Μείωση της κυκλοφορίας
Σημαντικές διαχρονικές μεταβολές δεικτών της ελληνικής οικονομίας, που επηρεάζουν το κυκλοφοριακό ζήτημα και την ποιότητα αέρα των πόλεων, είναι η ετήσια πτωτική μεταβολή του ΑΕΠ, η μεγάλη μείωση των μισθών και του δείκτη κόστους εργασίας, η δραματική αύξηση του ποσοστού ανεργίας και η συνεπακόλουθη διαρκής πτώση της εγχώριας ζήτησης1. Τα παραπάνω οδήγησαν στην παρατηρούμενη μείωση της κατανάλωσης βενζίνης κατά 13% και της κατανάλωσης πετρελαίου κίνησης κατά 15% (στοιχεία ΥΠΕΚΑ).
Ίδιου επιπέδου είναι και η διαπιστωμένη μείωση της κυκλοφορίας οχημάτων στις μεγάλες πόλεις. Για παράδειγμα, στη Θεσσαλονίκη, σχετική πρόσφατη έρευνα έδειξε μείωση της κυκλοφορίας των Ι.Χ. κατά 12% στο κέντρο της πόλης και μείωση της κυκλοφορίας των ταξί κατά 15% στο διάστημα μεταξύ 2009 και πρώτου εξαμήνου του 2011. Η μείωση της κυκλοφορίας των Ι.Χ. και των ταξί καθορίζει σε αποφασιστικό βαθμό τα επίπεδα των ατμοσφαιρικών ρύπων στον αέρα των πόλεων και ιδίως των αιωρούμενων σωματιδίων και του διοξειδίου του αζώτου, τα οποία και αποτελούν το μεγαλύτερο πρόβλημα, αφού διαπιστώνονται υπερβάσεις των ορίων ποιότητας αέρα στις πόλεις. Η ίδια έρευνα έδειξε ότι οι δύο αυτοί ρύποι μειώθηκαν σε μεγαλύτερο βαθμό σε σχέση με την κυκλοφορία2.
Ταυτόχρονα, αυτή η μείωση της κυκλοφορίας των Ι.Χ. και των ταξί δεν έχει οδηγήσει σε αύξηση της επιβατικής κίνησης των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς (ΜΜΜ) ούτε στην Ελλάδα, ούτε σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις[3]. Η μείωση της κυκλοφορίας των ΙΧ και των ταξί οφείλεται συνολικά στη μείωση των μετακινήσεων των πολιτών ένεκα ανεργίας, στη μείωση των μετακινήσεων, που σχετίζονται με τις χαμένες θέσεις εργασίας, καθώς και στη μείωση των «μη αναγκαίων» μετακινήσεων (αγορές, ψυχαγωγία κ.λπ.).
Επικίνδυνη αύξηση της ρύπανσης
Η προσωρινά εμφανιζόμενη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στον αέρα των πόλεων μπορεί να δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι η κρίση έχει θετικές επιπτώσεις στην ποιότητα του αέρα. Όμως, όλα τα προαναφερόμενα οικονομικά δεδομένα είναι εξαιρετικά πιθανόν να οδηγήσουν σύντομα και σε ένα άλλο φαινόμενο: την κακή συντήρηση των οχημάτων ένεκα μειωμένων εισοδημάτων. Εκτεταμένες έρευνες έχουν δείξει ότι αν ακόμα και ένα μικρό ποσοστό –της τάξης του 10-20%– των οχημάτων είναι κακοσυντηρημένο, δημιουργεί τη μισή ρύπανση του αέρα των πόλεων (δημιουργεί δηλαδή τόση ρύπανση, όση όλα τα άλλα καλοσυντηρημένα οχήματα μαζί). Σε αυτό το ενδεχόμενο, ακόμα και μια μεγάλη μείωση της κυκλοφορίας των οχημάτων μπορεί να συνοδεύεται με μεγάλη αύξηση των επιπέδων ρύπανσης του αέρα. Αυτό ήταν άλλωστε που συνέβαινε και την περίοδο 1990-95, όπου τα επίπεδα ρύπανσης ήταν πολύ υψηλότερα σε σχέση με σήμερα, ενώ κυκλοφορούσαν τα μισά οχήματα3.
Κι ενώ τα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης ήταν προς το παρόν μειωμένα, οι μέσες ημερήσιες συγκεντρώσεις των αιωρούμενων σωματιδίων στον αέρα της Θεσσαλονίκης ξεπέρασαν το όριο συναγερμού (δηλαδή το όριο λήψης εκτάκτων μέτρων) επί επτά συνεχόμενες μέρες: από την Πέμπτη 17 έως την Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011. Η καταγραφή τόσο υψηλών τιμών ρύπανσης σε συνδυασμό με την πολυήμερη εμφάνισή τους δείχνει ότι πρόκειται για επεισόδιο ατμοσφαιρικής ρύπανσης και μάλιστα ιστορικά πρωτοφανές για τη Θεσσαλονίκη4.
Η εμφάνιση αυτού του επεισοδίου οφείλεται στο μετεωρολογικό φαινόμενο της λεγόμενης θερμοκρασιακής αναστροφής (μια στοιβάδα θερμού αέρα στέκεται πάνω από την πόλη και εγκλωβίζει τους ρύπους), που έμεινε για πολλές μέρες πάνω από την πόλη, σε συνδυασμό με τις εκπομπές ρύπων από όλες τις πηγές. Για τις περιπτώσεις αυτών των επεισοδίων υπάρχουν θεσμοθετημένα έκτακτα μέτρα, που πρέπει να ληφθούν μετά την πέμπτη μέρα. Από αυτά τα μέτρα, εφαρμόσθηκε μόνον ένα πολύ μικρό μέρος, που περιλάμβανε συστάσεις και ελέγχους.
Το γεγονός της διατήρησης των τιμών των ρύπων πάνω από τα όρια συναγερμού την έκτη και έβδομη μέρα, έδειξε ότι τα μέτρα που ελήφθησαν ήταν ανεπαρκή.
Τόσο επειδή καθορίζεται θεσμικά, όσο και γιατί το επεισόδιο από νωρίς φαινόταν ότι θα παραμείνει, τουλάχιστον ορισμένα προβλεπόμενα επεμβατικά μέτρα έπρεπε να ληφθούν, όπως το κλείσιμο των βρεφονηπιακών σταθμών και σχολείων πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς και των φροντιστηρίων, το κλείσιμο των νυχτερινών κέντρων διασκέδασης και των δημόσιων υπηρεσιών που συναλλάσσονται με το κοινό. Υπογραμμίζεται ότι σε αυτές τις περιπτώσεις χρειάζεται συστηματική και ευρεία ενημέρωση για αποφυγή των μετακινήσεων των ηλικιωμένων, των μικρών παιδιών και των ασθενών με καρδιοαγγειακά και αναπνευστικά προβλήματα, που είναι οι πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις ενός τέτοιου επεισοδίου.
Σημειώσεις
[1] ΕΛΣΤΑΤ, Η Ελληνική Οικονομία, Σεπτέμβριος 2011.
[2] Κώστας Νικολάου, Επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στο κυκλοφοριακό και στην ποιότητα αέρα των πόλεων, Ιστολόγιο «Διαλεκτικά», Οκτώβριος 2011, https://konstantinosnikolaou.blogspot.com/2011/10/blog-post.html.
[3] Ματθαίος Καρλαύτης, Η οικονομική κρίση, οι μετακινήσεις και η προοπτική των MMM, Σύλλογος Ελλήνων Συγκοινωνιολόγων, Ενημερωτικό Δελτίο, 174: 2-5, 2010.
[4] Κώστας Νικολάου, Πρωτοφανές επεισόδιο ατμοσφαιρικής ρύπανσης διάρκειας 7 ημερών στη Θεσσαλονίκη, Ιστολόγιο «Διαλεκτικά», Νοέμβριος 2011, https://www.konstantinosnikolaou.blogspot.com/2011/11/7.html.