Τα τελευταία δίσεκτα χρόνια της «κρίσης», τόσο επί της «επάρατου» όσο και επί της πρώτης φοράς «αριστεράς», η κοινωνία και η ζωή μας, ήρθαν τ’ απάνω-κάτω.
Χάσαμε κοινωνικές κατακτήσεις χρόνων και κυρίως χάσαμε την ελπίδα.
Κάποια πράγματα, όμως, δεν μας έλειψαν καθόλου.
Έχουμε π.χ. σε πλήρη επάρκεια τη λαϊκή απόγνωση, την κοινωνική φτωχοποίηση, την αλλοτρίωση συνειδήσεων, την κατεδάφιση βεβαιοτήτων και την κοινωνική βεβαιότητα πως «αριστεροί-δεξιοί», το ίδιο είναι.
Ταυτόχρονα, έχουμε σε αφθονία αναλύσεις, εκτιμήσεις, προβλέψεις, κριτικές και πολιτικές παραινέσεις, παντός τύπου και για κάθε χρήση.
Όλα τούτα τα ετερόκλιτα ιδεολογικά πονήματα, καταλήγουν με «διαφωνίες» σ’ ένα κοινό συμπέρασμα: Τώρα, «κανονικότητα».
Και η πρότασή τους είναι επί της ουσίας, ενιαία: Η λύση θα δοθεί μέσα στην Ε.Ε., μέσα στο «σύστημα», με τη βοήθεια των «θεσμών», με τους «επενδυτές», τις «αγορές» και τα διεθνή οικονομικά funds ως ατμομηχανές της «ανάπτυξης».
Εμείς που σας φέραμε σε τούτη την κατάντια, μόνο εμείς θα σας σώσουμε.
Αυτή είναι η πρότασή τους.
Και η «διαμάχη» τους, είναι να αποδείξουν στους πολιτικούς προϊσταμένους τους, ποιος είναι πιο ικανός να υπηρετήσει αποτελεσματικότερα τούτη την πολιτική πρόταση, γεγονός που ταυτόχρονα είναι και η προϋπόθεση της πολιτικής τους επιβίωσης.
Σαφέστατη και η πρόταση και η τακτική τους.
Μέχρις εδώ, τα πράγματα γνωστά.
Εκτός, όμως, από «αυτούς», υπάρχουμε κι «εμείς».
Και πρέπει ν’ απαντήσουμε πια, σ’ ένα απλό και κρίσιμο ερώτημα: «Εμείς οι άλλοι», τι ακριβώς προτείνουμε, τι ακριβώς θέλουμε;
Έχουμε συνειδητοποιήσει ότι παρόλο που είμαστε από διαφορετικές «πάστες» και καταβολές, έχουμε την ευθύνη να διατυπώσουμε καθαρά και ξάστερα την «άλλη», ενιαία πρόταση;
Συμφωνούμε ότι αυτή η πρόταση πρέπει να γίνει κοινωνική προσδοκία και παλλαϊκό αίτημα, ότι είμαστε υποχρεωμένοι να την παλέψουμε και να την υπερασπιστούμε, έντιμα και μέχρι τέλους;
Έχουμε καταλήξει ότι, είτε το συνειδητοποιούμε είτε όχι, αυτό είναι αντικειμενικά το ταξικό μας καθήκον, εάν δε σκοπεύουμε απλά να υπάρχουμε, επειδή υπάρχουν οι «άλλοι»;
Εάν κατανοήσαμε τούτη την πολιτική αναγκαιότητα, το επόμενο βήμα είναι να πούμε δημόσια, καθαρά και δυνατά, τι ακριβώς θέλουμε.
– Θέλουμε να φύγουν «τούτοι» και βλέπουμε;
– Θέλουμε έναν «αριστερό» ΣΥΡΙΖΑ;
– Θέλουμε ένα «ρεαλιστικό» ΚΚΕ;
– Θέλουμε ένα σοσιαλισμό με «ανθρώπινο πρόσωπο»;
– Θέλουμε ένα «δημοκρατικό» καπιταλισμό;
– Θέλουμε να εναποθέσουμε την ευθύνη στο «λαό» κι «εμείς» να καθοδηγούμε, ν’ αξιοποιούμε και να επικαλούμαστε τη «λαϊκή βούληση»;
Τι ακριβώς θέλουμε, ποια κοινωνία ονειρευόμαστε, τι είμαστε έτοιμοι να υποσχεθούμε και ικανοί να υπερασπιστούμε;
Ας υποθέσουμε πως καταφέραμε να συγκροτήσουμε μια ενιαία πρόταση, ένα ολοκληρωμένο εναλλακτικό σχέδιο διεξόδου από την κοινωνική και ανθρώπινη βαρβαρότητα που ζούμε, ότι καταφέραμε να συμφωνήσουμε πως τούτος ο «καπιταλιστικός ρεαλισμός», με τις όποιες παραλλαγές του και τις όποιες εναλλαγές «αρχηγών», δεν μπορεί να είναι τα μέλλον μας.
Εάν κάνουμε και τούτο το βήμα, μένει ένα ακόμα σημαντικό ζητούμενο.
Μένει να πούμε στην κοινωνία, με ποιους θα επιχειρήσουμε τούτη την ανατροπή, ποιοι θα πρωτοστατήσουν και θα εγγυηθούν πως δεν θα πισωγυρίσουμε με την πρώτη δυσκολία, ή με το πρώτο «άσμα των σειρήνων», ποιον προσανατολισμό και στόχο θα έχει το «πολιτικό υποκείμενο» που θα αναλάβει τούτο το εγχείρημα.
Έχω την ταπεινή γνώμη, ότι όσο η αριστερή, φιλολαϊκή διέξοδος εξαντλείται σε ομιχλώδεις και ισορροπητικές προτάσεις, η κοινωνία θα πελαγοδρομεί και η «αριστερή κανονικότητα» θα μακροημερεύει.
Από την άλλη, ούτε η ανέξοδη «επαναστατική» φρασεολογία, νομίζω πως προσφέρει κάτι στο λαό και τη χώρα.
– Χρειαζόμαστε μιαν άλλη πολιτική. Ποια;
– Χρειαζόμαστε ένα άλλο μοντέλο ανάπτυξης. Ποιο;
– Χρειαζόμαστε μιαν άλλη πολιτική ηγεσία. Ποια;
– Χρειαζόμαστε το λαό στο πολιτικό προσκήνιο. Πώς;
Τελικά, χρειάζεται «εμείς οι άλλοι», όσο ακόμα είμαστε ταξικά οι «άλλοι», να συνεννοηθούμε, να σοβαρευτούμε και να ανασκουμπωθούμε άμεσα.
Δε δικαιούμαστε να είμαστε οπαδοί του «Μπάμπη του Φλου», γιατί θα καταντήσουμε οι «γραφικοί άλλοι».
Και θα κάνουμε μεγάλη ζημιά.
Πολύ μεγάλη…