του Λάμπρου Πολύζου

pliatsiko 

Η οικογένεια Γουίνσο είναι μια αυτοκρατορία. Οι ρίζες της βρίσκονται πίσω στην εποχή θεμελίωσης των νεότερων χρόνων, διακλαδίζεται παντού ανεξάντλητη, ακάματη, σε όλες τις σφαίρες και τους χώρους, στην πολιτική, την οικονομία, την αγροχημική παραγωγή, τις τέχνες. Παντού, όπου υπάρχουν μετρήσιμες και απτές αξίες. Δεν χρειάζεται να προσπαθήσεις για να διακρίνεις το… ποντικίσιο, υστερόβουλο και άγρυπνο βλέμμα.

Να ο Χένρι, ο πολιτικός, λύνει εξισώσεις εθνικού πλούτου για ένα κοινό που μόνο με νούμερα ταΐζεται, και δεν κουράζεται καν να πείσει ότι το Σύστημα Υγείας θα μπορούσε να εξελιχθεί στην πιο κερδοφόρα επιχείρηση όλων των εποχών, δεδομένου ότι η περίθαλψη είναι κάτι σαν την πορνεία, κάτι για το οποίο υπάρχει διαρκής και ανεξάντλητη ζήτηση. Ο Χένρι επιμένει, όμως, γιατί πρέπει να συντρίψουμε την αφελή άποψη, ότι οι άνθρωποι έχουν οποιοδήποτε άλλο κίνητρο εκτός από το χρήμα.

Ο Τόμας, ο τραπεζίτης, ένας γνήσιος ηδονοθήρας, στο γραφείο του…με τα μάτια καρφωμένα σε μια οθόνη η οποία δεν έδειχνε όλη μέρα παρά τις αλλεπάλληλες σειρές των υπαλλήλων μπροστά στις δικές τους οθόνες, να φουσκώνει από αισθήματα περηφάνιας και δύναμης που άγγιζαν τα όρια της σεξουαλικής ηδονής.

Η Ντόροθι, η βασίλισσα της αγροχημικής, με ένα εντυπωσιακό ιστορικό επιτυχίας στη χοιροτροφία, την ορνιθοτροφία, ίδρυσε μια σειρά εξειδικευμένες μονάδες, αξιοποιώντας στο έπακρο τις κοινοβουλευτικές διασυνδέσεις του Χένρι, και τα κεφάλαια του Τόμας, που πάντα διψούσαν για νέες επενδύσεις.

Θα μπορούσε αυτή η οικογένεια να αφήσει έξω από τα ενδιαφέροντά της τις τέχνες;

Ερχόμαστε, λοιπόν, στη Χίλαρι, την πιο ακριβοπληρωμένη χρονογράφο της Βρετανίας. Η Χίλαρι, το ίδιο ακριβώς όπως και η Ντόροθι, δεν είχε σκεφτεί ποτέ να καταναλώσει τα προϊόντα που τόσο της άρεσε να πασάρει σε ένα κοινό το οποίο δεν διαμαρτυρόταν ποτέ. Αμέτρητες χιλιάδες αναγνωστών γοητεύονταν από τη χαριτωμένη συνήθειά της να επιδεικνύει σχεδόν παντελή άγνοια επί οποιουδήποτε θέματος το οποίο επέλεγε. Διατύπωνε τις πιο κραυγαλέες απόψεις για βιβλία ή κινηματογραφικά έργα, και ταυτόχρονα ομολογούσε ανάμελα ότι δεν είχε βρει το χρόνο να τα διαβάσει ή να τα δει. Η Χίλαρι, λοιπόν, κάποτε έγραψε ένα μυθιστόρημα.

…« Βέβαια, σήμερα όλοι το’ χουν ρίξει στο συγγραφιλίκι, ξέρεις. Δεν τους αρκεί να κολυμπούν στο χρήμα, να έχουν ισχυρότατα πόστα στην τηλεόραση και δυο εκατομμύρια αναγνώστες που πληρώνουν με το παραπάνω κάθε βδομάδα για ν’ ανακαλύψουν πού έχει σαπίσει το σοβατεπί τους: αυτά τα κωλόπαιδα ψοφάνε για αθανασία! Θέλουν το όνομά τους στον Κατάλογο της Βρετανικής Βιβλιοθήκης…Και θα το καταφέρουν γιατί εγώ και όλοι όσοι κάνουν τη δική μου δουλειά γνωρίζουμε πολύ καλά ότι, ακόμα και αν πειστούμε πως ανακαλύψαμε το νέο Ντοστογιέφσκι, και πάλι δεν θα πουλήσουμε ούτε τα μισά αντίτυπα απ’ ότι θα πούλαγε οποιοδήποτε κωλοβιβλίο έγραφε κάποιος τύπος που εκφωνεί το μετεωρολογικό δελτίο στη γαμημένη την τηλεόραση!»

«Και πώς είναι το βιβλίο της;» τον ρώτησα, αφού του άφησα χρόνο να καλμάρει λιγάκι.

«Ε, τα συνηθισμένα σκουπίδια! Ένα πλήθος από ανθρώπους των μίντια, δυναμικούς και ανελέητους. «εξ κάθε σαράντα σελίδες. Φτηνά κόλπα, μηχανική πλοκή, απαίσιος διάλογος: θα μπορούσε να το έχει γράψει κι ένας ηλεκτρονικός υπολογιστής. Και πιθανόν να το έγραψε ηλεκτρονικός υπολογιστής. Ανούσιο, κενό, υλιστικό, φανταχτερό. Να το διαβάζει κάθε πολιτισμένος άνθρωπος και να τον πιάνει ναυτία, πίστεψέ με». Κοίταξε θλιμμένα το κενό μπροστά του. «Και το χειρότερο είναι ότι δε δέχτηκαν καν την προσφορά μου.

Κάποιος έδωσε δέκα χιλιάδες δολάρια παραπάνω και μου το πήρε. Τους μπάσταρδους! Θα είναι το μπεστ-σέλερ της ανοιξιάτικης σεζόν, το ξέρω».

That’s all folks, όμως…

Στο κάτω-κάτω όλα αυτά συμβαίνουν στη Βρετανία, στην εποχή της Θάτσερ, και επιτέλους δεν αντιπροσωπεύουν παρά την πραγματικότητα ενός βιβλίου. Ο έξω κόσμος μπορεί να κρύβει κάτι εντελώς διαφορετικό, κάτι απροσδόκητο, ζωντανό και αυθαίρετο: ένα αναγνωστικό κοινό.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!