Το παιδί με τη ριγέ μπλούζα, της Έλενας Χουσνή, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Κύφαντα είναι ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα με όλα τα καλύτερα χαρακτηριστικά του είδους. Όταν το αρχίσεις είναι αδύνατον να το αφήσεις από τα χέρια σου.

Ωστόσο είναι ένα σκληρό βιβλίο. Υπάρχουν στιγμές που δεν αντέχεις, κυρίως γιατί γνωρίζεις ότι αυτά που περιγράφει όντως συμβαίνουν γύρω μας. Η παιδική πορνογραφία έχει πάρει εφιαλτικές διαστάσεις με την εγκληματική «αξιοποίηση» του διαδικτύου.

Η οικονομική κρίση που έχει οδηγήσει πολλές οικογένειες στην απελπισία, τις καθιστά ευάλωτα θύματα σκοτεινών κυκλωμάτων. Ο κόσμος του διαδικτύου απέχει πολύ από το να είναι αγγελικός και συχνά δεν αντιλαμβανόμαστε τον κίνδυνο παρά μόνο όταν είναι πολύ αργά…

Καταπιάνεστε με ένα πολύ σκληρό θέμα που αφορά την παιδική πορνογραφία. Πόσο δύσκολο είναι να γράφει κανείς γι’ αυτό;

Εξαιρετικά δύσκολο αλλά σίγουρα λιγότερο απ` ότι να έρχεσαι αντιμέτωπος με αυτό στην πραγματική ζωή. Ωστόσο, ακόμη και έτσι, η οδύνη είναι μεγάλη και σε κάνει να αναρωτιέσαι για το πόσο αδηφάγο τέρας είναι τελικά ο άνθρωπος. Η έρευνα που προηγήθηκε του βιβλίου ήταν θα έλεγα εξαντλητική και προσπάθησα, όσο μπορούσα, να δω, να ακτινογραφήσω όλες τις όψεις αυτής της φοβερής πραγματικότητας που δεν είναι βέβαια καινοφανής αλλά έχει διαφορετικό πρόσωπο από εποχή σε εποχή. Αυτό που μου έμεινε ήταν μια διαρκής αγωνία για το πώς και εάν μπορούμε τελικά να αντιμετωπίσουμε τα πλοκάμια των κυκλωμάτων παιδικής πορνογραφίας, τι αντισώματα έχουμε, ατομικά και κοινωνικά, και τέλος, το χειρότερο και πιο βασανιστικό ερώτημα είναι τι κάνουμε με τα παιδιά που έχουν πέσει θύματα σεξουαλικής κακοποίησης. Και αν μπορώ να βρω μια απάντηση σε αυτό θα ήταν ότι ποτέ δεν κάνουμε αρκετά. Δυστυχώς.

Πιστεύετε ότι έχουμε κατανοήσει το μέγεθος του προβλήματος που λέγεται «ηλεκτρονικό έγκλημα»;

Όχι αλλά νομίζω ότι αυτό ισχύει για κάθε μορφή ποινικής δραστηριότητας, κάθε μορφή εγκλήματος. Το ηλεκτρονικό έγκλημα έχει την ιδιομορφία ότι δεν έχει τα χαρακτηριστικά του συμβατικού εγκλήματος. Μπορεί να ξεκινά σε μια χώρα και να καταλήγει σε ολόκληρο τον πλανήτη. Ειδικά σε ό,τι αφορά την παραγωγή και διακίνηση του πορνογραφικού υλικού. Από την άλλη όμως ο καθένα μας δεν είναι ποτέ έτοιμος να αντιμετωπίσει, και άρα δεν είναι αρκετά θωρακισμένος οποιαδήποτε μορφή βίας υπερβαίνει το προσωπικό του αξιακό σύστημα. Ούτε μια επίθεση είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε ούτε έναν βιασμό, ούτε ένα φόνο. Στο ηλεκτρονικό έγκλημα είναι ακόμη πιο συγκεχυμένα τα πράγματα γιατί η μορφή του είναι κατά κάποιο τρόπο άυλη, μη ορατή και άρα οι κίνδυνοί του λιγότερο προφανείς.

Πώς θα μπορέσει να υπάρξει από τη μια ελευθερία στο διαδίκτυο και από την άλλη προστασία του πολίτη χωρίς να καταλήξουμε σε κάποιον «Μεγάλο Αδερφό»;

Ο «Μεγάλος Αδελφός» είναι ως ένα σημείο κομμάτι της πραγματικότητάς μας εδώ και καιρό. Η ψηφιακή μας ταυτότητα τείνει να αντικαταστήσει εν πολλοίς τον προσωπικό χώρο, την ιδιωτικότητα, την προστασία της προσωπικής ζωής. Αναγκαστικά «εκποιούμε» κομμάτια της ζωής μας τα οποία σκόρπια μπορεί να μην σημαίνουν τίποτε, αλλά όλα μαζί συγκροτούν μια εικόνα η οποία είναι εύκολα «αξιοποιήσιμη», χειραγωγήσιμη ενδεχομένως. Η ελευθερία στο διαδίκτυο σημαίνει προσοχή σε ό,τι κοινοποιούμε και κάνουμε γνωστό. Αυτό καταγράφεται. Και μπορεί η κοινωνική μνήμη να είναι ισχυρή αλλά η ηλεκτρονική λάσπη είναι μεγατόνων. Πραγματικά ελεύθεροι λοιπόν, κατά την άποψή μου θα είμαστε όταν θα αντιληφθούμε πως εμείς ορίζουμε το πλαίσιο στο οποίο κινούμαστε σε αυτό που λέμε ψηφιακό κόσμο. Και ότι καθόλου αναγκαίο δεν είναι να θέτουμε σε δημόσια διαβούλευση ακόμη και τις πιο μικρές αποφάσεις μας όπως το που θα φάμε και τι βιβλίο θα διαβάσουμε ή να ζητούμε την έγκριση της ψηφιακής κοινωνίας των social media για κάθε μας κίνηση. Η σφαίρα του προσωπικού χώρου είναι πολύ σημαντική. Την μοιραζόμαστε με ανθρώπους που εμπιστευόμαστε και αγαπάμε. Δεν γίνεται να την βγάζουμε στη φόρα με τόση ευκολία.

«Καθόλου αναγκαίο δεν είναι να θέτουμε σε δημόσια διαβούλευση ακόμη και τις πιο μικρές αποφάσεις μας όπως το που θα φάμε και τι βιβλίο θα διαβάσουμε ή να ζητούμε την έγκριση της ψηφιακής κοινωνίας των social media για κάθε μας κίνηση. Η σφαίρα του προσωπικού χώρου είναι πολύ σημαντική. Την μοιραζόμαστε με ανθρώπους που εμπιστευόμαστε και αγαπάμε. Δεν γίνεται να την βγάζουμε στη φόρα με τόση ευκολία»

Υπάρχει μια ακμή του αστυνομικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα. Πιστεύετε πως σχετίζεται με την κρίση που βιώνουμε;

Αυτή η ακμή καταγράφεται παγκοσμίως την τελευταία ιδίως δεκαετία και βέβαια και στην χώρα μας. Η κρίση σίγουρα λειτουργεί υποστηρικτικά για τους συγγραφείς γιατί προσφέρει τα «οικοδομικά υλικά», την πρώτη ύλη, το σκηνικό πάνω στο οποίο μπορείς να στήσεις μια ιστορία. Από αυτή την άποψη, ναι, σίγουρα βοηθά. Όμως θα έλεγα ότι κύρια η στροφή προς την αστυνομική λογοτεχνία έχει να κάνει με την στροφή του ίδιου του είδους στον χώρο του κοινωνικού μυθιστορήματος. Η ενασχόληση των συγγραφέων με ευρύτερα κοινωνικά ζητήματα που έχουν λάβει διαστάσεις επιδημίας στις σύγχρονες κοινωνίες, μια σύγχρονη ηθογραφία και οι ψυχογραφικές διαστάσεις που δίνουν στα έργα τους. Αυτό έχει δώσει μια νέα μορφή, και ένα άλλο περιεχόμενο στην αστυνομική λογοτεχνία, καθιστώντας την ελκυστική σε ένα κοινό πολύ ευρύτερο από αυτό του «σκληρού πυρήνα» των οπαδών του είδους.

Εσάς τι είναι αυτό που σας τράβηξε στο αστυνομικό μυθιστόρημα;

Η σκοτεινιά του και η ιδιότροπη ελπίδα του. Εννοώ ότι στο αστυνομικό μυθιστόρημα υπάρχει μια κάθαρση, άλλοτε μερική άλλοτε ολοκληρωτική. Υπάρχει ποινή, τιμωρία ακόμη και όταν πρόκειται για αυτοτιμωρία. Αυτό σου δημιουργεί μια αίσθηση δικαιοσύνης, ισορροπίας, σε έναν κόσμο που γίνεται ολοένα και πιο παρανοϊκός. Και έτσι νιώθεις κι εσύ πώς κάπου ο βηματισμός του τρελού κόσμου μας ίσως και να… ισιώνει! Και υπάρχει βέβαια και η γοητεία του ίδιου του αστυνομικού μύθου με τις ενδείξεις κι αντενδείξεις του, την ατμόσφαιρα, τον γρίφο, τα επιμέρους συστατικά δηλαδή.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!