Όλο και συχνότερα εμφανίζονται στο δημόσιο διάλογο θεωρίες για το τέλος της εργατικής τάξης σε παγκόσμια κλίμακα. Η φαντασίωση (δυτικής κοπής) μιας διευρυμένης μεσαίας τάξης, τα ευχολόγια της έξυπνης, αυτοματοποιημένης παραγωγής των διάφορων τεχνοουτοπιών, ο κατακερματισμός και η πολυμορφία με την οποία εμφανίζεται το προλεταριάτο στη σύγχρονη μορφή του, είναι μόνο μερικές από τις εξηγήσεις αυτού του φαινομένου. Αν δούμε όμως πίσω από τη σκόνη αυτών των θεωριών τα πραγματικά στοιχεία της παγκόσμιας παραγωγής, θα ανακαλύψουμε πως αυτό που ονομάζεται προλεταριάτο, το σύνολο δηλαδή των ανθρώπων το εισόδημα των οποίων προέρχεται μόνο από την πώληση της εργατικής τους δύναμης (αλλά και όσων απορρίπτονται από την εργασία αποτελώντας τις στρατιές των ανέργων), όχι μόνο δεν χάνεται αλλά βαίνει διαρκώς αυξανόμενο σε μέγεθος, χωρίς ωστόσο να παραμένει σταθερό στα χαρακτηριστικά του.
Μεγέθυνση της εργατικής τάξης
Η εργατική δύναμη παγκοσμίως αυξήθηκε κατά 25% από το 2000 έως και το 2020, σύμφωνα με τα στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας (ILO), με τα μεγέθη σε απόλυτους αριθμούς να κινούνται από τα 2,6 δισεκατομμύρια στα 3,3 δισεκατομμύρια. Σίγουρα όλοι οι απασχολούμενοι δεν αποτελούν τμήμα της εργατικής τάξης (αυτοαπασχόληση, μάνατζερ κ.ά.), όμως ακόμη και αν ακολουθήσουμε έναν πιο αυστηρό ορισμό προκύπτει ένας αριθμός πάνω από 2 δισεκατομμύρια ανθρώπων που πωλούν την εργατική τους δύναμη ως μοναδική πηγή εισοδήματος (εξαρτημένες σχέσεις εργασίας, κατ’ όνομα αυτοαπασχόληση, οικογενειακές επιχειρήσεις, εποχική εργασία, εργασία στο σπίτι). Μάλιστα το 50% αυτών να είναι πλέον γυναίκες, ανατρέποντας μια παγιωμένη ανισομέρεια που ήταν εμφανής ειδικά μέχρι και το πρώτο μισό του 20ού αιώνα.
Ακόμη και σε σχέση με τον αυξανόμενο πληθυσμό του πλανήτη (από περίπου 6 δισ. το 2000 σε λίγο λιγότερα από 8 δισ. το 2020), τα ποσοστά των εργαζομένων σε σχέση με τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό (15+ έτη) παραμένουν σε υψηλό επίπεδο. Σύμφωνα με στοιχεία του ILO, το 2000 οι εργαζόμενοι αντιπροσώπευαν το 64,4% του πληθυσμού άνω των 15 ετών, το 2010 έφταναν το 62,1% ενώ το 2020, με σημαντική την επίδραση της πανδημίας, το ποσοστό φτάνει το 58,6%. (Διάγραμμα 1)
Μια τάξη υπό διαμόρφωση
Αν κάποιος αναζητά μόνο την εικόνα του βιομηχανικού εργάτη των αρχών του 20ού αιώνα, θα δυσκολευτεί να αναγνωρίσει την εργατική τάξη στη σημερινή της μορφή. Το προλεταριάτο βρίσκεται υπό συνεχή διαμόρφωση και μετασχηματισμούς, κινητήρια δύναμη των οποίων είναι οι ίδιοι οι μετασχηματισμοί του καπιταλισμού, των μοντέλων παραγωγής, των κοινωνικών σχέσεων και της ταξικής πάλης. Η κρίση της μαζικής παραγωγής/κατανάλωσης, η παγκοσμιοποίηση και η επέκταση των αλυσίδων παραγωγής σε όλο τον πλανήτη, η αυτοματοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας και η αυξανόμενη τριτοποίηση, σε συνδυασμό με τον όλο και μεγαλύτερο κατακερματισμό αλλά και τον πιο μοριακό έλεγχο της εργασίας, όρισαν εν πολλοίς την εικόνα της εργατικής τάξης των δύο πρώτων δεκαετιών του 21ού αιώνα.
Η παρατεταμένη κρίση του συστήματος τής υπό δυτική ηγεμονία παγκοσμιοποίησης, η πανδημία που επιτάχυνε τάσεις αναδιάρθρωσης του κεφαλαίου σε πλανητική κλίμακα, η όξυνση των γεωπολιτικών αναταράξεων που πυροδότησε ο πόλεμος της Ουκρανίας και επεκτείνεται σε όλο τον κόσμο, θα αφήσουν σίγουρα το στίγμα τους πάνω στην ίδια τη διαδικασία της παραγωγής, τη θέση, τη σύνθεση, τις μορφές που θα πάρει η εργασία τα επόμενα χρόνια και η φορά αυτών των εξελίξεων μένει να φανεί.
Σίγουρα οι σχεδιασμοί για μια «Μεγάλη Επανεκκίνηση» που προωθούν οι πιο επιθετικές μορφές του κεφαλαίου, η στροφή στην ψηφιοποίηση, την πράσινη μετάβαση, τη μεγαλύτερη διασύνδεση βιολογικού-φυσικού-ψηφιακού κόσμου, αποτελούν τη βασική τάση των εξελίξεων. Η διαρκής απόρριψη της ζωντανής εργασίας από τη διαδικασία της παραγωγής, οι επιστημονικά σχεδιασμένες μορφές ελέγχου των απορριπτόμενων μαζών, η ολοένα και μεγαλύτερη υπαγωγή της τεχνολογίας και της επιστήμης στις ανάγκες του κεφαλαίου, συνεχίζουν να αποτελούν οδοδείκτες αυτής της πορείας. Βέβαια η διαρκής τριτοποίηση, η μεταφορά εργασίας από την πρωτογενή παραγωγή, τη μεταποίηση και τη βιομηχανία προς τις υπηρεσίες (αρχικά στη Δύση αλλά πλέον και στην Ανατολή) δε σημαίνει και μείωση της σημασίας αυτών των τομέων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η μεταποίηση: απόρριψη ζωντανής εργασίας με τον κύκλο όμως εργασιών του κλάδου να ακολουθεί δυσανάλογη αύξηση σε σχέση με την αύξηση της απασχόλησης σε αυτόν. Πάντως σίγουρα ο «μεταβιομηχανικός» κόσμος σε καμιά περίπτωση δε σημαίνει την εξαφάνιση της εργασίας στη βιομηχανική παραγωγή και την μεταποίηση. (Διάγραμμα 2)
Μετακίνηση του κέντρου βάρους ανατολικά
Ταυτόχρονα με τις αλλαγές στη σύνθεση και τα χαρακτηριστικά της εργασίας έχουμε και μια μεγάλη γεωγραφική μετάβαση. Η εξαγωγή παραγωγικών δραστηριοτήτων που εκτινάχθηκε στον 20ό αιώνα, με την παγκοσμιοποίηση της παραγωγής, την εξάπλωση των πολυεθνικών προς αναζήτηση φθηνών πρώτων υλών και εργατικού δυναμικού, οδήγησε σταδιακά στη μεταφορά του παραγωγικού κέντρου βάρους ανατολικά. Σήμερα η Ασία αποτελεί την παγκόσμια παραγωγική δύναμη σε αντίθεση με τη Δύση όπου η επικράτηση των χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων είναι πιο διευρυμένη. Με ατμομηχανή την κινέζικη υπερδύναμη, όλο και περισσότερες πρώην αναπτυσσόμενες χώρες (δημογραφικά μεγαθήρια όπως η Ινδία, η Ινδονησία, η Σιγκαπούρη) γίνονται πρωτοπόροι σε κλάδους αιχμής (τεχνολογία, χημική βιομηχανία κ.ά.) ορίζοντας σε μεγάλο βαθμό την εικόνα της εργασίας στις μέρες μας και συγκεντρώνοντας σχεδόν το 60% της παγκόσμιας εργατικής δύναμης. Το πολυπληθές προλεταριάτο στις περιοχές αυτές περνά από την μετά-αποικιοκρατία σε μια νέα φάση εισόδου στο διεθνές σύστημα, όντας συγκεντρωμένο σε μεγαλουπόλεις, συνδυάζοντας εργασίες υψηλής έντασης με άλλες που απαιτούν τεχνογνωσία, ακολουθώντας τη δικιά του διαδρομή ωρίμανσης. (Διάγραμμα 3)
Πανδημία και κατακερματισμός της εργασίας
Η πανδημία βρήκε την εργασία σε μια διαδικασία μετάβασης ως αποτέλεσμα της δημογραφικής ανισοκατανομής, των τεχνολογικών εξελίξεων, της κλιματικής κρίσης και βασικά των αναγκών αναδιάρθρωσης του κεφαλαίου με σκοπό την αντιμετώπιση της κρίσης του και την επέκταση της κερδοφορίας του. Η ίδια η πανδημία, οι μορφές διαχείρισής της, ό,τι χτίζεται ως μεταπανδημική κανονικότητα, αφήνουν βαθιές ουλές στην εργασία και την εργατική τάξη σε πλανητική κλίμακα. Τα λοκντάουν, το μπλοκάρισμα των αλυσίδων διανομής, οι μετασχηματισμοί στην παραγωγή με τα διαφόρων μορφών «τηλέ», σε συνδυασμό με την ανισομετρία των συνεπειών της πανδημίας στις ανεπτυγμένες χώρες και τον υπόλοιπο κόσμο, μαζί με τους διαφορετικούς ρυθμούς επανόδου σε μια κάποιας μορφής κανονικότητα, διαμορφώνουν την τρέχουσα εικόνα: Μια εργατική τάξη πιο κατακερματισμένη, υποκείμενη σε περισσότερες και πιο μοριακές διαδικασίες ελέγχου επί της εργασίας της αλλά και συνολικά επί της ζωής της, με πιο ευέλικτα ωράρια και ελαστικές σχέσεις εργασίας, με αυξομείωση του εργάσιμου χρόνου ανάλογα με τις ανάγκες των επιχειρήσεων, με επέκταση της ανεργίας και της φτωχοποίησης. Αλλαγές που γίνονται στο όνομα της «ανθεκτικότητας των κοινωνιών» απέναντι σε επόμενες προκλήσεις, έχουν όμως σαν στόχο την όλο και πιο επιστημονικά οργανωμένη διαδικασία συμπερίληψης και απόρριψης πληθυσμών από την παραγωγή, την κατανάλωση και άλλες πτυχές της ζωής.
Ο παραπάνω αναφερόμενος κατακερματισμός είναι φανερός και στους δείκτες που μετρούν την πρεκαριοποίηση των εργαζομένων. Η αύξηση του αριθμού των προσωρινά απασχολούμενων, των διαρκώς απασχολήσιμων, ευέλικτα αξιοποιήσιμων από τις επιχειρήσεις, έχει επεκτείνει τη μάζα των υπαμειβόμενων, χωρίς νομική κάλυψη, με ημερήσιες ή ωριαίες συμβάσεις εργαζόμενων. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ILO για το 2022, ο ρυθμός αύξησης του ποσοστού των προσωρινά εργαζόμενων ως προς το σύνολο της εργατικής δύναμης βαίνει διαρκώς αυξανόμενος (1991-2000: +14.6%, 2001-2010: +22.2%, 2011-2020: +27.8%). Οι εργαζόμενοι αυτοί είναι οι πλέον ευάλωτοι στις πιέσεις της κρίσης, είδαν την εργασία τους να χάνεται σε μεγαλύτερα ποσοστά τη διετία της πανδημίας και αποτελούν αντικείμενο ποικίλων πειραματισμών και μεθοδεύσεων. (Διάγραμμα 4)