Εννοείται ότι είδα την καινούργια ταινία του Ταραντίνο: και μόνο που με ρωτάτε –εμένα, ένα δεδηλωμένο ταραντινικό αρρωστάκι– είναι σχεδόν σαν να με προσβάλλετε. Το ότι δεν έχω ακόμα εκφραστεί δημόσια, οφείλεται απλώς στη σύνεσή μου ως διανοουμένου, που επιθυμεί να βουτά δύο φορές τη γλώσσα στο μυαλό του, πριν ανοίξει το στόμα του. Σαν πρώτη γενική τοποθέτηση, πάντως, θα έλεγα ότι το βασίλειο της προχειρολογίας παραμένει κραταιό, και οι άνθρωποι που βιάζονται να δουν στο Once Upon a Time in Hollywood μια στιγμή «αμηχανίας» του μεγάλου αμερικανού σκηνοθέτη, θα πρέπει μάλλον να διερωτηθούν μήπως προβάλλουν τη δική τους αμηχανία πάνω σε μία σχολή κινηματογραφίας, που απλώς αδυνατούν να κατανοήσουν. Αρχικά, η αιτίαση περί «βίας» και gore. Όταν η βία και το gore ελαχιστοποιούνται (όπως στην περίπτωση της Jackie Brown, αλλά και της περί ου ο λόγος), τότε έρχεται η αιτίαση περί «ανυπαρξίας βάθους» και «εξυπνακισμού». Κι όταν ξεπερνιέται κι αυτό το στερεότυπο, τότε εκσφενδονίζεται η αιτίαση περί «μανιερισμού» και «έλλειψης πρωτοτυπίας». Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ο Ταραντίνο υποβιβάζεται απλώς σε έναν σκηνοθέτη, ο οποίος ξέρει να φτιάχνει πετυχημένα κολάζ από τα σπαράγματα των ταινιών που αγαπά.
Ευτυχώς, υπάρχουν και εξαιρέσεις. Μία από τις πιο εύστοχες κριτικές που διάβασα για το Once Upon a Time in Hollywood, λόγου χάρη, προέρχεται από τη γραφίδα του Old Boy, στη διεύθυνση www.elculture.gr. Θεωρώ την προσέγγιση του συντάκτη εξαιρετική, στο βαθμό που αναδεικνύει τον «αποκαταστασιακό» και «ουτοπικό» χαρακτήρα του Ταραντινικού σινεμά, τουλάχιστον από τους Inglorious Basterds και εφεξής (οπότε ο σκηνοθέτης ρητά πολιτικοποιείται). Παράλληλα, ωστόσο, προς την αποκαταστασιακή και ουτοπική οπτική, θα τολμούσα να ισχυριστώ ότι ένα επιπλέον στοιχείο που με γοητεύει στο Once Upon a Time in Hollywood είναι η παρρησία με την οποία ο Ταραντίνο αναδεικνύει την ύπαρξη δύο Hollywood μέσα «στο» Hollywood: από τη μία μεριά, το Hollywood των γιγαντιαίων επιτελείων, των εργατών και των stuntmen: πρόκειται για τους διεκπεραιωτές της «βρώμικης» δουλειάς, τα πραγματικά γρανάζια της μηχανής, Από την άλλη μεριά, το Hollywood των ηθοποιών, των ατζέντηδων, των politics και των σχεδιασμών καριέρας: ένας ιλαροτραγικός αγώνας επιβίωσης, ένα άνισο παιχνίδι ταπεινωτικών υποχωρήσεων και συμβιβασμών, όπου συχνά τον καθοριστικό ρόλο παίζει απλώς η γυμνή συγκυρία – η τυφλή τύχη. ΄Οθεν τα σιδερένια στομάχια που απαιτεί το επάγγελμα, αλλά και τα φαινόμενα εξαρτήσεων, ψυχικής κατάρρευσης και αυτοκτονιών που απαντώνται στον «αβάσταχτα ελαφρό» κόσμο των χολυγουντιανών αστέρων. Δεν νομίζω ότι έχει αφηγηθεί κανείς τη συνάρθρωση των δύο αυτών Hollywood με μεγαλύτερη πρωτοτυπία, ευφυία και χιούμορ (κι αν ναι, παρακαλώ να μου υποδείξετε την ταινία). Ούτε νομίζω ότι έχει υπάρξει ποτέ πιο διασκεδαστική, πιο «cool», αλλά και πιο ειλικρινής αυτοκριτική του Hollywood.
Το λοιπόν, μην βιαστείτε να αφορίσετε, σύντροφοι. Διαβάστε την κριτική που σας υποδεικνύω, ξαναδείτε την ταινία υπό το πρίσμα που σας προτείνω. Και τότε, τα ξαναλέμε.