του Δημήτρη Α. Τραυλού – Τζανετάτου
1. Το αρνητικό φορτίο το οποίο κληροδότησε το απελθόν «δίσεκτο», όχι από ημερολογιακή σκοπιά νοούμενο, αλλά μεταφορικά, στο 2022, δεν κατέλιπε σοβαρές ελπίδες για να θέσει σε κίνηση μια διαδικασία εξόδου από το ζόφο της πολλαπλής κρίσης. Αντιθέτως, ήδη από την έναρξη του νέου έτους, άρχισαν, να επιβεβαιώνονται οι δυσμενέστερες των προβλέψεων για την όλη πορεία του. Τούτο δε καθώς πέραν της παράτασης της πανδημίας μέσω ιδίως της μετάλλαξης Ο, η οποία παρά την υπερμεταδοτικότητά της, φαίνεται να εμφανίζει ηπιότερη νοσηρότητα, η υφιστάμενη πολυεπίπεδη κρίση επιβαρύνεται με ιδιαίτερη ένταση από την ενσκήψασα κατά το απελθόν έτος ήδη σοβούσα ενεργειακή κρίση. Πρόκειται για κομβικής σημασίας αποσταθεροποιητικό παράγοντα, ο οποίος, ακόμη και αν επαληθευθούν οι προβλέψεις ότι ο SARS-CoV-2 μετά το πρώτο εξάμηνο θα μετατραπεί σε ενδημική νόσο, αν δεν ληφθούν τα αναγκαία τολμηρά μέτρα ανάσχεσής του, θα εξακολουθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα να δυναμιτίζει την παγκόσμια οικονομία.
Επί του παρόντος οι δραματικές συνέπειες της κυριαρχίας του εκρηκτικού μείγματος πανδημίας – ενεργειακής κρίσης είναι ήδη εμφανείς. Τούτο δε καθώς στο «αλαλούμ» της όλης διαχείρισης της πανδημίας και της θλιβερής πρωτιάς στην ΕΕ ως προς την θνησιμότητα και την θνητότητα, με ορατό τον κίνδυνο πλήρους κατάρρευσης του ήδη βαρύτατα ασθενούς ΕΣΥ, προστίθεται το ενεργειακό τσουνάμι. Η εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος και οι καταιγιστικές επιπτώσεις τους σε όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας (εργασία, επιχειρήσεις, εφοδιαστική αλυσίδα, αγροτική παραγωγή, κατανάλωση, νοικοκυριά) δεν αποτυπώνουν μόνο με δραματική ενάργεια την εικόνα της πραγματικότητας. Πολύ περισσότερο, δεδομένης, όπως θα διαπιστωθεί στη συνέχεια, της «άφρονος» ενεργειακής πολιτικής της χώρας, αν δεν επιχειρηθούν έστω, την ύστατη ώρα, τολμηρές παρεμβάσεις στον όλο σχεδιασμό, πράγμα για το οποίο το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα δεν φαίνεται ικανό, ή έστω έτοιμο να πραγματοποιήσει, οι εξελίξεις προοιωνίζονται ζοφερές.
2. Όπως είναι γνωστό, κάθε ενεργειακή κρίση, όπως π.χ. εκείνη της δεκαετίας του ‘70, πέραν της δομικής εξάρτησής της από τις ανάγκες και τα κελεύσματα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, συνδέεται συγκυριακά με διάφορες, βασικά οικονομικοπολιτικής και γεωπολιτικής υφής παραμέτρους. Η παρούσα, ωστόσο, κρίση, πέραν των συνήθων αυτών αιτιών, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και χρηματιστηριακά παιχνίδια και διαπλεκόμενα συμφέροντα που κατευθύνουν και διαμορφώνουν την αγορά ενέργειας, εμφανίζει έναν ισχυρό δεσμό με ένα καινοφανή παράγοντα: την μετάβαση σε ένα νέο ενεργειακό μοντέλο (βλ ενδεικτικά O.Zinke, Energiekrise: Eine Folge der grünen Energiewende?, 22/10/2021, www.agrarheute.com/management/finanzen/energiekrise-folge-gruenen-energiewende-fakten-586637).
Πρόκειται ειδικότερα για το, εντασσόμενο στο σχεδιασμό μιας νέας «κλιματικής οικονομίας» και «βιώσιμης ανάπτυξης», προωθούμενο παγκοσμίως, ιδίως δε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μοντέλο της πράσινης ενέργειας, του οποίου ως βασικός στόχος διακηρύσσεται η προστασία του περιβάλλοντος και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Στο πλαίσιο αυτό επιδιώκεται η μετάβαση σε μια «ενεργειακά ουδέτερη Ευρώπη», στην οποία μέχρι το 2050 θα πρέπει να έχουν μηδενιστεί οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, κυρίως διοξειδίου του άνθρακα αλλά και μεθανίου. Πιο συγκεκριμένα άμεσος στόχος της «Πράσινης Ευρωπαϊκής Συμφωνίας», θέτει από 10-11/12/2020 και των επιμέρους Εθνικών Σχεδίων είναι η μείωση μέχρι το 2030 των σχετικών εκπομπών τουλάχιστον κατά 55% (βλ. σχετικά: Κλιματική αλλαγή-Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία: Τι προβλέπει το σχέδιο της ΕΕ, www.ot.gr/2021/07/14/green/eyropaiki-prasini-symfonia-ti-provlepei-to-sxedio-tis-epitropis).
3. Κυρίαρχο ρόλο στο σχεδιασμό και την υλοποίηση του ενεργειακού αυτού μοντέλου διαδραματίζουν οι «Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας» (ΑΠΕ), δηλ βασικά επί του παρόντος τα αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα. Στο πλαίσιο αυτό, ενώ οι σχετικές επενδύσεις ενισχύονται και χρηματοδοτούνται από την ΕΕ, στο στόχαστρο όχι απλώς ενός προϊόντος παραμερισμού, αλλά και της επιβάρυνσής τους μέσω την υποχρέωσης εξαγοράς δικαιωμάτων ρύπων, βρίσκονται οι ενεργειακές μονάδες οι οποίες χρησιμοποιούν τα ορυκτά καύσιμα, κυρίως δε τον άνθρακα και τον λιγνίτη.
Ωστόσο, όπως άλλωστε, επιβεβαιώνεται από την τρέχουσα ενεργειακή κρίση, το μοντέλο αυτό, παρά την εκπεμπόμενη αισιοδοξία, τις μεγαλόστομες διακηρύξεις και τις όποιες φιλοπεριβαλλοντικές προθέσεις, έχει σοβαρές αδυναμίες, οι οποίες υπονομεύουν την ομαλή μετάβαση στο επιδιωκόμενο στόχο της κλιματικής ουδετερότητας. Οι αδυναμίες αυτές είναι βασικά σύμφυτες προς τις συγκεκριμένες, στην τρέχουσα φάση, προωθούμενες ΑΠΕ, δηλ τόσο και κυρίως οι ανεμογεννήτριες όσο και τα φωτοβολταϊκά πάρκα. Οι αδυναμίες αυτές έγκεινται βασικά στην διαλείπουσα, οφειλόμενη στην εξάρτησή τους από τον άνεμο και τον ήλιο λειτουργία τους, στην μικρή αποδοτικότητά τους, στα προβλήματα αποθήκευσης της παραγόμενης ενέργειας, στο υψηλό κόστος εγκατάστασης και παραγωγής, στην εξάρτησή τους από ορισμένα μέταλλα (π.χ. κοβάλτιο) και σπάνιες γαίες (π.χ. λίθιο), η αγορά των οποίων είναι, κυρίως λόγω των γεωπολιτικών ανταγωνισμών, ασταθής και η ζήτηση βεβαίως αυξημένη, στην ευαισθησία τους στα ακραία καιρικά φαινόμενα, στην αστάθεια λειτουργίας του δικτύου, στις πιθανές παρενέργειες στην υγεία, ιδίως δε στο περιβάλλον όχι μόνο αισθητικής υφής (βάναυση παρέμβαση στο τοπίο) αλλά στην ίδια την ισορροπία της φύσης (π.χ. επηρεασμός μικροκλίματος, διάβρωση εδαφών, επιπτώσεις στην ορνιθοπανίδα) οφειλόμενες βασικά στην αλόγιστη χρήση των ΑΠΕ όπως δυστυχώς συμβαίνει στην κατά τα άλλα «πράσινη Ελλάδα».
Για τον λόγο δε αυτόν αντιμετωπίζουν ισχυρές αντιδράσεις από τις τοπικές κοινωνίες (βλ ενδεικτικά για την χώρα μας Τ. Σαράντου, Ανεμογεννήτριες παντού; Όχι, ευχαριστώ, www.efsyn.gr/node/24591, Πρβλ. Adventorial: Widerstand gegen Solarparks: Der nächste Energiewende-Showstopper?, www.klimareporter.de/advertorials/widerstand-gegen-solarparks-der-naechste-energiewende-showstopper)
Λαμβανομένων υπόψη των προαναφερθέντων μειονεκτημάτων, των αφορώντων βασικά στα αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα, ο όλος σχεδιασμός της πράσινης πολιτικής ενέργειας στην ΕΕ, ανεξαρτήτως της θεώρησής του ως «άτολμου» από φανατικούς θιασώτες της πράσινης ενέργειας, υπερτίμησε τις δυνατότητες των ΑΠΕ να διασφαλίσουν σταθερότητα και συνέχεια στην ηλεκτροπαραγωγή, ενώ ταυτόχρονα υποτίμησε την κρίσιμη συμβολή των υδρογονανθράκων, κυρίως του φυσικού αερίου στην ομαλή μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα σε συνθήκες «ασφάλειας εφοδιασμού» και «επάρκειας εφοδιασμού» της «ενεργειακής φτώχειας». Πολλώ μάλλον, καθώς λόγω κυρίως όξυνσης των γεωπολιτικών ανταγωνισμών, ιδιαιτέρως ενισχυμένη αναμένεται η ζήτηση ενέργειας. (βλ. ενδεικτικά κριτική Γ. Μανιάτη, Τα αίτια της ενεργειακής κρίσης, ο παραλογισμός κατά του αερίου και η ανάγκη για ένα νέο ευρωπαϊκό δόγμα ενεργειακής ασφάλειας, www.energypress.gr/news/ta-aitia-tis-energeiakis-krisis-o-paralogismos-kata-toy-aerioy-kai-i-anagki-gia-neo-eyropaiko, βλ. επίσης AxpoGruppe, Die Rolle von Erdgas auf dem Wegzueiner CO2-armen Wirtschaft, 23/09/2021, www.axpo.com/de/de/ueber-uns/magazin.detail.html/magazin/internationales-geschaeft/Die-Rolle-von-Erdgas-auf-dem-Weg-zu-einer-CO2-armen-Wirtschaft.html).
Δεν προκαλεί έτσι έκπληξη το γεγονός ότι η ΕΕ, πιεζόμενη και από την ενεργειακή κρίση, σχεδιάζει την θεώρηση, τουλάχιστον ορισμένων μονάδων φυσικού αερίου, ως «πράσινων», χαρακτηρίζοντας ως βιώσιμες τις σχετικές επενδύσεις, (βλ σχετικά, Φυσικό αέριο και πυρηνική ενέργεια στην «πράσινη» λίστα της ΕΕ, 19/12/2021, www.naftemporiki.gr/story/1813893/fusiko-aerio-puriniki-energeia-stin-prasini-lista-tis-ee). Βεβαίως η μεταστροφή αυτή αντανακλά βασικά τις δύο κυρίαρχες ενδοευρωενωσιακές ενεργειακές στρατηγικές, της Γερμανίας (φυσικό αέριο) και της Γαλλίας (πυρηνική ενέργεια) τον συμβιβασμό των οποίων αυτή επιχειρεί (βλ. σχετικά, Καρακατσάνη, «Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία» – Πυρηνική ενέργεια ή φυσικό αέριο, Slpress, 13/01/2022).
Αντί για την αυτονόητη επιλογή διατήρησης σε λειτουργία, ως «χρυσής εφεδρείας», των, αναγκαίων για την διασφάλιση μιας στοιχειωδώς ομαλής μετάβασης στην πράσινη ενέργεια, λιγνιτικών μονάδων, επελέγη, από την ελληνική κυβέρνηση, η βίαιη πλήρης απολιγνιτοποίηση εντός ολίγων ετών, με τις γνωστές δραματικές επιπτώσεις στην εξουθενωμένη λόγω της πανδημίας και της ενσκύψασας ενεργειακής κρίσης οικονομία και στην κοινωνία
4. Πρέπει, ωστόσο, στη θέση αυτή να επισημανθεί ότι η πολιτική μιας προϊούσας απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα στο πλαίσιο της «Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας» δεν εφαρμόζεται ενιαία, με αποτέλεσμα η συμβολή των επιμέρους κρατών μελών στην υλοποίηση της να είναι ανισοβαρής. Σημειωτέον δε ότι βασικό κριτήριο διαμόρφωσης των εθνικών ενεργειακών πολιτικών υπήρξε το εθνικό συμφέρον, όπως αυτό προσδιορίζεται από τις οικονομικές και ενεργειακές ιδιαιτερότητες κάθε χώρας. Είναι έτσι χαρακτηριστικό στο πλαίσιο αυτό ότι ακόμη και μεγάλες χώρες, ισχυρές οικονομικά, επέλεξαν να παρατείνουν, την αποδέσμευση τους από τον άνθρακα για αρκετές δεκαετίες, όπως ειδικότερα μέχρι το 2038 η Γερμανία και μέχρι το 2050 η Πολωνία, μολονότι μάλιστα η συμβολή των χωρών αυτών στην ρύπανση της Ευρώπης με CO2 είναι σημαντική.
Σε πείσμα όλων αυτών η μικρή, εξουθενωμένη από τα μνημόνια και τις μεταμνημονιακές δουλείες, καταχρεωμένη Ελλάδα, με υπαρξιακό δημογραφικό πρόβλημα και συνεχή απειλή της εθνικής της κυριαρχίας, της οποίας μάλιστα η συμβολή στην ρύπανση της Γηραιάς Ηπείρου είναι πολύ περιορισμένη, επέλεξε έναν μοναχικό, πλην «ηρωικό», έμπλεο «αυταπάρνησης» και «αυτοθυσίας» δρόμο: τον δρόμο του πρωταγωνιστή και σημαιοφόρου της πράσινης ενέργειας ανεξαρτήτως βεβαίως του όποιου δυσβάστακτου οικονομικού κοινωνικού και γεωπολιτικού κόστους!
Στο πλαίσιο της υψιπετούς, οραματικής ίσως και θεόπνευστης, αποστολής της, η Ελλάδα, δηλαδή η Κυβέρνηση, αποφάσισε να αποτολμήσει κάτι που και ο πιο φανατικός «πράσινος τεχνοκράτης» της ΕΕ αδυνατούσε να συλλάβει. Έτσι πιο συγκεκριμένα έσπευσε «αυθωρεί και παραχρήμα» να απαλλαγεί από τις «επάρατες» λιγνιτικές μονάδες, θέτοντας ως καταληκτική ημερομηνία για το κλείσιμο ως τελευταίας, της, υπό κατασκευή ακόμη, άρτιας τεχνολογικά μονάδας, ελάχιστα ρυπογόνας μονάδα «Πτολεμαΐδα 5», το 2025, για να την μετατρέψει σε μονάδα, εισαγόμενου, βεβαίως και πανάκριβου φυσικού αερίου. (βλ σχετικά, αντί άλλων F.Simon/T.Karaoulanis, Η Ελλάδα «σβήνει» την τελευταία λιγνιτική μονάδα έως το 2025, www.euractiv.gr/section/periballon/news/i-ellada-svinei-tin-teleytaia-lignitiki-monada-eos-to-2025).
Έτσι αντί για την αυτονόητη επιλογή διατήρησης σε λειτουργία, ως «χρυσής εφεδρείας», των, αναγκαίων για την διασφάλιση μιας στοιχειωδώς ομαλής μετάβασης στην πράσινη ενέργεια, μονάδων, επελέγη η βίαιη πλήρης απολιγνιτοποίηση εντός ολίγων ετών, με τις γνωστές δραματικές επιπτώσεις στην εξουθενωμένη λόγω της πανδημίας και της ενσκύψασας ενεργειακής κρίσης οικονομία (εκτίναξη στα ύψη των τιμών ηλεκτρικού ρεύματος με τα γνωστά αποσταθεροποιητικά όλων των τομέων της συναλλακτικής ζωής αποτελέσματα) και στην κοινωνία (έκρηξη πληθωρισμού και ανεργίας).
Πολλώ μάλλον καθώς ως εφιαλτικές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν οι συνέπειες στην κρίσιμη ακριτική περιοχή της Δυτ. Μακεδονίας, που, ήδη προ της απολιγνιτοποίησης, μαστιζόταν από την φτώχεια και το δημογραφικό μαρασμό, όπως η επιδείνωση της ανεργίας (απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας) και η φυγή των εναπομεινάντων νέων. (Για τις συνέπειες αυτές βλ. ενδεικτικά Κ. Σταμπουλή, Άποψη: Η πραγματική εικόνα για την απολιγνιτοποίηση, www.kathimerini.gr/society/1087105/apopsi-i-pragmatiki-eikona-gia-tin-apolignitopoiisi).
Πέραν όμως την επιλογής αυτής, προφανώς για να μην υπάρξει αμφισβήτηση της «συνέπειας» και της «αποφασιστικότητας» στην υλοποίηση του (πιλοτικού;) ρόλου της, η κυβέρνηση προχώρησε σε ένα ακόμη αδιανόητο, εθνικά και γεωπολιτικά, βήμα: τη θέση στο «ψυγείο», αν όχι την οριστική απεμπόληση της αξιοποίησης των πλούσιων, κατά σχετικές και εμπεριστατωμένες μελέτες ειδικών, κοιτασμάτων, όχι μόνο στο Ανατολικό Αιγαίο, αλλά κατά τα φαινόμενα απανταχού της χώρας (την ενεργειακή αυτή πολιτική είχε ήδη προαναγγείλει ο υπουργός Εξωτερικών στη Σαουδική Αραβία [βλ. σχετικά Τραυλού – Τζανετάτου, Δρόμος της Αριστεράς, 1/5/2021], επιβεβαίωσε ο Πρωθυπουργός στην ΓΣ του ΟΗΕ).
Δεν πρέπει έτσι να αιφνιδιάζει το γεγονός ότι οι εταιρείες Exxon Mobil, Total και ΕΛΠΕ απεφάσισαν να «αναβάλουν» τις, ούτως ή άλλως, παγωμένες, σεισμικές έρευνες νοτίως και νοτιοδυτικώς της Κρήτης, στο πλαίσιο σχετικών συμβάσεων παραχώρησης (βλ σχετικά, Εμφιετζόγλου, Διώξαμε Exxon και Total – Η ευθύνη του Συμβουλίου Επικρατείας, Slpress, 14/01/2922).
Εξάλλου, ως επιστέγασμα της «μακρόπνοης» και «σύμφωνα με το εθνικό, οικονομικό και γεωπολιτικό συμφέρον της χώρας» χαραγμένης ενεργειακής στρατηγικής, ήλθε το «άδειασμα» από τους φίλους και συμμάχους Αμερικάνους του περίφημου «εθνικού-στρατηγικού αφηγήματος» του EastMed, που πέραν των όποιων νέων γεωστρατηγικών επιλογών των ΗΠΑ, αποτελεί «θείον δώρο» στους «άσπονδους» και «ατίθασους» φίλους τους Τούρκους! Βεβαίως το αφήγημα αυτό, θνησιγενές και μετέωρο από τη σύλληψη και το σχεδιασμό του, επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά με δραματικό τρόπο την έλλειψη μιας στοιχειωδώς επεξεργασμένης και σταθερής εθνικής στρατηγικής και στον κρίσιμο για την επιβίωση της χώρας ενεργειακό τομέα (βλ για το ζήτημα αυτό ενδεικτικά Λυγερού, Γιατί ο East Med ήταν ημιθανής πριν από το non paper των ΗΠΑ, Slpress, 14/01/2022. Πρβλ Ε. Βενιζέλου, Ο αγωγός East Med και τα νέα διεθνή συμφραζόμενα, Καθημερινή, 17/01/22).
Νομοτελειακό, βεβαίως, αποτέλεσμα της επιλεγείσας και εφαρμοζόμενης ενεργειακής πολιτικής είναι κι η αποπνικτική εξάρτηση της χώρας από το εισαγόμενο και πανάκριβο φυσικό αέριο, το οποίο, όπως είδαμε, λόγω της κρίσιμης σημασίας του για την ενεργειακή ασφάλεια κατά την πορεία μετάβασης, συμβάλλουσας και της κατάστασης ανάγκης που προκαλεί η ενεργειακή κρίση, θεωρείται από την ΕΕ ως πράσινο. Άλλωστε στη θέση αυτή αξίζει να σημειωθεί η κρίσιμη σημασία της πηγής αυτής για την παραγωγή του «μπλε υδρογόνου» από το περιεχόμενο στο φυσικό αέριο μεθάνιο. Σημειωτέον δε ότι το «μπλε υδρογόνο» προτιμάται, από το παραγόμενο μέσω ηλεκτρόλυσης του νερού «πράσινο υδρογόνο», του οποίου το κόστος το καθιστά επί του παρόντος ασύμφορο. (Για την σημαντική αυτή μορφή ενέργειας που μέλλει να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στην πορεία μετάβασης σε μια κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη, βλ. ενδεικτικά Γ. Ηλιόπουλου, Ενέργεια υδρογόνου, Hellenic Nexus, τ. 159. Οκτώβριος 2020, σ. 50 επ.)
5. Πέραν όλων αυτών, πρέπει τέλος στη θέση αυτή να υπογραμμιστεί η κρίσιμη και κοστοβόρα εξάρτηση της ηλεκτροπαραγωγικής λειτουργίας των ΑΠΕ από ορισμένα ορυκτά, όπως π.χ. ο χαλκός και το κοβάλτιο, αλλά και σπάνιες γαίες, όπως π.χ. το λίθιο και το τέρβιο, προκαλεί μια σειρά προβλημάτων. Πιο συγκεκριμένα πρέπει να επισημανθούν τα εξής: Εν πρώτοις τα ορυκτά αυτά των οποίων βεβαίως τα αποθέματα δεν είναι ανεξάντλητα, εντοπίζονται βασικά σε ορισμένες χώρες, ιδίως δε στο Κονγκό (80% παγκόσμιας ζήτησης), οι δε σπάνιες γαίες στην Κίνα (70% αποθέματα και επεξεργασία) και στην Αυστραλία (παραγωγή λιθίου 50%). Αυτό σημαίνει παγκόσμια αύξηση της ζήτησης, αλλά και προβλήματα επάρκειας λόγω του γεωπολιτικού ανταγωνισμού, ιδίως με την Κίνα (για όλα αυτά βλ ενδεικτικά Z. Stardust, «Πράσινη ενέργεια»: καθόλου επί γης ειρήνη!, Cyborg, Καλοκαίρι 2021, σ. 66 επ.)
Η κρισιμότητα του ζητήματος αυτού γίνεται εμφανής, αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, που με τόση ζέση προπαγανδίζονται και προωθούνται, χρησιμοποιούν μπαταρίες λιθίου. Κατά δε τη Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας, ένα σύνηθες ηλεκτρικό αυτοκίνητο απαιτεί εξαπλάσια ποσότητα ορυκτών πρώτων υλών από ένα συμβατικό. Εξάλλου, η εξόρυξη των αναγκαίων για την λειτουργία των ΑΠΕ μεταλλευμάτων από υπόγεια κοιτάσματα, συχνά προκαλεί μόλυνση λόγω χρήσης τοξικών ουσιών, πράγμα που προφανώς δεν πολυενδιαφέρει τις κοπτόμενες για την προστασία του περιβάλλοντος (του δικού τους βεβαίως) δυτικές μητροπόλεις. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το γεγονός ότι οι σχετικές εξορύξεις συχνά συναντούν ισχυρές αντιστάσεις από τον τοπικό πληθυσμό (βλ για όλα αυτά Z. Stardust, «Πράσινη ενέργεια»: καθόλου επί γης ειρήνη!, Cyborg, Καλοκαίρι 2021, σ. 66 επ.).
Ενόψει όλων αυτών των προβλημάτων εξετάζονται εσχάτως και άλλες εναλλακτικές μορφές ενέργειας, όπως πχ η επαναξιολογηθείσα και κριθείσα ως «καθαρή», όχι συμπληρωματικά αλλά επί μονίμου βάσεως, ως εναλλακτική πηγή, πυρηνική ενέργεια, της οποίας εσχάτως επιχειρείται η αποενοχοποίηση (βλ ενδεικτικά Γ. Αδαλή, Μόνο πυρηνικό εργοστάσιο θα λύσει το ενεργειακό πρόβλημα της Ελλάδας, Slpress, 8/10/2021), αλλά και οι «κυψέλες υδρογόνου», που άρχισαν ήδη να χρησιμοποιούνται στην ηλεκτροκίνηση των αυτοκινήτων (βλ. σχετικά Ποιες αυτοκινητοβιομηχανίες επενδύουν στις κυψέλες υδρογόνου, www.capital.gr/diethni/3600276/poies-autokinitobiomixanies-ependuoun-stis-kupseles-kausimou-udrogonou).