«…Η Εβίνα καθισμένη πάνω σ’ ένα βράχο της παραλίας στην οποία βρέθηκε αυτό το Σάββατο, εγκαινιάζοντας τα καλοκαιρινά της μπάνια, ζωγράφιζε σε μια ακουαρέλα διάφορα σύμβολα που αντιπροσώπευαν αθλητικά αντικείμενα.
Μια μπάλα ποδοσφαίρου, μια μπάλα μπάσκετ, μια ρακέτα του τένις, ένα σκουφάκι παίκτη του πόλο, ένα ζευγάρι παπούτσια δρομέα ημιαντοχής, ένα μπαλάκι του πινγκ-πονγκ, ένα ζευγάρι γάντια πυγμαχίας…
Μόλις τελείωσε, σηκώθηκε και άρχισε να τρέχει όσο πιο γρήγορα μπορούσε, προς τη θάλασσα. Καθώς βρέθηκε εκεί που πλέον δεν πάτωνε, άρχισε να κολυμπάει. Ήθελε να απλωθεί στ’ ανοιχτά του πελάγους, σαν να συμμετέχει σε αγώνα ανοιχτής θαλάσσης. Έστω και χωρίς κανέναν αντίπαλο, ήθελε να δοκιμάσει τις αντοχές της… Όμως, ξανοίχτηκε επικίνδυνα, και σε κάποια στιγμή άρχισε να φοβάται πως θα χαθεί, παρ’ ότι ήξερε πως πίσω της, σε μεγάλη απόσταση, βρισκόταν η παραλία…».
Η ώρα ήταν τρεις το βράδυ, και το φεγγάρι μεσουρανούσε στο νυχτερινό αττικό ουρανό. Ξαφνικά, πετάχτηκε από το κρεβάτι της. Έβλεπε, λοιπόν, ένα όνειρο που ξεκίνησε τόσο όμορφα και δημιουργικά, αλλά, από ένα σημείο και ύστερα, άρχισε να την τρομοκρατεί. Τι φοβήθηκε άραγε; Σηκώθηκε και κάθισε στον καναπέ για να συνέλθει. Τότε κατάλαβε τι την απασχολούσε κατά τη διάρκεια του ονείρου. Οι ζωγραφιές, στην αρχή, ήταν το εύρος του αθλητισμού. Η μαγεία των σπορ. Το άνοιγμα στη θάλασσα συμβόλιζε τις φοβίες μας να γευτούμε τον αθλητισμό σε όλο του το εύρος. Ποδόσφαιρο-κατά βάση, λίγο μπάσκετ (όταν παίζει η ομάδα μας και η εθνική ), και μετά το μαύρο σκοτάδι. Παρά την πολυχρωμία των στολών, και των άλλων αντικειμένων που συνοδεύουν τα σπορ. Εκτός και αν τρέχει καμία κούρσα ο Μπολτ ή κανένας άλλος προβεβλημένος σταρ που τον γνωρίζει και η… κουτσή Μαρία…
Η Εβίνα άρχισε να αισθάνεται άσχημα για την έλλειψη ολικής αθλητικής παιδείας που μας διακατέχει. Μετατρέπουμε τα αθλήματα (δηλαδή, τα όποια μας «συγκινούν», γιατί διακρίνονται σε αυτά κόκκινες, πράσινες, κίτρινες, μαύρες, κοκ, «αρμάδες») σε πεδία εκτόνωσης και σφετερισμού, σε αφορμές για να ανταγωνιστούμε (και να «νικήσουμε») τους γύρω μας διαμέσου της ομάδας μας και να τους τη λέμε μεταγενέστερα-αν κερδίσουμε, ή εξαφανιζόμαστε από το κοινωνικό πεδίο για μέρες-αν χάσουμε.
Ποτέ δεν μπήκαμε στον κόπο, σε μαζικό επίπεδο, να αθληθούμε ή (έστω) να παρακολουθήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερα σπορ. Γιατί φοβόμαστε πως αν κολυμπήσουμε, σα να συμμετέχουμε σε αγώνα ανοιχτής θαλάσσης, στη θάλασσα της αθλητικής πανδαισίας, θα χαθούμε… Όμως, έτσι, είμαστε ήδη χαμένοι, γιατί στερούμε από τον εαυτό μας και το κοινωνικό σύνολο ευρύτερα, τις θετικές επιδράσεις που έχουν όλα τα αθλήματα.
Η Εβίνα ξανακοιμήθηκε… Πάλι καλά να λέμε που η παραλία ενδείκνυται για «ρακέτες» τους καλοκαιρινούς μήνες…
Κώστας Μαρούντας