλέον τρόφιμα. Ο πληθυσμός καταδικάστηκε σε υποσιτισμό. Ο κόσμος άρχισε να πέφτει στους δρόμους που γέμιζαν πια από πτώματα που συγκεντρώνονταν κατά εκατοντάδες. Περισσότεροι θάνατοι ήταν εκείνοι των μικρών παιδιών, των γερόντων, και περισσότεροι των αντρών, έναντι των γυναικών. Οι γεννήσεις μειώθηκαν, ο ελληνικός πληθυσμός έχασε το 13,5%. Το ολοκαύτωμα του ελληνικού χώρου είχε συντελεστεί. (Α. Δοξιάδης, Αι θυσίαι της Ελλάδος)

«Ό,τι είχε δημιουργήσει η εργασία του ελληνικού λαού στα χρόνια της ελεύθερης ζωής, όλα λεηλατήθηκαν. Όχι πια το σιτάρι, το κριθάρι, το καλαμπόκι παρά το λάδι, οι ελιές τα τυριά, το γάλα μας, τα λαχανικά, τα ψάρια, τα φρούτα, τα καπνά μας τα χάσαμε από τα μάτια μας. Στην Ελλάδα, χώρα της ελιάς και του λαδιού οι άνθρωποι πεθαίνουν από πρηξίματα γιατί δεν έχουν λάδι να προσθέσουν στα νερόβραστα χόρτα τους». (Δημ. Γληνός)

Σήμερα, μετά τις θηριωδίες του ναζισμού στο Δίστομο, τα Καλάβρυτα, τον Χορτιάτη, την Κρήτη, το τέρας του ναζισμού είναι πιο κοντά μας απ’ ό,τι μπορούσαμε να φανταστούμε μέχρι πρότινος, αφού ο ίδιος ο ληστρικός καπιταλισμός, με το μανδύα του Μνημονίου αυτή τη φορά, επιδιώκει τη σύγχρονη «τελική λύση» επί της κοινωνίας, της μνήμης, του πολιτισμού. Κατασχέσεις, επιτάξεις, απολύσεις, γενική εκποίηση της «συρμαγιάς» της χώρας, προς ικανοποίηση της ακόρεστης αδηφαγίας της αγοράς και των υποτελών πολιτικών που την στηρίζουν, διαιρώντας την Ευρώπη σε λαούς αποθησαυριστές και λαούς οφειλέτες.

Να γιατί ο ιερός αγώνας που διεξάγει, σήμερα, ο Μανώλης Γλέζος στην Ευρώπη για τη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών, είναι αγώνας όλων των Ελλήνων για την αποκατάσταση της αδικίας εις βάρος της πατρίδας μας και ηθική δικαίωση των ψυχών εκείνων που θυσιάστηκαν για την ελευθερία, αποδεικνύοντας με το χρέος ζωής που σηκώνει στους ώμους του ο Γλέζος, πως ο χρόνος δεν έχει εξουσία σ’ αυτές τις μνήμες αφού, «οι νεκροί σου δεν κείτονται στο χώμα. Γενήκαν πουλιά, δέντρα και αγέρας. Κάθεσαι στον ίσκιο τους, θρέφεσαι με τη σάρκα τους, αναπνές με το χνώτο τους. Γενήκαν ιδέες και πάθος και ορίζουν την βουλή σου και την πράξη». (Ασκητική, Ν. Καζαντζάκης)

 

 

* Η Γιούλη Ιεραπετριτάκη είναι Ιστορικός-Αρχαιολόγος

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!