Ο καπιταλισμός και η άνοδος της ψυχικής ασθένειας

του Rod Tweedy

 

Ο Rod Tweedy είναι συγγραφέας και εκδότης των Karnac Books, ένας κορυφαίος ανεξάρτητος εκδότης βιβλίων για την ψυχική υγεία και τη θεραπεία. Η επιμέλεια της συλλογής «Ο Πολιτικός Εαυτός: Η κατανόηση του κοινωνικού πλαισίου για την ψυχική ασθένεια» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Karnac.

 

Τι θα συνέβαινε, αναρωτιέται ο Rod Tweedy, αν δεν είμαστε εμείς άρρωστοι, αλλά το ίδιο το σύστημα το οποίο βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με αυτό που είμαστε ως κοινωνικά όντα;

Η ψυχική ασθένεια αναγνωρίζεται πλέον ως μία από τις μεγαλύτερες αιτίες ατομικής δυσφορίας και δυστυχίας στις κοινωνίες και τις πόλεις μας, συγκρίσιμη με τη φτώχεια και την ανεργία. Σήμερα, ένας στους τέσσερις ενήλικες στο Ηνωμένο Βασίλειο έχει διαγνωστεί με ψυχική ασθένεια και τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι λαμβάνουν αντικαταθλιπτικά σε ετήσια βάση. «Ποια μεγαλύτερη κατηγορία θα μπορούσε να υπάρξει για ένα σύστημα», ρωτά ο George Monbiot, «από μια επιδημία ψυχικής νόσου;»

Η συγκλονιστική έκταση αυτής της «επιδημίας» γίνεται όλο και πιο ανησυχητική ιδιαίτερα όταν γνωρίζουμε ότι μεγάλο μέρος της έκτασης της θα μπορούσε να προληφθεί. Κι αυτό γιατί είναι είναι σημαντική η συσχέτιση μεταξύ κοινωνικών – περιβαλλοντικών συνθηκών και επιπολασμού των ψυχικών διαταραχών. Ο Richard Bentall, καθηγητής κλινικής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ, και ο Peter Kinderman, πρόεδρος της Βρετανικής Ψυχολογικής Εταιρείας, έχουν γράψει, τα τελευταία χρόνια, με επιτακτικό τρόπο για αυτή τη συσχέτιση, δίνοντας μεγάλη βαρύτητα στους «κοινωνικούς παράγοντες που καθορίζουν την ψυχολογική μας ευημερία». «Τα στοιχεία είναι συντριπτικά», σημειώνει ο Kinderman, «δεν είναι μόνο ότι υπάρχουν κοινωνικοί καθοριστικοί παράγοντες, αλλά ότι είναι συντριπτικά κρίσιμοι».

 

Μια ασθενής κοινωνία

Οι εμπειρίες της κοινωνικής απομόνωσης, της ανισότητας, των αισθημάτων της αποξένωσης και της αποστασιοποίησης, ακόμα και οι βασικές παραδοχές και η ιδεολογία του υλισμού και του νεοφιλελευθερισμού, θεωρούνται σήμερα σημαντικοί οδηγοί – που αντικατοπτρίζονται στους τίτλους πολλών πρόσφατων άρθρων και συνομιλιών επί του θέματος, όπως είναι οι πρωτοποριακές εκπομπές του συμβούλου ψυχοθεραπευτή David Morgan, οι οποίες περιλαμβάνουν συζητήσεις για το αν ο «Νεοφιλελευθερισμός είναι επικίνδυνος για την ψυχική σας υγεία» και «Είναι ο νεοφιλελευθερισμός που μας κάνει να αρρωσταίνουμε»;

Η κλινικός ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια Jay Watts παρατηρεί, στο Guardian, ότι «οι ψυχολογικοί και κοινωνικοί παράγοντες είναι τουλάχιστον εξίσου σημαντικοί και, για πολλούς, η κύρια αιτία του πόνου είναι κοινωνική. Η φτώχεια και η σχετική ανισότητα, η ύπαρξη του ρατσισμού, του σεξισμού, του εκτοπισμού και της κουλτούρας του ανταγωνισμού αυξάνουν τις πιθανότητες ψυχικής οδύνης. Οι κυβερνήσεις και οι φαρμακευτικές εταιρείες δεν ενδιαφέρονται τόσο για αυτά τα αποτελέσματα, ρίχνοντας το βάρος της χρηματοδότησης σε μελέτες που εξετάζουν τη γενετική και τους φυσικούς βιοδείκτες, σε αντίθεση με τις περιβαλλοντικές αιτίες της δυσφορίας. Ομοίως, υπάρχει ελάχιστη πολιτική βούληση στο να συνδυάσουμε την αυξανόμενη ψυχική δυσφορία με τις διαρθρωτικές ανισότητες, αν και η συσχέτιση είναι ισχυρή και πολλοί επαγγελματίες πιστεύουν ότι αυτός θα είναι ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης της τρέχουσας επιδημίας ψυχικής υγείας ».

Προφανώς εδώ υπάρχουν πολύ ισχυρά και εδραιωμένα συμφέροντα και ατζέντες, που συνειδητά ή ασυνείδητα ενεργούν για να αποκρύψουν ή προσπαθούν να αρνηθούν αυτή τη συσχέτιση, κάτι που κάνει επίσης πολύ συναρπαστική την πρόσφατη προθυμία τόσων ψυχαναλυτών και ψυχοθεραπευτών να υιοθετήσουν αυτό το ευρύτερο πλαίσιο.

Οι σχολιαστές συχνά μιλάνε για την κοινωνία, το κοινωνικό πλαίσιο, τη συλλογική σκέψη και τους καθοριστικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες σε σχέση με τις ψυχικές διαταραχές και την ψυχική δυσφορία, αλλά μπορούμε να σκεφτούμε λίγο πιο συγκεκριμένα για το ποια πτυχή της κοινωνίας οδηγεί κυρίως σε αυτό. Και σε αυτό το πλαίσιο είναι μάλλον καιρός να μιλήσουμε για τη λέξη Κ – τον Καπιταλισμό.

Πολλές από τις σύγχρονες μορφές ασθένειας και ατομικής δυσφορίας που αντιμετωπίζουμε φαίνεται οτι σίγουρα συσχετίζονται και ενισχύονται από τις διεργασίες και τα «υποπροϊόντα» του καπιταλισμού. Στην πραγματικότητα, μπορούμε να πούμε ότι ο καπιταλισμός είναι από πολλές απόψεις ένα σύστημα «παραγωγής» ψυχικής ασθένειας – και αν είμαστε σοβαροί για την αντιμετώπιση όχι μόνο των επιπτώσεων της ψυχικής δυσφορίας και της ασθένειας, αλλά και των αιτιών και των προελεύσεών τους, πρέπει να εξετάσουμε πιο προσεκτικά, ακριβέστερα και πιο αναλυτικά στη φύση της πολιτικής και οικονομικής μήτρας από την οποία προκύπτουν και πως η ψυχολογία διαπλέκεται θεμελιακά με κάθε πτυχή της.

 

Νευρώσεις πανταχού παρούσες

Ίσως ένα από τα πιο προφανή παραδείγματα αυτής της στενής σχέσης μεταξύ καπιταλισμού και ψυχικής δυσφορίας είναι η επικράτηση της νεύρωσης. Όπως σημειώνει ο Joel Kovel, πρώην ψυχίατρος και καθηγητής πολιτικών επιστημών: «Το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό της νεύρωσης μέσα στον καπιταλισμό είναι η πανταχού παρουσία». Στο κλασικό του δοκίμιο «Θεραπεία στον ύστερο καπιταλισμό» (αναδημοσίευση στο The Political Self), ο Kovel αναφέρεται στο «κολοσσιαίο βάρος της νευρωτικής δυστυχίας στον πληθυσμό, ένα βάρος που προφανώς προδίδει συνέχεια την καπιταλιστική ιδεολογία, που υποστηρίζει ότι ο πολιτισμός της εμπορευματοποίησης προάγει την ανθρώπινη ευτυχία»:

«Εάν, με δεδομένο και παρά τον εξ-ορθολογισμό, την άνεση, τη διασκέδαση και την ελευθερία επιλογής, οι άνθρωποι εξακολουθούν να νιώθουν άθλια, αδυνατούν να αγαπήσουν, να πιστέψουν ή να αισθανθούν κάποια ακεραιότητα και ολοκλήρωση στη ζωή τους, ίσως πρέπει να αρχίσουμε να συνάγουμε το συμπέρασμα ότι κάποιο σοβαρό λάθος υπάρχει στην κοινωνική μας οργάνωση.

Υπήρξε επίσης μια συναρπαστική δουλειά που έγινε πρόσφατα από τον Eli Zaretsky (συγγραφέα του Political Freud) και τον Bruce Cohen (συγγραφέα του βιβλίου Psychiatric Hegemony-A Marxist Theory of Mental Illness) ), οι οποίοι έχουν γράψει τόσο για τη σχέση οικογένειας, σεξουαλικότητας και καπιταλισμού στην πρόκληση των νευρώσεων.

Είναι σημαντικό, για παράδειγμα, ότι ένα από τα κρίσιμα χαρακτηριστικά του ψυχολογικού τοπίου που αντιμετώπιζε ο Φρόυντ, στα τέλη του 19ου αιώνα στη Βιέννη, ήταν οι νευρώσεις – οι οποίες, όπως σημειώνει ο Joel Kovel, θεωρούνταν από τον Freud εντελώς ως συνέχεια της «φυσιολογικής» ανάπτυξης στις σύγχρονες Κοινωνίες – σε πολλές από τις οποίες, προσθέτει, βρίσκονται οι ρίζες της σύγχρονης εμπειρίας της αλλοτρίωσης. «Η νεύρωση», λέει ο Kovel, «είναι η αυτο-αποξένωση ενός υποκειμένου που έχει προετοιμαστεί για ελευθερία, αλλά κινείται σε σύγκρουση με την προσωπική του ιστορία».

Φυσικά ο Μαρξ ήταν ο σπουδαίος αναλυτής της αλλοτρίωσης, δείχνοντας πώς η καπιταλιστική οικονομία «παράγει» αλλοτρίωση ως ίχνος του ίδιου του υφάσματος, της δομής της δηλαδή – δείχνοντας πως, για παράδειγμα, η αλλοτρίωση «παγιδεύεται» ενσωματωμένη σε προϊόντα, και σε εμπορεύματα, αλλά και πως σε μια ευρύτερη και πολύ πιο διαυρωτική έννοια ότι ολόκληρο το σύστημα παραγωγής και δημιουργίας κάπως αποξενώνεται από τον ίδιο τον δημιουργό.

Όπως επισημαίνει ο Pavon Cuellar, «ο Μαρξ ήταν ο πρώτος που συνειδητοποίησε ότι αυτή η αλλοτρίωση παίρνει ουσιαστικά περιεχόμενο, προσδιορίζεται και ενσαρκώνεται στα πράγματα – «εμπορεύματα» (Marxism and Psychoanalysis). Αυτά τα «φετιχοποιημένα» αγαθά, όπως προσθέτει, φαίνεται να διατηρούν αλλά και να υπόσχονται ότι θα επιστρέψουν, όταν καταναλωθούν, το κοινωνικό κομμάτι της υποκειμενικότητας που απώλεσαν τα αλλοτριωμένα υποκείμενα ενώ όσο συμμετείχαν στη λειτουργία της παραγωγής των εμπορευμάτων: «οι αλλοτριωμένοι έχουν χάσει αυτό που φαντάζονται [ή ελπίζουν] να ξαναβρούν στο φετιχοποιημένο εμπόρευμα».

Αυτή η κατανόηση της αλλοτρίωσης είναι πραγματικά το βασικό ζήτημα για τον Μαρξ. Οι άνθρωποι πιθανώς τον γνωρίζουν σήμερα για τις θεωρίες του κεφαλαίου – για πώς τα ζητήματα της εκμετάλλευσης, του κέρδους και του ελέγχου χαρακτηρίζουν και επανεμφανίζονται συνεχώς στον καπιταλισμό – αλλά για μένα το βασικό μέλημα του Μαρξ και αυτό που παραμελείται ή παρερμηνεύεται συνεχώς, είναι η άποψή του σε ότι αφορά τη σπουδαιότητα και την κεντρική σημασία της ανθρώπινης δημιουργικότητας και παραγωγικότητας – την «κολοσσιαία παραγωγική δύναμη» του ανθρώπου, όπως την ονομάζει – όπως ακριβώς στην πραγματικότητα ήταν για τον William Blake, λίγο νωρίτερα.

Ο Μαρξ αναφέρεται σ’ αυτή την εξαιρετικά μετασχηματιστική παγκόσμια ενέργεια και υπηρεσία ως «δρων είδος ζωής», ως το «είδος» μας – τις «φυσικές και πνευματικές ενέργειές μας». Αλλά, σημειώνει, αυτές οι τεράστιες δημιουργικές ενέργειες και οι μετασχηματιστικές ικανότητες, υπό το σημερινό σύστημα, έχουν άμεσα αφαιρεθεί από εμάς και έχουν μετατραπεί σε κάτι αλλόκοτο, αντικειμενικό, υποδουλωμένο και φετιχοποιημένο.

 

Αναδιάρθρωση της επιθυμίας

Η εικόνα που τον προκαλεί είναι οι μητέρες που γεννούν – ίσως μια άλλη μορφή εργασίας – με το μωρό να αφαιρείται αμέσως και να μετατρέπεται σε κάτι αλλότριο-ξένο, κάτι που μοιάζει με κούκλα – ένα εμπόρευμα. Εξετάζει το αποτέλεσμα που μπορεί να έχει στο πνεύμα της μητέρας. Αυτό, για τον Μαρξ, είναι η πηγή της αλλοτρίωσης και της ανησυχίας, το είδος της βαθιάς εξάρθρωσης του ανθρώπινου πνεύματος που χαρακτηρίζει τον βιομηχανικό καπιταλισμό. Και όπως δείχνει ο Pavon Cuellar, δεν μπορούμε να εξαγοράσουμε την έξοδο μας από αυτή την αλλοτρίωση – παράγοντας περισσότερα παιχνίδια, περισσότερες κούκλες – γιατί η αλλοτρίωση εκεί ακριβως παράγεται και ενσωματώνεται.

Πράγματι, ο καταναλωτισμός και ο υλισμός είναι ευρέως αναγνωρισμένοι σήμερα ως βασικοί μοχλοί μιας ολόκληρης σειράς προβλημάτων ψυχικής υγείας, από τον εθισμό έως και την κατάθλιψη. Όπως σημειώνει ο George Monbiot, «Η αγορά περισσότερων υλικών συνδέεται με την κατάθλιψη, το άγχος και τις διαλυμένες σχέσεις. Είναι κοινωνικά καταστροφικό και αυτοκαταστροφικό». Η ψυχαναλύτρια Sue Gerhardt έχει γράψει πολύ συναρπαστικά για αυτή τη σχέση, υποδηλώνοντας ότι στις σύγχρονες κοινωνίες συχνά «συγχέουμε την υλική ευημερία με την ψυχολογική ευημερία». Στο βιβλίο της «The Selfish Society» δείχνει με πόσο αμείλικτο και «επιτυχημένο» τρόπο ο καταναλωτικός καπιταλισμός επανασχηματίζει το μυαλό μας και επανεπεξεργάζεται τo νευρικό μας σύστημα στρέφοντας το προς τη δική του εικόνα. Γιατί «θα χάναμε μεγάλο μέρος αυτού που είναι ο καπιταλισμός», σημειώνει, «εάν παραβλέπαμε τον ρόλο του στην αναδιάρθρωση και στο marketing της επιθυμίας και στην ώθηση του προς αυτήν».

Μια άλλη βασική πτυχή του καπιταλισμού με τον ανάλογο αντίκτυπο στην ψυχική ασθένεια είναι φυσικά η ανισότητα. Ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα «παραγωγής» ψυχικής νόσο όσο είναι ένα σύστημα που δημιουργεί ανισότητες. Όπως αναφέρεται στην έκθεση του Royal College of Psychiatrists: «Η ανισότητα είναι ένας βασικός καθοριστικός παράγοντας της ψυχικής ασθένειας: όσο μεγαλύτερο είναι το επίπεδο της ανισότητας, τόσο χειρότερα είναι τα αποτελέσματα της υγείας. Τα παιδιά από τα φτωχότερα νοικοκυριά έχουν τριπλάσιο κίνδυνο κακής ψυχικής υγείας από τα παιδιά από τα πλουσιότερα νοικοκυριά. Η ψυχική ασθένεια συνδέεται σταθερά με τη στέρηση, το χαμηλό εισόδημα, την ανεργία, την κακή εκπαίδευση, την χειρότερη σωματική υγεία και την αυξημένη συμπεριφορά υψηλού ψυχικού ρίσκου».

Ορισμένοι σχολιαστές πρότειναν μάλιστα ότι θα μπορούσε ο ίδιος ο καπιταλισμός, ως τρόπος ύπαρξης ή αντίληψης για τον κόσμο, να θεωρηθεί ως μάλλον «ψυχοπαθολογικό» ή παθολογικό σύστημα. Όπως διαπίστωσαν ορισμένοι αναλυτές, υπάρχουν σίγουρα κάποιες εντυπωσιακές αντιστοιχίσεις-συσχετίσεις μεταξύ σύγχρονων χρηματοπιστωτικών και εταιρικών συστημάτων και ατόμων που έχουν διαγνωστεί με κλινική ψυχοπαθολογία.

Ο Robert Hare, για παράδειγμα, μια από τις κορυφαίες μορφές στην ψυχοπαθολογία στον κόσμο και συντάκτης του ευρέως αποδεκτού τεστ «The Hare Psychopathy Checklist» που χρησιμοποιείται για να διαγνώσει την ψυχοπάθεια, παρατήρησε στον Jon Ronson: «Δεν έπρεπε να έκανα την έρευνά μου μόνο στις φυλακές. Θα έπρεπε να είχα περάσει αρκετό καιρό στο Χρηματιστήριο». «Αλλά σίγουρα οι ψυχοπαθείς των χρηματιστηριακών αγορών δεν θα μπορούν να είναι τόσο κακοί όσο οι ψυχοπαθείς-κατά συρροή δολοφόνοι;» ρωτάει ο Ronson. «Οι κατά συρροή δολοφόνοι καταστρέφουν οικογένειες», απάντησε ο Hare. «Οι εταιρικοί και πολιτικοί ψυχικά ασθενείς καταστρέφουν τις οικονομίες. Καταστρέφουν τις κοινωνίες».

 

Φορείς ψυχοπαθολογίας

Αυτά τα χαρακτηριστικά, όπως υποστηρίζει με λαμπρό τρόπο ο Joel Bakan στο βιβλίο του The Corporation, είναι κρυπτογραφημένα στο ίδιο το ύφασμα των σύγχρονων εταιρειών – μέρος του βασικού DNA και του modus operandi τους. «Η νομικά καθορισμένη εντολή της εταιρίας είναι να επιδιώκει αδιαλείπτως και χωρίς εξαίρεση το δικό της συμφέρον, ανεξάρτητα από τις συχνά βλαβερές συνέπειες που θα μπορούσε να προκαλέσει σε άλλους». Ως εκ τούτου, με τον δικό της νομικό ορισμό, η εταιρία είναι ένας παθολογικός θεσμός και ο Bakan παραθέτει βοηθητικά τα διαγνωστικά κριτήρια της προκαθορισμένης με αυτό τον τρόπο παθολογίας (έλλειψη συμπάθειας, επιδίωξη ιδιοτέλειας, μεγαλοπρέπεια, ρηχή επιρροή, επιθετικότητα, κοινωνική αδιαφορία) για να δείξει πόσο διαταραγμένος ασθενής είναι η «εταιρεία».

Γιατί όλες αυτές οι σύγχρονες κοινωνικές και οικονομικές πρακτικές και διαδικασίες πρέπει να δημιουργούν τόσο πολλές ασθένειες, τόσο πολλές διαταραχές; Για να απαντήσουμε σε αυτό, νομίζω ότι πρέπει να επανεξετάσουμε το ευρύτερο έργο του Διαφωτισμού και τα ψυχολογικά μοντέλα της ανθρώπινης φύσης τα οποία προέκυψαν μέσα απ’ αυτό. Ο σύγχρονος καπιταλισμός εξελίχθηκε με βάση την έννοια του ανθρώπου του δέκατου έβδομου αιώνα ως ένα είδος αποσυνδεδεμένου, ασυνεχούς, απεμπλουτισμένου εαυτού που οδηγείται από τον ανταγωνισμό και από ένα στενό, «ορθολογικό» συμφέρον – η έννοια του homo economicus που οδήγησε και εξασφάλισε μεγάλο μέρος του συνόλου του Διαφωτισμού έργου, συμπεριλαμβάνει και τα οικονομικά μοντέλα του. Όπως επισημαίνει ο Iain McGilchrist, «Ο καπιταλισμός και ο καταναλωτισμός, οι τρόποι αντίληψης και κατανόησης των ανθρώπινων σχέσεων που βασίζονται σε κάτι περισσότερο από τη χρησιμότητα, την απληστία και τον ανταγωνισμό, ήρθαν να αντικαταστήσουν εκείνους που βασίζονταν στην αίσθηση της σύνδεσης και της πολιτιστικής συνέχειας».

Τώρα γνωρίζουμε πόσο λάθος και καταστροφικό είναι αυτό το μοντέλο του Εαυτού. Η πρόσφατη νευροεπιστημονική έρευνα για τον «κοινωνικό εγκέφαλο», μαζί με τις συναρπαστικές εξελίξεις στη σύγχρονη θεωρία της «προσκόλλησης», την αναπτυξιακή ψυχολογία και τη διαπροσωπική νευροβιολογία, αναθεωρούν σημαντικά και αναβαθμίζουν αυτή την μάλλον γραφική παρωχημένη άποψη του απομονωμένου «ορθολογικού» ατόμου. Ταυτόχρονα αποκαλύπτεται μια πολύ πιο πλούσια και πιο περίπλοκη κατανόηση της ανθρώπινης ανάπτυξης και ταυτότητας, μέσω της αυξημένης γνώσης της ενδοεπιλογής του «δεξιού ημισφαιρίου», των ασυνείδητων διαδικασιών, της συμπεριφοράς των ομάδων, του ρόλου της ενσυναίσθησης και της διανοητικής διάδοσης στην ανάπτυξη του εγκεφάλου αλλά και της σημασίας του πλαισίου και της κοινωνικοποίησης στη συναισθηματική και τη γνωστική ανάπτυξη.

Όπως παρατηρεί ο νευροεπιστήμονας David Eagleman, ο ίδιος ο ανθρώπινος εγκέφαλος βασίζεται σε άλλους εγκεφάλους για την ίδια την ύπαρξη και την ανάπτυξή του – η έννοια του «εγώ», σημειώνει, εξαρτάται από την πραγματικότητα του «εμείς»: Είμαστε ένας διακριτός τεράστιος οργανισμός, ένα νευρωνικό δίκτυο ενσωματωμένο σε έναν πολύ μεγαλύτερο ιστό νευρνικών δικτύων. Οι εγκέφαλοί μας είναι τόσο ριζικά-πρωταρχικά συνδεδεμένοι για να αλληλεπιδρούν, ώστε δεν είναι σαφές ούτε που αρχίζει και που τελειώνει ο καθένας από μας. Το «ποιος είμαι» έχει πάντα (και σε όλα) να κάνει με το «ποιοι είμαστε». Δεν υπάρχει περίπτωση αποφυγής της αλήθειας που χαράσσεται στο νευρικό μας κύκλωμα: χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλον.

Επομένως, η εξάρτηση ενσωματώνεται στον ιστό του ποιοι είμαστε ως κοινωνικά και βιολογικά όντα, τα οποία συνδέονται με το κεντρικό μας πλαίσιο: «πρόκειται για το πώς η αγάπη γίνεται σάρκα», στην εντυπωσιακή αυτή φράση του ψυχολόγου Louis Cozolino. «Δεν υπάρχει κανένας εγκέφαλος μόνος του», παρατηρεί ο Cozolino, συμπληρώνοντας τη θέση του Winnicott, ότι «οι εγκέφαλοι υπάρχουν μόνο μέσα σε δίκτυα άλλων εγκεφάλων». Κάποιοι έχουν ονομάσει αυτή τη νέα νευρολογική και επιστημονική κατανόηση των μοτίβων βαθιάς αλληλεξάρτησης, της αμοιβαίας συνεργασίας και του κοινωνικού εγκεφάλου ως «νευρο-μαρξισμό», λόγω των σχετικών συνεπειών.

Φαίνεται ότι ο καπιταλισμός έχει τις ρίζες του σε ένα ριζικά παραμορφωμένο, αφελές και ξεπερασμένο μοντέλο, του δέκατου έβδομου αιώνα, για το ποιοι είμαστε. Προσπαθεί να μας πείσει να σκεφτούμε ότι είμαστε απομονωμένοι, αυτόνομοι, απεμπλουτισμένοι, ανταγωνιστικοί, αποσαφηνισμένοι – και τελικά μάλλον κάποιες αδίστακτες και αποσυνδεδεμένες οντότητες. Η βλάβη που αυτή η άποψη του Εαυτού έχει επιφέρει σε εμάς και στα παιδιά μας είναι ανυπολόγιστη.

Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν και ενθαρρύνονται να πιστεύουν ότι αυτά τα προβλήματα και οι διαταραχές – η ψύχωση, η σχιζοφρένεια, το άγχος, η κατάθλιψη, οι αυτοτραυματισμοί – αυτά τα συμπτώματα ενός «άρρωστου κόσμου» (για να χρησιμοποιήσουμε την καταπληκτική περιγραφή του James Hillman) είναι περισσότερο δικά τους προβλήματα παρά του κόσμου. «Αλλά τι θα συνέβαινε εάν τα συναισθηματικά σας προβλήματα δεν ήταν μόνο-απλώς τα δικά σας προβλήματα;», ρωτά ο Tom Syverson. «Αν ήταν τα προβλήματά μας; Τι θα συνέβαινε εάν το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι ζούμε σε μια λανθασμένη κοινωνία; Ίσως ο Adorno ήταν σωστός όταν είπε, «Μια λάθος ζωή δεν μπορεί να ζήσει κανείς σωστά».

Η ρίζα αυτού του «ζειν κακώς» φαίνεται να βρίσκεται στο γεγονός οτι ζούμε σε ένα κοινωνικό και οικονομικό σύστημα που μας φέρνει σε αντίθεση τόσο με την ψυχολογία όσο και με τη νευρολογία μας- με βάση την οποία είμαστε κοινωνικά όντα. Όπως προτείνω στο βιβλίο μου, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι ο εσωτερικός και ο εξωτερικός μας κόσμος αλληλεπιδρούν διαρκώς και βαθιά μεταξύ τους και ότι, επομένως, αντί να διαχωρίζουμε την κατανόηση των οικονομικών και κοινωνικών πρακτικών από την κατανόηση της ψυχολογίας και της ανθρώπινης ανάπτυξης, χρειαζόμαστε να τα φέρουμε μαζί, να τα ευθυγραμμίσουμε. Και για να συμβεί αυτό, χρειαζόμαστε έναν νέο διάλογο μεταξύ του πολιτικού και του προσωπικού μας κόσμου, ένα νέο ολοκληρωμένο πρότυπο για την ψυχική υγεία και μια νέα πολιτική.

 

Μετάφραση: Αντώνης Ανδρουλιδάκης

Πηγή: www.redpepper.org.uk

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!