Η έννοια του «καπιταλιστή» ταυτίζονταν παλιότερα στη μέση συνείδηση με τον κερδοσκόπο, τον πλεονέκτη που επιχειρεί να συγκεντρώσει πλούτο με όλες τις διαθέσιμες μεθόδους, βασιζόμενος στην παραγωγή. Αντίθετα, η «αστική τάξη» ήταν ένας όρος κάπως πιο εύηχος και οι «παλιοί αστοί» φημίζονταν ότι διέθεταν κάποια ευρύτερη κουλτούρα και καλλιέργεια.
Οι δύο πλευρές βέβαια στην πραγματικότητα δεν διαχωρίζονταν εύκολα. Η «παλιά αστική τάξη» βαρύνονταν με ουκ ολίγες «αμαρτίες», ενώ ακόμα και τα πιο «αρπακτικά» στρώματα εμφανίζονταν να προβαίνουν παράλληλα σε φιλανθρωπικές ενέργειες ή να σχετίζονται με πολιτιστικές και άλλες ευγενικές δραστηριότητες.
Ποτέ βέβαια πίσω από όλα αυτά δεν έλειπαν οι «μαύρες» πρακτικές, η ωμή καταπίεση, οι εκβιασμοί, ο εξοντωτικός ανταγωνισμός. Όταν επρόκειτο για ζητήματα «ζωής ή θανάτου», εξέλειπαν οι αρχές και οι καλοί τρόποι που κυριαρχούσαν στα σαλόνια και τις δεξιώσεις.
Αυτές τις μαύρες πρακτικές, όμως, φρόντιζαν συνήθως να τις κρύβουν πίσω από το προσωπείο που φιλοτεχνούσαν και σίγουρα δεν τις θεωρούσε κανείς προτέρημα, ούτε τις διαφήμιζε ανοιχτά.
Αυτό κάποια στιγμή θα αλλάξει, με πρώτους διδάξαντες τους εφοπλιστές. Είναι εκείνοι που στη μεταπολεμική Ελλάδα θα καθιερώσουν ένα διαφορετικό «στυλ», απαλλαγμένο από τα προσωπεία του παρελθόντος.
Τα προτερήματα που αυτοί προβάλλουν είναι η «μαγκιά», η ψεύτικη «λαϊκότητα» του δήθεν αυτοδημιούργητου που ξέρει «και από αλώνια και από σαλόνια», που «δεν μασάει τα λόγια του» και μπορεί να ελίσσεται με «ατσιδοσύνη» σε όλες τις καταστάσεις, που άνετα διαφημίζει ότι εκβιάζει, εξαγοράζει, φοροδιαφεύγει και παρανομεί. Γιατί «δεν γίνονται αλλιώς οι δουλειές».
Έτσι, ήδη από τις παλιότερες δεκαετίες θα περάσουμε από την «υψηλή μόρφωση» και την κλασική μουσική, στο σπάσιμο των πιάτων και το σκυλάδικο, ενώ αντίστοιχες είναι μέχρι τις μέρες μας και οι συνήθειες των «γόνων» που από την πριβέ χαλάρωση στα ιδιωτικά νησιά, προτιμούν τη φωτογράφιση στη Μύκονο και αντί για ένα ποτήρι παλιό κρασί, εκτιμούν περισσότερο μερικές γραμμές κόκας.
Τώρα, κυριαρχεί ένας γενικότερος εκπεσμός του «καλού κόσμου» που κάνει τις δουλειές του στο φόντο της γενικότερης υποβάθμισης του στάτους της χώρας. Στο φόντο μιας κοινωνικής καταστροφής που μπορεί να μην αγγίζει την «ελίτ», αλλά ορίζει για αυτήν ένα διαφορετικό πλαίσιο δραστηριοτήτων με παροξυμμένα πλέον τα χαρακτηριστικά της αρπαχτής και της λαμογιάς.
Με ΠΑΣΟΚ είχαμε την άνθιση νέων στρωμάτων που θα γέμιζαν τις τσέπες τους σε μια εποχή παχιών αγελάδων. Με ΣΥΡΙΖΑ, σε ένα εντελώς διαφορετικό τοπίο, γιγαντώθηκαν ανεξέλεγκτα τα «λούμπεν» στοιχεία που μέσα από εξαγορές, ΜΜΕ, ποδόσφαιρο, λαθρεμπόριο και χρήμα άγνωστης προέλευσης, μεγαλουργούν στην οικονομική ζωή.
Όλα αυτά, λίγο πριν την… καθαρή έξοδο. Με λιγότερη κυριαρχία και μεγαλύτερες απειλές παρά ποτέ…
Η διεκδίκηση πραγματικής δημοκρατίας και εθνικής κυριαρχίας δεν μπορεί να μην θέσει το ζήτημα της κάθαρσης του τόπου από την «ελίτ – αλήτ» που μέρα την μέρα υπερδιογκώνεται, με ή χωρίς γραβάτες…