Το νέο δόγμα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, κοινά αποδεκτό από τον επίσημο πολιτικό κόσμο, είναι ότι η θεσμοθέτηση και μόνο της διευρυμένης παρουσία των ΗΠΑ στη χώρα αποτελεί εγγύηση για την προστασία της.
Μέσα σε αυτό το κλίμα αναμένεται η πανηγυρική υπογραφή της ανανεωμένης Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ, που τέθηκε σε ισχύ πρώτη φορά το 1990 και είχε ισχύ για δέκα χρόνια και έκτοτε ανανεώνεται κάθε χρόνο.
Οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο χωρών θα υπογράψουν συνοπτικά την νέα συμφωνία, καρπό πολύμηνων συζητήσεων μεταξύ τεχνικών κλιμακίων των δύο χωρών υπό την υψηλή επιτροπεία του πρέσβη των ΗΠΑ Τζ. Πάϊατ.
Με τη νέα συμφωνία παρατείνεται και διευρύνεται η παρουσία των ΗΠΑ στη βάση της Σούδας ενώ παραχωρείται και η χρήση της προβλήτας στο Μαράθι της Κρήτης που λόγω μεγέθους είναι ικανή να φιλοξενεί αεροπλανοφόρα. Αποσαφηνίζεται ακόμα και νομιμοποιείται η χρήση των αεροδρομίων και των στρατιωτικών υποδομών στη Λάρισα και Στεφανοβίκειο Βόλου όπου ήδη, εδώ και μια τετραετία, υπάρχει έντονη αμερικανική στρατιωτική παρουσία. Στην συμφωνία προβλέπεται ακόμα η αξιοποίηση του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης ως χώρου φιλοξενίας βάσης ελικοπτέρων λόγω της εγγύτητας του στον κρίσιμο γεωστρατηγικά χώρο των Στενών των Δαρδανελίων που χρησιμοποιεί ο ρωσικός στόλος για την άμεση πρόσβαση του στη Μεσόγειο.
Απόλυτη σιωπή για τα επίμαχα
Ένα από τα ζητήματα που προβλήθηκαν έντονα την Αθήνα ως ιδιαίτερος στόχος των συζητήσεων ήταν η απόσπαση μια ειδικής δήλωσης εγγυήσεων της ασφάλειας της χώρας μας έναντι των τουρκικών διεκδικήσεων σε Αιγαίο και Κύπρο. Η αμερικάνικη πλευρά απέρριψε κάθε τέτοιο ενδεχόμενο. Την ίδια ατυχή κατάληξη είχε και το ελληνικό αίτημα να εξασφαλίσει πρόσβαση σε πλεονάζον αμυντικό υλικό των ΗΠΑ με πιο σημαντική την παραχώρηση δύο-τριών αντιτορπιλικών τύπου Arleigh Burke ή τον εκσυγχρονισμού οπλικών συστημάτων που ήδη υπάρχουν στη χώρα. Και αυτό το αίτημα απορρίφθηκε και παραπέμφθηκε στα μακρινό μέλλον. Είναι φανερό ότι το ενδιαφέρον των ΗΠΑ δεν είναι η ενίσχυση της θέσης της χώρας μας. Οι ΗΠΑ αναζητούν έναν πειθήνιο σύμμαχο, σίγουρο και δεδομένο, να παραχωρήσει ανά πάσα στιγμή τις αναγκαίες διευκολύνσεις στις γεωστρατηγικές τους επιδιώξεις στην περιοχή. Οι αμερικάνικες θέσεις για τα κρίσιμα εθνικά ζητήματα έχουν διατυπωθεί τόσο καθαρά που δεν χωρούν παρερμηνείες. Επιθυμούν «δίκαιη μοιρασιά» των πόρων της Αν. Μεσόγειο, πολιτική «φιλίας» και συμβιβασμού με τις βλέψεις της Τουρκίας στο Αιγαίο και τη Θράκη και «επίλυση» του Κυπριακού με διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και ο επίσημος πολιτικός κόσμος στην Ελλάδα αποδέχεται αδιαμαρτύρητα το «δυσμενές διεθνές περιβάλλον» για τις απειλές που δέχεται η χώρα, αποσιωπώντας ότι συνέβαλε αποφασιστικά με την αδράνεια στη δημιουργία του. Ταυτόχρονα εκλιπαρεί και ελπίζει σε μια διαμεσολάβηση των ΗΠΑ ώστε οι παραχωρήσεις που ζητούνται να μην είναι τόσο εξευτελιστικές που να θέσουν σε αμφισβήτηση την κυριαρχία του επί της εσωτερικής πολιτικής σκηνής.
Οι ΗΠΑ αναζητούν έναν πειθήνιο σύμμαχο, σίγουρο και δεδομένο, να παραχωρήσει ανά πάσα στιγμή τις αναγκαίες διευκολύνσεις στις γεωστρατηγικές τους επιδιώξεις. Οι αμερικάνικες θέσεις για τα κρίσιμα εθνικά ζητήματα είναι «δίκαιη μοιρασιά» των πόρων της Αν. Μεσόγειο, πολιτική «φιλίας» και συμβιβασμού με τις βλέψεις της Τουρκίας στο Αιγαίο και τη Θράκη και «επίλυση» του Κυπριακού με διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας
Επικίνδυνες συμφωνίες σε μια ταραγμένη περιοχή
Η επίσκεψη του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας στην Αθήνα, έρχεται 3 χρόνια –περίπου– μετά την επίσκεψη του πρώην προέδρου των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα. Και τότε είχε επικρατήσει το ίδιο θριαμβευτικό κλίμα και κορυφώνονταν οι ψευδαισθήσεις για την ανάδειξη της χώρας σε «στρατηγικό εταίρο των ΗΠΑ» και χώρα «πρώτης γραμμής» για τους στρατηγικούς σχεδιασμούς τους στην περιοχή.
Σήμερα, τρία χρόνια μετά, θα είχε ενδιαφέρον να αναλογιστούμε τι έχει συντελεσθεί και ποια είναι η διεθνής θέση της χώρας.
Οι ΗΠΑ, παρά τα τεράστια γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα που διατηρούν σε ολόκληρη την περιοχή έχουν περιέλθει σε μια κατάσταση αδυναμίας να επιβάλλουν τους σχεδιασμούς τους. Οι επιτυχίες της Ρωσίας στα μέτωπα της Συρίας έχουν αναβαθμίσει το δικό της ρόλο στην περιοχή και έχουν πετύχει μια αποσταθεροποίηση της Ν.Α. πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Η Τουρκία, εκμεταλλευομένη την ασταθή ισορροπία, αναδεικνύεται σε ισχυρός περιφερειακός παίκτης αλλά και πονοκέφαλος για τις ΗΠΑ εκβιάζοντας με συνεχείς παραχωρήσεις υπέρ της σε Μ. Ανατολή και Αν. Μεσόγειο.
Αντίθετα η Ελλάδα, επιλέγοντας την πλήρη υπαγωγή της στους ευρωατλαντικούς σχεδιασμούς έχει οδηγηθεί σε διπλωματική απομόνωση και απαξία. Η ορατή πλευρά είναι βέβαια η ρήξη των σχέσεων της με τη Ρωσία αλλά εξίσου σημαντική είναι η ανάδειξη της σε ανυπόληπτη και δεδομένη χώρα από όλους τους δυτικούς συμμάχους και εταίρους. Είναι χαρακτηριστική η διεθνής σιωπή έναντι των απειλών που δέχεται από την Τουρκία και η πλήρης εγκατάλειψη της στα τετελεσμένα που δημιουργούνται σε Αιγαίο και Θράκη. Ίδια σιωπή απέναντι και στη στρατιωτική περικύκλωση της Κύπρου και την ένοπλη αμφισβήτηση της εθνικής της κυριαρχίας. Η διεθνής κοινότητα όχι απλά σιωπά αλλά πιέζει για άμεση ικανοποίηση των τουρκικών βλέψεων με παραχωρήσεις εθνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο και τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας .
Τρία χρόνια μετά, οι επιλογές του επίσημου αστικού κόσμου έχουν φέρει τη χώρα σε δυσχερέστερη θέση σε όλα τα μέτωπα. Ίσως αυτήν την επιτυχία καλούμαστε να εορτάσουμε με την επίσκεψη Πομπέο στην Αθήνα…