Οι νέοι κάτω των 25 ετών θα ξεκινούν από 430 ευρώ καθαρά το μήνα ή 19 ευρώ καθαρά την ημέρα, ανεξάρτητα από την εργασία που θα κάνουν, εφόσον προσλαμβάνονται τώρα. Το ίδιο θα ισχύσει ακόμη και αν είναι ήδη εργαζόμενοι, αφού ο κάθε εργοδότης μπορεί να αναπροσαρμόσει τους μισθούς και τα μεροκάματα στην επιχείρησή του σε αυτά τα όρια, αναδρομικά, από τις 14 Φεβρουαρίου. Πρόκειται για το νέο κατώτατο μισθό και το νέο κατώτατο μεροκάματο που ισχύει για όλους τους νέους κάτω των 25 ετών, που προκύπτουν από τη μείωση κατά 32% από τα όρια που προβλέπει η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ), ανεξάρτητα αν είναι σε ισχύ κλαδική ή ομοιοεπαγγελματική σύμβαση.
Αλλά και οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι σε αρκετούς κλάδους, όπου οι ισχύουσες συμβάσεις έχουν λήξει ή θα λήξουν υποχρεωτικά σύντομα, θα ξεκινούν με ατομικές συμβάσεις εργασίας και μοναδικό υποχρεωτικό όριο τα 492 ευρώ καθαρά το μήνα ή τα 22 ευρώ καθαρά την ημέρα (πίνακας 1).
Με τέτοιες αμοιβές για τους νεοεισερχόμενους στην εργασία και με την ανεργία να έχει ξεπεράσει το ένα εκατομμύριο άτομα, γίνεται πλήρως αντιληπτό πως ανατρέπονται όλες οι συλλογικές μορφές δράσης και διαπραγματεύσεων που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα.
Αυτό σε γενικές γραμμές είναι το τοπίο που διαμορφώνει ο πρόσφατος νόμος 4046/2012 και η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της 28ης Φεβρουαρίου 2012 και αποτέλεσε μια από τις προϋποθέσεις για να προχωρήσει το περίφημο PSI και η νέα δανειακή σύμβαση με τους πιστωτές της χώρας.
Το τέλος των κλαδικών συμβάσεων
Με την εγκύκλιο που εξέδωσαν οι υπηρεσίες του υπουργείου Εργασίας στις 12 Μαρτίου ξεκαθαρίζει το σκόπιμα ομιχλώδες τοπίο που επικρατούσε μετά τις πρόσφατες νομοθετικές παρεμβάσεις. Η κατάργηση της ισχύος των κλαδικών συμβάσεων για τους νέους κάτω των 25 ετών είναι γεγονός, με αποτέλεσμα για πολλούς από αυτούς οι μειώσεις αποδοχών να φθάσουν ή και να ξεπεράσουν το 50%! (βλέπε πίνακα 2).
Ξεκινώντας από τους κάτω των 25 ετών, ο περιορισμός της ισχύος των κλαδικών συμβάσεων επεκτείνεται σε όλους τους εργαζόμενους. Με την ερμηνευτική εγκύκλιο του υπουργείου Εργασίας ορίζονται τα εξής:
• Για τις συμβάσεις που η ισχύς τους έληξε ή έχουν καταγγελθεί ένα εξάμηνο πριν από την έναρξη εφαρμογής του Ν. 4046/2012, δηλαδή μέχρι τις 14/8/2011, τίθεται ένα περιοριστικό τρίμηνο διάστημα (μέχρι τις 14/5/2012) για να συναφθούν νέες και στο διάστημα αυτό δεν ισχύει η λεγόμενη μετενέργεια. Η εγκύκλιος γράφει επί λέξει: «Κατά τη διάρκεια του ανωτέρω διαστήματος, αλλά και μετά την εκπνοή του αν δεν συναφθεί νέα ΣΣΕ, για τους ήδη εργαζόμενους, παραμένουν σεβαστές και ισχυρές οι ατομικές συμβάσεις εργασίας που έχουν ενσωματώσει στο περιεχόμενό τους τούς όρους αυτών των ΣΣΕ (που έληξαν ή καταγγέλθηκαν και πέρασε και το εξάμηνο ισχύος τους) καθώς και οι όποιες τροποποιήσεις αυτών των ατομικών συμβάσεων εργασίας». Δηλαδή, στις επιχειρήσεις που καλύπτονταν από τέτοιες κλαδικές συμβάσεις, οι εργοδότες μπορούν -αν δεν το έχουν κάνει ήδη- να καταρτίσουν ατομικές συμβάσεις εργασίας και φυσικά σε αυτή την περίπτωση μπορούν να μειώσουν τους μισθούς ή τα μεροκάματα στο όριο των νέων κατώτατων μισθών της ΕΓΣΣΕ.
• Οι συμβάσεις που έληξαν πριν από τις 14/2/2012 εξακολουθούν και ισχύουν μόνο για ένα τρίμηνο (μέχρι τις 14/5/2012). Στο διάστημα, δηλαδή, αυτό οι εργοδότες είναι υποχρεωμένοι να τηρούν μόνο τον κλαδικό βασικό μισθό και τα επιδόματα ωρίμανσης, τέκνων, σπουδών και επικίνδυνης εργασίας, εφόσον αυτά περιλαμβάνονται στις ισχύουσες συμβάσεις. Κάθε άλλο επίδομα (π.χ. το επίδομα γάμου ή το ανθυγιεινό) δεν ισχύει.
• Οι συμβάσεις που βρίσκονται σε ισχύ ήδη 24 μήνες ή περισσότερο πριν από τις 14/2/2012, λήγουν υποχρεωτικά σε ένα χρόνο, δηλαδή στις 14/2/2013.
• Οι συμβάσεις που βρίσκονται σε ισχύ λιγότερο από 24 μήνες, μέχρι τις 14/2/2012, λήγουν τρία χρόνια μετά την έναρξη ισχύος τους.
Για όλες τις περιπτώσεις των κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων, το τρίμηνο μετά τη λήξη τους είναι περιοριστικό για τη σύναψη νέων. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει μέσα σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο οι εργαζόμενοι με τα συνδικάτα τους να πιέσουν τους εργοδότες για τη σύναψη νέας σύμβασης. Και σε αυτό, εντελώς υποκριτικά, παροτρύνει το υπουργείο Εργασίας, όταν η σύναψη νέας συλλογικής σύμβασης έχει γίνει πλέον εξαιρετικά δύσκολη, με τις ίδιες τις αποφάσεις της κυβέρνησης. Με τον ίδιο νόμο η μονομερής προσφυγή των συνδικάτων στην διαιτησία καταργήθηκε, απαγορεύονται οι οποιεσδήποτε αυξήσεις, ακόμα και με τη μορφή ωριμάνσεων (τριετίες, πενταετίες κ.λπ.) ή πολυετιών, ενώ με προηγούμενη νομοθετική παρέμβαση έχει απαγορευθεί η επέκταση συμβάσεων σε όσους εργοδότες δεν αντιπροσωπεύονται στις διαπραγματεύσεις.
Δηλαδή, οι εργοδότες πλέον έχουν κάθε νομικό κίνητρο να μην προσέρχονται σε διαπραγματεύσεις, άρα και να μην υπογράφουν συμβάσεις.
Ερχεται τσουνάμι ατομικών συμβάσεων
Τι θα συμβεί, λοιπόν, αν δεν υπογραφούν νέες συλλογικές συμβάσεις; Θα εξακολουθούν να ισχύουν οι βασικοί μισθοί της σύμβασης και τα επιδόματα ωρίμανσης, τέκνων, σπουδών και επικίνδυνης εργασίας μόνο για τους ήδη εργαζόμενους και εφόσον ο εργοδότης δεν ασκήσει τις γνωστές πιέσεις για την υπογραφή ατομικής σύμβασης. Άλλωστε, η εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας ορίζει σαφέστατα ότι μπορούν αυτές οι συμβάσεις να αντικατασταθούν με «τη σύναψη νέας ή τροποποιημένης ατομικής σύμβασης εργασίας», όπου βέβαια οι αμοιβές θα είναι στα όρια των νέων κατώτατων μισθών της ΕΓΣΣΕ.
Δηλαδή, ανοίγει διάπλατα ο δρόμος για τη νομιμοποίηση των ατομικών συμβάσεων εργασίας, οι οποίες ήδη σε μεγάλο βαθμό αρχίζουν και υποκαθιστούν τις συλλογικές, δημιουργώντας συνθήκες ζούγκλας με μοναδικό κατώφλι τον άθλιο μισθό των 586 ευρώ, μεικτά. Η ατομική διαπραγμάτευση, δηλαδή η νομιμοποίηση του εργοδοτικού εκβιασμού και της αυθαιρεσίας, γίνεται πλέον σεβαστή, αφού η εγκύκλιος του υπουργείου τις θεωρεί «βούληση των συμβαλλόμενων μερών» και τις προστατεύει.