Το ατμόπλοιον «ΕΛΛΑΣ» έπλεεν εν αιθρία. Η λιπαρά γαλήνη και η πανσέληνος ουδένα προϊδέαζον περί του ενδεχομένου ναυαγίου.
Ο νέος κυβερνήτης, άρτι παραλαβών το σκάφος, γνώσεις ναυσιπλοΐας δεν είχεν. Τούτο ήτο γνωστόν εις τους πλοιοκτήτας, εις τους αξιωματικούς και εις τους επιβάτας της Α΄ θέσεως, ουχί όμως εις το κατώτερον πλήρωμα και τους λοιπούς επιβάτας.
Επελέγη ως γόνος παλαιάς ναυτικής φάρας, ως χρηματίσας αξιωματικός του ιδίου σκάφους το πάλαι, αλλά κυρίως ως δεινός κολυμβητής, κωπηλάτης, ποδηλάτης, και γλωσσομαθής, προσόντα μη διατιθέμενα υπό του προκατόχου του.
Άμα τη αναλήψει των καθηκόντων του εξήγγειλεν επανεξωραϊσμόν του σκάφους ήτοι χρωματισμόν του δια πρασίνης φυτικής βαφής, αγορά κλινοσκεπασμάτων εκ βάμβακος, τοποθέτησιν ποδομάκτρων, και άλλας διαρθρωτικάς μεταρρυθμίσεις.
Το αξιόπλοον του σκάφους, είχεν πιστοποιηθεί υπό εθνικών και διεθνών επιτροπών, του πλοίου ενταχθέντος εις τον στόλον της ΟΝΕ, εις λαμπράν τελετήν. Η αξία του είχεν υπολογισθεί πολλαπλασία της πραγματικής, μηδενός αντιδράσαντος, καθότι πάντες εβολεύοντο.
Τοποθετήσας εις τας επιστασίας, παλαιούς και πεπειραμένους ναυτικούς ή νεωτέρους, αποφοίτους της Μεγάλης Αμερικανικής Ναυτικής Σχολής, διέταξεν «πρόσω», υποσχόμενος εύπλοιαν και έγκαιρον άφιξιν.
Η σελήνη εφώτιζεν το Αιγαίον, η αστερόεσσα εκυμάτιζεν next to the galanolefkos και τα παραπλέοντα πλοία της ΟΝΕ, μετά συριγμών, υπεδέχοντο τον νέον κυβερνήτην.
Εις το σαλόνιον της πρώτης θέσεως, τηρουμένης της υπερτριακονταπενταετούς παραδόσεως, αι τράπεζαι είχον στρωθεί δια μεταξωτών και λινών καλυμμάτων. Του αρχιεπισκόπου ευλογήσαντος, το δείπνον εσερβίρετο. Χρυσαί περόναι, αργυρά κοχλιάρια, κρατήρες κρυστάλλινοι και πινάκια εκ πορσελάνης. Η φιλαρμονική επαιάνιζεν ρούμπας, σάμπας και ζεϊμπεκιές, η ευθυμία διάχυτος, τα εδέσματα προσεφέροντο αφειδώς και άφθονος έρεεν ο καμπανίτης.
Εν ταυτώ, οι εις τους κοιτώνας της τρίτης θέσεως επιβάται και ναύται, συνωθούντο προς ανεύρεσιν αιώρας. Ότε όμως αι οσμαί των κρεάτων, αστακών, ιχθύων και χαβιαρίου, εισήλθον εις τους κοιτώνας των, ότε διεδόθη ότι τα πάντα εις την πρώτην θέσιν παρέχονται δωρεάν, πλείστοι όσοι ανήλθον εις τας θύρας του της πρώτης θέσεως σαλονίου, προσπαθούντες να διακρίνουν γνωστόν τους τινά αξιωματικόν, εκλιπαρούντες αυτόν λέγοντες: «Δώσε κι εμένα μπάρμπα». Δήθεν δυστροπούντες, οι αξιωματούχοι, προσέφερον φιάλας καμπανίτου, υποσχόμενοι και ψιχία άρτου, έναντι γονυκλισίας και υποσχέσεως των ευεργετουμένων περί διά βίου υποταγής και υποστηρίξεως.
Το ότι τα ναύλα των επιβατών της τρίτης θέσεως ήσαν ισόποσα αυτών της πρώτης, υπό των περισσοτέρων εξελήφθη ως εφαρμογή των περί ισότητος εξαγγελιών του κυβερνήτου. Όσοι δε διεμαρτυρήθησαν, ακραίοι χαρακτηρισθέντες, απεμονώθησαν αφ΄ εαυτών, διαφωνούντες μεταξύ των περί της ερμηνείας του φαινομένου και περί του πρακτέου.
Τούτων διεξαγομένων εις τα βουλεβάρτα, ουδείς είχεν παραμείνει εις την γέφυραν. Ο αυτόματος πιλότος ηκολούθει πορείαν βάσει των οδηγιών της ναυαρχίδος του στόλου της ΟΝΕ, ενώ ο κυβερνήτης απεσύρθη εις τα ιδιαίτερα αυτού διαμερίσματα δια την βραδυνήν, προ του ύπνου, γυμναστικήν.
Του κυβερνήτου κοιμωμένου, των αξιωματικών ευθυμούντων, του συμποσίου τείνοντος εις Ρωμαϊκόν όργιον, του κατωτέρου πληρώματος φιλονικούντος, του πλοίου ακολουθούντος ευπειθώς την ρόταν της ναυαρχίδος και του μεσονυχτίου επερχομένου, νέφος πυκνόν εκάλυψεν το πρόσωπον της σελήνης, εξασφαλίζον τας συνθήκας εμφανίσεως λυκανθρώπων, βρικολάκων, κερδοσκόπων, και όλων των πονηρών πνευμάτων του σκότους και της κολάσεως.
Και τότε, εξαίφνης, στεντορία, πλην πανικόβλητος, ήχησεν η φωνή του κυβερνήτου ακουσθείσα εις τα πέρατα των ωκεανών: «Ανακρούσατε πρύμναν!!! Παγόβουνα!!! ΒΥΘΙΖΟΜΕΘΑ!!!»…….
Επελέγη ως γόνος παλαιάς ναυτικής φάρας, ως χρηματίσας αξιωματικός του ιδίου σκάφους το πάλαι, αλλά κυρίως ως δεινός κολυμβητής, κωπηλάτης, ποδηλάτης, και γλωσσομαθής, προσόντα μη διατιθέμενα υπό του προκατόχου του.
Άμα τη αναλήψει των καθηκόντων του εξήγγειλεν επανεξωραϊσμόν του σκάφους ήτοι χρωματισμόν του δια πρασίνης φυτικής βαφής, αγορά κλινοσκεπασμάτων εκ βάμβακος, τοποθέτησιν ποδομάκτρων, και άλλας διαρθρωτικάς μεταρρυθμίσεις.
Το αξιόπλοον του σκάφους, είχεν πιστοποιηθεί υπό εθνικών και διεθνών επιτροπών, του πλοίου ενταχθέντος εις τον στόλον της ΟΝΕ, εις λαμπράν τελετήν. Η αξία του είχεν υπολογισθεί πολλαπλασία της πραγματικής, μηδενός αντιδράσαντος, καθότι πάντες εβολεύοντο.
Τοποθετήσας εις τας επιστασίας, παλαιούς και πεπειραμένους ναυτικούς ή νεωτέρους, αποφοίτους της Μεγάλης Αμερικανικής Ναυτικής Σχολής, διέταξεν «πρόσω», υποσχόμενος εύπλοιαν και έγκαιρον άφιξιν.
Η σελήνη εφώτιζεν το Αιγαίον, η αστερόεσσα εκυμάτιζεν next to the galanolefkos και τα παραπλέοντα πλοία της ΟΝΕ, μετά συριγμών, υπεδέχοντο τον νέον κυβερνήτην.
Εις το σαλόνιον της πρώτης θέσεως, τηρουμένης της υπερτριακονταπενταετούς παραδόσεως, αι τράπεζαι είχον στρωθεί δια μεταξωτών και λινών καλυμμάτων. Του αρχιεπισκόπου ευλογήσαντος, το δείπνον εσερβίρετο. Χρυσαί περόναι, αργυρά κοχλιάρια, κρατήρες κρυστάλλινοι και πινάκια εκ πορσελάνης. Η φιλαρμονική επαιάνιζεν ρούμπας, σάμπας και ζεϊμπεκιές, η ευθυμία διάχυτος, τα εδέσματα προσεφέροντο αφειδώς και άφθονος έρεεν ο καμπανίτης.
Εν ταυτώ, οι εις τους κοιτώνας της τρίτης θέσεως επιβάται και ναύται, συνωθούντο προς ανεύρεσιν αιώρας. Ότε όμως αι οσμαί των κρεάτων, αστακών, ιχθύων και χαβιαρίου, εισήλθον εις τους κοιτώνας των, ότε διεδόθη ότι τα πάντα εις την πρώτην θέσιν παρέχονται δωρεάν, πλείστοι όσοι ανήλθον εις τας θύρας του της πρώτης θέσεως σαλονίου, προσπαθούντες να διακρίνουν γνωστόν τους τινά αξιωματικόν, εκλιπαρούντες αυτόν λέγοντες: «Δώσε κι εμένα μπάρμπα». Δήθεν δυστροπούντες, οι αξιωματούχοι, προσέφερον φιάλας καμπανίτου, υποσχόμενοι και ψιχία άρτου, έναντι γονυκλισίας και υποσχέσεως των ευεργετουμένων περί διά βίου υποταγής και υποστηρίξεως.
Το ότι τα ναύλα των επιβατών της τρίτης θέσεως ήσαν ισόποσα αυτών της πρώτης, υπό των περισσοτέρων εξελήφθη ως εφαρμογή των περί ισότητος εξαγγελιών του κυβερνήτου. Όσοι δε διεμαρτυρήθησαν, ακραίοι χαρακτηρισθέντες, απεμονώθησαν αφ΄ εαυτών, διαφωνούντες μεταξύ των περί της ερμηνείας του φαινομένου και περί του πρακτέου.
Τούτων διεξαγομένων εις τα βουλεβάρτα, ουδείς είχεν παραμείνει εις την γέφυραν. Ο αυτόματος πιλότος ηκολούθει πορείαν βάσει των οδηγιών της ναυαρχίδος του στόλου της ΟΝΕ, ενώ ο κυβερνήτης απεσύρθη εις τα ιδιαίτερα αυτού διαμερίσματα δια την βραδυνήν, προ του ύπνου, γυμναστικήν.
Του κυβερνήτου κοιμωμένου, των αξιωματικών ευθυμούντων, του συμποσίου τείνοντος εις Ρωμαϊκόν όργιον, του κατωτέρου πληρώματος φιλονικούντος, του πλοίου ακολουθούντος ευπειθώς την ρόταν της ναυαρχίδος και του μεσονυχτίου επερχομένου, νέφος πυκνόν εκάλυψεν το πρόσωπον της σελήνης, εξασφαλίζον τας συνθήκας εμφανίσεως λυκανθρώπων, βρικολάκων, κερδοσκόπων, και όλων των πονηρών πνευμάτων του σκότους και της κολάσεως.
Και τότε, εξαίφνης, στεντορία, πλην πανικόβλητος, ήχησεν η φωνή του κυβερνήτου ακουσθείσα εις τα πέρατα των ωκεανών: «Ανακρούσατε πρύμναν!!! Παγόβουνα!!! ΒΥΘΙΖΟΜΕΘΑ!!!»…….
Πόθεν ο πανικός του πλοιάρχου; Εγνώριζεν τι; Ή εκραύγασεν: «ΒΥΘΙΖΟΜΕΘΑ!!!» εγερθείς υπό κακών ονείρων;
Οι ναύται; Οι επιβάται; Ποία η τύχη αυτών;
Τα παραπλέοντα πλοία; Έσπευσαν προς βοήθειαν;
Εβυθίσθη εν τέλει το ατμόπλοιον «ΕΛΛΑΣ»; Ή πλέει ως πλοίον φάντασμα εις τους ωκεανούς;
Ελλιμενίζεται παρωπλισμένον είς τινα λιμένα; Ή, μετωνομασθέν, εκτελεί πλόες εις άλλας θαλάσσας;
Τοιαύτα ερωτήματα πλανώνται έκτοτε. Και θα πλανώνται μέχρι την ανεύρεσιν και του υπολοίπου ημερολογίου, του οποίου τμήμα, ανακαλύψαντες, δημοσιοποιούμεν άνωθεν.
Θεοδόσης Ν. Γαρεφαλάκης
Σχόλια